Σπύρος ΛίτσαςΗ οικοδόμηση υψηλής στρατηγικής είναι μια άκρως τεχνοκρατική
διαδικασία που εμπίπτει σε ένα αυστηρό θεωρητικό πλαίσιο εφαρμογών. Η
πολιτική ηγεσία ενός κράτους συμβουλεύεται τους επαΐοντες,
πανεπιστημιακούς διεθνών σχέσεων, στρατηγικής, πολιτικής γεωγραφίας αλλά
και τους εξειδικευμένους αναλυτές των ΜΜΕ που έχουν αποδείξει με το
πέρας του χρόνου ότι διαθέτουν άρτιο δίκτυο ενημέρωσης και οξυδέρκεια
στις αναλύσεις τους. Στη συνέχεια η πολιτική ηγεσία συζητά τα πορίσματα
των επαϊόντων, πιστοποιεί το τυχόν εφαρμόσιμό τους αλλά και ενημερώνεται
για το επίπεδο αντοχών που διαθέτει το κράτος από τον διπλωματικό
κλάδο, τον στρατιωτικό και τις μυστικές υπηρεσίες. Τέλος, προσκαλούνται
κορυφαίοι επιχειρηματίες με δεδηλωμένη εξωστρέφεια και αναγνωρισμένη
οικονομική επιφάνεια που έχουν γνώση και εμπειρία ώστε να προσφέρουν τις
προτάσεις τους για τις δυνατότητες του κράτους να παράξει πρωτογενή
πλούτο και να ενισχύσει το διεθνές κύρος του. Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά
τα δεδομένα, ο πολιτικός επικεφαλής του κράτους σε συνεργασία με το
επιτελείο του αλλά και τα αρμόδια υπουργεία δημιουργεί έναν οδικό χάρτη
που ορίζει με σαφήνεια τις κεντρικές κατευθύνσεις του κράτους για τις
επόμενες δεκαετίες.
Μια από τις πλέον δύσκολες και απαιτητικές διαδικασίες υψηλής στρατηγικής είναι η επιλογή των συμμάχων. Η οργάνωση του συμμαχικού δικτύου είναι και αυτή μια αυστηρά τεχνοκρατική διαδικασία με ένα συγκεκριμένο θεωρητικό φάσμα επιλογών και σημείων προς αποφυγή. Τι είναι οι συμμαχίες; Τίποτε παραπάνω από γάμοι συμφέροντος. Ενας γάμος όμως μπορεί να σε απογειώσει ή να σε αποδιοργανώσει για πάντα. Τρεις είναι οι βασικές κατευθύνσεις στη διαδικασία σύναψης συμμαχιών, σύμφωνα με τον κορυφαίο θεωρητικό του είδους Stephen Walt: Συμμαχίες εξισορρόπησης της ισχύος· Συμμαχίες εξισορρόπησης της απειλής· Σύμπλευση.
Η τελευταία κατηγορία επιτρέπει σε αυτόν που την επιλέγει απλώς να επιβιώνει στο πλευρό των συμμάχων του, ένα είδος συστημικού παρασίτου με μηδαμινές ευκαιρίες θεαματικής μεταβολής υπέρ του ιδίου ως προς την αναβάθμιση του ρόλου, της επιρροής ή της απόκτησης νέων φορτίων ισχύος. Η πρώτη κατηγορία συμμαχίας είναι αυτή που εμπεριέχει έντονο το στοιχείου του αντιηγεμονισμού στον πυρήνα της και συνήθως εφαρμόζεται έπειτα από την ολοκλήρωση κομβικών γεγονότων, π.χ. το τέλος ενός ηγεμονικού πολέμου, και έχει τη δυναμική της επανέναρξης των διακρατικών σχέσεων σε μερική ή σε συνολική διάσταση. Οπως μπορεί να γίνει αντιληπτό, η υιοθέτηση μιας τέτοιας πολιτικής απαιτεί στοχευμένες κινήσεις, επιτυχημένη μυστική διπλωματία, ώστε να υπάρξει σύμπνοια στην εφαρμογή του στόχου με άλλα κράτη, και ασφαλώς αποφασιστικότητα. Οταν σχεδιάζεις να αντιταχθείς στη βούληση αυτού που επικρατεί σε διεθνές επίπεδο, θα πρέπει να είσαι αποφασισμένος γι' αυτό, να έχεις προετοιμάσει την κοινωνία για τις θυσίες που απαιτούνται και να μην εφαρμόζεις την τακτική «ένα βήμα εμπρός - δύο πίσω». Αλλιώς ακολουθείς τη μοίρα των Μηλίων. Τέλος, η μεσαία κατηγορία σύναψης συμμαχίας αφορά την εξισορρόπηση της απειλής και είναι η πλέον συμβατική διαδικασία.
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει τον τουρκικό αναθεωρητισμό, ανήκει στο στρατόπεδο των νικητών του Ψυχρού Πόλεμου και ασφαλώς ο ρόλος της Σύμπλευσης όχι μόνο δεν της αρμόζει, αλλά δεν έχει να της προσφέρει το παραμικρό. Γι' αυτό και οι συμμαχικές επιλογές μας οφείλουν να είναι ξεκάθαρα στο πλαίσιο της αποτροπής δεδομένων αναθεωρητικών στόχων της γείτονος εξ Ανατολών, προσανατολισμένες στο δυτικό πλαίσιο και στις δομές λειτουργίας της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας και διαρκούς ενίσχυσης και ποιοτικοποίησης των σχέσεών μας με το Ισραήλ. Αντί των «ιστοριοδιφικών πειραματισμών», που καταρρίπτονται από τη διεθνοπολιτική πραγματικότητα και τη θεωρητική ανάλυση, ας υποστηρίξουμε τις διαχρονικές συμμαχικές επιλογές μας, ενισχύοντας τον ρόλο μας ως συστατικό μέρος του δυτικού κόσμου και επιδιώκοντας την περαιτέρω αύξηση των συντελεστών ισχύος μας μέσω υιοθέτησης πολιτικών αυτοβοήθειας και ενεργητικής ορθολογικής παρουσίας στις περιφέρειες που ανταποκρίνονται στα ζωτικά μας συμφέροντα. Με επιστημονική ενάργεια και ρεαλισμό.
Σπύρος Ν. Λίτσας