Του Γιάννου Χαραλαμπίδη
- Είναι μόνο η αυτονόητη αποχώρηση Ντάουνερ το πρόβλημα στο Κυπριακό;
- Οι λανθασμένη κουλτούρα των Κυπρίων για τον ρόλο του ΟΗΕ, η σημασία των συντελεστών ισχύος και η διαδικασία παρθενογένεσης
- Η ΣΥΜΨΗΦΙΣΜΟΣ του Νταβούτογλου, οι σκοπιμότητες και η απάντηση στην Τουρκία
Οι διεθνείς σχέσεις ρυθμίζονται από κανόνες ισχύος. Και λέγεται ότι το δίκαιο είναι το καταφύγιο του αδυνάτου. Όταν όμως στηριχθείς μόνο στο δίκαιο, την πάτησες. Και ειδικώς όταν στηριχθείς στον ΟΗΕ χωρίς συμμαχίες και ισχύ, στο τέλος υποκύπτεις στον ισχυρό. Στην καλύτερη περίπτωση θα διατηρήσεις το status quo ως έχει! Όπως συμβαίνει στην Κύπρο. Στην πραγματικότητα, ο ΟΗΕ δεν είναι υπερεθνική κυβέρνηση απονομής δικαιοσύνης και δικαίου. Αλλά χώρος όπου μπορείς να διεκδικήσεις το δίκαιό σου εάν έχεις συμμαχίες και ισχύ επί τη βάσει συμφερόντων.
Διεκπεραιωτής εργασίας...
Όσο δε, για τον ΓΓ του ΟΗΕ και το Συμβούλιο Ασφαλείας, θεωρητικώς και μόνο είναι θεματοφύλακες της έννομης τάξης. Στην πράξη, ο ΓΓ του ΟΗΕ συνιστά διεκπεραιωτή εργασίας των συμφερόντων των ισχυρών χωρίς προσωπικότητα. Η ισχυρή προσωπικότητα συνιστά ως επί το πλείστον μειονέκτημα για τη θέση του ΓΓ του ΟΗΕ. Συνεπώς, όταν αναφερόμαστε στον κ. Μπαν Κι Μουν ή στον κ. Ντάουνερ και τον ρόλο τους, ουδόλως πρέπει να υπερβάλλουμε. Ο ρόλος του κ. Ντάουνερ είναι συγκεκριμένος. Είναι εκπρόσωπος του ΓΓ του ΟΗΕ για τη διευκόλυνση της διαδικασίας και όχι για να υπερασπίζεται και να προωθεί τις τουρκικές θέσεις. Το ίδιο ισχύει και για την ΕΕ. Τίποτε δεν μπορεί να επιτύχεις εάν δεν διαθέτεις ισχύ.
Η σημασία της Τύμπου και η βάση των συνομιλιών
Ορθώς τονίζεται ότι ο κ. Ντάουνερ θα πρέπει να αποχωρήσει. Και αυτό δεν είναι μόνο δουλειά της Κυβέρνησης, αλλά και του Εθνικού Συμβουλίου. Εφόσον δε, περί επανέναρξης συνομιλιών ο λόγος, το βασικότερο είναι ο στόχος και η βάση των συνομιλιών. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι η υφιστάμενη κομματική ηγεσία δεν έχει εναλλακτικές επιλογές, ενώ αυτές υπάρχουν.
Για παράδειγμα, η βάση των συνομιλιών δεν μπορεί να είναι άλλη από την αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005, που καθορίζει ως προϋπόθεση της τουρκικής ενταξιακής πορείας τη βελτίωση των σχέσεων της Άγκυρας με την Κυπριακή Δημοκρατία και την αναγνώρισή της. Το ερώτημα είναι το εξής: Θα είναι η λύση στη λογική της άρσης των τετελεσμένων της εισβολής, ή θα πρόκειται για φόρμουλα νομιμοποίησης, η οποία σημαίνει τον γεωγραφικό, διοικητικό και πληθυσμιακό διαχωρισμό της Κύπρου, που προκύπτει είτε μέσω ομοσπονδίας είτε συνομοσπονδίας είτε δυο κρατών.
Η λύση της ομοσπονδίας συνιστά ιστορικά μια διχοτομική τουρκική και βρετανική λύση, η οποία μετά το 1974 κατέστη η σημαία του συμβιβασμού για την ελληνοκυπριακή πλευρά. Εφόσον δε, η τουρκική πλευρά κατοχύρωσε την ομοσπονδία και ειδικότερα τη διζωνική, έβαλε πλώρη για τη συνομοσπονδία. Και τώρα με τον Τούρκο ΥπΕξ Αχμέτ Νταβούτογλου τονίζει προς τους Ευρωπαίους, κατά τη διάρκεια του Συμβουλίου Σύνδεσης Τουρκίας - ΕΕ την περασμένη Δευτέρα, ότι, εάν δεν πάμε σε λύση-εξπρές, θα πρέπει να εξεταστούν και άλλες επιλογές, όπως είναι των δυο κρατών.
