Πώς εξηγείται η αύξηση της παραγωγικότητας τα τελευταία χρόνια στην
Ελλάδα. Η συσχέτιση με την παραγωγή και την «βουτιά» στο ΑΕΠ. Γιατί δεν
μπορούμε να μιλήσουμε για «δημιουργική καταστροφή». Οι ελπίδες για
αύξηση της ζήτησης.
Σύμφωνα με τις εμπειρικές μελέτες σε παγκόσμιο επίπεδο και σε σειρά χωρών υπάρχει ισχυρή συσχέτιση μεταξύ παραγωγής και παραγωγικότητας.Όμως ποια είναι η σχέση αιτίου –αιτιατού; Η αύξηση ξεκινά από την παραγωγή και κατευθύνεται στην παραγωγικότητα ή το αντίθετο;Σύμφωνα
με όλες τις αναλύσεις η σχέση αιτίου και αιτιατού λειτουργεί από την
αύξηση της παραγωγής προς την αύξηση της παραγωγικότητας, όχι το
αντίστροφο. Δηλαδή , βραχυπρόθεσμα, η αύξηση στην παραγωγή οδηγεί σε
αύξηση της παραγωγικότητας. Αυτό οφείλεται πρωταρχικά στη λειτουργία του
νόμου του Okun.
Η εξήγηση είναι απλή: Σε δύσκολους περιόδους οι επιχειρήσεις προβαίνουν σε αποθεματοποίηση εργασίας – κρατούν περισσότερους εργαζόμενους από όσους χρειάζονται για την τρέχουσα παραγωγή. Όταν η ζήτηση αγαθών αυξηθεί για οποιονδήποτε λόγο, οι επιχειρήσεις ανταποκρίνονται αυξάνοντας εν μέρει την απασχόληση και εν μέρει έχοντας τους υπάρχοντες εργαζόμενους να δουλεύουν σκληρότερα.
Αυτός είναι ο λόγος που οι αυξήσεις στην παραγωγή οδηγούν σε αυξήσεις στην παραγωγικότητα. Δηλαδή οι διοικούντες τις επιχειρήσεις ασκούν διοίκηση, απολύοντας τους κατά την άποψή τους λιγότερο αποδοτικούς εργαζομένους και διατηρώντας στην εργασία έναν αριθμό εργαζομένων υψηλότερο από αυτόν που τους είναι χρήσιμος στην παρούσα συγκυρία, με στόχο την άμεση ανταπόκριση σε αυξημένη ζήτηση.
Ας θεωρήσουμε ότι αυξάνει η παραγωγικότητα. Η επίπτωση μιας αύξησης της παραγωγικότητας είναι η μείωση του όγκου της εργασίας που απαιτείται για την επίτευξη μιας μονάδας παραγωγής , μειώνοντας το κόστος για τις εταιρίες. Αυτό οδηγεί τις εταιρίες να μειώσουν την τιμή που χρεώνουν σε κάθε επίπεδο της παραγωγής. Αυτά είναι τα αναμενόμενα αποτελέσματα από την πλευρά της συνολικής καμπύλης προσφοράς.
Τώρα τίθεται η ακόλουθη ερώτηση: μια αύξηση στην παραγωγικότητα αυξάνει ή μειώνει τη ζήτηση αγαθών σε ένα δεδομένο επίπεδο τιμών; Δεν υπάρχει γενική απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Η απάντηση εξαρτάται από το τι πυροδότησε εξαρχής την αύξηση της παραγωγικότητας.
- Αν αυτό ήταν από την εκτεταμένη εφαρμογή μιας νέας τεχνολογικής εφεύρεσης ή από τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό (επενδύσεις σε μηχανήματα και ηλεκτρονικά μέσα) ή ακόμα από έργα υποδομής που αποτελούν προϋπόθεση για την πραγμάτωση των επενδύσεων μπορεί να παρουσιαστεί αύξηση της ζήτησης με δεδομένο το επίπεδο τιμών.
- Αν όμως αυτό προέρχεται από την «αποτελεσματική» χρήση των υφισταμένων τεχνολογιών και τις αναδιοργανώσεις – διαρθρωτικές αλλαγές που επί της ουσίας επιβάλλουν «συρρίκνωση» στην οικονομία τότε δεν υπάρχει προϋπόθεση αύξησης της ζήτησης. Η αναδιοργάνωση- συρρίκνωση δεν απαιτεί σχεδόν καθόλου νέες επενδύσεις. Βασική συνέπεια των αναδιοργανώσεων τέτοιου είδους είναι η απώλεια θέσεων εργασίας και η αύξηση της ανεργίας. Ουσιαστικά επιχειρείται αύξηση της παραγωγικότητας με φθίνοντες ρυθμούς μεταβολής τόσο του παραγόμενου προϊόντος όσο και του αριθμού των απασχολουμένων.
