01 Σεπτεμβρίου 2013

Τιτιβίζοντας το τίποτα

Αφού δεν μπορεί να παραχθεί μεγάλη ή στοιχειωδώς λειτουργική πολιτική, ας ακουστεί τουλάχιστον ένα τιτίβισμα στο Twitter.Αν κάποιος επαγγελματίας της πολιτικής είναι ανίκανος να λύσει ένα πρόβλημα συντεθλιμμένος στις εσωκομματικές και θεσμικές συμβάσεις, αν κάποιος πολιτικός αδυνατεί να συνθέσει μια πολιτική κατεύθυνση ή θεωρεί μη χρήσιμο να δουλέψει σε δυσδιάκριτα και μη επικοινωνιακά αντικείμενα-νομοσχέδια, ας κάνει ένα τζέρτζελο ανέβασμα, μια «εικονοκλαστική» χειρονομία, ας ρίξει μια καρπαζιά σε μια γριά ενώ περνάει ξυστά δίπλα της με το μηχανάκι, ας κάνει μια αταξία (απ' αυτές που δεν του επέτρεψε η μαμά του) ώστε να «γράψει» επικοινωνιακά.

Οσο περιορίζεται ή δυσκολεύει το πεδίο πολιτικής παραγωγής τόσο τα ιντερνετικά πρεζόνια -για να επικυρώσουν την ασήμαντη οντότητά τους- προκαλούν θορύβους, στιγμιαία μίση, χαράκωμα της μπογιάς του αυτοκινήτου. Εάν κανείς δει τη διαδικτυακή ύλη που διεκδικεί τη θέση της πολιτικής παραγωγής, κατανοεί έκπληκτος τη δυσαναλογία ηλιθιότητας, ναρκισσισμού και προβλημάτων της κοινωνίας. Το τίποτα χρειάζεται ένα πάμφθηνο κάτι. Οι διαδικτυακοί τραμπουκισμοί, οι εξυπνακίστικες, στεγνές συντομογραφίες υποκαθιστούν την κοινοβουλευτική πράξη, την πολιτική δυνατότητα, τη δύναμη και τη χαρά της δημοκρατίας, την αμυντική αποτελεσματικότητα της ελεύθερης σκέψης και κυρίως υποκαθιστούν τη χρησιμότητα.

Ηπτώση του επιπέδου που τυλίγει Κοινοβούλιο και διαδικτυακό καφενείο δεν οφείλεται μόνο στην κάμψη των πολιτικών ποιοτήτων (στη χαμηλή στάθμη των οποίων ούτως ή άλλως η χώρα μας είναι σταθερά και διιστορικά προσηλωμένη), αλλά και στη σοβαρή έκπτωση πολλών δομών της δημοκρατικής συνθήκης και πολιτικής παραγωγικότητας. Για παράδειγμα, απαγορεύονται απεργίες με τις επιστρατεύσεις ή τις απειλές λόγω ανεργίας (έχουμε, δηλαδή, μια βαθύτατη πολιτικοθεσμική υποχώρηση)· ως παράλληλο συμβάν «τρέχει» ένα νομοθετικό έργο, αντιφατικό, εκβιασμένο, πρόχειρο, αδιάβαστο, αστοιχείωτο (έχουμε δηλαδή μια θεσμοποιητική υποχώρηση)· διευρύνονται και βαθαίνουν κάθε λεπτό τα κοινωνικά μίση, η βία, το έγκλημα, ο υποσυνείδητος εκφασισμός της κοινωνίας (έχουμε δηλαδή μια πολιτισμική υποχώρηση)· ως σύνθεση όλων αυτών των πολλαπλών υποχωρήσεων έχουμε τη μετάθεση της τέλεσης στον αυτοσχεδιασμό, στην ενδοτικότητα, στην κούτρα και ενίοτε τις σκοταδιστικές ιδεοληψίες ελαχίστων (επιλεγμένων) πολιτικών στελεχών, υπό την απόλυτη εξουσία της τρόικας. Απέναντι στα μείζονα, που συμβαίνουν στην κοινωνία, αντιστοιχούν τα ποιοτικώς ελάσσονα στην πολιτική.

Το επίσης σημαντικό είναι ότι με αυτή την πολλαπλή καχεξία μετατίθενται και οι αξιολογήσεις. Οπως αποκαλύπτεται από τα περιστατικά της απαράδεκτης συμπεριφοράς του κ. Σταυρίδη, του κ. Χρονόπουλου κ.λπ., ακριβώς σε αυτή την συνθήκη δεν τιμωρείται η ανεπάρκεια ή η ανηθικότητα, αλλά η διαδικτυακή και μιντιακή τους απεικόνιση, οι συμβολισμοί και οι αναπαραστάσεις τους. Το πολιτικό προσωπικό λοιπόν, βυθισμένο, άπρακτο, συχνά συνένοχο, μελαγχολικό και αχρηστευμένο, καταλήγει στο τιτίβισμα, στο Facebook, στα χρονοβόρα γκουγκλαρίσματα, στην αυτοπεριγραφή. «Ποια απάντηση θα κάνει σουξέ;», «ποιοι με αναφέρουν;», «τι να φορέσω σήμερα;».

Στη συνθήκη έκρηξης του ναρκισσισμού και της εγωπάθειας, το πολιτικό προσωπικό ασφυκτιά από τις ελάχιστες αρμοδιότητες που έχει, από τις λίγες θέσεις που του διαθέτει το σύστημα και εκτός από τις μικρές οικογενειακές αυτοεξυπηρετήσεις, που και εθιμικά του επιτρέπονται ακόμα, εκτός από την επαγγελματική κρατικοκεντρική αποκατάσταση στενά δικών του παιδιών, το μόνο που του μένει είναι η τιτιβιστική αυτοδήλωση, η αυτο-εικόνιση. Και όμως αυτό δημιουργεί πολιτικά (ή παραπολιτικά) γεγονότα, σουξέ, αναγνωσιμότητα, αναγνωρισιμότητα. Αυτό φαίνεται ότι θέλει ο κόσμος. Αυτό του δίνουν.

Τα «βερίκοκα» του κ. υπουργού Υγείας, οι καθεστωτικές εγωπάθειες της κ. Διβάνη, οι μελετημένες παραπολιτικές αφλογιστίες πιάτσας του κ. Τατσόπουλου, οι φιλαρέσκειες της κ. Ρεπούση, η αργόφωνη βία του κ. Κεδίκογλου, η σπαρταριστή ωμότητα του κ. Κρανιδιώτη, ο επιτηδευμένος πρωτογονισμός του κ. Κασιδιάρη κ.λπ. Η εναρμόνιση οικονομικού, πολιτικού και θεσμικού αφανισμού της χώρας, με την πολιτική και πολιτιστική εν τέλει αποδιάρθρωσή της, είναι εφιάλτης. Η έκπληξη όλων των αναλυτών για την ηλίθια, ανεπαρκή, ασύντακτη θέση της χώρας μας στην επιχειρούμενη και στημένη επέμβαση στη Συρία στο βάθος έχει αυτή τη ρίζα, αυτή την εκπτωτική φλέβα: τη συμμορφωτική τυχαιότητα στη θέση της πολιτικής. Χαμένη υπόθεση...
* Ζωγράφος, αν. καθηγητής ΕΜΠ dsevastakis@arch.ntua.gr