Όλο
και λιγότερους λόγους να συμφωνήσουν μεταξύ τους έχουν Αθήνα και τρόικα
υποστηρίζει άρθρο της εφημερίδας Financial Times που αποδίδει τη
δυστοκία των τελευταίων διαπραγματεύσεων όχι στα συνήθη παζάρια του
πρόσφατου παρελθόντος αλλά σε μία δυναμική βαθύτερης ρήξης που αρχίζει
να κυριαρχεί στις σκέψεις των δύο πλευρών.Τιτλοφορούμενο «τι γίνεται όταν μία χώρα υπό διάσωση αποφασίσει τελικά να πει «όχι»,
το άρθρο «χρεώνει» στην ελληνική πλευρά την πάγια «ξεροκεφαλιά» στην
εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και την άρνηση σε νέα μέτρα λιτότητας και
χαρακτηρίζει ως μετά βίας αποκρυπτόμενη την οργή των διαπραγματευτών της
τρόικας, επισημαίνοντας ότι οι εν εξελίξει συζητήσεις δεν συνιστούν
απλά μια αλλαγή κλίμακας (ως προς την ένταση) αλλά μια αλλαγή επί της
ουσίας.
Επιφανειακά,
γράφουν οι FT, oι διαφωνίες έχουν να κάνουν με τα γνωστά θέματα –
δημοσιονομικό κενό, ιδιωτικοποιήσεις, διαρθρωτικές αλλαγές.Αλλά
για όσους ασχολούνται προσεκτικά με το ελληνικό πρόγραμμα, φαίνεται πως
αυτό που αλλάζει είναι κάτι πολύ πιο θεμελιώδες: Η μηδέποτε ενθουσιώδης
στις μεταρρυθμίσεις Αθήνα, έχει πλέον όλο και λιγότερους λόγους να συνεργάζεται.«Αυτό που συμβαίνει πλέον είναι ότι οι πολιτικές απώλειες έχουν
καταστεί προφανείς» αναφέρει ένας από τους διαπραγματευτές της τρόικας,
ενώ το έντυπο εκτιμά ότι η αργοπορία στην επίτευξη της συμφωνίας δεν
οφείλεται σε μια πάγια μεταρρυθμιστική κόπωση, αλλά στο ότι οι σκέψεις των Αθηνών αρχίζουν να οδεύουν προς κάτι που πολλοί φοβούνται ότι εξασθενεί τα κίνητρα για συμφωνία.
Σύμφωνα με το άρθρο η πλέον προφανής ανησυχία της ελληνικής κυβέρνησης είναι πλέον πολιτική. Η κοινοβουλευτική της πλειοψηφία συρρικνώνεται και σε αντίθεση με την Πορτογαλία, η ελληνική αξιωματική αντιπολίτευση δεν είναι ένα συμβατικό (mainstream) κόμμα που έχει στηρίξει το πρόγραμμα διάσωσης.«Ο ακροαριστερός ΣΥΡΙΖΑ έχει πειθαναγκάσει πάσης φύσεως πολιτικούς της αριστεράς –συμπεριλαμβανομένων οπαδών του ΠΑΣΟΚ να στραφούν εναντίον του προγράμματος, (…) την ίδια στιγμή που το ΠΑΣΟΚ πνέει τα λοίσθια, ευρισκόμενο πίσω ακόμη και από το νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής».
Το άρθρο επισημαίνει ότι μία ακόμη μεγάλη πλην ολιγότερο παρατηρούμενη αλλαγή στο πεδίο των διαπραγματεύσεων είναι η επίτευξη δημοσιονομικού πλεονάσματος.Κρίνει δε ο συντάκτης του ότι αυτό που ιστορικά έχει παρατηθεί είναι ότι δανειζόμενες χώρες που μπορούν και ανταποκρίνονται στις καθημερινές τους ανάγκες γίνονται όλο και λιγότερο συνεργάσιμες.
Και θεωρεί έτσι ότι τα κίνητρα της Ελλάδας να συνεχίσει να αποπληρώνει την Ε.Ε και την τρόικα ελαχιστοποιούνται εφόσον η κεντρική της τράπεζα μπορεί να στηρίξει τον χρηματοοικονομικό τομέα.
