Η δημόσια τοποθέτηση του υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας
Σταϊνμάγιερ για την ανάγκη σύγκλησης Δεύτερης Γενεύης για την Ουκρανία
αποτελεί, σε δημόσιο τουλάχιστον επίπεδο, ουσιαστική διαφοροποίηση από
την μέχρι και σήμερα αμερικανική θέση, ότι η συμφωνία τερματισμού των
συγκρούσεων κατέρρευσε με ευθύνη της Μόσχας. Οι δηλώσεις Σταϊνμάγιερ
ολοκληρώνουν τη σύμπηξη ενός ευρύτατου πλέον, αν όχι πλειοψηφικού στο
ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε., μετώπου «απρόθυμων» να παρακολουθήσουν τις ΗΠΑ στην
εκστρατεία της Ουκρανίας.
Από τη μια μεριά η Πολωνία, οι τρεις Βαλτικές Χώρες και η Ρουμανία υπερπρόθυμες να στηρίξουν όχι μόνον χωρίς επιφυλάξεις αλλά και με πλειοδοσία τη σκληρή γραμμή των ΗΠΑ απέναντι στην Ρωσία. Από την άλλη, η Τουρκία και οι χώρες διέλευσης του αγωγού φυσικού αερίου Southstream, Αυστρία, Ουγγαρία, Σερβία και Βουλγαρία, που επιλέγουν την περιφρούρηση της ενεργειακής συμμαχίας με τη Μόσχα προς μεγάλη ικανοποίηση τόσο του Κρεμλίνου όσο και της Καγκελαρίας.
Στο ευρύ αυτό μέτωπο, που ξεκινά από τη Γερμανία, ακολουθεί όλη τη μελλοντική διαδρομή του Southstram από την Αυστρία μέχρι και τη Βουλγαρία και περιλαμβάνει την σε «εμπόλεμη» κατάσταση με την Ουάσιγκτον Τουρκία του Ερντογάν, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και την Ιταλία: Για τη Ρώμη το διμερές εμπόριο αλλά και η εξαγωγή τεχνολογίας-τεχνογνωσίας μεταφοράς ενέργειας προς τη Ρωσία είναι κεκτημένα που θα περιφρουρηθούν με κάθε κόστος και μάλιστα σε στιγμή οριακών δημοσιονομικών ισορροπιών της χώρας.
Πρόκειται για ένα μέτωπο εναντίωσης στην πολιτική των ΗΠΑ πιο διευρυμένο και πιο βαρύνον από το φιλοαμερικανικό μέτωπο που σχηματίσθηκε την άνοιξη του 2003 από τη Βρετανία του Μπλερ, την Ισπανία του Αθνάρ και την Πορτογαλία του Μπαρόζο συν τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για να στηρίξει την επικείμενη εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ και να συγκρουσθεί έτσι μετωπικά με τον γαλλογερμανικό άξονα.
Η ευρύτητα του μετώπου των «απρόθυμων» θα οροθετήσει εκ των πραγμάτων και την όποια προσπάθεια του Λονδίνου και του Παρισιού να πλειοδοτήσουν σε επιθετική ρητορική και κινήσεις με προφανή στόχο να διασφαλίζουν προβάδισμα έναντι του Βερολίνου στην ασφάλεια της Γηραιάς Ηπείρου, να εξισορροπήσουν δηλαδή σε πολιτικοστρατιωτικό επίπεδο τη δεδομένη πλέον παντοδυναμία της Γερμανίας στην Ευρωζώνη.
Οι «απρόθυμοι» έχουν το πλεονέκτημα ότι χαράσσουν τη γραμμή τους απέναντι στην κρίση στην Ουκρανία με όρους της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, ενώ οι δύο «υπερπρόθυμοι», η Πολωνία και η Ρουμανία, επιδίδονται σε ένα remake της καταστροφικής πολιτικής που ακολούθησαν στον Μεσοπόλεμο, όταν διεκδίκησαν τον ρόλο προκεχωρημένου φυλακίου των νικητών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου τόσο απέναντι στη Γερμανία της Βαϊμάρης όσο και στη Σοβιετική Ρωσία.
Την ώρα που η Βουλγαρία, η Ουγγαρία και η Αυστρία σκέπτονται τη θέση τους στον ενεργειακό χάρτη της Ευρώπης, στη Βαρσοβία προφανώς νοσταλγούν τις «χαμένες πατρίδες» των προπολεμικών συνόρων, που σήμερα ανήκουν στη Λευκορωσία και την Ουκρανία και στο Βουκουρέστι, την ίδια περίοδο που η σημερινή Μολδαβία ήταν η ρουμανική επαρχία της Βεσαραβίας.
Η επιθετική πολιτική της Ουάσιγκτον στην κρίση της Ουκρανίας συνεπώς δεν μας γυρνά πίσω στον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά και στον Μεσοπόλεμο των εθνικισμών και αλυτρωτισμών κάθε είδους.
Στη Βαρσοβία και στο Βουκουρέστι όσοι ονειρεύονται εκστρατεία κατά της Ρωσίας παραπέμπουν στους παραληρηματικούς εθνικισμούς τύπου Μπερίσα που βλέπει τα νότια σύνορα της Αλβανίας στην Πρέβεζα, και τύπου Μιλόσεβιτς που αγκάλιασε το δόγμα των εθνικιστών της Ακαδημίας Επιστημών «Οπου Σέρβος και Σερβία».Η κρίση στην Ουκρανία είναι σαφές ότι ανοίγει πληγές και πέραν των συνόρων της πρώην ΕΣΣΔ.
