Γιατί ο Ερντογάν εστράφη κατά του Twitter;
Γιατί απειλεί τους ιθύνοντές του με φορολογικές διώξεις; Γιατί δεν
επέβαλε γενική απαγόρευση του Facebook ή του YouΤube, όπου βρίσκει
κανείς, ακόμη και σήμερα, διαθέσιμες όλες τις τηλεφωνικές υποκλοπές περί
την πρωθυπουργική διαφθορά;
Ο ιταλικός Τύπος έσπευσε να δώσει μια «πικάντικη» εξήγηση, μιλώντας για επικείμενες ερωτικές αποκαλύψεις στο Twitter σε βάρος του μονογαμικού πρωθυπουργού. Αστειότητες: όποιος θέλει να πλήξει τον Ερντογάν μπορεί να ανεβάσει τις επίμαχες εικόνες, σήμερα κιόλας, στο Facebook και στο YouTube αλλά και στα εξεζητημένα δίκτυα Vimeo και Soundcloud.
Αστείος είναι και ο συλλογισμός ότι θα προβεί στο άμεσο μέλλον σε απαγόρευση όλων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Δεν είναι μόνον ότι, εν τω μεταξύ, το τουρκικό Συνταγματικό Δικαστήριο έλαβε αντίθετη θέση. Ο κύριος λόγος είναι ότι οι συνεργάτες του είναι ρέκτες στο Διαδίκτυο και γνωρίζουν ότι μια τέτοια απαγόρευση είναι διάτρητη, εκτός αν «κατεβάσουν τον γενικό διακόπτη» του Internet. Σε μια χώρα, όμως, όπου και ο μικρότερος καφενές παρέχει δωρεάν πρόσβαση στο Internet στους θαμώνες ή κάθε συναλλαγή ρουτίνας (π.χ. αγορά γλυκισμάτων) πραγματοποιείται με τραπεζικές χρεωστικές κάρτες (μέσω Internet πάλι), η απαγόρευση θα μεγεθύνει υπερβολικά τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Αλλωστε, και ο Μουμπάρακ, όταν κατάργησε το Διαδίκτυο, επίσπευσε, απλώς, το τέλος του καθεστώτος του.
Η απάντηση στο ερώτημα «γιατί το Twitter;» νομίζω ότι βρίσκεται στην κεντρική προεκλογική ομιλία του Ερντογάν στην Πόλη (23.3.2014): «Υπάρχει δικαστική απόφαση... αλλά το Twitter δεν νοιάστηκε. Εφεραν την υπόθεση ενώπιόν μου. Και είπα: Ας το λύσουμε μόνοι μας. Ας κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο». Στη δε συνέχεια της ομιλίας του ο Τούρκος πρωθυπουργός τόνισε ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαβρώνουν τις οικογενειακές αξίες, προσβάλλουν την ιδιωτική ζωή και ότι οι ξένες εταιρείες, όπως το Twitter, αγνοούν τις τουρκικές δικαστικές αποφάσεις ενώ συμμορφώνονται με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές και αμερικανικές.
Ποια είναι, όμως, αυτή η επίμαχη δικαστική απόφαση, που το Twitter αψήφησε; Στο τουρκικό δικαστήριο είχε προσφύγει μία νοικοκυρά από τη Σαμψούντα της Μαύρης Θάλασσας, στο όνομα της οποίας ανοίχθηκε, χωρίς τη συναίνεσή της, από άγνωστους τρίτους, λογαριασμός στο Twitter. Μέσω του λογαριασμού αυτού διεκινείτο πορνογραφικό υλικό που απεικόνιζε, και πάλι, τρίτα πρόσωπα. Το δικαστήριο διάταξε την απαγόρευση λειτουργίας του συγκεκριμένου λογαριασμού (και όχι ολοκλήρου του Twitter). Η νοικοκυρά μετέφρασε επίσημα την απόφαση και την κοινοποίησε στην έδρα του Twitter στις ΗΠΑ, αλλά ο λογαριασμός διεγράφη μόνο μετά τη γενική απαγόρευση πρόσβασης στο Twitter. Σημειώνεται ότι το Twitter έχει πράγματι φόρμα παραπόνων για κακόβουλη χρήση του, η οποία λειτουργεί αποτελεσματικά για τα θύματα, αλλά η φόρμα αυτή δεν προσφέρεται στην τουρκική γλώσσα…
Το συμπέρασμα είναι ότι η επιλογή του Twitter είναι τυχαία. Στόχος του Ερντογάν είναι να δαιμονοποιήσει (και όχι να απαγορεύσει) τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στο σύνολό τους. Θέλει να τα απαξιώσει στις συνειδήσεις των ψηφοφόρων που πιστεύουν στον τρίπτυχο «οικογένεια, εθνική συνοχή, πατρίδα». Και τούτο, διότι, το έχει αποδείξει, πιστεύει στη χειραγώγηση των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Εχει καταφέρει σήμερα να ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος του Τύπου και την τηλεόραση (το αποδεικνύουν οι τηλεφωνικές υποκλοπές!). Απλώς, με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα πράγματα δεν γίνονται με τον «παραδοσιακό» τρόπο: δεν χωρεί χειραγώγησή τους αλλά μόνον απαξίωσή τους.