Πίνακας 1
Σχέσεις μεταξύ Παραγωγικότητας , Ανεργίας και Ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ στην Ελληνική Οικονομία
Πηγή: European Economic Forecast – Spring 2013.
Σύμφωνα με τα στοιχεία για την ελληνική οικονομία ,υπάρχει (ισχυρή) θετική συσχέτιση, μεταξύ αύξησης του προϊόντος και αύξησης της παραγωγικότητας (Γραφική Παράσταση 1 ).
Κατά τα έτη 1995-2002, η παραγωγικότητα αυξανόταν στην Ελλάδα με πολύ υψηλότερους ρυθμούς σε σύγκριση με τις περιοχές αναφοράς, και εν συνεχεία, μέχρι και το 2008, η απόσταση που χωρίζει την παραγωγικότητα στην Ελλάδα από την μέση παραγωγικότητα στην ευρωζώνη, την ΕΕ-15 ή την Γερμανία, σταθεροποιήθηκε.
Με άλλα λόγια, ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας στην Ελλάδα παρέμενε περίπου ίσος με το αντίστοιχο μέσο μέγεθος στις περιοχές αναφοράς. Το άλμα που πραγματοποίησε η ελληνική οικονομία, σε ό, τι αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας κατά την περίοδο 1995-2008, αναβάθμισε την θέση της στην κατάταξη των ανεπτυγμένων οικονομιών της Ευρώπης με κριτήριο την παραγωγικότητα.
Ο ρυθμός μεγέθυνσης της παραγωγής την ίδια περίοδο ήταν πολύ μεγαλύτερος από την αύξηση της παραγωγικότητας. Όταν η οικονομική πολιτική με βάση το πρόγραμμα της δημοσιονομικής προσαρμογής γίνεται έντονα συσταλτική η μεγέθυνση του ΑΕΠ γίνεται αρνητική ακολουθούμενη στην ίδια κατεύθυνση και από την παραγωγικότητα.
Μετά από μια τρομακτική μείωση του ΑΕΠ του οποίου ο ρυθμός μείωσης τα τρία χρόνια (2010-2011-2012) ήταν συνολικά -18,4% (-4,9% ,-7,1%, -6,4%) ο αντίστοιχος ρυθμός μείωσης της ανεργίας ήταν συνολικά -13,4% (-8,6%, -3,7%, -1,1%) κάτι που δικαιολογεί απόλυτα την αύξηση της παραγωγικότητας τον τελευταίο χρόνο.
Τα δύο πρώτα χρόνια, 2010-2011, οι ρυθμοί μείωσης των δύο μεγεθών είναι περίπου ίσοι: 12,0% η μείωση του ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ και 12,3% η μείωση του ποσοστού της ανεργίας σε πλήρη αντίθεση με το 2012 (ΑΕΠ : -6,4% , ποσοστό ανεργίας : -1,1%).
Βλέπουμε λοιπόν τι συμβαίνει σήμερα στην ελληνική οικονομία. Απλά επιβάλλεται μια «αναδιάρθρωση» της ελληνικής οικονομίας μέσω «συρρίκνωσης» και «κατεδάφισης», μάλιστα με τόσο βίαιο τρόπο ώστε δεν μπορούμε ούτε καν να ομιλούμε για την σουμπετεριανή «δημιουργική καταστροφή» η οποία θα ήταν σε τελική ανάλυση καλοδεχούμενη , αλλά απλά για καταστροφή.
Η επιζητούμενη αύξηση της παραγωγικότητας προέρχεται από εσωτερικές συρρικνωτικές «αναδιαρθρώσεις». Το τεράστιο εναλλακτικό κόστος είναι η δραματική αύξηση της ανεργίας και η συρρίκνωση του παραγωγικού δυναμικού.
Αν δεν αυξηθεί η ζήτηση (επενδυτική αλλά και καταναλωτική) η οικονομία δεν μπορεί να βρει ανοδική πορεία. Η αναμενόμενη μεγέθυνση της οικονομίας δεν μπορεί να γεννηθεί από την πλευρά της προσφοράς.
* Ο κ. Κώστας Μελάς είναι Δρ Οικονομίας, Όμιλος Κοινωνικού - Οικονομικού Προβληματισμού και Πολιτικής Δράσης.
