Μετά από μία δεκαετία στην πρωθυπουργία της Τουρκίας και τρεις
θριαμβευτικές εκλογικές νίκες με αυξανόμενο ποσοστό των ψήφων σε
αυξανόμενο ποσοστό συμμετοχής, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι – και
συμπεριφέρεται – ως Άρχοντας των Δημοσκοπήσεων. Καθώς όμως, αυξάνονται
οι οσμές απολυταρχισμού στη νέο-ισλαμιστική κυβέρνηση
έρχεται και η χαρακτηριστική μυρωδιά της ύβρεως – και αυτό αποδεικνύεται
από τις διαδηλώσεις ενάντια στην ισοπέδωση ενός πάρκου για να χτιστεί
ένα ακόμη εμπορικό κέντρο στην Κωνσταντινούπολη.
Η γενεσιουργός αιτία αυτής της μητροπολιτικής οργής είναι η καταστροφή του πάρκου Γκεζί , μία μικρή πράσινη όραση κοντά στην Πλατεία Ταξίμ στο χάος του κέντρου της Κωνσταντινούπολης που προορίζεται για αναδιαμόρφωση χωρίς όμως, να έχει προηγηθεί δημόσια διαβούλευση – από μία κυβέρνηση που τάσσεται υπέρ της πρώτης αρχής και καθόλου υπέρ της δεύτερης.
Εάν όμως, αυτές οι διαδηλώσεις - που κερδίζουν ισχύ, καθώς η τουρκική αστυνομία γεμίζει τις κεντρικές πλατείες με δακρυγόνα - αφορούσαν μόνο έναν μικρό χώρο πρασίνου τότε δεν θα είχαν εξαπλωθεί σαν πλημμύρες πέρα από την Κωνσταντινούπολη προς την πρωτεύουσα Άγκυρα και δεκάδες άλλες πόλεις. Όσο ισχυρός κι αν είναι ο Ερντογάν, αυτή είναι μία δύσκολη στιγμή.
Το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) που δημιουργήθηκε από τις στάχτες δύο απαγορευμένων ισλαμικών κομμάτων σε μία μουσουλμανική εκδοχή της ΧριστιανοΔημοκρατίας, έχει αποδώσει πολλά από όσα υπόσχεται το όνομά του: Υπερδιπλασίασε το κατά κεφαλήν εισόδημα, διένειμε πλούτο, έδωσε πρόσβαση στην υγεία, στα σχολεία και σε νέους δρόμους, ενώ μία νέα γενιά «ανατολίτικων τίγρεων» επιχειρηματιών τα βάζει με το κατεστημένο των λίγων επιχειρηματικών ομίλων.
Ένας άλλος τρόπος να δει κανείς το ΑΚΡ είναι ως κόμμα των εργολάβων οι οποίοι έχτισαν ότι ήθελαν να χτίσουν και που έχουν συνηθίσει να ισοπεδώνουν ότι βρίσκεται στο δρόμο τους. Μόνο στην Κωνσταντινούπολη, υπάρχουν σχέδια για νέο αεροδρόμιο, νέα γέφυρα στο Βόσπορο και κανάλι για πλοία όπως επίσης και ένα τεράστιο τζάμι πάνω στο λόφο για να ρίχνει μία ματιά στα κοσμήματα της ισλαμικής αρχιτεκτονικής που υπάρχουν στην Πόλη.
Οι επικριτές του κ. Ερντογάν επίμονα τον κατηγορούν ότι έχει μετατραπεί σε νέο-Οθωμανό σουλτάνο, αλλά και ο χαρακτηρισμός του Φαραώ δεν είναι πολύ μακριά. Όπως έχουν δηκτικά παρατηρήσει και Τούρκοι ισλαμιστές, οι μουτζαχίντ ή οι επίδοξοι μαχητές των παλαιότερων δεκαετιών έχουν γίνει σήμερα εργολάβοι ή μεγιστάνες του κατασκευαστικού κλάδου.
