10 Αυγούστου 2013

Υπό τις ευλογίες του Κίσινγκερ και με οσμή πετρελαίου ο 2ος Αττίλας

Η ΝΕΑ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΣΤΙΣ 14 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1974, ΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΗΘΗΚΕ, Η ΦΙΛΟΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ ΚΑΙ Η ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΣΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΝΑΤΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ
Οι Τούρκοι  στις 14 Αυγούστου 1974 δεν συνέχισαν την επιχείρηση «Αττίλας» χωρίς τη γνώση και έγκριση των σχεδίων τους από την κυβέρνηση των ΗΠΑ
Οι Τούρκοι στις 14 Αυγούστου 1974 δεν συνέχισαν την επιχείρηση «Αττίλας» χωρίς τη γνώση και έγκριση των σχεδίων τους από την κυβέρνηση των ΗΠΑ
Στις 14 Αυγούστου 1974 άρχισε η δεύτερη εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, ενώ είχαν ήδη αρχίσει οι διαπραγματεύσεις των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας στη Γενεύη. Την ίδια μέρα η οικουμενική κυβέρνηση υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή αποφάσισε με δημόσια δήλωσή της ν' αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.  Σύμφωνα με την ανακοίνωση της κυβέρνησης Καραμανλή, το ΝΑΤΟ είχε αποδειχθεί «ανίκανο να παρεμποδίσει την Τουρκία από την εξαπόλυση νέας βάρβαρης και απρόκλητης επίθεσης κατά της Κύπρου (...)

»Το ΝΑΤΟ, επομένως, δεν έχει λόγο ύπαρξης και δεν μπορεί να εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο συνεστήθη, αφού δεν μπορεί να αποτρέψει τον πόλεμο μεταξύ δύο μελών του». Δεκαπέντε μέρες αργότερα η CIA, αναλύοντας την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης σχετικά με το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, τόνισε ότι «οι Ελληνες είναι θυμωμένοι με τις ΗΠΑ γιατί οι εναλλακτικές λύσεις είναι είτε πολύ απογοητευτικές ή πολύ δυσάρεστες, αλλά δεν μπορούν ν' απαντήσουν στρατιωτικά στους Τούρκους γιατί πιθανώς γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να νικήσουν».Η αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ είχε ικανοποιήσει την Αριστερά, αλλά «αυτό δεν σήμαινε ότι ο Καραμανλής είχε υιοθετήσει μια αντι-αμερικανική πολιτική για να εξασφαλίσει ένα εσωτερικό πολιτικό πλεονέκτημα.
»Είναι ειλικρινά απογοητευμένος με την πολιτική των ΗΠΑ στην Κύπρο, αλλά επίσης αναγνωρίζει ότι η αντι-αμερικανική πολιτική που ακολουθεί τον κάνει δημοφιλή και θα του δώσει χρόνο να εδραιώσει την πολιτική του θέση». Μετά το πραξικόπημα του Ιωαννίδη τον Νοέμβριο του 1973, οι ΗΠΑ διέβλεπαν εξελίξεις στο Κυπριακό.Βέβαια το Κυπριακό απασχολούσε τις αμερικανικές υπηρεσίες και επί Παπαδόπουλου.
 
Κατά Μακαρίου
HCIA σημείωνε τον Σεπτέμβριο του 1973 ότι «μια δωδεκάδα ή και περισσότερα έθνη έχουν ένα ενεργό ενδιαφέρον για το κυπριακό ζήτημα». Οι ΗΠΑ είχαν, αρκετό καιρό πριν, δείξει ενδιαφέρον για τη διχοτόμηση, όχι αναγκαστικά σε ίσα μέρη της Κύπρου, μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που ανήκαν στο ΝΑΤΟ, και κατ' επέκταση υπέρ του τέλους της αδέσμευτης πολτικής του Μακαρίου.
«Οι ΗΠΑ -συνέχισε η έκθεση της CIA- συμμερίζεται τις ίδιες βασικές ανησυχίες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και οι άλλοι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ σχετικά με την Κύπρο. Οι ΗΠΑ έχουν κάνει δύο μη επιτυχημένες προσπάθειες από τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου να μεσολαβήσουν για μια διευθέτηση της διακοινοτικής διαμάχης. Σε μια μεγάλη πρωτοβουλία το 1964, ο Ντ. Ατσεσον πρότεινε διαίρεση της νήσου σύμφωνα με τις εθνικές γραμμές, αλλά αυτό θα σήμαινε μετακίνηση πληθυσμών και ο Μακάριος απέρριψε την πρόταση».
«Το ΝΑΤΟ αποδείχθηκε ανίκανο να παρεμποδίσει την Τουρκία από την εξαπόλυση νέας βάρβαρης  και απρόκλητης επίθεσης κατά της Κύπρου» ήταν  η ανακοίνωση του Κωνσταντίνου Καραμανλή
«Το ΝΑΤΟ αποδείχθηκε ανίκανο να παρεμποδίσει την Τουρκία από την εξαπόλυση νέας βάρβαρης και απρόκλητης επίθεσης κατά της Κύπρου» ήταν η ανακοίνωση του Κωνσταντίνου Καραμανλή Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν συνείδηση ότι η επικράτηση του Ιωαννίδη δημιουργούσε ένα κλίμα περίπλοκο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