Η εξήγηση είναι απλή: Σε δύσκολους περιόδους οι επιχειρήσεις προβαίνουν σε αποθεματοποίηση εργασίας – κρατούν περισσότερους εργαζόμενους από όσους χρειάζονται για την τρέχουσα παραγωγή. Όταν η ζήτηση αγαθών αυξηθεί για οποιονδήποτε λόγο, οι επιχειρήσεις ανταποκρίνονται αυξάνοντας εν μέρει την απασχόληση και εν μέρει έχοντας τους υπάρχοντες εργαζόμενους να δουλεύουν σκληρότερα.
Αυτός είναι ο λόγος που οι αυξήσεις στην παραγωγή οδηγούν σε αυξήσεις στην παραγωγικότητα. Δηλαδή οι διοικούντες τις επιχειρήσεις ασκούν διοίκηση, απολύοντας τους κατά την άποψή τους λιγότερο αποδοτικούς εργαζομένους και διατηρώντας στην εργασία έναν αριθμό εργαζομένων υψηλότερο από αυτόν που τους είναι χρήσιμος στην παρούσα συγκυρία, με στόχο την άμεση ανταπόκριση σε αυξημένη ζήτηση.
Ας θεωρήσουμε ότι αυξάνει η παραγωγικότητα. Η επίπτωση μιας αύξησης της παραγωγικότητας είναι η μείωση του όγκου της εργασίας που απαιτείται για την επίτευξη μιας μονάδας παραγωγής , μειώνοντας το κόστος για τις εταιρίες. Αυτό οδηγεί τις εταιρίες να μειώσουν την τιμή που χρεώνουν σε κάθε επίπεδο της παραγωγής. Αυτά είναι τα αναμενόμενα αποτελέσματα από την πλευρά της συνολικής καμπύλης προσφοράς.
Τώρα τίθεται η ακόλουθη ερώτηση: μια αύξηση στην παραγωγικότητα αυξάνει ή μειώνει τη ζήτηση αγαθών σε ένα δεδομένο επίπεδο τιμών; Δεν υπάρχει γενική απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Η απάντηση εξαρτάται από το τι πυροδότησε εξαρχής την αύξηση της παραγωγικότητας.
- Αν αυτό ήταν από την εκτεταμένη εφαρμογή μιας νέας τεχνολογικής εφεύρεσης ή από τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό (επενδύσεις σε μηχανήματα και ηλεκτρονικά μέσα) ή ακόμα από έργα υποδομής που αποτελούν προϋπόθεση για την πραγμάτωση των επενδύσεων μπορεί να παρουσιαστεί αύξηση της ζήτησης με δεδομένο το επίπεδο τιμών.
- Αν όμως αυτό προέρχεται από την «αποτελεσματική» χρήση των υφισταμένων τεχνολογιών και τις αναδιοργανώσεις – διαρθρωτικές αλλαγές που επί της ουσίας επιβάλλουν «συρρίκνωση» στην οικονομία τότε δεν υπάρχει προϋπόθεση αύξησης της ζήτησης. Η αναδιοργάνωση- συρρίκνωση δεν απαιτεί σχεδόν καθόλου νέες επενδύσεις. Βασική συνέπεια των αναδιοργανώσεων τέτοιου είδους είναι η απώλεια θέσεων εργασίας και η αύξηση της ανεργίας. Ουσιαστικά επιχειρείται αύξηση της παραγωγικότητας με φθίνοντες ρυθμούς μεταβολής τόσο του παραγόμενου προϊόντος όσο και του αριθμού των απασχολουμένων.
Πίνακας 1
Σχέσεις μεταξύ Παραγωγικότητας , Ανεργίας και Ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ στην Ελληνική Οικονομία
Ρυθμός Μεγέθυνσης ΑΕΠ | Παραγωγικότητα Εργασίας | % Ανεργίας | |
1961-1973 | 8,5 | 9,0 | 4,4 |
1974-1985 | 1,7 | 0,7 | 3,8 |
1986-1990 | 1,2 | 0,5 | 6,6 |
1991-1995 | 1,2 | 0,6 | 8,3 |
1996-2000 | 3,4 | 2,9 | 10,7 |
2001-2005 | 4,0 | 2,7 | 10,2 |
2006 | 5,5 | 3,6 | 8,9 |
2007 | 3,0 | 1,4 | 8,3 |
2008 | -0,2 | -0,9 | 7,7 |
2009 | -3,1 | -2,5 | 9,5 |
2010 | -4,9 | -2,4 | 17,7 |
2011 | -7,1 | -1,6 | 24,3 |
2012 | -6,4 | 2,1 | 27,0 |
Σύμφωνα με τα στοιχεία για την ελληνική οικονομία ,υπάρχει (ισχυρή) θετική συσχέτιση, μεταξύ αύξησης του προϊόντος και αύξησης της παραγωγικότητας (Γραφική Παράσταση 1 ).
