02 Φεβρουαρίου 2014

Κρίση και υπερβατική δύναμη του πολιτισμού

Του Χριστόδουλου Γιαλλουρίδη 
  • Η Ελλάδα έχει υποχρέωση προς το παρελθόν και το μέλλον της 
  •  Το πραγματικό πρόβλημα συνίσταται στην αυτοεικόνα της χώρας εν μέσω κρίσης και της ψυχολογίας ενός συνδρόμου ήττας, που καλλιεργήθηκε όλην αυτήν την περίοδο στον ελληνικό χώρο 
  • Η ΕΠΕΝΔΥΣΗ στην ήπια ισχύ του πολιτισμού αποτελεί τη δύναμη της ανάκαμψης της χώρας και του έθνους




  • Σε μια εποχή που τα πάντα κινούνται με ασύλληπτες ταχύτητες, η πληροφορία διαχέεται παντού και η εικόνα μεταδίδεται αυτοστιγμεί σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου, προβάλλοντας τα γεγονότα όπως συνέβησαν και δημιουργώντας εξελίξεις και πολιτικά δρώμενα που πολλές φορές είναι απολύτως απρόβλεπτα και μη αναμενόμενα, έχει σημασία να εξετάσουμε τη δυνατότητα του πολιτισμού ως μέσου πολιτικής και διαμόρφωσης εξελίξεων, τόσο σε σχέση με την υπαρξιακή συνέχεια του συλλογικού μας υποκειμένου, όσο και ως προβολή επιρροής στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.

    Η ελληνική κρίση δεν είναι απλώς ένα λογιστικό ή ένα οικονομικό μέγεθος. Είναι κρίση πολιτισμού, κρίση ταυτότητας, κρίση αξιακού συστήματος, πίστης και εμπιστοσύνης σε αυτό που είμαστε ως έθνος και ως ιστορική συνέχεια ενός παρελθόντος με οικουμενικές διαστάσεις, κρίση εικόνας διεθνούς και αυτοεικόνας ως συλλογικού υποκειμένου, και επομένως η υπέρβαση της κρίσης εστιάζεται στη μάχη του πολιτισμού.

    Το πραγματικό πρόβλημα συνίσταται στην αυτοεικόνα της χώρας εν μέσω κρίσης και της ψυχολογίας ενός συνδρόμου ήττας που καλλιεργήθηκε όλη αυτή την περίοδο στον ελληνικό χώρο, σύνδρομο που έκτοτε αβιάστως εκπέμπεται σε όλον τον κόσμο προβάλλοντας την εικόνα μιας κοινωνίας παραιτημένης και ανίκανης να αντιμετωπίσει την κρίση, πολλώ μάλλον να τη διέλθει νικηφόρα. Για την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια κοινή γνώμη η Ελλάδα δεν μπορούσε να θεωρηθεί μια χώρα φτωχή και εξαθλιωμένη της Αφρικής, την οποία θα προσέτρεχαν να βοηθήσουν για να αντιμετωπίσει την πείνα ακριβώς για λόγους διεθνούς φιλανθρωπίας, αλλά η εικόνα της Ελλάδας ως παράσταση των τρίτων κατέρρεε μέσα από μια μη αναμενόμενη κρίση, που οδήγησε σε καταβαράθρωση της προϋπάρχουσας εικόνας των Ελλήνων και της Ελλάδας ως ιστορίας, πολιτισμού και παράδοσης.

    Έχοντας ο Ελληνισμός ισχυρό όπλο παγκόσμιας επιρροής τον πολιτισμό, συστατικό γνώρισμα της εξωτερικής πολιτικής, δηλαδή της προβολής της εικόνας και των συμφερόντων της χώρας στις εξωτερικές της σχέσεις, αξίζει τον κόπο να προσεγγίσουμε την έννοια της πολιτιστικής διπλωματίας για να αντιληφθούμε τη σημασία και τη δύναμη του μέσου ως δυνατότητας αποτελεσματικής υπέρβασης της κρίσης.