«Το καθεστώς Ιωαννίδη -σημείωνε αμερικανική έκθεση την άνοιξη του 1974- είναι περισσότερο ριψοκίνδυνο απ' ό,τι ο προκάτοχός του σε σχέση με την Κύπρο και την Τουρκία», αν και «η παρούσα κυβέρνηση» Ανδρουτσόπουλου «αποβλέπει στη συνεργασία με τις ΗΠΑ σαν τη βάση της εξωτερικής της πολιτικής».Σύμφωνα με την ίδια έκθεση των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ, «ο Ιωαννίδης, όπως πολλοί αξιωματικοί που έχουν υπηρετήσει στην Κύπρο, έχει ένα ειδικό ενδιαφέρον για την τύχη της νήσου», όπως και για την κομμουνιστική απειλή, και αν σταθεροποιήσει τη θέση του «θα μπορούσε σε κάποιο στάδιο να προσπαθήσει να ανατρέψει τον Μακάριο».
 
Πετρέλαιο
Η πρόσφατη ανακάλυψη πετρελαίου ανοιχτά της Θάσου (αρχές 1974) έδειχνε ότι «το Αιγαίο μπορεί να περικλείει πλούσια αποθέματα» και αυτό έκανε την ελληνοτουρκική διαφορά «εν δυνάμει πιο εκρηκτική».Ορισμένοι Αμερικανοί επίσημοι, όπως ο πρεσβευτής στην Ελλάδα Χένρι Τάσκα, ανησυχούσαν από τις εξελίξεις, αλλά αυτό δεν συνέβαινε με την ανώτατη αμερικανική ηγεσία.
Στις 8 Μαρτίου 1974 ο Τάσκα τηλεγράφησε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ: «Είμαι όλο και πιο ανήσυχος σχετικά με την εξελισσόμενη σοβινιστική συμπεριφορά της χούντας του Ιωαννίδη, όπως διαφαίνεται από τις εκθέσεις των υπηρεσιών πληροφοριών», συμπεριφορά που θα μπορούσε να έλθει κάποια στιγμή «σε αντίθεση με τα συμφέροντά μας».Αλλά οι υπηρεσίες πληροφοριών και ο Κίσινγκερ, υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, έβλεπαν τα πράγματα τελείως διαφορετικά.
Ο Χένρι Κίσινγκερ συμφωνούσε με  το δικτάτορα Ιωαννίδη για την ανατροπή του Μακαρίου
Ο Χένρι Κίσινγκερ συμφωνούσε με το δικτάτορα Ιωαννίδη για την ανατροπή του Μακαρίου Συμφωνούσαν με τον Ιωαννίδη για την ανατροπή του Μακαρίου, που άφηνε, σύμφωνα με τα λόγια του Ελληνα δικτάτορα, να εξελιχθεί η Κύπρος «σε Κούβα της Μεσογείου».