Τα πράγματα όμως έχουν αλλάξει και για την ευρωζώνη καθώς πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι η ένα τείχος προστασίας θα απέτρεπε πιθανή μετάδοση της ελληνικής κρίσης στην υπόλοιπη κοινή νομισματική περιοχή, υποστηρίζει το άρθρο που καταλήγει ως εξής:
«Η επόμενη μεγάλη αποπληρωμή δόσης της Ελλάδας προς την ΕΚΤ είναι προγραμματισμένη για τον Μάιο. Και ως τότε λίγοι λόγοι υπάρχουν να εκταμιευθεί κάποια βοήθεια προς την Αθήνα…
Πάντα υπήρχαν κάποιοι στην τρόικα που πίστευαν ότι μια έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη είναι αναπόφευκτη. Εάν η Αθήνα και οι πιστωτές της δεν καταφέρουν να βρουν περισσότερους λόγους για να συμβιβαστούν, ίσως οι χειρότεροι από τους φόβους αυτούς, βγουν αληθινοί».
ΠΗΓΗ: Financial Times, ΕΘΝΟΣ
Σύμφωνα με το άρθρο η πλέον προφανής ανησυχία της ελληνικής κυβέρνησης είναι πλέον πολιτική. Η κοινοβουλευτική της πλειοψηφία συρρικνώνεται και σε αντίθεση με την Πορτογαλία, η ελληνική αξιωματική αντιπολίτευση δεν είναι ένα συμβατικό (mainstream) κόμμα που έχει στηρίξει το πρόγραμμα διάσωσης.«Ο ακροαριστερός ΣΥΡΙΖΑ έχει πειθαναγκάσει πάσης φύσεως πολιτικούς της αριστεράς –συμπεριλαμβανομένων οπαδών του ΠΑΣΟΚ να στραφούν εναντίον του προγράμματος, (…) την ίδια στιγμή που το ΠΑΣΟΚ πνέει τα λοίσθια, ευρισκόμενο πίσω ακόμη και από το νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής».
Το άρθρο επισημαίνει ότι μία ακόμη μεγάλη πλην ολιγότερο παρατηρούμενη αλλαγή στο πεδίο των διαπραγματεύσεων είναι η επίτευξη δημοσιονομικού πλεονάσματος.Κρίνει δε ο συντάκτης του ότι αυτό που ιστορικά έχει παρατηθεί είναι ότι δανειζόμενες χώρες που μπορούν και ανταποκρίνονται στις καθημερινές τους ανάγκες γίνονται όλο και λιγότερο συνεργάσιμες.
Και θεωρεί έτσι ότι τα κίνητρα της Ελλάδας να συνεχίσει να αποπληρώνει την Ε.Ε και την τρόικα ελαχιστοποιούνται εφόσον η κεντρική της τράπεζα μπορεί να στηρίξει τον χρηματοοικονομικό τομέα.
Τα πράγματα όμως έχουν αλλάξει και για την ευρωζώνη καθώς πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι η ένα τείχος προστασίας θα απέτρεπε πιθανή μετάδοση της ελληνικής κρίσης στην υπόλοιπη κοινή νομισματική περιοχή, υποστηρίζει το άρθρο που καταλήγει ως εξής:
«Η επόμενη μεγάλη αποπληρωμή δόσης της Ελλάδας προς την ΕΚΤ είναι προγραμματισμένη για τον Μάιο. Και ως τότε λίγοι λόγοι υπάρχουν να εκταμιευθεί κάποια βοήθεια προς την Αθήνα…
Πάντα υπήρχαν κάποιοι στην τρόικα που πίστευαν ότι μια έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη είναι αναπόφευκτη. Εάν η Αθήνα και οι πιστωτές της δεν καταφέρουν να βρουν περισσότερους λόγους για να συμβιβαστούν, ίσως οι χειρότεροι από τους φόβους αυτούς, βγουν αληθινοί».
ΠΗΓΗ: Financial Times, ΕΘΝΟΣ