    Αυτό σημαίνει τον πολιτισμό ως τρόπο συγκρότησης του συλλογικού βίου, και αφού πολιτισμός σημαίνει προϊόν της πόλεως, και επομένως είναι δηλωτικός της συμμετοχής των πολιτών στις διαδικασίες και τις διεργασίες της συλλογικής συνύπαρξης, αναδεικνύει το δημοκρατικό ιδεώδες όπως καταξιώθηκε στην κλασική Ελλάδα και τη δημοκρατία του Περικλέους. Η συλλογική συνύπαρξη καταξιώνεται στο καθημερινό γεγονός της πόλεως ως μετοχή στο δημοκρατικό γίγνεσθαι, όπου πραγματώνεται ο τρόπος της πόλεως, πράγμα που αποτυπώνει έναν πρώτο ορισμό του πολιτισμού. Ο πολιτισμός δηλαδή ορίζεται ως «ο τρόπος του βίου», δηλαδή ο τρόπος της πόλεως1.

    Η δημόσια διπλωματία διαδραμάτισε και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων και στην άσκηση επιρροής των εκάστοτε δρώντων. Δρώντες εν προκειμένω είναι τα κράτη, τα οποία αξιοποιούν και δυνάμεις που δεν είναι κρατικές για την πιο αποτελεσματική προώθηση των στόχων που θέτουν. Τέτοιες δυνάμεις μπορεί να είναι ινστιτούτα γλωσσών, ανταποκριτές και δημοσιογράφοι, πανεπιστήμια που επικοινωνούν με άλλα πανεπιστήμια και δημιουργούν έδρες εκπροσώπησης πολιτισμού, η βιομηχανία του κινηματογράφου, του θεάτρου και της λογοτεχνίας, η τεχνολογία και η ενίσχυση των καινοτομιών.

    Στις δυνάμεις περιλαμβάνονται ακόμη τα ιδρύματα υποτροφιών στις χώρες υποδοχής, τα οποία λειτουργούν ως πολιτιστική διπλωματία για τη χώρα όπου σπουδάζουν οι φοιτητές, τα επιστημονικά-ερευνητικά προγράμματα και η χρηματοδότησή τους, η αξιοποίηση ορισμένων ιστορικών ή άλλων πολιτιστικών γεγονότων, όπως οι Ολυμπιακοί αγώνες, για την προβολή της χώρας, επετειακές στιγμές, όπως τα 2500 χρόνια της Περικλέους Δημοκρατίας, οι οργανωμένες επισκέψεις και επαφές εκπροσώπων του πολιτισμού και της πολιτικής από τη μια χώρα στην άλλη, η ίδρυση εδρών ελληνικού πολιτισμού στα πανεπιστήμια της οικουμένης, η δωρεάν βοήθεια από το ένα κράτος στο άλλο, αδελφοποιήσεις πόλεων, αθλητικά γεγονότα και ο τουρισμός.

    Η δημόσια διπλωματία, επομένως, είναι ένα γεγονός, ένα φαινόμενο όλων των εποχών, αλλά κυρίως της εποχής μας, κατά την οποία τα κράτη και οι λαοί εντατικοποιούν τις επαφές τους και όπου η διπλωματία, υπερβαίνοντας το επίπεδο της διπλωματικής διακρατικής αποστολής, περνά στο διεθνικό, διακοινωνικό και διαπολιτισμικό πλαίσιο επαφών μιας πλειάδας άτυπων διπλωματικών και επικοινωνιακών δικτύων, δηλαδή θεσμών και προσώπων, οι οποίοι εκπροσωπούν άλλες χώρες στο πολιτιστικό, στο οικονομικό, στο πολιτικό και στο πνευματικό επίπεδο, και που βρίσκονται σε συνεργασία και επαφή με την εκάστοτε φιλοξενούσα χώρα.
    Είναι μια πραγματικότητα που συμβάλλει πολλές φορές στην ενίσχυση της αλληλοκατανόησης και της άρσης παλαιότερων αρνητικών παραστάσεων, εικόνων ή και στην απάλειψη στερεοτύπων που είχαν εμπεδωθεί σε μια ιστορική πορεία αντιθέσεων και αντιπαραθέσεων μεταξύ κρατών και λαών.