Στο τελικό ερώτημα, αν θα τα καταφέρει, απάντηση μπορεί να δοθεί μόνον μέσα από τον απολογισμό της διαμαρτυρίας στην πλατεία Ταξίμ του περασμένου καλοκαιριού. Η τακτική ήταν ίδια: απαξίωση της διαμαρτυρίας νεαρών μορφωμένων αστών έναντι του αυταρχικού πρωθυπουργού. Οποιος επισκεπτόταν την Ταξίμ εκείνη την εποχή θα νόμιζε ότι ήταν μια μικρή αναβίωση του Γούντστοκ. Τα μεμονωμένα νυχτερινά επεισόδια δεν άλλαζαν την πολύμορφη, μελωδική, ειρηνική διαμαρτυρία της ημέρας. Και όμως, ο Ερντογάν, με τη βοήθεια των ΜΜΕ, κράτησε μακριά τον συντηρητικό κόσμο από το κεντρικότερο σημείο της Πόλης: ισχυρίστηκε επανειλημμένως στις ομιλίες του ότι οι διαδηλωτές εισέρχονταν με αλκοόλ μέσα στα τζαμιά και ότι επετίθεντο σε γυναίκες με μαντίλα, οι οποίες κρατούσαν τα παιδιά στην αγκαλιά τους. Τα περιστατικά αυτά αποδείχθηκαν στη συνέχεια ανακριβή. Ωστόσο, τα κατάφερε στο πολιτικό πεδίο: συγκράτησε το μεγαλύτερο μέρος της κομματικής του δύναμης, όπως έδειξαν οι πρόσφατες δημοτικές εκλογές.
* Ο δικηγόρος Γιάννης Κτιστάκις διδάσκει στα Πανεπιστήμια Θράκης και Βοσπόρου.
Ο ιταλικός Τύπος έσπευσε να δώσει μια «πικάντικη» εξήγηση, μιλώντας για επικείμενες ερωτικές αποκαλύψεις στο Twitter σε βάρος του μονογαμικού πρωθυπουργού. Αστειότητες: όποιος θέλει να πλήξει τον Ερντογάν μπορεί να ανεβάσει τις επίμαχες εικόνες, σήμερα κιόλας, στο Facebook και στο YouTube αλλά και στα εξεζητημένα δίκτυα Vimeo και Soundcloud.
Αστείος είναι και ο συλλογισμός ότι θα προβεί στο άμεσο μέλλον σε απαγόρευση όλων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Δεν είναι μόνον ότι, εν τω μεταξύ, το τουρκικό Συνταγματικό Δικαστήριο έλαβε αντίθετη θέση. Ο κύριος λόγος είναι ότι οι συνεργάτες του είναι ρέκτες στο Διαδίκτυο και γνωρίζουν ότι μια τέτοια απαγόρευση είναι διάτρητη, εκτός αν «κατεβάσουν τον γενικό διακόπτη» του Internet. Σε μια χώρα, όμως, όπου και ο μικρότερος καφενές παρέχει δωρεάν πρόσβαση στο Internet στους θαμώνες ή κάθε συναλλαγή ρουτίνας (π.χ. αγορά γλυκισμάτων) πραγματοποιείται με τραπεζικές χρεωστικές κάρτες (μέσω Internet πάλι), η απαγόρευση θα μεγεθύνει υπερβολικά τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Αλλωστε, και ο Μουμπάρακ, όταν κατάργησε το Διαδίκτυο, επίσπευσε, απλώς, το τέλος του καθεστώτος του.