Η έκθεση της υπηρεσίας πληροφοριών (Απριλίου 1974) προέτρεπε σε συνεργασία με τον Ιωαννίδη γιατί «προσπάθειες από τις ΗΠΑ ν' αποστασιοποιηθούν από τους σημερινούς κυβερνήτες (της Ελλάδας) θα περιπλέξει τις διμερείς εργασιακές σχέσεις» και ένας «δημόσιος χαρακτηρισμός του παρόντος καθεστώτος ως καταπιεστικού» θα εθεωρείτο «μειωτικός» από τον Ιωαννίδη και θα τον έκανε «αδικαιολόγητα» να θυμώσει, «χωρίς όμως να πείσει τους πλέον επικριτικούς του καθεστώτος ότι οι ΗΠΑ είχαν εγκαταλείψει τον Ιωαννίδη».Στις 20 Μαρτίου 1974 πραγματοποιήθηκε μια κλειστή σύσκεψη στην Ουάσιγκτον, στην οποία συμμετείχε και ο πρεσβευτής Τάσκα, όπου προήδρευσε ο υπουργός Εξωτερικών Κίσινγκερ.Ο Τάσκα, στη διάρκεια της σύσκεψης, υποστήριξε ότι η δικτατορία Ιωαννίδη ήταν ένα καθεστώς με την πιο μικρή λαϊκή βάση από την επανάσταση του 1821 και είπε ότι η Αεροπορία ήταν στην καλύτερη περίπτωση «ουδέτερη» και ότι το Ναυτικό, όπως και ο αρχηγός του ναύαρχος Αραπάκης, «οριστικά εναντίον» του καθεστώτος Ιωαννίδη. Αλλά ο Κίσινγκερ με τη στάση του αντέκρουε σταθερά τον Τάσκα. Ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα υποστήριξε ότι «τώρα υπήρχαν σοβαρές ενδείξεις» ότι το καθεστώς Ιωαννίδη «μπορούσε εύκολα να έρθει σε αντιπαράθεση με την Τουρκία στα ζητήματα του Αιγαίου και της Κύπρου».

 Οι απαντήσεις του Κίσινγκερ ήταν σιβυλλικές, στο βάθος υπέρ του καθεστώτος Ιωαννίδη. Σε μία παρέβασή του ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών είπε, απαντώντας στον Τάσκα: «Το ερώτημά μου είναι: Γιατί είναι προς το συμφέρον των Αμερικανών να γίνει στην Ελλάδα ό,τι προφανώς εμείς δεν κάνουμε οπουδήποτε αλλού, δηλαδή να τους ζητήσουμε να δεσμευτούν προς τον πρόεδρο ότι θα κινηθούν προς αντιπροσωπευτική κυβέρνηση;».Και σε άλλο σημείο της συνάντησης ο Κίσινγκερ τόνισε: «Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ καθοδηγεί την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Διαπραγματεύεται με κάθε κυβέρνηση -κομμουνιστική ή μη κομμουνιστική- μέσα στο πλαίσιο των στόχων της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ».

Για να κατευνάσει κάθε αντίρρηση του Τάσκα ο Κίσινγκερ τόνισε τελικά γιατί θα έπρεπε η κυβέρνηση των ΗΠΑ ν' αποδεχθεί τον Ιωαννίδη: «Πριν ακόμα κάνουμε αυτή την κρίση, ένα πράγμα θα πρέπει να ξέρουμε, ότι η πιθανή πολιτική εξέλιξη είναι μεταξύ του Παπανδρέου και αυτού του ανθρώπου (Ιωαννίδη). Δεν ξέρω αν είναι προς το συμφέρον μας να σπεύσουμε σε υπεράσπιση του Παπανδρέου. Τάσκα: Οχι, συμφωνώ, απολύτως».
Ο Κίσινγκερ ήταν κατηγορηματικός στο να μην κοπεί η αμερικανική βοήθεια προς τον παλιό του μαθητή και πρόεδρο της Τουρκίας, Μπουλέντ Ετσεβίτ
Ο Κίσινγκερ ήταν κατηγορηματικός στο να μην κοπεί η αμερικανική βοήθεια προς τον παλιό του μαθητή και πρόεδρο της Τουρκίας, Μπουλέντ Ετσεβίτ Το καθεστώς Ιωαννίδη φαινόταν ν' ανταποκρίνεται, θεληματικά ή αθέλητα, στους στόχους της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ.

Τον Ιούλιο του '74 έγινε το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, ακολούθησε η τουρκική εισβολή, έγινε η μεταπολίτευση. Επήλθε μια ανακωχή και άρχισαν διαπραγματεύσεις στη Γενεύη για την επίτευξη μιας ειρηνικής διευθέτησης του Κυπριακού. Ομως ξαφνικά στις αρχές Αυγούστου φάνηκε καθαρά το τουρκικό σχέδιο, που έπρεπε να ολοκληρωθεί με τη δημιουργία ανεξάρτητου ενιαίου τουρκικού θυλάκου που θα περιελάμβανε περίπου το ένα τρίτο του νησιού. Αυτό έγινε με την πλήρη γνώση και τη συγκατάθεση των Αμερικανών, που καθόρισαν και το ποσοστό της τουρκικής αυτόνομης περιοχής.

