23 Σεπτεμβρίου 2013

ΣΕ «ΝΕΚΡΟ» ΣΗΜΕΙΟ ΞΑΝΑ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΡΙΑ


Η αποδοχή, από αμερικανικής πλευράς, της ρωσικής πρωτοβουλίας για παράδοση και καταστροφή του συριακού, χημικού οπλοστασίου και η συνακόλουθη συμφωνία της 14ης Σεπτεμβρίου μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών, στη Γενεύη, έβαλε επί του παρόντος στο συρτάρι τα σχέδια για αμερικανική, στρατιωτική επίθεση. Γρήγορα όμως αποδείχθηκε ότι, για μία ακόμη φορά, ο διάβολος κρυβόταν στις λεπτομέρειες.Τις πρώτες ρωγμές στην προκαταρκτική συμφωνία Λαβρόφ - Κέρι δημιούργησε ο ίδιος ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών. Αντί να σπεύσει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ μένοντας πιστός στη συμφωνία της Γενεύης, κατευθύνθηκε στο Παρίσι, όπου σφυρηλάτησε κοινό μέτωπο με τη Βρετανία και τη Γαλλία. Αμέσως μετά, η Γαλλία κατέθεσε, εκ μέρους των «τριών», σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας, το οποίο απειλεί τη Συρία με κυρώσεις ή και με στρατιωτική επέμβαση εάν δεν κινηθεί ταχύτατα προς την καταστροφή του χημικού της οπλοστασίου.


Φυσικά, η Ρωσία αντέδρασε έντονα - και είχε απόλυτο δίκιο! Με τη μεσολαβητική πρωτοβουλία του, ο Βλαντιμίρ Πούτιν προσέφερε σωσίβιο στον Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος είχε αυτοπαγιδευτεί, προαναγγέλλοντας έναν πόλεμο τον οποίο ούτε ο ίδιος ήθελε, ούτε και μπορούσε να περάσει στο αμερικανικό Κογκρέσο. Ωστόσο, το γαλλικό σχέδιο που κατατέθηκε στον ΟΗΕ με τις ευλογίες της Ουάσιγκτον, αναιρούσε επί της ουσίας τη συμφωνία της Γενεύης. Εάν περνούσε, οι Ρώσοι θα εξουσιοδοτούσαν εν λευκώ τους Αμερικανούς να ρίξουν πυραύλους στη Συρία όποτε το αποφασίσουν, επικαλούμενοι την προηγούμενη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Το επιτελείο Ομπάμα προφανώς γνωρίζει ότι ο Πούτιν δεν είναι ο άνθρωπος που θα υποχωρήσει χωρίς αντάλλαγμα στη διπλωματική πίεση της Δύσης - και μάλιστα, τη στιγμή που βρίσκεται σε θέση ισχύος. Πώς να εξηγήσει, επομένως, κανείς αυτή τη μαξιμαλιστική στάση, η οποία έρχεται να προσθέσει άλλον ένα κρίκο στην αλυσίδα των αμερικανικών ταλαντεύσεων;
Ο πυρήνας του προβλήματος βρίσκεται στο γεγονός ότι η υλοποίηση της συμφωνίας Λαβρόφ - Κέρι για το περιορισμένο ζήτημα των χημικών όπλων δεν είναι δυνατή χωρίς να ανοίξει παράλληλα το ευρύτερο ζήτημα της εμφύλιας σύρραξης. Σύμφωνα με δημοσιεύματα δυτικών εντύπων, που επιβεβαιώνονται και από ρωσικής πλευράς, η Συρία διαθέτει περίπου 1.000 τόνους χημικών όπλων, διασκορπισμένων σε 50 σημεία της χώρας. Η καταστροφή τους εκτιμάται ότι θα απαιτήσει χρόνο και θα κοστίσει περίπου ένα δισ. δολάρια.
Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι, για να εντοπισθούν, συγκεντρωθούν και καταστραφούν αυτά τα χημικά όπλα θα χρειαστεί κάποιου είδους εκεχειρία, τουλάχιστον στις επίμαχες περιοχές. Η σχοινοτενής αυτή διαδικασία εξ αντικειμένου θα προσφέρει μια -έστω προσωρινή και περιορισμένη- διεθνή νομιμοποίηση στον Ασαντ και θα περιορίσει τις δυνατότητες δράσης των αντικαθεστωτικών ανταρτών.
Έρχεται έτσι επί τάπητος η αναζήτηση πολιτικής λύσης στο συριακό πρόβλημα μέσω μιας νέας διεθνούς διάσκεψης, της λεγόμενης «Γενεύης 2», κάτι που ήδη προανήγγειλαν οι υπουργοί Εξωτερικών Ρωσίας και Γαλλίας κατά την πρόσφατη συνάντησή τους στη Μόσχα. Η εν λόγω διάσκεψη θα κληθεί να θέσει τις βάσεις για τον σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης στη Συρία, η οποία θα καθοδηγήσει τη διαδικασία μετάβασης. Το πρόβλημα είναι ακανθώδες, αφού η αντιπολίτευση προφανώς δεν μπορεί να δεχθεί την παραμονή του Ασαντ ως επικεφαλής του κράτους, έστω και στη μεταβατική περίοδο, ενώ το καθεστώς Μπάαθ (αλλά και η Δύση) δεν μπορεί να δεχθεί την παρουσία φανατικών ισλαμιστών, συνδεδεμένων με ξένες δυνάμεις και την Αλ Κάιντα. Η μόνη λύση που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί προϋποθέτει τον παραμερισμό τόσο των στελεχών του Μπάαθ που έχουν τα χέρια τους βαμμένα με αίμα, όσο και των τζιχαντιστών της αντιπολίτευσης, με συντονισμένες προσπάθειες Ρωσίας και Αμερικής, οι οποίες θα θέσουν τις βάσεις για ένα μελλοντικό «condominium» -καθεστώς συγκυριαρχίας- στη Συρία, κατά το πρότυπο της Βοσνίας. Αλλά τίποτα δεν δείχνει, επί του παρόντος, ότι βρισκόμαστε μπροστά σε έναν ιστορικό συμβιβασμό αυτού του μεγέθους.
*Δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» την Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013