Πίσω στον Μεσοπόλεμο
Οι δύο «υπερπρόθυμοι», η Πολωνία και η Ρουμανία, επιδίδονται σε ένα remake της καταστροφικής πολιτικής που ακολούθησαν στον Μεσοπόλεμο, όταν διεκδίκησαν τον ρόλο προκεχωρημένου φυλακίου των νικητών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου τόσο απέναντι στη Γερμανία της Βαϊμάρης όσο και στη Σοβιετική Ρωσία.-Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
Από τη μια μεριά η Πολωνία, οι τρεις Βαλτικές Χώρες και η Ρουμανία υπερπρόθυμες να στηρίξουν όχι μόνον χωρίς επιφυλάξεις αλλά και με πλειοδοσία τη σκληρή γραμμή των ΗΠΑ απέναντι στην Ρωσία. Από την άλλη, η Τουρκία και οι χώρες διέλευσης του αγωγού φυσικού αερίου Southstream, Αυστρία, Ουγγαρία, Σερβία και Βουλγαρία, που επιλέγουν την περιφρούρηση της ενεργειακής συμμαχίας με τη Μόσχα προς μεγάλη ικανοποίηση τόσο του Κρεμλίνου όσο και της Καγκελαρίας.
Στο ευρύ αυτό μέτωπο, που ξεκινά από τη Γερμανία, ακολουθεί όλη τη μελλοντική διαδρομή του Southstram από την Αυστρία μέχρι και τη Βουλγαρία και περιλαμβάνει την σε «εμπόλεμη» κατάσταση με την Ουάσιγκτον Τουρκία του Ερντογάν, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και την Ιταλία: Για τη Ρώμη το διμερές εμπόριο αλλά και η εξαγωγή τεχνολογίας-τεχνογνωσίας μεταφοράς ενέργειας προς τη Ρωσία είναι κεκτημένα που θα περιφρουρηθούν με κάθε κόστος και μάλιστα σε στιγμή οριακών δημοσιονομικών ισορροπιών της χώρας.
Πρόκειται για ένα μέτωπο εναντίωσης στην πολιτική των ΗΠΑ πιο διευρυμένο και πιο βαρύνον από το φιλοαμερικανικό μέτωπο που σχηματίσθηκε την άνοιξη του 2003 από τη Βρετανία του Μπλερ, την Ισπανία του Αθνάρ και την Πορτογαλία του Μπαρόζο συν τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για να στηρίξει την επικείμενη εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ και να συγκρουσθεί έτσι μετωπικά με τον γαλλογερμανικό άξονα.
Η ευρύτητα του μετώπου των «απρόθυμων» θα οροθετήσει εκ των πραγμάτων και την όποια προσπάθεια του Λονδίνου και του Παρισιού να πλειοδοτήσουν σε επιθετική ρητορική και κινήσεις με προφανή στόχο να διασφαλίζουν προβάδισμα έναντι του Βερολίνου στην ασφάλεια της Γηραιάς Ηπείρου, να εξισορροπήσουν δηλαδή σε πολιτικοστρατιωτικό επίπεδο τη δεδομένη πλέον παντοδυναμία της Γερμανίας στην Ευρωζώνη.
Οι «απρόθυμοι» έχουν το πλεονέκτημα ότι χαράσσουν τη γραμμή τους απέναντι στην κρίση στην Ουκρανία με όρους της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, ενώ οι δύο «υπερπρόθυμοι», η Πολωνία και η Ρουμανία, επιδίδονται σε ένα remake της καταστροφικής πολιτικής που ακολούθησαν στον Μεσοπόλεμο, όταν διεκδίκησαν τον ρόλο προκεχωρημένου φυλακίου των νικητών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου τόσο απέναντι στη Γερμανία της Βαϊμάρης όσο και στη Σοβιετική Ρωσία.
Την ώρα που η Βουλγαρία, η Ουγγαρία και η Αυστρία σκέπτονται τη θέση τους στον ενεργειακό χάρτη της Ευρώπης, στη Βαρσοβία προφανώς νοσταλγούν τις «χαμένες πατρίδες» των προπολεμικών συνόρων, που σήμερα ανήκουν στη Λευκορωσία και την Ουκρανία και στο Βουκουρέστι, την ίδια περίοδο που η σημερινή Μολδαβία ήταν η ρουμανική επαρχία της Βεσαραβίας.
Η επιθετική πολιτική της Ουάσιγκτον στην κρίση της Ουκρανίας συνεπώς δεν μας γυρνά πίσω στον Ψυχρό Πόλεμο, αλλά και στον Μεσοπόλεμο των εθνικισμών και αλυτρωτισμών κάθε είδους.
Στη Βαρσοβία και στο Βουκουρέστι όσοι ονειρεύονται εκστρατεία κατά της Ρωσίας παραπέμπουν στους παραληρηματικούς εθνικισμούς τύπου Μπερίσα που βλέπει τα νότια σύνορα της Αλβανίας στην Πρέβεζα, και τύπου Μιλόσεβιτς που αγκάλιασε το δόγμα των εθνικιστών της Ακαδημίας Επιστημών «Οπου Σέρβος και Σερβία».Η κρίση στην Ουκρανία είναι σαφές ότι ανοίγει πληγές και πέραν των συνόρων της πρώην ΕΣΣΔ.
Πίσω στον Μεσοπόλεμο
Οι δύο «υπερπρόθυμοι», η Πολωνία και η Ρουμανία, επιδίδονται σε ένα remake της καταστροφικής πολιτικής που ακολούθησαν στον Μεσοπόλεμο, όταν διεκδίκησαν τον ρόλο προκεχωρημένου φυλακίου των νικητών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου τόσο απέναντι στη Γερμανία της Βαϊμάρης όσο και στη Σοβιετική Ρωσία.-Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