13 Απριλίου 2014

Η πολιτική διαλεκτική των αγορών

Του Χριστόδουλου Γιαλλουρίδη

  • Η οικονομία δίνει δυνατότητες στην Ελλάδα να επενδύσει πολιτικά
  • Σήμερα, η Αθήνα βιώνει μια ευχάριστη πολιτική εξέλιξη της επιτυχούς εξόδου της χώρας στις διεθνείς αγορές. Πρόκειται για ένα οικονομικό μέγεθος με πολιτικό περιεχόμενο, προεκτάσεις και πτυχές που αφορούν σε ένα ευοίωνο μέλλον…
  • Η ΕΛΛΑΔΑ με την έξοδο στις αγορές κερδίζει ένα στοίχημα, τουλάχιστον ψυχολογίας, ότι αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη των τρίτων προς τη χώρα και τους Έλληνες
Η κλασική έννοια της Αγοράς, όπως εύρισκε πρακτική εφαρμογή στην Αθηναϊκή Εκκλησία του Δήμου, ήταν η συνάντηση των ανθρώπων για να διαβουλευθούν πολιτικά, να συζητήσουν για την πολιτική, να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους σε μια διαλεκτική προσέγγιση των προβλημάτων της πόλης, έτσι ώστε να καταλήξουν σε προτάσεις πολιτικής προορισμένες να είναι επ’ ωφελεία του συνόλου. Η Αγορά ήταν ένα πολιτικό γεγονός της πόλης, που σηματοδοτούσε και υπογράμμιζε την ενεργό συμμετοχή όλων των ελευθέρων ανθρώπων, πολιτών της Αθήνας στα θέματα που αφορούσαν στον δήμο και εν προκειμένω στο κράτος, και στα οποία μέσα από μια διαλεκτική θέσης-αντίθεσης, φρόντιζαν να καταλήξουν σε συνιστώσες που θα χαρακτήριζαν τη στρατηγική της πόλης ως προς την πολιτική και την οικονομία, την ειρήνη και τον πόλεμο.

Σήμερα, η σύγχρονη Αθήνα βιώνει μια ευχάριστη πολιτική εξέλιξη της επιτυχούς εξόδου της χώρας στις διεθνείς αγορές. Πρόκειται για ένα οικονομικό μέγεθος με πολιτικό περιεχόμενο, προεκτάσεις και πτυχές που αφορούν σε ένα ευοίωνο μέλλον. Η διαλεκτική της σχέσης πολιτικής και οικονομίας ήταν αυτό που καθόρισε τη στρατηγική της κυβέρνησης Σαμαρά να οδηγήσει τη χώρα σταδιακά, από το τέλμα του οικονομικού αδιεξόδου στην προοπτική της πολιτικής και οικονομικής ανάκαμψης. Το σημερινό γεγονός είναι ίσως ήσσονος οικονομικής σημασίας, γιατί ακριβώς δεν επιλύει ούτε κατ’ ελάχιστον το οικονομικό πρόβλημα της χώρας, είναι όμως πολύ σοβαρή πολιτική επένδυση για το μέλλον, στον βαθμό που η διεθνής κοινότητα έδειξε μετά από τέσσερα χρόνια να εμπιστεύεται την Ελλάδα ως οικονομία, ως κυβέρνηση και ως κράτος.

Η Αγορά, στην οποία αναφερθήκαμε πιο πάνω, είναι η πλαισίωση μιας οικονομικής εξέλιξης σε ένα πολιτικό μέγεθος διαλεκτικής διεκδίκησης του συμφέροντος της χώρας και του συνόλου. Αυτό σημαίνει πως η κλασική έννοια της Αγοράς ήταν ο διάλογος που οδηγούσε σε πολιτικά συμπεράσματα και οικονομικές αποφάσεις, ενώ οι αγορές σήμερα εξακολουθούν να είναι χώρος διεκδίκησης πολιτικής εμπιστοσύνης, πειθούς και πίστης, με αποτέλεσμα την οικονομική συνεργασία και συνεννόηση.

Η Ελλάδα κερδίζει ένα στοίχημα πολιτικής εξερχόμενη επιτυχώς στις αγορές, όπου η οικονομία δίνει δυνατότητες στη χώρα να επενδύσει πολιτικά. Αυτό που συνέβη είναι πως η Ελλάδα, μετά από τέσσερα σχεδόν χρόνια, όχι μόνο οικονομικής διεθνούς απραξίας και αδιέξοδης απομόνωσης της χώρας από τα διεθνώς οικονομικά τεκταινόμενα, αλλά και πολιτικού διασυρμού, με την παράσταση ότι δεν μπορεί να φροντίσει τα του οίκου της, ότι ο υπόλοιπος κόσμος δεν την εμπιστεύεται, ότι υφίσταται ως οικονομικά ανυπόληπτη, σήμερα αρχίζει με την έξοδο στις αγορές να κερδίζει ένα στοίχημα τουλάχιστον ψυχολογίας, ότι αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη των τρίτων προς την Ελλάδα και τους Έλληνες.

Αυτό μπορεί οικονομικά να μη σημαίνει την απαρχή της σωτηρίας, είναι όμως ένα μεγάλο πολιτικό βήμα προς την κατεύθυνση της οικονομικής ανάκαμψης της χώρας, αφού η σημερινή εξαιρετικά επιτυχής έξοδος υπογραμμίζει ένα ψυχολογικό κλίμα των τρίτων διεθνώς, πως πιστεύουν στην επιστροφή της χώρας στην οικονομική και πολιτική ομαλότητα.

