Κυρίως
όμως την επανατοποθέτησή της μέσα στο ευρύτερο στρατηγικό πλέγμα των
ατλαντικών κανόνων.Γιατί δεν νομίζουμε ότι τα συμφέροντα που κηδεμονεύουν τις
περιφερειακές εξελίξεις και στρατηγικές θα επιτρέψουν ανατροπή κάποιων
καθοριστικών ισορροπιών και την ακύρωση των επιρροών σε κρίσιμες
γεωπολιτικές ζώνες, όπως αυτή στην οποία εντάσσεται η Τουρκία. Και για
την οποία υπάρχει σαφώς προσδιορισμένος και αρκούντως ευανάγνωστος
ρόλος.
Κι άλλωστε όσα εξελίσσονται -που τείνουν ν' αποθεμελιώσουν τη μέχρι χθες αδιαμφισβήτητη εν πολλοίς ισχύ του καθεστώτος Ερντογάν- δεν αποτελούν παρά το αποτέλεσμα διαβρωτικών παρεμβάσεων κάποιων δυνάμεων, οι οποίες ήσαν εξοργισμένες:
1. Με τις έως και υπερφίαλες συμπεριφορές του Τούρκου πρωθυπουργού, που δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα στις σχέσεις του με συμμαχικά κέντρα. Σε βαθμό που να προκαλούνται σαφώς επικίνδυνα κενά στη σύνολη δυτική στρατηγική, την ώρα μάλιστα που αντιμετωπίζει κρίσιμες προκλήσεις στην περιοχή.
2. Με τις προφανείς επιλογές της Αγκυρας, οι οποίες όλο αυτό το διάστημα δημιουργούσαν προϋποθέσεις α) απεμπλοκής της από επιρροές και δεσμευτικές εξαρτήσεις και β) δημιουργίας προοπτικών που θα την επέβαλλαν ως περίπου περιφερειακή υπερδύναμη στην περιοχή. Για την οποία και η ίδια διεκδικούσε στρατηγική τοποτηρητεία.
Οσα συνέβησαν σε σχέση με το Ισραήλ -και ειδικότερα η έως και ταπεινωτική για τον πρωθυπουργό του συμπεριφορά Ερντογάν (που στη συγγνώμη Νετανιάχου ανταποκρίθηκε με υψαύχενες απαιτήσεις)- λειτούργησαν με δυναμικές αντιστρόφου μετρήσεως για την Τουρκία. Κατ' ακρίβειαν, για τον Ερντογάν και τους καθεστωτικούς κύκλους που τον στηρίζουν. Οπόταν και άρχισε να εισπράττει τα επίχειρα σε όλο το φάσμα των εσωτερικών προβλημάτων και ταυτοχρόνως σε ό,τι αφορά εξωτερικά ζητήματα. Το πρώτο εν πάση περιπτώσει κι εύλογο ερώτημα σήμερα, όπως προκύπτει από τα γεγονότα, είναι αν θα δούμε πτώση Ερντογάν ή παραμερισμό του.
Πτώση με την έννοια της βίαιης εκπαραθυρώσεως. Ή παραμερισμό του και ανάδυση άλλων ηγετικών στοιχείων, που: α) Θα συγκρατήσουν τις δυνάμεις των ισλαμιστών με την έννοια του πολιτικού τους ελέγχου. Και β) θα επαναγεφυρώσουν τις στρατηγικές ρηγματώσεις και θα επαναφέρουν το τουρκικό άρμα στην «ορθόδοξη» συμμαχική ευθεία. Ωστε ν' αναιρεθούν κενά τα οποία δημιουργούν κινδύνους ανατροπών σ' αυτή την εύφλεκτη ζώνη, όπου αναδύονται δυνάμει προοπτικές που μπορεί ν' ανατρέψουν τα ενεργειακά δεδομένα.Αυτά είναι αυτονόητα μεν. Αλλά εμάς ως Ελληνισμό (με την Αθήνα και τη Λευκωσία τούς υπό τις περιστάσεις κρατικούς του πυλώνες) πρέπει να μας προβληματίσουν ιδιαίτερα και όσα συμβαίνουν και όσα θα μετεξελιχθούν.