Η απάντηση στο ερώτημα «γιατί το Twitter;» νομίζω ότι βρίσκεται στην κεντρική προεκλογική ομιλία του Ερντογάν στην Πόλη (23.3.2014): «Υπάρχει δικαστική απόφαση... αλλά το Twitter δεν νοιάστηκε. Εφεραν την υπόθεση ενώπιόν μου. Και είπα: Ας το λύσουμε μόνοι μας. Ας κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο». Στη δε συνέχεια της ομιλίας του ο Τούρκος πρωθυπουργός τόνισε ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαβρώνουν τις οικογενειακές αξίες, προσβάλλουν την ιδιωτική ζωή και ότι οι ξένες εταιρείες, όπως το Twitter, αγνοούν τις τουρκικές δικαστικές αποφάσεις ενώ συμμορφώνονται με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές και αμερικανικές.
Ποια είναι, όμως, αυτή η επίμαχη δικαστική απόφαση, που το Twitter αψήφησε; Στο τουρκικό δικαστήριο είχε προσφύγει μία νοικοκυρά από τη Σαμψούντα της Μαύρης Θάλασσας, στο όνομα της οποίας ανοίχθηκε, χωρίς τη συναίνεσή της, από άγνωστους τρίτους, λογαριασμός στο Twitter. Μέσω του λογαριασμού αυτού διεκινείτο πορνογραφικό υλικό που απεικόνιζε, και πάλι, τρίτα πρόσωπα. Το δικαστήριο διάταξε την απαγόρευση λειτουργίας του συγκεκριμένου λογαριασμού (και όχι ολοκλήρου του Twitter). Η νοικοκυρά μετέφρασε επίσημα την απόφαση και την κοινοποίησε στην έδρα του Twitter στις ΗΠΑ, αλλά ο λογαριασμός διεγράφη μόνο μετά τη γενική απαγόρευση πρόσβασης στο Twitter. Σημειώνεται ότι το Twitter έχει πράγματι φόρμα παραπόνων για κακόβουλη χρήση του, η οποία λειτουργεί αποτελεσματικά για τα θύματα, αλλά η φόρμα αυτή δεν προσφέρεται στην τουρκική γλώσσα…
Το συμπέρασμα είναι ότι η επιλογή του Twitter είναι τυχαία. Στόχος του Ερντογάν είναι να δαιμονοποιήσει (και όχι να απαγορεύσει) τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στο σύνολό τους. Θέλει να τα απαξιώσει στις συνειδήσεις των ψηφοφόρων που πιστεύουν στον τρίπτυχο «οικογένεια, εθνική συνοχή, πατρίδα». Και τούτο, διότι, το έχει αποδείξει, πιστεύει στη χειραγώγηση των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Εχει καταφέρει σήμερα να ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος του Τύπου και την τηλεόραση (το αποδεικνύουν οι τηλεφωνικές υποκλοπές!). Απλώς, με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα πράγματα δεν γίνονται με τον «παραδοσιακό» τρόπο: δεν χωρεί χειραγώγησή τους αλλά μόνον απαξίωσή τους.
Στο τελικό ερώτημα, αν θα τα καταφέρει, απάντηση μπορεί να δοθεί μόνον μέσα από τον απολογισμό της διαμαρτυρίας στην πλατεία Ταξίμ του περασμένου καλοκαιριού. Η τακτική ήταν ίδια: απαξίωση της διαμαρτυρίας νεαρών μορφωμένων αστών έναντι του αυταρχικού πρωθυπουργού. Οποιος επισκεπτόταν την Ταξίμ εκείνη την εποχή θα νόμιζε ότι ήταν μια μικρή αναβίωση του Γούντστοκ. Τα μεμονωμένα νυχτερινά επεισόδια δεν άλλαζαν την πολύμορφη, μελωδική, ειρηνική διαμαρτυρία της ημέρας. Και όμως, ο Ερντογάν, με τη βοήθεια των ΜΜΕ, κράτησε μακριά τον συντηρητικό κόσμο από το κεντρικότερο σημείο της Πόλης: ισχυρίστηκε επανειλημμένως στις ομιλίες του ότι οι διαδηλωτές εισέρχονταν με αλκοόλ μέσα στα τζαμιά και ότι επετίθεντο σε γυναίκες με μαντίλα, οι οποίες κρατούσαν τα παιδιά στην αγκαλιά τους. Τα περιστατικά αυτά αποδείχθηκαν στη συνέχεια ανακριβή. Ωστόσο, τα κατάφερε στο πολιτικό πεδίο: συγκράτησε το μεγαλύτερο μέρος της κομματικής του δύναμης, όπως έδειξαν οι πρόσφατες δημοτικές εκλογές.
* Ο δικηγόρος Γιάννης Κτιστάκις διδάσκει στα Πανεπιστήμια Θράκης και Βοσπόρου.