02 Ιουνίου 2013

Η ταυτότητα της ελευθερίας

Του Χριστόδουλου Γιαλλουρίδη

  • Τα κράτη δεν υπάρχουν στον κόσμο ως μηχανιστικές κατασκευές διαδικαστικών και νομοτεχνικών ρυθμίσεων…
  • Οποιαδήποτε διαπραγμάτευση επί της ουσίας τούτη την ώρα θα συνιστούσε την υπογραφή της αυτοκραταστροφής μας ως κρατικής, πολιτικής και πολιτιστικής οντότητας
  • ΚΑΝΕΝΑ άτομο και καμιά κοινωνία δεν μπορεί να ζήσει στο κενό. Η Ιστορία είναι τόσο προϋπόθεση, όσο και αποτέλεσμα της ύπαρξής μας
Βρίσκεται σήμερα η Κύπρος σε μιαν από τις χειρότερες και πιο δύσκολες στιγμές της νεότερης πολιτικής ιστορίας της. Η αποδυνάμωση, θα λέγαμε η απίσχνανση όλων των συντελεστών ισχύος που διέπουν ένα πολιτικό σύστημα και συνιστούν τους παράγοντες επιβίωσης και προόδου, όπως είναι η στρατιωτική και οικονομική ισχύς, η ικανότητα ενός συστήματος επιρροής διεθνώς και ο πολιτισμός ως ιστορία και παράδοση, βρίσκονται στην Κύπρο τούτη τη στιγμή σε μια φάση απειλητικής ρευστότητας. Αυτό σημαίνει πως οποιαδήποτε διαπραγμάτευση επί της ουσίας τούτη την ώρα θα συνιστούσε την υπογραφή της αυτοκραταστροφής μας ως κρατικής, πολιτικής και πολιτιστικής οντότητας.

Η διαπραγμάτευση δεν είναι μόνο διαδικαστική και τεχνική υπόθεση πρόταξης θεμάτων ημερήσιας διάταξης, δηλαδή ατζέντας ή και συμφωνίας επί της αρχής του περιεχομένου της διαπραγμάτευσης. Η διαπραγμάτευση εμπεριέχει πολλά στοιχεία και παραμέτρους που παραμένουν αφανή σε όλη τη διαδικασία, επηρεάζουν όμως την ουσία, την πορεία και την έκβασή της. Ένα τέτοιο ζήτημα είναι και παραμένει η πολιτική κουλτούρα, ο πολιτισμός, η ταυτότητα των συμμετεχόντων ως διεκδικούντων και υπερασπιζομένων ένα σύστημα αξιών που συνιστά την ιστορία και τον πολιτισμό τους.

Αυτό ήταν που δεν ελήφθη υπόψη σε όλη τη διαδικασία κατασκευής των διαφόρων Σχεδίων Ανάν από το ένα έως το πέντε και τα οποία συγκροτήθηκαν ως τεχνητές φόρμουλες επίλυσης συγκρούσεων και διαφορών, υποχρεώνοντας τους Κυπρίους και τον τότε Πρόεδρο Τάσσο Παπαδόπουλο να πουν ότι αυτό που ετοιμάστηκε για εμάς δεν εκφράζει ως λύση τον πολιτισμό και τις αξίες μας, την ταυτότητα, την ιστορία και την παρουσία μας σε αυτόν τον τόπο. Η ταυτότητα δεν είναι τίποτε λιγότερο από την πνευματική και πολιτιστική ύπαρξη των ατόμων σε μια κοινωνία ως ιστορική διαδρομή.

Οι ταυτότητες ατόμων και λαών ως συλλογικών υποκειμένων αποτελούν στην πραγματικότητα την ψυχή κάθε υποκειμένου και κάθε λαού, στον βαθμό που η ταυτότητα συμπυκνώνει την προσωπική και συλλογική ιστορία, τον πολιτισμό, τις προσδοκίες, το σύστημα αξιών, τα ιδανικά, τη διεκδικητικότητα και τη θέληση επιβίωσης ή και αντίστασης του καθενός και όλων μαζί. Η ταυτότητα σημαίνει την ιδιοπροσωπία των εθνών, των εθνοτήτων, των λαών και την εσωτερική δύναμη και κουλτούρα της υπόστασης εκάστοτε έθνους-κράτους.

