03 Σεπτεμβρίου 2013

Ο ΟΜΠΑΜΑ ΡΙΣΚΑΡΕΙ ΤΩΡΑ ΜΙΑ ΕΓΚΡΙΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΙΡΕΜΕΝΟ ΚΟΓΚΡΕΣΟ Οι τέσσερις λόγοι που οδήγησαν στην αναβολή

Το πιο μεγάλο στοίχημα και ταυτόχρονα ρίσκο στην προεδρική του θητεία θεωρούν τα αμερικανικά ΜΜΕ ότι πήρε ο Μπαράκ Ομπαμα, ο οποίος, επιχειρώντας να ξεφύγει από την απομόνωση -λόγω Βρετανίας- και τη δριμεία κριτική που δέχθηκε περί έλλειψης μιας «συνεκτικής στρατηγικής» -από διπλωμάτες, αναλυτές και από την κοινή γνώμη-, ρισκάρει την πιθανότητα να γίνει ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος που δεν θα λάβει έγκριση του Κογκρέσου να χρησιμοποιήσει την πολεμική μηχανή των ΗΠΑ.

Η κοινή γνώμη στις ΗΠΑ είναι αντίθετη σε μια στρατιωτική επέμβαση στη Συρία (στιγμιότυπο από τις διαδηλώσεις στο Λος Αντζελες) Αν και η ηγεσία του Κογκρέσου χαιρέτισε την απόφασή του να ζητήσει την άδεια των δύο σωμάτων (Γερουσία και Βουλή των Αντιπροσώπων), η αιφνίδια μεταστροφή αφήνει τον Ομπάμα στο πολιτικό έλεος των Ρεπουμπλικανών, πολλοί εκ των οποίων θεωρούν ότι ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία δεν αποτελεί απειλή για την ασφάλεια των ΗΠΑ.

Ακόμα και οι γερουσιαστές Τζον Μακέιν και Λίντσεϊ Γκρέιαμ, δύο Ρεπουμπλικανοί που έχουν πιέσει τον Ομπάμα να παρέμβει πιο επιθετικά στη Συρία, δήλωσαν το Σάββατο ότι θα ψηφίσουν όχι, διότι το σχέδιο του προέδρου ήταν πολύ περιορισμένο και δεν αποτελεί μέρος μιας συνολικής στρατηγικής που μπορεί να αλλάξει τη δυναμική στο πεδίο της μάχης.

«Ο Ομπάμα δεν έχει καμία ευκαιρία να κερδίσει αυτή την ψηφοφορία, αν δεν μπορεί να κερδίσει την πλειοψηφία του δικού του κόμματος, και αμφιβάλλω ότι μπορεί», δήλωσε στην εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς» ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής Τομ Κόουλ. «Οι Δημοκρατικοί έχουν μείνει επιδεικτικά σιωπηλοί. Η μόνη στήριξή του προέρχεται από τους Ρεπουμπλικανούς. Είναι ένας πρόεδρος του πόλεμου, χωρίς όμως να έχει δίπλα του ένα κόμμα του πολέμου», κατέληξε.

Αλλα έλεγε
Παρά το γεγονός ότι ο Μπαράκ Ομπάμα είχε δηλώσει ως υποψήφιος ότι ένας πρόεδρος δεν έχει την εξουσία να εξαπολύσει μια στρατιωτική επίθεση, εκτός από το να σταματήσει «μια πραγματική ή επικείμενη απειλή για το έθνος», ενήργησε μονομερώς στη Λιβύη το 2011 και δεν είχε σχέδια να ενεργήσει με διαφορετικό τρόπο στη Συρία. Ομως βρήκε ότι ήταν δύσκολο να προχωρήσει χωρίς τη Βρετανία και με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικανών (8 στους 10 Αμερικανούς) θέλουν το Κογκρέσο να αποφασίσει.

Πάντως η επικείμενη συζήτηση στο Κογκρέσο εκτιμάται ότι αναμένεται να αναδείξει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις διαιρέσεις που υπάρχουν μέσα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα μεταξύ των παραδοσιακών γερακιών και μιας νεότερης γενιάς πολιτικών, ιδίως στη Βουλή των Αντιπροσώπων, που εναντιώνονται στην εξωτερική πολιτική έτσι όπως εκφράζεται από ένα νεοσυντηρητικό στρατιωτικό κατεστημένο.

Σε κάθε περίπτωση, ο Μπαράκ Ομπάμα επέλεξε να μην πάρει μόνος του την ευθύνη της σύγκρουσης. Το επόμενο διάστημα θα έχει μεγάλο ενδιαφέρον για την αμερικανική πολιτική σκηνή, καθώς ένα βαθιά διαιρεμένο Κογκρέσο ήδη ετοιμάζεται για μάχες όπως αυτές της μείωσης των δαπανών, του ανώτατου ορίου του χρέους και του μεταναστευτικού. Με το θέμα της Συρίας να κυριαρχεί, εκτιμάται ότι θα προκληθεί μια περίπλοκη και πολυεπίπεδη συζήτηση μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουπλικανών, με τη συμμετοχή και άλλων παραγόντων, όπως των υποστηρικτών του Ισραήλ, που ανησυχούν ότι η αποτυχία να απαντήσουν στο καθεστώς Ασαντ θα ενθαρρύνει το Ιράν.

Χθες η εφημερίδα «Ουάσιγκτον Ποστ» προσεγγίζοντας τη συριακή κρίση εκτίμησε ότι υπάρχουν τέσσερις λόγοι που το Κογκρέσο ενδεχομένως να ψηφίσει κατά της επέμβασης στη Συρία, φέρνοντας τον πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα σε μια πολιτικά δύσκολη θέση.

Πρώτον, η κοινή γνώμη είναι αντίθετη και αυτό αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις (οι Αμερικανοί αντιτίθενται στην ευρεία στρατιωτική δράση στη Συρία σε ποσοστό 50%, έναντι ενός 42% που την υποστηρίζουν).Η δημοσκόπηση δείχνει επίσης πως μόνο το 21% θεωρεί πως μια εμπλοκή στη Συρία είναι υπέρ των συμφερόντων των ΗΠΑ και μόλις το 27% πιστεύει πως θα συμβάλει στη βελτίωση της κατάστασης στη χώρα.
 
Κουράστηκαν
Δεύτερον, η κόπωση της αμερικανικής κοινωνίας. Οι μνήμες από τους πολέμους στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν κάνουν τους πολίτες επιφυλακτικούς.

Τρίτον, η ψηφοφορία για τον πόλεμο στο Ιράκ. Η εν λόγω ψηφοφορία εκτιμάται ότι κόστισε στη Χίλαρι Κλίντον την εκλογή της για την προεδρία των ΗΠΑ, κάνοντας επιφυλακτικούς τους άλλους πολιτικούς.

Και τέταρτον, η διακομματική αντιπολίτευση σε θέματα της εξωτερικής πολιτικής και της εθνικής ασφάλειας στις ΗΠΑ, που είναι ανεξάρτητα ζητήματα, με τους Ρεπουμπλικανούς και τους Δημοκρατικούς να παίρνουν από κοινού τις αποφάσεις.