Δηλαδή οι Τούρκοι στις 14 Αυγούστου 1974 δεν συνέχισαν την επιχείρηση «Αττίλας» χωρίς τη γνώση και έγκριση των σχεδίων τους από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Στις 9 Αυγούστου ο Αμερικανός υφυπουργός Αθρουρ Χάρτμαν, που παρακολουθούσε τις συνομιλίες στη διάσκεψη της Γενεύης, τηλεγράφησε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ότι ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Τζέιμς Κάλαχαν «κατανοεί τη δύναμη του τουρκικού αιτήματος για μια προηγούμενη κατ' αρχήν δέσμευση από την Ελλάδα (όπως επίσης και από τους Ελληνοκύπριους) της αντίληψης για μια αυτόνομη τουρκοκυπριακή διοίκηση σε μια διακριτή γεωγραφική περιοχή, μέσα σ' ένα ανεξάρτητο, κυρίαρχο κράτος.

Χωρίς μια προηγούμενη δέσμευση (γραπτή ή προφορική) η Τουρκία θ' αρνηθεί τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων και θα προστρέξει εκ νέου σύντομα στη στρατιωτική κατάκτηση πρόσθετων εδαφών». Ο Χάρτμαν ήθελε να συμβουλέψει τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Γκιουνέι να μη ζητήσει «εξαιρετική ακρίβεια» στη δήλωση των Ελλήνων ούτε στην τωρινή συγκυρία να τονιστούν τα ακριβή ποσοστά «της συνολικής γης» που διεκδικούσαν οι Τούρκοι, ούτε επίσης να επιδειχθούν χάρτες που θα περιελάμβαναν την τουρκική ζώνη. Το μεσημέρι της 9ης Αυγούστου, μετά την ξαφνική παραίτηση του Ρίτσαρντ Νίξον, νέος πρόεδρος των ΗΠΑ ορκίστηκε ο Τζέραλντ Φορντ.
 
Το 30% της Κύπρου
Στις 10 Αυγούστου ο Κίσινγκερ ενημέρωσε τηλεφωνικά το νέο πρόεδρο για το Κυπριακό. «Οι Τούρκοι -ενημέρωσε ο Κίσινγκερ- θέλουν ένα σύντομο αποτέλεσμα που να οδηγεί στη διαίρεση του νησιού σε ελληνικό και τουρκικό μέρος με μια γενική ομοσπονδιακή κυβέρνηση, που όμως θα είναι πολύ αδύναμη. Κατέχουν το 15% του νησιού και θέλουν το 30%. Μπορεί να προσπαθήσουν να το πάρουν».

Σύμφωνα με τον Κίσινγκερ, που έθεσε διπλωματικά το Κυπριακό στον Αμερικανό πρόεδρο, οι ΗΠΑ έπρεπε να πάρουν μια θέση μεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής, «έτσι ώστε να μπορούμε να καλυτερέψουμε το τουρκικό αίτημα, αλλά να μην αφήσουμε τους Τούρκους να ισχυριστούν ότι ήμασταν εκείνοι που τους εμποδίσαμε». Οι Ελληνες έπρεπε να πιεστούν «να αποδεχτούν δύο ή τρεις αυτόνομες τουρκικές περιοχές, αλλά όχι μία συνεχόμενη περιοχή». Οσο πλησιάζει η μέρα της δεύτερης εισβολής όλο και περισσότερο ο Κίσινγκερ δείχνει να αποκλίνει προς την τουρκική πλευρά.
Στις 12 Αυγούστου γίνεται μια κλειστή συνάντηση στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Οι πληροφορίες μιλούν για επικείμενη τουρκική στρατιωτική προώθηση στην Κύπρο.

Οι Τούρκοι ζητούσαν να γίνουν αποδεκτοί οι όροι τους. Ενας εκ των παρισταμένων ρώτησε, τι έπρεπε να γίνει αποδεκτό; Ο Κίσινγκερ απάντησε «Μια βόρεια τουρκική ζώνη» και ο αναπληρωτής βοηθός υπουργός Εξωτερικών Γουέλς Στάμπλερ «έδειξε την περιοχή σ' έναν χάρτη». Ενας εκ των παρισταμένων, αφού κοίταξε το χάρτη, είπε ότι «η ευρύτερη ζώνη» που διεκδικούσαν οι Τούρκοι «σημαίνει το διπλασιασμό του τριγώνου που σήμερα κατέχουν».Ο Κίσινγκερ απάντησε ότι «δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα μέχρι να έχουμε νέα από τον Κάλαχαν. Θα μιλήσω στον Ετσεβίτ (που ήταν παλιός του μαθητής) και θα του πω να παρουσιάσει την πρότασή του».