Γιατί πέραν του ενδεχομένου η Τουρκία να εκτρέψει αποπροσανατολιστικώς την εσωτερική της κρίση στα ελληνοτουρκικά (όπως συνήθως πάντοτε συνέβαινε με δυναμικές εκτονώσεως), προκύπτει και η πιθανότητα επαναθεμελιώσεως της τουρκο-ισραηλινής στρατηγικής ζεύξεως.Οπόταν και υπάρχει κίνδυνος αποδυναμώσεως των δικών μας νεόκοπων επιλογών. Κάτι για το οποίο είχαμε κατ' επανάληψιν προειδοποιητικώς επισημάνει από αυτές τις ίδιες στήλες. Και κάτι που θεωρούμε ως το πιθανότερο για πολλούς λόγους. Κυρίως όμως συνυπολογίζοντας έωλες πολιτικές ηγετικών κέντρων του ατλαντισμού. Τα οποία δεν θ' άφηναν την Τουρκία ούτε καν να ουδετεροποιηθεί. Και τα οποία ουδέποτε είχαν χάσει την επαφή και τις στενές διασυνδέσεις των με το τουρκικό στρατιωτικό κατεστημένο. Που ναι μεν ο Ερντογάν ήθελε να ξεμπροστιάσει και να ξεδοντιάσει. Αλλά του οποίου οι ακρογωνιαίες δομές δεν φαίνεται να έχουν διαρραγεί.
Οπόταν και για μας εκείνο που προέχει τώρα είναι σοβαρός προβληματισμός και κυρίως προσεκτική αποτίμηση και διαχείριση των γεγονότων. Ούτε αφελείς εκτιμήσεις ούτε και αφελέστερες κινήσεις.
Γιατί ενδέχεται να βρεθούμε μπροστά σε δυσμενέστερες συνθήκες, αντί εκείνων που τα τουρκικά προβλήματα δημιουργούν. Ως εν δυνάμει ελπίδες για τουρκικές καταρρεύσεις.
* Δημοσιογράφος-συγγραφέας
Ούτε τυχαίες και εκ του μη όντος
είναι, ούτε χωρίς συνέχεια θα παραμείνουν οι εξελίξεις στην Τουρκία, η
οποία και βρίσκεται σε καταλυτική πολιτική δίνη. Αντίθετα, επέρχονται
κρισιμότερα γεγονότα, το αποτύπωμα των οποίων ήδη προδιαγράφει τη
μετα-Ερντογάν εποχή. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει πολλά. Κι άλλωστε όσα εξελίσσονται -που τείνουν ν' αποθεμελιώσουν τη μέχρι χθες αδιαμφισβήτητη εν πολλοίς ισχύ του καθεστώτος Ερντογάν- δεν αποτελούν παρά το αποτέλεσμα διαβρωτικών παρεμβάσεων κάποιων δυνάμεων, οι οποίες ήσαν εξοργισμένες:
1. Με τις έως και υπερφίαλες συμπεριφορές του Τούρκου πρωθυπουργού, που δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα στις σχέσεις του με συμμαχικά κέντρα. Σε βαθμό που να προκαλούνται σαφώς επικίνδυνα κενά στη σύνολη δυτική στρατηγική, την ώρα μάλιστα που αντιμετωπίζει κρίσιμες προκλήσεις στην περιοχή.
2. Με τις προφανείς επιλογές της Αγκυρας, οι οποίες όλο αυτό το διάστημα δημιουργούσαν προϋποθέσεις α) απεμπλοκής της από επιρροές και δεσμευτικές εξαρτήσεις και β) δημιουργίας προοπτικών που θα την επέβαλλαν ως περίπου περιφερειακή υπερδύναμη στην περιοχή. Για την οποία και η ίδια διεκδικούσε στρατηγική τοποτηρητεία.