    Η δημόσια διπλωματία μπορεί να εμπεριέχει στοιχεία προπαγάνδας και να έχει ως αποστολή της τη μεγιστοποίηση της επιρροής, αλλά είναι θετική προς την κατεύθυνση της συνεργασίας και της στήριξης πολλές φορές αδυνάμων χωρών που βρίσκονται σε κρίση ή και κατάρρευση από ισχυρότερες και πλούσιες χώρες και που οδηγεί συχνά τις πολιτικές στην κατεύθυνση ενός θετικού, αμοιβαία επωφελούς επαναπροσδιορισμού των σχέσεων.

    Η προσέγγιση αυτή της πολιτιστικής διπλωματίας επιτρέπει στα κράτη και εν προκειμένω στην Ελλάδα, ως κοιτίδα της δημοκρατίας, ως σύγχρονου πολιτικού και πολιτιστικού ιδεώδους, να προβάλει αυτήν τη διάσταση της ταυτότητάς της ως ένα προϊόν εξωτερικής πολιτικής και ήπιας ισχύος, με την έννοια ακριβώς της υποχρέωσης των τρίτων να αποτίουν «στην Ακρόπολη φόρο τιμής ως carte de visite για τη σχολή της Ελλάδος»².

    Αυτό θα σήμαινε μια διαρκή υπεραξία της Ελλάδος ως πολιτιστικής οντότητας, και επομένως πολιτικής πραγματικότητας, για το γεγονός και μόνο πως γέννησε το πολιτικό σύστημα που κυριαρχεί σήμερα στον κόσμο.

    Εθνική επιταγή για όλους…

    Η ΕΛΛΑΔΑ ως Ελληνισμός έχει υποχρέωση προς το παρελθόν και το μέλλον της, δηλαδή σε αυτούς που έφυγαν και σε αυτούς που έρχονται, να οργανώσει την προβολή της αποκατάστασης της εικόνας της διεθνώς, όχι μόνο αξιοποιώντας το απώτερο παρελθόν της Κλασικής Ελλάδας και του Βυζαντίου, αλλά και το σύγχρονο παρόν των μεγάλων Ελλήνων δημιουργών του πνεύματος και της τέχνης, καλλιεργώντας τη φιλία των λαών και των κοινωνιών και εμπεδώνοντας εμπιστοσύνη προς κάθε τι το ελληνικό. Η πολιτιστική διάσταση της πολιτικής επιδιώκει την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μέσα από μια θετική άσκηση επιρροής για τη χώρα, τους ανθρώπους και για τις δυνατότητές της.

    Αυτό συμβάλλει στην καλλιέργεια εκείνων των δυνατοτήτων της που θα συνεισφέρουν στην πρόοδο και την ανάπτυξη, είτε αυτό λέγεται τουρισμός είτε επενδύσεις, είτε γενικότερη στήριξη της Ελλάδος. Η επένδυση στην ήπια ισχύ³ του πολιτισμού αποτελεί τη δύναμη της ανάκαμψης της χώρας και του έθνους, προβάλλοντας ταυτόχρονα τη θέλησή μας να στηρίξουμε και να ενδυναμώσουμε την ανταγωνιστική δυνατότητα των νέων ως παρόν και των γενεών που έρχονται, να σταθούν όρθιοι σε ένα δύσκολο και αδυσώπητο πολλές φορές διεθνές περιβάλλον.

    Ο σχεδιασμός μιας τέτοιας πολιτικής αποτελεί εθνική επιταγή για όλους, δεν είναι κυβερνητική, ούτε κομματική υπόθεση, αλλά συνυφαίνεται με την υποχρέωση των Ελλήνων ως ατόμων και ως συλλογικότητας, να συμφωνήσουν στην ανάγκη επιβίωσης ενός ιστορικού έθνους, ενός μεγάλου πολιτισμού, και συμβολής του στην παγκόσμια προσπάθεια για ειρήνη, δηλαδή την κυριαρχία του πνεύματος, της συνεννόησης και της αλληλεγγύης.

    1Γιανναράς Χρήστος (2003). Πολιτιστική διπλωματία, Αθήνα: Ίκαρος.
    2 Weeber Karl-Wilhelm (2012). Hellas Sei Dank! Was Europa Den Griechen Schuldet, M?nchen: Siedler, σ.77
    3 Nye Joseph S. Jr. (2004). Soft Power: The Means to Success in World Politics, New York: Public Affairs

    ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
    Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
    Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
    Επικοινωνίας και Πολιτισμού
    Παντείου Πανεπιστημίου