Τα κράτη δεν υπάρχουν στον κόσμο ως μηχανιστικές κατασκευές διαδικαστικών και νομοτεχνικών ρυθμίσεων, αλλ’ υφίστανται ως παραδόσεις πολιτισμού, κουλτούρας και ενός συστήματος αξιών του συνόλου των ανθρώπων που τα συναποτελούν και που τους συνδέει η κοινή ιστορία, ο κοινός πολιτισμός, αλλά και η αίσθηση του συνανήκειν σε μια κοινή εθνική καταγωγή, κοινή εθνοτική παρουσία και κοινή προοπτική.

Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης, οι ταυτότητες προσδιορίζουν και την πολιτική κουλτούρα ενός κράτους ως διοίκηση, ως πολιτική οργάνωση, ως πολιτικό ήθος, ως κοινωνική συμπεριφορά, ως πολιτική διεκδίκηση και ως αντιλήψεις πολιτικής που διατυπώνονται στη διαπραγμάτευση, στη διεκπεραίωση του πολιτικού και κοινωνικού βίου της καθημερινότητας, στην ανάδειξη του πολιτικού προσωπικού και στην ποιότητά του, στην προβολή της ηγεσίας και στην ικανότητα των ηγετών να σχεδιάζουν και να πραγματώνουν εθνικούς στόχους και οράματα. Η ταυτότητα διαπνέεται από πολιτική, πολιτισμό, κουλτούρα, σύστημα αξιών, όπως διαμορφώνεται σε διάφορες χρονικές περιόδους της ιστορίας ενός λαού και ως τέτοια εμπεδώνει την παρουσία του λαού στο παρόν και στο μέλλον.

Η Κύπρος ως μία εξαιρετική περίπτωση κραυγαλέας παρουσίας Ελληνικότητας και ελληνικού πολιτισμού, που ακριβώς εδώ συνίσταται και η μοναδικότητά της, διεκδικεί σε μια ιστορική πορεία χιλιετηρίδων, την ελευθερία και την αυτοπραγμάτωσή της ως εθνικού συνόλου, μια διεκδίκηση που μέχρι σήμερα παρέμεινε ανολοκλήρωτη, όχι μόνο στο αίτημα ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, που αποτελεί κομμάτι της Μεγάλης Ιδέας, αλλά στην ανεκπλήρωτη διεκδίκηση της εθνικής ελευθερίας.

Το διακύβευμα σήμερα για τον Ελληνισμό της Κύπρου είναι υπαρξιακό διότι άπτεται του πολιτισμού και της εθνικής του ταυτότητας, τουτέστιν αυτής τούτης της ψυχής του. Το δράμα της Κύπρου συνίσταται στο γεγονός πως εξαιτίας της γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής θέσης της στον κόσμο, ανεξαρτήτως εποχής και πολιτικής περιόδου, δεν επετράπη στον λαό ως σύνολο, δηλαδή στους κατοίκους του νησιού, να οικοδομήσουν ένα κοινό κράτος σύγχρονο, δημοκρατικό και πραγματικά ανεξάρτητο.

Η Κύπρος υποχρεώθηκε με τις Συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου να υιοθετήσει έναν πολιτικό συμβιβασμό Τουρκίας - Ελλάδας - Μεγάλης Βρετανίας, ο οποίος θα οδηγούσε σύμφωνα με τις προφητικές δηλώσεις τού τότε επικεφαλής της Ελληνικής Δημοκρατικής Αριστεράς στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, Ηλία Ηλιού, στην οικοδόμηση ενός θνησιγενούς κράτους με τον Ελληνισμό της Κύπρου να απειλείται υπαρξιακά. Το πρόβλημα του κράτους της Ζυρίχης συνίστατο ακριβώς στην αδυναμία του να οικοδομήσει κοινή πολιτική, εν προκειμένω ταυτότητα, δηλαδή τη θέληση των πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας να υπερασπίζονται ομού και ξεχωριστά το κοινό κράτος, όπου και θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως ισότιμοι πολίτες.