Γνωρίζουμε πως στη διεθνή πολιτική τα κράτη υπάρχουν ως αυτόνομες οντότητες και όσο πιο ισχυρός οικονομικά και στρατιωτικά είσαι, τόσο περισσότερο σε σέβονται πολιτικά οι τρίτοι. Δυστυχώς, δεν ζούμε σε έναν κόσμο ανθρωπιστικής αλληλεγγύης, αλλά σε μια παγκόσμια κοινότητα συμφερόντων, που σημαίνει πως τα κράτη σε βοηθούν ή σε υποστηρίζουν εφόσον έχουν συμφέρον.

Η Ελλάδα βρέθηκε, εξαιτίας των τραγικών λαθών ανικανότητας και διαφθοράς των πολιτικών ηγεσιών των τελευταίων τριάντα ετών, σε μιαν απίστευτη δίνη διεθνούς κατακραυγής, πως πρόκειται για ένα κράτος διεφθαρμένων, απατεώνων και αναξιόπιστων, αφού ξαφνικά εμφανιστήκαμε να έχουμε ένα τεράστιο, δυσθεώρητο και ανεξέλεγκτο χρέος, προκαλώντας τη μήνιν των εταίρων και των άλλων μελών της ευρωπαϊκής οικογένειας, τους οποίους εκλιπαρούσαμε να στηρίξουν την Ελλάδα, προκειμένου να αποφύγει τη χρεοκοπία, κατάσταση που μπορούσε να οδηγήσει την Ευρωζώνη σε διάλυση.

Αυτό που έγινε τώρα είναι το πρώτο βήμα, η πρώτη στιγμή ανάσας της χώρας στον κόσμο της αξιοπρέπειας, της αξιοπιστίας και της πίστης των άλλων προς το δικό μας μέλλον. Είναι όμως αυτό μία αρχή, πάνω στην οποία πρέπει να στηρίξει η πολιτική ηγεσία της χώρας στο σύνολό της την οικοδόμηση του ελληνικού μέλλοντος. Η μεμψιμοιρία και η μικρόψυχη αντιπαλότητα όχι μόνο δεν προσφέρει πολιτικά κέρδη σε κανένα κομματικό ή άλλον πολιτικό οργανισμό, αλλά επηρεάζει αρνητικά την πορεία της Ελλάδας προς το μέλλον. Η οικοδόμηση του ελληνικού μέλλοντος προϋποθέτει εθνική στρατηγική, στην οποία οφείλουν να συμπράξουν όλες εκείνες οι δυνάμεις της χώρας που πιστεύουν στην ισχυρή παρουσία και συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρώπη και στον κόσμο.

Αυτό είναι μια βασική ιδεολογική συνθήκη, που μπορεί να ενώσει πολλές δυνάμεις, είτε ανήκουν στο σοσιαλιστικό και κεντροαριστερό στρατόπεδο, είτε στη φιλελεύθερη κεντροδεξιά παράταξη. Οι κοινωνικοοικονομικές επιλογές που υπαγορεύονται από διάφορες κοσμοθεωρητικές, ιδεολογικές προσεγγίσεις, ανεξαρτήτως του ότι σήμερα έχουν αμβλυνθεί ως προς την εφαρμογή τους στην πράξη, μεταξύ φιλελευθέρων και σοσιαλιστών ή σοσιαλδημοκρατών, δεν μπορούν να επηρεάζουν την ανάγκη για στρατηγική της χώρας ως προς τη συμμετοχή της στο ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι.

Το εθνικό συμφέρον...
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ σύγκρουση και αντιπαράθεση σε όλα τα επίπεδα είναι θεμιτή στο εσωτερικό της Ελλάδας, όπως και η διεκδίκηση της εξουσίας, φτάνει να υπηρετείται το εθνικό συμφέρον. Το εθνικό συμφέρον επιβάλλει τη συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων στις διεθνείς σχέσεις της χώρας, είτε αυτές είναι πολιτικές, είτε οικονομικές. Τα σοβαρά κράτη, που θέλουν να έχουν αξιοπρεπή και αξιόπιστη παρουσία, ιδρύουν θεσμούς χάραξης εθνικής στρατηγικής με τη συμμετοχή πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων, καθώς και της πνευματικής ηγεσίας της χώρας, με στόχο τον σχεδιασμό της πολιτικής εκείνης που στη διεθνή παρουσία της Ελλάδος θα αποφέρει για το σύνολο τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα πολιτικο-οικονομικά οφέλη.
Αυτήν την πρακτική της σύμπνοιας και συνεργατικότητας προς τα έξω και της, στο πλαίσιο των κανόνων της δημοκρατίας, εσωτερικής πολιτικής αντιπαλότητας, δεν είμαστε σε θέση να τη διακρίνουμε και να την τηρήσουμε προστατεύοντας όχι μόνο τη στρατηγική μας στο εξωτερικό, αλλά και την εικόνα μας. Η σημερινή επιτυχία μάς δίνει την ευκαιρία να ξανασκεφτούμε την υποχρέωση των πολιτικών δυνάμεων να σκέφτονται πρώτα εθνικά και μετά κομματικά. Η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται σε μια φάση όχι μόνο κρίσης και αγώνα για επιβίωση, αλλά σε στιγμές που επιτάσσουν τη μεγιστοποίηση και τη δυναμική κινητοποίηση όλων των πνευματικών, επιστημονικών και πολιτικοοικονομικών δυνάμεων του Ελληνισμού στον σχεδιασμό μιας στρατηγικής για την ανάκαμψη της Ελλάδας και την επιστροφή του Ελληνισμού στο παγκόσμιο στερέωμα των υπερηφάνων και ισχυρών εθνών του 21ου αιώνα.

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου