Η πρόταση της Μόσχας να εξάγει το Ιράν στη Ρωσία ασθενώς
εμπλουτισμένο ουράνιο για τη μετατροπή του σε πυρηνικό καύσιμο μπορεί να
αποδειχθεί το «κλειδί» για την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ Τεχεράνης και
Ουάσιγκτον για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Οταν ο πρόεδρος Ομπάμα έστειλε
επιστολή, τον περασμένο μήνα, στον ανώτατο ηγέτη του Ιράν, αγιατολάχ Αλί
Χαμενεΐ, παρακινώντας τον να υπερβεί μία δεκαετία καχυποψίας και να
διαπραγματευθεί συμφωνία στο επίμαχο θέμα του ιρανικού πυρηνικού
προγράμματος, ξεκινούσε, πιθανότατα, την τελευταία προσπάθειά του για
μια συμφιλίωση των δύο χωρών, που θα μπορούσε να αλλάξει εκ βάθρων το
τοπίο στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.Καθώς αύριο εκπνέει η προθεσμία για την επίτευξη συμφωνίας στις
διαπραγματεύσεις της Βιέννης, ο Μπαράκ Ομπάμα χρειάζεται μια επιτυχία
στην εξωτερική του πολιτική όσο ποτέ άλλοτε. Οι Αμερικανοί αναγκάστηκαν
να επιστρέψουν στη Μέση Ανατολή, σε αντίθεση με αυτό που υπαγορεύει το
πολιτικό ένστικτο του Αμερικανού προέδρου, και ο ρόλος του Ιράν στην
αντιμετώπιση του ISIS στη Συρία και στο Ιράκ είναι κρίσιμος. Ωστόσο, οι
δυνάμεις που αντιτίθενται στη συμφωνία είναι πολύ ισχυρές. Δεν πρόκειται
μόνο για τον Χαμενεΐ και τους σκληροπυρηνικούς της Τεχεράνης, αλλά και
για τους πρόσφατα ενδυναμωμένους Ρεπουμπλικανούς, μερίδα των
Δημοκρατικών και αρκετούς εκ των πλέον σταθερών συμμάχων των Ηνωμένων
Πολιτειών.
«Για όλα τα εμπλεκόμενα έθνη, αυτή η διαπραγμάτευση υποκρύπτει πολύ ευρύτερα διακυβεύματα», υποστηρίζει ο Ρόμπερτ Λίτγουακ, αναλυτής του Wilson Center.«Από τη σκοπιά της Ουάσιγκτον, πρόκειται για μια δοκιμασία της ισχύος και της στρατηγικής του Ομπάμα», υποστηρίζει ο συγγραφέας. «Από τη σκοπιά της Τεχεράνης, ο χειρισμός του πυρηνικού προβλήματος συνδέεται με μία θεμελιώδη επιλογή: αν το Ιράν θα εξακολουθήσει να αυτοπροσδιορίζεται ως επαναστατικό κράτος ή επιλέξει να γίνει μια κανονική χώρα».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και συμμάχων τους, ο Χαμενεΐ δεν έχει κάνει ακόμη την κρίσιμη επιλογή. Αν και έχει εξουσιοδοτήσει τον πρόεδρο Χασάν Ρουχανί και τον υπουργό Εξωτερικών Τζαβάντ Ζαρίφ να διαπραγματευθούν με τις ΗΠΑ και τις άλλες μεγάλες δυνάμεις, πιστεύεται ότι θα λάβει τις αποφάσεις του μόνο από τη στιγμή που θα του φέρουν στην Τεχεράνη την τελική, λεπτομερειακή μορφή της προτεινόμενης συμφωνίας.
Ωστόσο, η διαπίστωση του κ. Λίτγουακ για τα ευρύτερα διακυβεύματα που περιβάλλουν το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα ισχύει και για τους άλλους παίκτες- κλειδιά: Ισραήλ, Σαουδική Αραβία, Ρωσία και Δυτική Ευρώπη.Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου περιγράφει το Ιράν ως «υπαρξιακή απειλή» για τη χώρα του και προειδοποιεί πως η χώρα του δεν πρόκειται να δεσμευτεί από οποιαδήποτε συμφωνία η οποία θα αφήσει το Ιράν «στο κατώφλι» της ατομικής βόμβας.
Ανάλογες είναι οι ανησυχίες των Σαουδαράβων. Φοβούνται ότι η όποια συμφωνία με το Ιράν θα ανοίξει τον δρόμο για τον επανακαθορισμό των αμερικανικών συμμαχιών στην περιοχή, έτσι που η Ουάσιγκτον να αρχίσει να συζητά τα περιφερειακά ζητήματα περισσότερο με την Τεχεράνη παρά με το Ριάντ. Πρόσφατα, ο πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της Σαουδικής Αραβίας, πρίγκιπας Τούρκι μπιν Φεϊζάλ, προειδοποίησε ότι η χώρα του θα εγκαταστήσει διατάξεις εμπλουτισμού ουρανίου ικανές να ισοσταθμίσουν τις πυρηνικές δυνατότητες που θα αναγνωριστούν στο Ιράν.
Στην πιο περίπλοκη θέση απ’ όλους βρίσκεται η Ρωσία. Παραμένει παράγοντας- κλειδί στη διεθνή διαπραγμάτευση για το ιρανικό πρόβλημα, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε τροχιά σύγκρουσης με τη Δύση για την ουκρανική κρίση. Η πρότασή της –να εξάγει το Ιράν στη Ρωσία ασθενώς εμπλουτισμένο ουράνιο για τη μετατροπή του σε πυρηνικό καύσιμο– μπορεί να αποδειχθεί το κλειδί για την επίτευξη συμφωνίας. Ωστόσο, οι Ρώσοι ενδέχεται να επιθυμούν, στο βάθος, τη διαιώνιση των διαπραγματεύσεων, έτσι ώστε να μην εισρεύσει ξαφνικά ιρανικό πετρέλαιο στις διεθνείς αγορές.
Εξαιρουμένου του Μπαράκ Ομπάμα, οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές της επίτευξης συμφωνίας με το Ιράν είναι οι Ευρωπαίοι. Πολλοί εξ αυτών αισθάνονται ελάχιστα απειλούμενοι από το Ιράν και πιστεύουν ότι το Ισραήλ, το οποίο διαθέτει, έστω κι αν δεν το αναγνωρίζει επισήμως, πυρηνικό οπλοστάσιο, υπερβάλλει ως προς την απειλή ενός πυρηνικού Ιράν. Αξιοσημείωτη εξαίρεση στο ευρωπαϊκό περιβάλλον αποτελεί η Γαλλία, η οποία πιέζει για πιο σκληρή στάση των ΗΠΑ στις διαπραγματεύσεις, ενδεχομένως λόγω των στενών οικονομικών σχέσεων που διατηρεί με το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία.
Έντυπη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
«Για όλα τα εμπλεκόμενα έθνη, αυτή η διαπραγμάτευση υποκρύπτει πολύ ευρύτερα διακυβεύματα», υποστηρίζει ο Ρόμπερτ Λίτγουακ, αναλυτής του Wilson Center.«Από τη σκοπιά της Ουάσιγκτον, πρόκειται για μια δοκιμασία της ισχύος και της στρατηγικής του Ομπάμα», υποστηρίζει ο συγγραφέας. «Από τη σκοπιά της Τεχεράνης, ο χειρισμός του πυρηνικού προβλήματος συνδέεται με μία θεμελιώδη επιλογή: αν το Ιράν θα εξακολουθήσει να αυτοπροσδιορίζεται ως επαναστατικό κράτος ή επιλέξει να γίνει μια κανονική χώρα».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και συμμάχων τους, ο Χαμενεΐ δεν έχει κάνει ακόμη την κρίσιμη επιλογή. Αν και έχει εξουσιοδοτήσει τον πρόεδρο Χασάν Ρουχανί και τον υπουργό Εξωτερικών Τζαβάντ Ζαρίφ να διαπραγματευθούν με τις ΗΠΑ και τις άλλες μεγάλες δυνάμεις, πιστεύεται ότι θα λάβει τις αποφάσεις του μόνο από τη στιγμή που θα του φέρουν στην Τεχεράνη την τελική, λεπτομερειακή μορφή της προτεινόμενης συμφωνίας.
