Πόλεμος χαρακωμάτων και
πολιτικοστρατιωτικής επιρροής μαίνεται εδώ και εβδομάδες μεταξύ
ισλαμιστών και μαχητών του Ελεύθερου Συριακού Στρατού. Επίκεντρο αυτού
του πολέμου είναι περιοχές και πόλεις που συνορεύουν με την Τουρκία,
γεγονός που αυξάνει την εμπλοκή της Τουρκίας και τις πιέσεις στην
πολιτική της ηγεσία από όλες τις αντιμαχόμενες πλευρές.
Μια εικόνα αυτής της σύγκρουσης εντός της συριακής
αντιπολίτευσης είναι η επιστολή προς την «Ε» που έστειλε ο Σύρος
ρεπόρτερ Χάζεμ Ντάκελ. Πρόκειται για προσωπική του μαρτυρία, στην οποία
περιγράφει την απαγωγή του και τα βασανιστήρια που υπέστη κατά τη
διάρκεια της ομηρίας του από ισλαμιστές, αντιπάλους του ΕΣΣ.
Οι πολιτικές απόψεις στην επιστολή εκφράζουν τον αποστολέα και όχι την «Ε», που τη δημοσιεύει όπως την έλαβε.
«Με κρεμάσανε ψηλά»
«Εκείνο το απόγευμα βρισκόμουνα σε δημοσιογραφικό γραφείο στο Ιντλεπ και πήγαινα προς το Μπαμπ-Ελχάουα. Καθώς έφευγα με μία παρέα, υπήρχε ένας φίλος μου σε αυτή, ο Ναουάρ, και ο οποίος ήταν αυτός που με πρόδωσε. Οταν με πιάσανε, με πήγανε σε μία κρυψώνα, κοντά στα δυο χιλιόμετρα απόσταση.»Μόλις με είδανε, άρχισαν να με βρίζουν χυδαία και ταυτόχρονα να με χτυπούν στην πλάτη και στο στήθος. Μου έδεσαν τα χέρια στην πλάτη και με κρεμάσανε ψηλά από τα πόδια για περισσότερο από 6 ώρες. Μετά από αυτό, μου έκλεισαν τα μάτια και με οδήγησαν σε μία αποθήκη στα περίπου 30 μέτρα. Εκεί υπήρχε ένα στρώμα και μαξιλάρι, που τη μυρωδιά τους δεν την αντέχει άνθρωπος.
»Αισθάνθηκα δίπλα μου κάτι να κινείται, όταν σήκωσα την άκρη του δεμένου ματιού μου ξεχώρισα ένα γατί και ένα κουνέλι. Κοιμήθηκα για περίπου μισή ώρα. Υστερα ήρθαν τρία άτομα που φόραγαν πακιστανικές κελεμπίες και τότε άρχισαν το ξύλο και τα βασανιστήρια. Μου έλεγαν διάφορες βρισιές, με κατηγορούσαν πως αλλαξοπίστησα, πως ξεσηκώνω τον κόσμο ενάντια στο Ισλάμ και πως επίσης βρίζω το ισλαμικό κράτος. Αυτό κράτησε περίπου μισή ώρα, κατόπιν ένας από αυτούς έβγαλε ένα κόκκινο τσιγάρο, μου έδωσε να το καπνίσω και μετά το έφτυσα.
»Την επόμενη μέρα το πρωί άνοιξε η πόρτα με άγριο τρόπο. Ξύπνησα τρομαγμένος ακούγοντας ο ένας να βρίζει τον άλλον και να ζητάνε να τους φέρουν ένα σχοινί. Με τοποθέτησαν σε μία καρέκλα, με τα χέρια δεμένα στην πλάτη, ο ένας μου σήκωσε το κεφάλι και άρχισε να μονολογεί "Allah akbar" (δηλαδή, "ο Θεός είναι μεγάλος"). Εκείνη τη στιγμή αισθάνθηκα πως θα με σφάξουν.
»Τρομαγμένος φώναξα και τους παρακάλεσα να μη με σφάξουν. Τους είπα πως είμαι σύντροφός τους, επαναστάτης σαν και αυτούς, πως είμαι ο μόνος γιος στην οικογένεια και ο Θεός να είναι μαζί τους. Ο ένας μου έριξε σφαλιάρα και δυνατή μπουνιά, λέγοντάς μου να σκάσω. Πρόσθεσε πως ό,τι κάνουνε είναι στο όνομα του Θεού, της θρησκείας και της σαρίας. Με χτύπησαν άλλα 10 λεπτά.