Ταυτοχρόνως, στο αίτημα της ΕΕ για την εκπλήρωση των τουρκικών υποχρεώσεων που αφορούν στην άρση του εμπάργκο, που η Άγκυρα επιβάλλει επί των πλοίων και αεροσκαφών που φέρουν τη σημαία της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο κ. Νταβούτογλου αντιπροτείνει μια μορφή συμψηφισμού: Την άρση του τουρκικού εμπάργκο, με την ταυτόχρονη άρση της λεγόμενης απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων, που σημαίνει το άνοιγμα του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου και του λιμανιού της Αμμοχώστου.
Ειδικώς, το θέμα της Τύμπου σχετίζεται με το FIR που συνιστά, στην ουσία, βήμα αναγνώρισης του ψευδοκράτους στη λογική του acknowledgement, δηλαδή της αποδοχής χωριστής οντότητας στα κατεχόμενα. Η πολιτική αυτή είναι συναφής με τη νομική βάση του κανονισμού της Ευρωπαϊκή Επιτροπής, που θεωρεί τα κατεχόμενα ως τρίτη υπό ένταξη επαρχία, γεγονός το οποίο σύμφωνα με δυο νομικές γνωματεύσεις, η μια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και η άλλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, καθίσταται σαφές ότι: Με βάση το πρωτόκολλο 10 εντάχθηκε ολόκληρη η Κυπριακή Δημοκρατία στην ΕΕ. Πώς λοιπόν μπορεί να είναι τα κατεχόμενα τρίτη υπό ένταξη επαρχία; Η Επιτροπή και η Τουρκία βρίσκονται στην ίδια γραμμή, και στη λογική της δημιουργίας στα κατεχόμενα καθεστώτος ταϊβανοποίησης.
Άξονες τουρκικής πολιτικής
Ποιοι είναι, λοιπόν, οι άξονες της τουρκικής πολιτικής:
1. Ονομάζει τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε δυο συνιστώντα κράτη ή δυο ανεξάρτητα κράτη ως λύση.
2. Επιδιώκει να αποενοχοποιηθεί από τις ευθύνες της στο Κυπριακό και να διευκολύνει την ενταξιακή της πορεία προβάλλοντας τη διάλυση ως λύση, και επιχειρώντας να εμφανίσει την ελληνοκυπριακή πλευρά ως αδιάλλακτη.
3. Εννοεί την ενδιάμεση λύση του συμψηφισμού των «εμπάργκο» ως προηγούμενο στάδιο της διχοτόμησης, που θα προδικάζει τον χαρακτήρα της λύσης.
4. Φραστικά αναφέρεται σε λύση, αλλά στην πράξη υποστηρίζει τη διχοτόμηση και τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
5. Υποστηρίζει λύση-εξπρές για να επαναφέρει μέσα από τις συγκλίσεις Ντάουνερ το σχέδιο Ανάν με άλλο όνομα, αλλά και για έναν άλλο λόγο: Για να αποφύγει την οποιαδήποτε αλλαγή των ισοζυγίων δυνάμεων, ειδικώς στην περίπτωση συμμαχίας Ισραήλ, Κύπρου, Ελλάδας -με εργαλείο ισχύος το φυσικό αέριο- και μια στρατηγική συμφωνία που θα ξεκινά από την οικονομία και θα φτάνει ώς τη ναυτιλία και τον τουρισμό.
Το ζητούμενο και οι εμπλεκόμενοι
Το σημαντικό είναι ότι η τουρκική πολιτική υποβοηθείται από τη λογική της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, αφού οι ξένοι αντιλαμβάνονται ή θέλουν να αντιλαμβάνονται το εξής: Εφόσον οι Ελληνοκύπριοι αποδέχθηκαν ότι το βόρειο τμήμα της Κύπρου θα είναι υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση και εφόσον αποδέχονται αποκλίσεις από το κοινοτικό κεκτημένο, γιατί δεν τα βρίσκουμε στις λεπτομέρειες... Συνεπώς, το ζητούμενο δεν είναι μόνο αν θα φύγει ή όχι ο Ντάουνερ -αυτό είναι αυτονόητο- ή εάν θα εμπλακούν ενεργά οι ΗΠΑ και η ΕΕ, αλλά εμείς τι θέλουμε; Εμάς ποιος είναι ο στόχο μας; Και ποια είναι η στρατηγική μας;
Διότι τώρα, με τους δικούς μας συντελεστές ισχύος διαλυμένους και της Τουρκίας στα ύψη, ο ίδιος ο Θεός να κατεβεί, η λύση θα είναι προς όφελος της Άγκυρας. Ειδικώς εάν είναι η λύση ομοσπονδιακή, διζωνική ή πολυπεριφερειακή ή ό,τι άλλο σκαρφιστούν για τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι πόσοι και ποιοι εμπλέκονται, αλλά τι εμείς θέλουμε και πώς οι συντελεστές ισχύος (οικονομία, στρατιωτική, στρατηγική ισχύς, πολιτική σταθερότητα, κοινωνική συνοχή, ηθικό βάθος, κοινωνική συνειδητοποίηση των στόχων, συμμαχίες κλπ) λειτουργούν στην πράξη.
