Σε μια ασυνήθιστα δραματική, για τα δεδομένα της συντηρητικής
μοναρχίας, χειρονομία, η Σαουδική Αραβία ακύρωσε την προβλεπόμενη ομιλία
εκπροσώπου της στην ετήσια Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, σε
ένδειξη διαμαρτυρίας για τη στάση της διεθνούς κοινότητας στα δύο
φλέγοντα προβλήματα της Μέσης Ανατολής, το Παλαιστινιακό και το Συριακό.
Αυτό αναφέρει ρεπορτάζ του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters,
επικαλούμενο διπλωματικές πηγές στη Νέα Υόρκη.
Ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών, πρίγκιπας Σαούντ αλ Φαϊζάλ, επρόκειτο να μιλήσει στην 68η Γενική Συνέλευση του διεθνούς οργανισμού την περασμένη Τρίτη. Η απόφαση να ακυρωθεί η παρέμβασή του «αντανακλά τη δυσαρέσκεια του βασιλείου για τη στάση του ΟΗΕ έναντι προβλημάτων που απασχολούν τον αραβικό και ευρύτερα τον ισλαμικό κόσμο, ιδιαίτερα αναφορικά με το πρόβλημα της Παλαιστίνης, το οποίο αδυνατεί να επιλύσει ο ΟΗΕ εδώ και εξήντα χρόνια, όπως επίσης και με την κρίση στη Συρία», δήλωσε στο διεθνές πρακτορείο ο εν λόγω διπλωμάτης, μιλώντας με την προϋπόθεση της ανωνυμίας.
Υπ’ αριθμόν ένα πετρελαιοπαραγωγός του κόσμου, η χώρα που φιλοξενεί τους πιο ιερούς χώρους του Ισλάμ συνηθίζει να αποφεύγει τις θεατρικές χειρονομίες και τις υψηλού τόνου τοποθετήσεις σε ζητήματα διεθνούς πολιτικής. Το Ριάντ υποστηρίζει την υπόθεση των Παλαιστινίων και δεν διατηρεί διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ, ενώ το 2001 παρουσίασε σχέδιο συνολικής ειρήνευσης μεταξύ Αράβων και Ισραηλινών, με την προϋπόθεση της δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους στα προ του πολέμου του 1967 σύνορα.
Εκ των κυριοτέρων υποστηρικτών της συριακής αντιπολίτευσης, που μάχεται το καθεστώς του προέδρου Μπασάρ Ασαντ, η Σαουδική Αραβία απογοητεύθηκε από την αναστολή των αμερικανικών σχεδίων για στρατιωτική επέμβαση στη Συρία, ύστερα από τη ρωσοαμερικανική συμφωνία για καταστροφή του συριακού χημικού οπλοστασίου. Εκτοτε, το Ριάντ άρχισε να κλιμακώνει την αποστολή όπλων στον Ελεύθερο Συριακό Στρατό (FSA) των αντικαθεστωτικών, σε συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βρετανίας, όπως αποκάλυψε πρόσφατα η αμερικανική εφημερίδα New York Times.
