02 Φεβρουαρίου 2014

Ενα νέο ξεκίνημα

Ο πρόσφατος σεισμός που συντάραξε την Κεφαλονιά δημιουργεί συνειρμούς. Ο «οικονομικός σεισμός», που συγκλόνισε και συγκλονίζει ακόμη ολόκληρη τη χώρα, μπορεί να έχει αντιστοιχίες με το φυσικό φαινόμενο ενός σεισμού.Πράγματι, η εμφάνιση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα μπορεί να ξάφνιασε πολλούς, ήταν όμως αναμενόμενη. Η οικονομία, σε εθνικό, περιφερειακό ή διεθνές επίπεδο κατά διαστήματα, σε κανονικούς ή ακανόνιστους «κύκλους», δημιουργεί μικρές ή μεγαλύτερες κρίσεις.

Το μεγάλο ζήτημα είναι αν μια χώρα έχει αρκετά ισχυρές οικονομικές και κοινωνικές δομές για να «αντέξει» με τις λιγότερο δυνατές απώλειες. Οπως συμβαίνει με το σεισμό, όπου οι οικοδομές και οι υποδομές «αντέχουν», αν είναι κατασκευασμένες με σωστό τρόπο, το ίδιο συμβαίνει και με την οικονομική κρίση. 

Η Κεφαλονιά φαίνεται ότι άντεξε στον ισχυρό σεισμό πολύ περισσότερο από όσο άντεξε η ελληνική οικονομία.Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι κατασκευές της Κεφαλονιάς ήταν προετοιμασμένες να αντέξουν σ' αυτό το φυσικό φαινόμενο. Η «σεισμική» ιστορία του νησιού είχε διδάξει τους κατασκευαστές. Δυστυχώς, δεν υπήρξε κάτι ανάλογο με τη χώρα μας.Η οικονομική ιστορία φαίνεται ότι δεν είχε διδάξει τη χώρα μας ώστε να είναι κατάλληλα προετοιμασμένη για μια σοβαρή οικονομική κρίση. Η «αντισεισμική κατασκευαστική τεχνολογία», δηλαδή η ασκούμενη οικονομική πολιτική, ήταν αντίθετη απ' αυτό που επέβαλε η πραγματικότητα της Ευρωζώνης. 

Ηταν απερίσκεπτη και επιπόλαιη, δημιουργούσε ελλείμματα στον προϋπολογισμό και στο Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών, χωρίς έμφαση στην ενίσχυση του παραγωγικού ιστού της οικονομίας, έναντι του συνεχώς εντεινόμενου διεθνούς ανταγωνισμού.Αλλά και ο τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης που ξέσπασε, φαίνεται ότι ήταν ακατάλληλος, όπως παραδέχονται τώρα το ΔΝΤ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το «συνεργείο διάσωσης», δηλαδή η «τρόικα», αποτελούμενη από τους Ευρωπαίους εταίρους και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ακολούθησε, συχνά, ακατάλληλο τρόπο «διάσωσης». 

Οι οδηγίες προς τους «σεισμοπαθείς», δηλαδή η οικονομική πολιτική που επέβαλε και επιβάλλει ακόμη, άλλοτε γιατί ήταν εξαρχής εσφαλμένη και συνεπώς ανεφάρμοστη και άλλοτε γιατί δεν εφαρμόστηκε σωστά, μάλλον επιδείνωσε το πρόβλημα στην προσπάθεια να το επιλύσει.
Η διαφαινόμενη έξοδος από την κρίση χρειάστηκε πολλά χρόνια για να επιτευχθεί και έγινε με τον πιο επώδυνο κοινωνικά και οικονομικά τρόπο.Η εξισορρόπηση των ελλειμμάτων στον προϋπολογισμό και στις τρέχουσες συναλλαγές με το εξωτερικό φαίνεται σήμερα να επιτυγχάνεται με δυσβάσταχτο κοινωνικό και οικονομικό κόστος. Η ανεργία έφθασε κοντά στο 30% του ενεργού πληθυσμού και η ύφεση στο 25% του ΑΕΠ. 

Το 1/3, σχεδόν, του ανθρώπινου δυναμικού βρίσκεται σε «αναγκαστική αργία» και το 1/4 του εγχώριου προϊόντος χάθηκε μέσα σε πέντε χρόνια.Το ζήτημα που τίθεται σήμερα δεν είναι μόνο να επουλωθούν οι «πληγές» και να αποκατασταθούν οι «ζημιές» που άφησε πίσω της η κρίση. Πρέπει να γίνει ένα νέο ξεκίνημα που να δημιουργεί νέες ισχυρές δομές στην ελληνική οικονομία, ώστε να αντέχουν σε ανάλογες οικονομικές κρίσεις. Τα Εθνικά Σχέδια Ανάπτυξης που έχουν εκπονηθεί από δημόσιους και ιδιωτικούς οργανισμούς και ερευνητικά κέντρα (ΚΕΠΕ, Kinsey, Κέντρο Αριστείας του ΕΚΠΑ, ΙΟΒΕ κ.ά.) συγκλίνουν στις διαπιστώσεις και στις προτάσεις τους. Το νέο ξεκίνημα που έχει ανάγκη η χώρα μας πρέπει να αντλεί διδάγματα από το παρελθόν. 

Η οποιαδήποτε δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση πρέπει να επιδιώκει ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συναινέσεις για μια οικονομική πολιτική που δεν θα παράγει ελλείμματα και που θα αποδίδει πρωταρχική σημασία στην παραγωγική ανόρθωση της χώρας και στην απορρόφηση της ανεργίας, ιδίως των νέων.Η καινούργια αρχή πρέπει να γίνει με βάση ένα συναινετικό εθνικό σχέδιο που θα εξασφαλίζει το ευρωπαϊκό μέλλον της χώρας και θα προχωρεί, πέρα από Μνημόνια, στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που έχουν ωριμάσει στη συνείδηση των Ελλήνων πολιτών.