Ωστόσο, η διαπίστωση του κ. Λίτγουακ για τα ευρύτερα διακυβεύματα που περιβάλλουν το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα ισχύει και για τους άλλους παίκτες- κλειδιά: Ισραήλ, Σαουδική Αραβία, Ρωσία και Δυτική Ευρώπη.Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου περιγράφει το Ιράν ως «υπαρξιακή απειλή» για τη χώρα του και προειδοποιεί πως η χώρα του δεν πρόκειται να δεσμευτεί από οποιαδήποτε συμφωνία η οποία θα αφήσει το Ιράν «στο κατώφλι» της ατομικής βόμβας.
Ανάλογες είναι οι ανησυχίες των Σαουδαράβων. Φοβούνται ότι η όποια συμφωνία με το Ιράν θα ανοίξει τον δρόμο για τον επανακαθορισμό των αμερικανικών συμμαχιών στην περιοχή, έτσι που η Ουάσιγκτον να αρχίσει να συζητά τα περιφερειακά ζητήματα περισσότερο με την Τεχεράνη παρά με το Ριάντ. Πρόσφατα, ο πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της Σαουδικής Αραβίας, πρίγκιπας Τούρκι μπιν Φεϊζάλ, προειδοποίησε ότι η χώρα του θα εγκαταστήσει διατάξεις εμπλουτισμού ουρανίου ικανές να ισοσταθμίσουν τις πυρηνικές δυνατότητες που θα αναγνωριστούν στο Ιράν.
Στην πιο περίπλοκη θέση απ’ όλους βρίσκεται η Ρωσία. Παραμένει παράγοντας- κλειδί στη διεθνή διαπραγμάτευση για το ιρανικό πρόβλημα, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε τροχιά σύγκρουσης με τη Δύση για την ουκρανική κρίση. Η πρότασή της –να εξάγει το Ιράν στη Ρωσία ασθενώς εμπλουτισμένο ουράνιο για τη μετατροπή του σε πυρηνικό καύσιμο– μπορεί να αποδειχθεί το κλειδί για την επίτευξη συμφωνίας. Ωστόσο, οι Ρώσοι ενδέχεται να επιθυμούν, στο βάθος, τη διαιώνιση των διαπραγματεύσεων, έτσι ώστε να μην εισρεύσει ξαφνικά ιρανικό πετρέλαιο στις διεθνείς αγορές.
Εξαιρουμένου του Μπαράκ Ομπάμα, οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές της επίτευξης συμφωνίας με το Ιράν είναι οι Ευρωπαίοι. Πολλοί εξ αυτών αισθάνονται ελάχιστα απειλούμενοι από το Ιράν και πιστεύουν ότι το Ισραήλ, το οποίο διαθέτει, έστω κι αν δεν το αναγνωρίζει επισήμως, πυρηνικό οπλοστάσιο, υπερβάλλει ως προς την απειλή ενός πυρηνικού Ιράν. Αξιοσημείωτη εξαίρεση στο ευρωπαϊκό περιβάλλον αποτελεί η Γαλλία, η οποία πιέζει για πιο σκληρή στάση των ΗΠΑ στις διαπραγματεύσεις, ενδεχομένως λόγω των στενών οικονομικών σχέσεων που διατηρεί με το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία.