15 Ιανουαρίου 2014

Η Αδιάγνωστη Ελληνική Κρίση

Οι κριτικές στην τρόϊκα για αστοχία εκφράζουν ένα μικρό μέρος από το μέγα ζήτημα της σχέσης ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ελλάδα.Η Ευρώπη δεν ήταν προετοιμασμένη ούτε πολιτικά ούτε ηθικά για τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής κρίσης. Εξάλλου, επί τρεις συναπτές δεκαετίες, δεν είχε ανιχνεύσει τις διαλυτικές διαδικασίες ώστε, τουλάχιστον, να μη τις τροφοδοτεί με εύκολο χρήμα, χάρη στο οποίο αναπτύχθηκε το καρκίνωμα της διαφθοράς. Το 2009 το «ελληνικό θαύμα», οι υποτιθέμενοι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, απεδείχθη φρούδο. Η Ευρώπη βρέθηκε με την επιλογή είτε να αφήσει την ελληνική οικονομία να εξυγιανθεί επωδύνως διά της χρεωκοπίας· είτε, για λόγους αλληλεγγύης και συμφέροντος, να στηρίξει την Ελλάδα. Η προοπτική της χρεωκοπίας και της εξόδου από το ευρώ, αν και συζητήθηκε, απεδείχθη αδιέξοδη: η Ευρώπη συνειδητοποίησε, συρόμενη και δυσανασχετώντας , ότι ήταν καταδικασμένη «να σώσει» την Ελλάδα.

Με δεδομένα τα ασήμαντα ελληνικά οικονομικά μεγέθη, το οικονομικό κόστος έμοιαζε μικρό, αλλά πολύ μεγαλύτερο το ηθικό και πολιτικό. Η αντιμετώπιση του προβλήματος προϋπέθετε ορθή διάγνωση· με κίνδυνο, όμως, να αποκαλυφθούν οι αστοχίες της Ευρώπης, στο πλαίσιο της οποίας η υγιής ελληνική οικονομία του 1981 εξελίχθηκε στο ερείπιο του 2009. Η συζήτηση θα έθιγε την ευρωπαϊκή soft-power και θα απέδιδε ευθύνες σε πολλούς παράγοντες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Επελέγη, επομένως, η ελληνική ευθύνη ως αποκλειστικός εξηγητικός παράγων. Η ημι-ρατσιστική αυτή ερμηνεία συνέβαλε στην σύγχυση και στις εντάσεις. Προσέφερε άλλοθι.

Η λανθασμένη διάγνωση κατέστησε την θεραπεία αναποτελεσματική. Αντί να καθοριστούν παρεμβάσεις με συνολική συνοχή και την απαιτούμενη χρηματοδότηση, όπως όταν η Γερμανία ενσωμάτωσε την πρώην Ανατολική, ακολουθήθηκε πολιτική τιμωρητική. Όμως, το ελληνικό πρόβλημα είναι πολύ περισσότερο πολιτικο-διοικητικό από ό,τι οικονομικό. Η ελληνική οικονομία διαθέτει τεράστιες φυσικές και ανθρώπινες δυνατότητες οι οποίες εξουδετερώνονται από τις δυσλειτουργίες του Κράτους και της Πολιτικής.

Πώς διέφυγε από τους Ευρωπαίους ότι ο ελληνικός κρατικός μηχανισμός είχε καταντήσει τελείως αναποτελεσματικός, μετά από τρεις δεκαετίες κομματισμού, αναξιοκρατίας, διαφθοράς και έλλειψης πειθαρχίας; Πώς θα μπορούσαν να προωθηθούν οι όποιες αλλαγές, ακόμη και στον φορολογικό τομέα, χωρίς να αναταγεί το εργαλείο της Δημόσιας Διοίκησης; Δεν έγινε αντιληπτή η δυσλειτουργία της Δικαιοσύνης, η κατάσταση των φυλακών, η κρίση του Κράτους Δικαίου; Πώς να εξασφαλιστεί κρατικό κύρος χωρίς αποτελεσματική Δικαιοσύνη; Ακόμη και στον στενά οικονομικό τομέα, ποιός σοβαρός επενδυτής θα τοποθετήσει τα κεφάλαιά του σε μια χώρα όπου δεν είναι σίγουρος ότι θα βρει το δίκιο του;

Τα χαρακτηριστικά της ελληνικής παρακμής, αντί να αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης ώστε να θεραπευθούν, χρησιμοποιήθηκαν ως προπαγανδιστικά εργαλεία για να τεκμηριωθεί η κυρίαρχη θέση: για την κρίση μόνοι υπεύθυνοι είναι οι Έλληνες. Με τις αμφιθυμίες της η Ευρώπη υπονόμευσε μόνη της τις προσπάθειές της. Στις αρχές του 2011 είχε την δυνατότητα να επιβάλει στην Ελλάδα δραστικές μεταρρυθμίσεις στην Δημόσια Διοίκηση και στην Δικαιοσύνη, εν ανάγκη χρηματοδοτώντας τις. Θα έπρεπε, βέβαια, να ενεργήσει όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες στα τέλη της δεκαετίας του 1940: με άμεση διαχείριση των κονδυλίων. Έχοντας εξασφαλίσει ένα πυρήνα αποτελεσματικής Δημόσιας Διοίκησης, θα μπορούσε, κατόπιν, να απαιτήσει μεταρρυθμίσεις στους οικονομικούς τομείς.

Η αποτυχία της Ευρώπης να αντιμετωπίσει το ελληνικό πρόβλημα προκάλεσε παρατεταμένη δυστυχία σε ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού και ανέδειξε τις διαφαινόμενες απειλές για πολιτική αστάθεια. Η στάση αυτή δεν οφείλεται, όμως, σε σχέδια κυριαρχίας, όπως ισχυρίζονται οι συνωμοσιολόγοι. Ο λόγος βρίσκεται στην συστηματική υποτίμηση της σημασίας των μικρών περιφερειακών χωρών, η οποία οδηγεί πότε σε συγκαταβατική ανεκτικότητα και πότε σε υπέρμετρη οργή. Οι μεγάλοι δεν επιθυμούν να τους αποσπούν από τα σημαντικά οι ενοχλητικοί μικροί.
 
Όμως και το τελευταίο Κράτος-μέλος μπορεί να καταστεί αχίλλειος πτέρνα. Η Ευρώπη έχει συμφέρον να αντλήσει διδάγματα από την κακοφορμισμένη σχέση της με την Ελλάδα, καθώς στο μέλλον θα συναντά ανάλογα προβλήματα. Η ελληνική Προεδρία είναι, ίσως, μια ευκαιρία για να αναδειχθεί η προβληματική αυτή.