 Και σ' άλλο σημείο ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ αναρωτήθηκε «τι ακριβώς έχουν κάνει οι Τούρκοι; Ας υποθέσουμε ότι έχουν στείλει τελεσίγραφο (στους Ελληνες). Τι να κάνουμε; Να χρησιμοποιήσουμε τα 12 F-45; Μετά την αποτυχία του τηλεφωνήματός μου προς τον Ετσεβίτ, τι να κάνουμε;». Και ο συνεργάτης του Κίσινγκερ, Στάμπλερ, πρόσθεσε: «Αν είναι αποφασισμένος να προχωρήσει, δεν υπάρχουν πολλά που μπορούμε να κάνουμε». Η μόνη αμερικανική αντίδραση θα έπρεπε να εκδηλωθεί μετά την εισβολή, στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
 
Ηθελαν διχοτόμηση
Οταν ένας τεκ ων παρισταμένων υποστήριξε ότι θα έπρεπε να εξεταστεί και η διακοπή της αμερικανικής βοήθειας προς την Τουρκία, ο Κίσινγκερ ήταν κατηγορηματικός: «Δεν θα το κάνουμε αυτό». Στο βάθος η αμερικανική ηγεσία δεν διαφωνούσε με τη διαίρεση του νησιού. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξέτασε το Κυπριακό λίγο πριν από τη δεύτερη εισβολή και υπέδειξε ότι «το πρόβλημα είναι τι θα πρέπει να κάνουμε αν η διάσκεψη της Γενεύης διακοπεί λόγω της επιμονής των Τούρκων το βορειοανατολικό ένα τρίτο της Κύπρου να παραχωρηθεί στην Τουρκία ως προϋπόθεση για περαιτέρω συνομιλίες».

Σε περίπτωση τουρκικής πολεμικής προώθησης στην Κύπρο «πρακτικά, μια κατάπαυση του πυρός μπορούσε μόνο να επιτευχθεί με την άσκηση εξαιρετικής αμερικανικής πίεσης στην Τουρκία να περιορίσει τους στρατιωτικούς της στόχους. Ενώ θα πρέπει επίσης να προτρέψουμε σε αυτοπειθαρχία τους Ελληνες, θα πρέπει υπεράνω όλων να προτρέψουμε τους Τούρκους να σταματήσουν στη γραμμή Κερύνεια - Λευκωσία - Αμμόχωστος της Κύπρου». Ετσι κι έγινε.

Στις 13 Αυγούστου, την παραμονή της δεύτερης τουρκικής εισβολής, ο Κίσινγκερ είπε στον πρόεδρο Φορντ ότι «δεν υπάρχει αμερικανικός λόγος, γιατί οι Τούρκοι δεν θα πρέπει να έχουν το ένα τρίτο της Κύπρου».Στις 24 Σεπτεμβρίου 1974 ο Κίσινγκερ συναντήθηκε με τον Τούρκο υπουργό των Εξωτερικών Γκιουνέι, ενώ έχει πλέον ολοκληρωθεί η δεύτερη τουρκική εισβολή. Σε κάποια στιγμή της συνάντησης ο Κίσινγκερ αποκάλυψε στον Γκιουνέι: «Θα σου πω τι είπα στον Μαύρο σήμερα το πρωί, αφού είναι χρήσιμο να είμαστε ειλικρινείς σ' αυτά τα θέματα. Του είπα ότι δεν μπορεί να μας ζητηθεί να κάνουμε θαύματα. Στο εδαφικό, είπε ότι θα πρέπει να είναι σε αναλογία με τον τουρκικό πληθυσμό. Του είπα ότι κατά τη γνώμη μου αυτό δεν ήταν ρεαλιστικό, το έδαφος (τουρκικό) θα πρέπει να είναι μεγαλύτερο αναλογικά με τον πληθυσμό, αλλά λιγότερο απ' ό,τι είναι τώρα κατεχόμενο. Αυτή φυσικά ήταν η δική μου άποψη. Γκιουνέι: Και η δική μου επίσης». Γι' αυτό άλλωστε περιφράχτηκε η Αμμόχωστος, ώστε να δοθεί κάποια στιγμή στους κατόχους της. Ας ελπίσουμε σύντομα, μετά κοντά 40 χρόνια. Ετσι ώστε οι Τούρκοι να κατέχουν περί το 1/3 του νησιού όπως είχε προβλεφθεί.