Η ύπαρξη πολιτικής ταυτότητας οικοδομείται μαζί με το κοινό κράτος και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωσή του. Στο πλαίσιο αυτό του κοινού κράτους, ομοσπονδιακού ή μη, διαμορφώνεται αυτό που ονομάζουμε στην πολιτική επιστήμη «πολιτικό λαό», που διαποτίζεται από τις αξίες, τις αντιλήψεις και τις αρχές της υπεράσπισης της πολιτείας όλων. Κάτι τέτοιο θα ίσχυε έτι περαιτέρω στην περίπτωση μιας διεθνικής ή πολυεθνικής κρατικής δομής, όπου το κράτος αποτελείται από διαφορετικές εθνικές κοινότητες, όπως συμβαίνει εν προκειμένω στην Κύπρο.
Στην περίπτωση της Κύπρου, λοιπόν, καμία πολιτειακή ή συνταγματική ρύθμιση που επεχειρήθη μέχρι τώρα στα περίφημα σχέδια, δεν περιλαμβάνει τις κοινωνικοπολιτικές και θεσμικές διαδικασίες που είναι απαραίτητες για την ενσωμάτωση των ατόμων και των ομάδων σε μια υπερδομή κοινού πολιτικού συνόλου και κοινής ταυτότητας. Αυτό αποδίδεται, και ορθώς, στη διεκδίκηση της Τουρκίας να θέσει, όχι μόνο το κατεχόμενο τμήμα, αλλά και ολόκληρη την Κύπρο υπό τον γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό της έλεγχο, κάτι που δεν εκπονήθηκε τώρα, αλλά έχει τις αφετηρίες του πολλές δεκαετίες πριν. 

Μία είναι η επιλογή…
Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ πολιτική είναι πολιτική ενσωμάτωσης της Κύπρου στο βαθύ ηπειρωτικό σύστημα μιας περιφερειακής δύναμης. Το βαθύ ηπειρωτικό σύστημα είναι η Τουρκία ως κρατική οντότητα, που θεωρεί την Κύπρο ως γεωφυσική συνέχεια των ακτών της και σχεδιάζει εδώ και χρόνια να επιτύχει τον γεωπολιτικό έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου, μια διεκδίκηση που εκφράζεται πλέον ανοιχτά και από τους ίδιους τους κρατούντες των νεοσουλτανάτων της Άγκυρας.

Επομένως η Κύπρος σήμερα, οποιαδήποτε διαπραγμάτευση και να κάνει για την επίλυση του Κυπριακού, και με δεδομένο το γεγονός ότι η πολιτική δημιουργίας ενός ενιαίου πολιτικού λαού, που να υπερασπίζεται το κοινό κράτος της Κύπρου, αναπτύσσοντας έτσι την κοινή πολιτική ταυτότητα ως υπερδομή των εθνικών ταυτοτήτων, έχει μόνο μία επιλογή, την υπεράσπιση του σημερινού της κράτους, δηλαδή της Κυπριακής Δημοκρατίας και της εμπέδωσης της ελληνικής της ταυτότητας ως προϊόντος πολιτισμού και ιστορίας.
Πρέπει, τέλος, να υπογραμμίσουμε πως λαοί, οι οποίοι απεμπολούν την εθνική τους ταυτότητα, ουσιαστικά ενταφιάζουν την ιστορία τους, καταργούν τον πολιτισμό τους, στερούν από τις επόμενες γενιές το μέλλον και καθίστανται τα πιο ευάλωτα και επιρρεπή προς αφομοίωση και αφανισμό από άλλους μεγάλους οργανισμούς, κοινωνικοπολιτικά και κρατικά σχήματα. Όπως σημειώνει και ο Τούρκος φιλόσοφος, επικεφαλής σύμβουλος του Ερντογάν, Ιμπραχίμ Καλίν, στο βιβλίο του Ισλάμ και Δύση, «Κανένα άτομο και καμιά κοινωνία δεν μπορεί να ζήσει στο κενό. Η Ιστορία είναι τόσο προϋπόθεση, όσο και αποτέλεσμα της ύπαρξής μας».

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Διευθυντής Κέντρου Ανατολικών Σπουδών
στο Πάντειο Πανεπιστήμιο