15 Δεκεμβρίου 2013

Ιστορία, η πιο ταλαιπωρημένη επιστήμη Υπάρχουν χώρες που καπηλεύονται μετά μανίας την ιστορία άλλων

Οποτε πρόκειται για χώρες τεχνητές, επινοημένες για μικροπολιτικούς λόγους, όπως είναι η FYROM, είναι αναμενόμενο αυτές να έχουν πρεμούρα να επινοήσουν με τη σειρά τους δική τους ιστορία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, βέβαια, οι βόρειοι γείτονες βρήκαν πρόσφορο έδαφος και έκαναν τα δικά τους, χάρη στην εγχώρια νανοπολιτική μεγάλων ανδρών, είτε αριστερών (Ζαχαριάδης) είτε δεξιών (Σαμαράς). Το πρόβλημα όμως πάει πιο μακριά, όταν χώρες που έχουν δική τους ιστορία εννοούν σε βαθμό μονομανίας να καπηλευτούν την ιστορία άλλων. Μια ιδέα παίρνει κανείς ήδη από τις αφίσες του τούρκικου ΕΟΤ, γεμάτες με ιωνικούς κίονες, να πλημμυρίζουν τα διεθνή ΜΜΕ. Ανεπανάληπτη εμπειρία είναι κάθε περιήγηση σε αρχαιολογικό χώρο της Ιωνίας.

Σε πρόσφατη ξενάγηση πολυεθνικού γκρουπ στην Εφεσο, οι Ελληνες που συμμετείχαν στη συνάντηση άκουγαν άναυδοι, μπροστά στις ελληνιστικές επιγραφές, την ξεναγό να λέει ότι είναι γραμμένες σε μια προ-τουρκική γλώσσα που δεν έχει ακόμη αποκρυπτογραφηθεί. Προσπαθούσαν να εξηγήσουν στους υπόλοιπους ότι είναι ελληνικά, αλλά με τα υποτυπώδη Αρχαία του δημόσιου Λυκείου ίσα που κατάφερναν να συλλαβίζουν. Πιο καλά τα διάβαζε ο Γάλλος, που είχε κάνει στο δικό του Λύκειο καλά Αρχαία Ελληνικά.

Τέλος πάντων, η Τουρκαλίς ξεναγός δεν είδε αντιδράσεις και συνέχισε απτόητη μπροστά από άλλη επιγραφή «Και αυτή είναι γραμμένη σε προ-τουρκική γλώσσα». Εκεί της επιτέθηκαν οι Ιταλοί με διαθέσεις ξυλοδαρμού «Κρετίνα! Στρόντζα! Κουέστο ε λατίνο!» (αυτά είναι λατινικά!). Εννοείται ότι η περιήγηση συνεχίστηκε μέσα σε απόλυτη σιωπή.

Και αν οι Τούρκοι είχαν και έχουν βλέψεις προς δυσμάς, η Βουλγαρία, παρ' όλο που διαθέτει τόσους αιώνες ιστορία, σ' όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα δημιούργησε παράδοση καπηλείας της Ιστορίας.
Ας μην επεκταθούμε στο ήδη κοινότοπο θέμα της δημιουργίας του «μακεδονικού» περί το 1900, την εποχή της ανόδου του βουλγάρικου εθνικισμού και ας ασχοληθούμε με τον αρκετά άγνωστο στην Ελλάδα «Ιππέα της Μάνταρα», μνημείο κηρυγμένο από την UNESCO.

Από αιώνες τώρα, κοντά στην πόλη Σούμεν στη ΒΑ Βουλγαρία, υπάρχει λαξευμένο σε έναν επίπεδο τελείως κατακόρυφο γκρεμό ένα τεράστιο ανάγλυφο που απεικονίζει έναν ιππέα. Είναι το πιο συνηθισμένο θρακικό μοτίβο ήδη από τον 5ο-4ο αιώνα, π.Χ. ο ιππέας-λυτρωτής (λέγεται ότι ξεκίνησε μάλιστα από απεικόνιση του Σπαρτιάτη Βρασίδα μετά τη μάχη της Αμφίπολης) και εδώ η επίσημη κρατική προπαγάνδα, είτε επί φασιστικού καθεστώτος ώς το 1944 είτε επί Υπαρκτού μετά, αποσιωπούσε και περίπου απαγόρευε τη μελέτη των επιγραφών γύρω από το ανάγλυφο (προφανώς οι μεν λόγω σοβινισμού, οι δε λόγω Ψυχρού Πολέμου).

Το 1965 ένας Βούλγαρος καθηγητής διάβασε επιτέλους τις επιγραφές, που ήταν σε βυζαντινά ελληνικά του 8ου αιώνα και διαπιστώθηκε ότι επρόκειτο τελικά για το μνημείο-ντοκουμέντο της ίδρυσης του πρώτου βουλγάρικου κράτους το 705 μ.Χ. Είναι αναθηματικό για τον Ιουστινιανό Β', που ήταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου από το 685.

Οταν το 695 τον ανέτρεψε ο στρατηγός Λεόντιος και τον καταδίκασε στην ταπεινωτική ρινότμηση, αυτός συμμάχησε με τους περιπλανώμενους τότε Βουλγάρους και τους έταξε ότι, αν τον βοηθούσαν να ανακαταλάβει το θρόνο, θα τους παραχωρούσε εδάφη να εγκατασταθούν.Ετσι κι έγινε, το 705 ο Ιουστινιανός Β' ο Ρινότμητος ξανάγινε αυτοκράτορας, ιδρύθηκε βουλγάρικο κράτος και έτσι οι Βούλγαροι του 20ού αιώνα ξαφνικά ανακάλυψαν ότι η ιδεολογική τύφλωση φασιστών τε και σταλινικών τούς είχε στερήσει έναν αρχαιολογικό θησαυρό.