Οσα συνέβησαν σε σχέση με το Ισραήλ -και ειδικότερα η έως και ταπεινωτική για τον πρωθυπουργό του συμπεριφορά Ερντογάν (που στη συγγνώμη Νετανιάχου ανταποκρίθηκε με υψαύχενες απαιτήσεις)- λειτούργησαν με δυναμικές αντιστρόφου μετρήσεως για την Τουρκία. Κατ' ακρίβειαν, για τον Ερντογάν και τους καθεστωτικούς κύκλους που τον στηρίζουν. Οπόταν και άρχισε να εισπράττει τα επίχειρα σε όλο το φάσμα των εσωτερικών προβλημάτων και ταυτοχρόνως σε ό,τι αφορά εξωτερικά ζητήματα. Το πρώτο εν πάση περιπτώσει κι εύλογο ερώτημα σήμερα, όπως προκύπτει από τα γεγονότα, είναι αν θα δούμε πτώση Ερντογάν ή παραμερισμό του.
Πτώση με την έννοια της βίαιης εκπαραθυρώσεως. Ή παραμερισμό του και ανάδυση άλλων ηγετικών στοιχείων, που: α) Θα συγκρατήσουν τις δυνάμεις των ισλαμιστών με την έννοια του πολιτικού τους ελέγχου. Και β) θα επαναγεφυρώσουν τις στρατηγικές ρηγματώσεις και θα επαναφέρουν το τουρκικό άρμα στην «ορθόδοξη» συμμαχική ευθεία. Ωστε ν' αναιρεθούν κενά τα οποία δημιουργούν κινδύνους ανατροπών σ' αυτή την εύφλεκτη ζώνη, όπου αναδύονται δυνάμει προοπτικές που μπορεί ν' ανατρέψουν τα ενεργειακά δεδομένα.Αυτά είναι αυτονόητα μεν. Αλλά εμάς ως Ελληνισμό (με την Αθήνα και τη Λευκωσία τούς υπό τις περιστάσεις κρατικούς του πυλώνες) πρέπει να μας προβληματίσουν ιδιαίτερα και όσα συμβαίνουν και όσα θα μετεξελιχθούν.
Γιατί πέραν του ενδεχομένου η Τουρκία να εκτρέψει αποπροσανατολιστικώς την εσωτερική της κρίση στα ελληνοτουρκικά (όπως συνήθως πάντοτε συνέβαινε με δυναμικές εκτονώσεως), προκύπτει και η πιθανότητα επαναθεμελιώσεως της τουρκο-ισραηλινής στρατηγικής ζεύξεως.Οπόταν και υπάρχει κίνδυνος αποδυναμώσεως των δικών μας νεόκοπων επιλογών. Κάτι για το οποίο είχαμε κατ' επανάληψιν προειδοποιητικώς επισημάνει από αυτές τις ίδιες στήλες. Και κάτι που θεωρούμε ως το πιθανότερο για πολλούς λόγους. Κυρίως όμως συνυπολογίζοντας έωλες πολιτικές ηγετικών κέντρων του ατλαντισμού. Τα οποία δεν θ' άφηναν την Τουρκία ούτε καν να ουδετεροποιηθεί. Και τα οποία ουδέποτε είχαν χάσει την επαφή και τις στενές διασυνδέσεις των με το τουρκικό στρατιωτικό κατεστημένο. Που ναι μεν ο Ερντογάν ήθελε να ξεμπροστιάσει και να ξεδοντιάσει. Αλλά του οποίου οι ακρογωνιαίες δομές δεν φαίνεται να έχουν διαρραγεί.
Οπόταν και για μας εκείνο που προέχει τώρα είναι σοβαρός προβληματισμός και κυρίως προσεκτική αποτίμηση και διαχείριση των γεγονότων. Ούτε αφελείς εκτιμήσεις ούτε και αφελέστερες κινήσεις.
Γιατί ενδέχεται να βρεθούμε μπροστά σε δυσμενέστερες συνθήκες, αντί εκείνων που τα τουρκικά προβλήματα δημιουργούν. Ως εν δυνάμει ελπίδες για τουρκικές καταρρεύσεις.
* Δημοσιογράφος-συγγραφέας