»Επειτα άναψαν ένα τσιγάρο και μου έφεραν ένα κομμάτι ψωμί, βουτηγμένο σε λαδορίγανη, όπου έφαγα το μισό και το άλλο μισό το έδωσα στο κουνέλι. Το βράδυ ακολούθησαν τα ίδια, ίδιες κατηγορίες, ίδια βρισίδια, ίδιο κόκκινο τσιγάρο. Δεν υπήρχε ούτε ανάκριση ούτε ιδιαίτερες ερωτήσεις. Οι μόνες ερωτήσεις ήτανε για τρεις ακτιβιστές.
»Επειτα με ρώτησαν γιατί είμαι ενάντια στο ισλαμικό κράτος. Η μόνη απάντηση που έδωσα ήταν γύρω από την απαγωγή του φίλου μου και επίσης δημοσιογράφου, του Obeida Batal, τους ρώτησα "γιατί;". Δεν είμαι ο μόνος άνθρωπος που ρωτάει γιατί απαγάγανε τον Obeida Batal, αλλά επίσης αναρωτιούνται πολλοί Σύροι, καθώς και Σύροι ισλαμιστές.Την 3η ημέρα μερικοί από αυτούς μιλούσαν για μια πισίνα στην απέναντι φάρμα, όπου ήθελαν να με πάνε για να δουν αν μπορώ να κολυμπήσω με δεμένα χέρια και μάτια. Παράλληλα με αυτή τη συζήτηση θυμάμαι βρισίδια, τραγούδια από παραλιακή περιοχή και τα ίδια κόκκινα τσιγάρα. Επειτα φύγανε για περίπου 3 ώρες.
»Επέστρεψε ένας από αυτούς και μου έφερε φακές για φαγητό και αυτός ο άνδρας ήταν ο καλύτερος από όλους όλες αυτές τις τρεις ημέρες. Τον ρώτησα: "τι κάνεις λεβέντη; θέλω να πάω τουαλέτα, θα πεθάνω". Μου απάντησε πως δεν υπήρχε κανένας άλλος εκτός από εκείνον τη στιγμή εκείνη. Μου είπε να φάω πρώτα και ότι μετά θα πηγαίναμε στην τουαλέτα. Μου έλυσε τα χέρια μου, έβγαλε το πανί από τα μάτια μου και άρχισα να τρώω, κοιτώντας ταυτόχρονα γύρω γύρω να βρω έναν τρόπο για να ξεφύγω. Πρόσεξα πως υπήρχε μια σιδερένια ντουλάπα και πίσω ένα σιδερένιο παράθυρο. Αφού τελείωσα το φαγητό, ο ίδιος άντρας με ξαναέδεσε και έφυγε.
»Περίμενα 15 λεπτά όπου δεν άκουγα τη φωνή και το θόρυβο κανενός. Φώναξα, έβγαζα κραυγές και, αφού δεν μου απάντησε κανένας, σιγουρεύτηκα πως όλοι φύγανε. Εβγαλα το πανί από τα μάτια μου, τρίβοντας το κεφάλι στα γόνατα. Προσπάθησα με όλη μου τη δύναμη να σπρώξω τη σιδερένια ντουλάπα με τα πόδια, αλλά τόσο σιγά ώστε να μην κάνω θόρυβο. Με τη βοήθεια του Θεού το κατάφερα! Ανοιξα το παράθυρο, που ήταν 50x50 εκατοστά. Προσπάθησα να βγω, αλλά δεν μπόρεσα, εξαιτίας των δεμένων χεριών μου, μέχρι που έβαλα πρώτα το κεφάλι, έσπρωξα το υπόλοιπο σώμα μου ώσπου βγήκα έξω.
«Λύσε με πρώτα»
»Ετρεχα στα χωράφια περίπου 10 λεπτά, ίσως και παραπάνω, μέχρι που βρήκα τη φάρμα ενός φίλου μου και η οποία αποτελεί και βάση ομάδας του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, που τη γνωρίζω πολύ καλά. Χτύπησα την πόρτα με τα πόδια και μου άνοιξε. Ο φίλος μου έμεινε έκπληκτος στην παρουσία μου και αμέσως με ρώτησε πού ήμουνα και ποιος με απήγαγε. Του είπα να με λύσει πρώτα, να μου φέρει νερό και πως θα του έλεγα την ιστορία.»Μετά από μερικές ώρες φύγαμε για άλλο μέρος, πιο ασφαλές, και την επόμενη ημέρα έφυγα για την Τουρκία και δόξα τω Θεώ! Προσοχή, υπάρχουν και άλλοι ακτιβιστές σε χέρια τέτοιων ομάδων, που καμία σχέση δεν έχουν με τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό. Η συριακή επανάσταση είναι μία λαϊκή επανάσταση και οι εχθροί του εχθρού μας δεν είναι φίλοι μας».