Το βασίλειο των Σαούντ, όπως και τα άλλα συντηρητικά, σουνιτικά κράτη του Περσικού Κόλπου, αντιμετωπίζουν το δύσκολο έργο να αναχαιτίσουν δύο παράλληλες απειλές στο μέτωπο του συριακού εμφύλιου πολέμου. Από τη μία πλευρά, ενδεχόμενη επικράτηση του καθεστώτος Ασαντ θα σηματοδοτούσε σημαντική ενίσχυση του σιιτικού Ιράν, δηλαδή του βασικότερου αντιπάλου τους στον Κόλπο. Από την άλλη, το Ριάντ και οι σύμμαχοί του ανησυχούν για την αυξανόμενη επιρροή των ενόπλων δυνάμεων φανατικών ισλαμιστών, που εμπνέονται από την Αλ Κάιντα και αντιπροσωπεύουν δυνητική απειλή για τις φιλοαμερικανικές μοναρχίες. Τα όπλα που προέρχονται από τις εν λόγω χώρες ή αγοράζονται με χρήματά τους κατευθύνονται κατά κύριο λόγο στον FSA, ο οποίος το τελευταίο διάστημα μάχεται όχι μόνο με τον κυβερνητικό στρατό, αλλά και με εξτρεμιστικές ομάδες ισλαμιστών, οι οποίοι προέρχονται κατά κύριο λόγο από άλλες χώρες.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_2_05/10/2013_535798
Ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών, πρίγκιπας Σαούντ αλ Φαϊζάλ, επρόκειτο να μιλήσει στην 68η Γενική Συνέλευση του διεθνούς οργανισμού την περασμένη Τρίτη. Η απόφαση να ακυρωθεί η παρέμβασή του «αντανακλά τη δυσαρέσκεια του βασιλείου για τη στάση του ΟΗΕ έναντι προβλημάτων που απασχολούν τον αραβικό και ευρύτερα τον ισλαμικό κόσμο, ιδιαίτερα αναφορικά με το πρόβλημα της Παλαιστίνης, το οποίο αδυνατεί να επιλύσει ο ΟΗΕ εδώ και εξήντα χρόνια, όπως επίσης και με την κρίση στη Συρία», δήλωσε στο διεθνές πρακτορείο ο εν λόγω διπλωμάτης, μιλώντας με την προϋπόθεση της ανωνυμίας.
Υπ’ αριθμόν ένα πετρελαιοπαραγωγός του κόσμου, η χώρα που φιλοξενεί τους πιο ιερούς χώρους του Ισλάμ συνηθίζει να αποφεύγει τις θεατρικές χειρονομίες και τις υψηλού τόνου τοποθετήσεις σε ζητήματα διεθνούς πολιτικής. Το Ριάντ υποστηρίζει την υπόθεση των Παλαιστινίων και δεν διατηρεί διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ, ενώ το 2001 παρουσίασε σχέδιο συνολικής ειρήνευσης μεταξύ Αράβων και Ισραηλινών, με την προϋπόθεση της δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους στα προ του πολέμου του 1967 σύνορα.
Εκ των κυριοτέρων υποστηρικτών της συριακής αντιπολίτευσης, που μάχεται το καθεστώς του προέδρου Μπασάρ Ασαντ, η Σαουδική Αραβία απογοητεύθηκε από την αναστολή των αμερικανικών σχεδίων για στρατιωτική επέμβαση στη Συρία, ύστερα από τη ρωσοαμερικανική συμφωνία για καταστροφή του συριακού χημικού οπλοστασίου. Εκτοτε, το Ριάντ άρχισε να κλιμακώνει την αποστολή όπλων στον Ελεύθερο Συριακό Στρατό (FSA) των αντικαθεστωτικών, σε συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βρετανίας, όπως αποκάλυψε πρόσφατα η αμερικανική εφημερίδα New York Times.
Το βασίλειο των Σαούντ, όπως και τα άλλα συντηρητικά, σουνιτικά κράτη του Περσικού Κόλπου, αντιμετωπίζουν το δύσκολο έργο να αναχαιτίσουν δύο παράλληλες απειλές στο μέτωπο του συριακού εμφύλιου πολέμου. Από τη μία πλευρά, ενδεχόμενη επικράτηση του καθεστώτος Ασαντ θα σηματοδοτούσε σημαντική ενίσχυση του σιιτικού Ιράν, δηλαδή του βασικότερου αντιπάλου τους στον Κόλπο. Από την άλλη, το Ριάντ και οι σύμμαχοί του ανησυχούν για την αυξανόμενη επιρροή των ενόπλων δυνάμεων φανατικών ισλαμιστών, που εμπνέονται από την Αλ Κάιντα και αντιπροσωπεύουν δυνητική απειλή για τις φιλοαμερικανικές μοναρχίες. Τα όπλα που προέρχονται από τις εν λόγω χώρες ή αγοράζονται με χρήματά τους κατευθύνονται κατά κύριο λόγο στον FSA, ο οποίος το τελευταίο διάστημα μάχεται όχι μόνο με τον κυβερνητικό στρατό, αλλά και με εξτρεμιστικές ομάδες ισλαμιστών, οι οποίοι προέρχονται κατά κύριο λόγο από άλλες χώρες.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_2_05/10/2013_535798