Ταυτοχρόνως, δεν μπορούμε να πάμε σε συνομιλίες με τη βάση τους να είναι κινούμενη άμμος: Εάν δεν ξεκαθαρίσει η δημοκρατικότητα της λύσης -που είναι συναφής με τη βιωσιμότητα- πώς θα καταλήξουμε σε συμφωνία; Είτε θα πάμε σε λύση Ανάν ή και χειρότερη, είτε θα αποτύχει η διαδικασία, με σκοπό να έχει το πρόσχημα η Τουρκία να διεκδικήσει λύση δυο κρατών, αρχής γενομένης από τη διαδικασία ξεπαγώματος του κανονισμού για το «απευθείας εμπόριο».
Απάντηση στην πολιτική της Άγκυρας
ΥΠΟ αυτές τις συνθήκες, η ελληνοκυπριακή πλευρά θα πρέπει να απαντήσει στην τουρκική πολιτική στην εξής βάση:
1. Αλλαγή μεθοδολογίας. Από κάτω προς τα πάνω και όχι από πάνω προς τα κάτω. Οι δημοκρατικές αρχές καθορίζουν τη λύση και όχι ο ακρωτηριασμός των δημοκρατικών αρχών και αξιών. Άρα, η βάση των συνομιλιών είναι οι δημοκρατικές αρχές και αξίες, το κοινοτικό κεκτημένο χωρίς αποκλίσεις, καθώς και η διατήρηση του Πρωτοκόλλου 10, που προνοεί ένταξη ολόκληρης της Κύπρου στην ΕΕ. Αλλιώς, υπάρχει ο κίνδυνος παρθενογένεσης μέσω της ΕΕ και ενσωμάτωσης των αποκλίσεων στη βάση του πρωτογενούς δικαίου, οπότε θα αποτελούν τμήμα του κοινοτικού κεκτημένου!
2. Υποβολή προτάσεων λύσης επί των δομών και της λειτουργίας του κράτους, που θα έχουν δημοκρατικό και αντιδιχοτομικό χαρακτήρα. Η Τουρκία είτε θα τις αποδεχθεί είτε θα τις απορρίπτει, οπότε το βάρος της ευθύνης τών «όχι» θα στραφεί στους δικούς της ώμους και θα αποδειχθούν οι τουρκικές προθέσεις. Η Τουρκία θα φέρει το βάρος να αποδείξει ότι θέλει λύση και όχι διάλυση. Στο πλαίσιο της υποβολής προτάσεων εμπίπτει και η στρατηγική για την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, που είναι ζήτημα συναφές με το ΝΑΤΟ και την ένταξή μας στη Συμμαχία, καθώς και με τη στρατηγική συνεργασία με το Ισραήλ και την Ελλάδα.
Μια στρατηγική συνεργασία η οποία θα πρέπει να προωθηθεί ανεξαρτήτως φυσικού αερίου. Σχετικά με το ΝΑΤΟ τα πράγματα είναι απλά, αλλά εμείς τα κάνουμε περίπλοκα λόγω έλλειψης ορθολογισμού: Η Κύπρος είναι ούτως ή άλλως ΝΑΤΟ, μέσω εγγυητριών δυνάμεων και βάσεων. Μόνο το ίδιο το κράτος είναι εκτός. Όλοι έχουν οφέλη από το ΝΑΤΟ μέσω Κύπρου, πλην του κράτους, δηλαδή της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία λόγω της απουσίας της από τη Συμμαχία έχει συνήθως κόστος. Με την Κύπρο στο ΝΑΤΟ δεν θα υπάρχει λόγος ούτε για εγγυήσεις ούτε για ξένους στρατούς. Και τι θα πει η Τουρκία; Οτι το ΝΑΤΟ είναι εχθρικό;
3. Η σταθερότητα και η ασφάλεια στην περιοχή είναι συναφή ζητήματα με μια βιώσιμη λύση, που θα δημιουργεί κοινωνία συμφερόντων, υπό την έννοια ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι θα ανήκουν ή θα είναι συνδεδεμένοι με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Υπόλογοι για το «όχι»
ΕΑΝ το Εθνικό Συμβούλιο και η Κυβέρνηση δεν έχουν εναλλακτικές εισηγήσεις, και μείνουν παγιδευμένοι στις μεθόδους του παρελθόντος, η κατάσταση στο Κυπριακό θα περιπλεχθεί ακόμη περισσότερο, και η Τουρκία θα τη βγάζει καθαρή διεθνώς. Και ο κ. Μπαγίς και ο κάθε αξιωματούχος της Άγκυρας θα μας χλευάζει και θα μας εξευτελίζει, συνταυτίζοντας τη λύση με τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη νομιμοποίηση των τετελεσμένων της κατοχής. Και εμείς θα είμαστε υπόλογοι, επειδή λέμε «όχι» στην εξόντωσή μας!