Κατά τα έτη 1995-2002, η παραγωγικότητα αυξανόταν στην Ελλάδα με πολύ υψηλότερους ρυθμούς σε σύγκριση με τις περιοχές αναφοράς, και εν συνεχεία, μέχρι και το 2008, η απόσταση που χωρίζει την παραγωγικότητα στην Ελλάδα από την μέση παραγωγικότητα στην ευρωζώνη, την ΕΕ-15 ή την Γερμανία, σταθεροποιήθηκε.
Με άλλα λόγια, ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας στην Ελλάδα παρέμενε περίπου ίσος με το αντίστοιχο μέσο μέγεθος στις περιοχές αναφοράς. Το άλμα που πραγματοποίησε η ελληνική οικονομία, σε ό, τι αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας κατά την περίοδο 1995-2008, αναβάθμισε την θέση της στην κατάταξη των ανεπτυγμένων οικονομιών της Ευρώπης με κριτήριο την παραγωγικότητα.
Ο ρυθμός μεγέθυνσης της παραγωγής την ίδια περίοδο ήταν πολύ μεγαλύτερος από την αύξηση της παραγωγικότητας. Όταν η οικονομική πολιτική με βάση το πρόγραμμα της δημοσιονομικής προσαρμογής γίνεται έντονα συσταλτική η μεγέθυνση του ΑΕΠ γίνεται αρνητική ακολουθούμενη στην ίδια κατεύθυνση και από την παραγωγικότητα.
Μετά από μια τρομακτική μείωση του ΑΕΠ του οποίου ο ρυθμός μείωσης τα τρία χρόνια (2010-2011-2012) ήταν συνολικά -18,4% (-4,9% ,-7,1%, -6,4%) ο αντίστοιχος ρυθμός μείωσης της ανεργίας ήταν συνολικά -13,4% (-8,6%, -3,7%, -1,1%) κάτι που δικαιολογεί απόλυτα την αύξηση της παραγωγικότητας τον τελευταίο χρόνο.
Τα δύο πρώτα χρόνια, 2010-2011, οι ρυθμοί μείωσης των δύο μεγεθών είναι περίπου ίσοι: 12,0% η μείωση του ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ και 12,3% η μείωση του ποσοστού της ανεργίας σε πλήρη αντίθεση με το 2012 (ΑΕΠ : -6,4% , ποσοστό ανεργίας : -1,1%).
Βλέπουμε λοιπόν τι συμβαίνει σήμερα στην ελληνική οικονομία. Απλά επιβάλλεται μια «αναδιάρθρωση» της ελληνικής οικονομίας μέσω «συρρίκνωσης» και «κατεδάφισης», μάλιστα με τόσο βίαιο τρόπο ώστε δεν μπορούμε ούτε καν να ομιλούμε για την σουμπετεριανή «δημιουργική καταστροφή» η οποία θα ήταν σε τελική ανάλυση καλοδεχούμενη , αλλά απλά για καταστροφή.
Η επιζητούμενη αύξηση της παραγωγικότητας προέρχεται από εσωτερικές συρρικνωτικές «αναδιαρθρώσεις». Το τεράστιο εναλλακτικό κόστος είναι η δραματική αύξηση της ανεργίας και η συρρίκνωση του παραγωγικού δυναμικού.
Αν δεν αυξηθεί η ζήτηση (επενδυτική αλλά και καταναλωτική) η οικονομία δεν μπορεί να βρει ανοδική πορεία. Η αναμενόμενη μεγέθυνση της οικονομίας δεν μπορεί να γεννηθεί από την πλευρά της προσφοράς.
[1]
Δες : O.Blanchard, Μακροοικονομική. Επίκεντρο 2006. Επίσης :R.
Dornbusch- S.Fischer, Μακροοικονομική, Κριτική 1993. Ακόμα: J.Stiglitz –
C.Walsh , Αρχές της Μακροοικονομικής , Παπαζήση 2009.
[2] Ο συγκεκριμένος νόμος συσχετίζει τη μεταβολή του ποσοστού ανεργίας με τον αρνητικό ρυθμό μεταβολής του προϊόντος.* Ο κ. Κώστας Μελάς είναι Δρ Οικονομίας, Όμιλος Κοινωνικού - Οικονομικού Προβληματισμού και Πολιτικής Δράσης.