Αυτές οι διαδηλώσεις όμως, αφορούν τόσο στην καταπάτηση του δημόσιου, κοινωνικού και πολιτιστικού χώρου του ΑΚΡ όσο και την ισοπέδωση αυτού του χώρου πρασίνου. Το νέο κατεστημένο του οποίου ηγείται ο κ. Ερντογάν έχει παραμερίσει πολιτικά την κοσμική ελίτ που κυριαρχούσε στη δημοκρατία που δημιουργήθηκε από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Συγκεκριμένα, έχει παραγκωνίσει τον στρατό. Αυτό απομάκρυνε τον αντιδημοκρατικό έλεγχο στην εκτελεστική εξουσία, αλλά ακόμη δεν έχει προκύψει κάτι πειστικό που να καλύπτει αυτό τον πολιτικό χώρο.
Κατά συνέπεια, το νέο καθεστώς αισθάνεται ελεύθερο να επανασχεδιάσει το κοσμικό σχολικό πρόγραμμα ή να καταπατήσει την ανεξαρτησία της Τουρκικής Ακαδημίας Επιστημών ή να επιβάλει περιορισμούς για το αλκοόλ. Η εχθρότητα σε αυτό που πολλοί κοσμικοί Τούρκοι βλέπουν ως επίθεση στον τρόπο ζωής τους αποκρυσταλλώνεται τώρα με διαδηλώσεις στους δρόμους σε μεγάλο βαθμό επειδή η κοσμική αντιπολίτευση – ειδικότερα το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα του Ατατούρκ – είναι ανίκανη.
Το πραγματικό δράμα της Τουρκίας του κ. Ερντογάν δεν είναι το κοσμικό φάσμα της υφέρπουσας θεοκρατίας, αλλά ότι η κεμαλική αντίσταση αποδεικνύεται μη εκλέξιμη, παγιδευμένη στο παρελθόν και εξαρτώμενη από στρατηγούς και δικαστές για να κερδίσει ό,τι συνεχίζει να χάνει στην εκλογική κάλπη.
Μέρος αυτού του δράματος είναι το παράδοξο ότι ο κ. Ερντογάν και το ΑΚΡ, πολιτικά εξαιρετικά σημαντικά αλλά παρανοϊκά ως προς τις εναντίον τους συνωμοσίες, συμπεριφέρονται σαν να είναι ακόμη η αντιπολίτευση – με τη διαφορά ότι ο βρόχος ανάδρασης αυτής της καλολαδωμένης πολιτικής μηχανής βραχυκυκλώθηκε από συκοφάντες.
Προτού κερδίσει την εξουσία τον Οκτώβριο του 2002, το ΑΚΡ πέρασε 22 μήνες συζητώντας εις βάθος με 41.000 άτομα ανά την χώρα. Τώρα, όπως παραδέχονται ακόμη και σύμμαχοί του, ο κ. Ερντογάν ακούει κυρίως τον εαυτό του.
Ο πρωθυπουργός, η πιο επιβλητική φιγούρα της Τουρκίας μετά τον Ατατούρκ, προτίθεται να υπογράψει ειρήνη με την πιο ανήσυχη κουρδική μειονότητα της χώρας και στη συνέχεια να γλιστρήσει τον επόμενο χρόνο στην προεδρική θητεία με ενισχυμένες εξουσίες. Με τόσο φιλόδοξη ατζέντα θα ήταν ανόητος να ανοίξει ένα νέο μέτωπο.
Η ύβρις μπορεί να μην έρχεται με τη μορφή μίας καλά οργανωμένης αντιπολίτευσης, αλλά έχει τον τρόπο να ταπεινώσει τους ισχυρούς.
Η γενεσιουργός αιτία αυτής της μητροπολιτικής οργής είναι η καταστροφή του πάρκου Γκεζί , μία μικρή πράσινη όραση κοντά στην Πλατεία Ταξίμ στο χάος του κέντρου της Κωνσταντινούπολης που προορίζεται για αναδιαμόρφωση χωρίς όμως, να έχει προηγηθεί δημόσια διαβούλευση – από μία κυβέρνηση που τάσσεται υπέρ της πρώτης αρχής και καθόλου υπέρ της δεύτερης.
Εάν όμως, αυτές οι διαδηλώσεις - που κερδίζουν ισχύ, καθώς η τουρκική αστυνομία γεμίζει τις κεντρικές πλατείες με δακρυγόνα - αφορούσαν μόνο έναν μικρό χώρο πρασίνου τότε δεν θα είχαν εξαπλωθεί σαν πλημμύρες πέρα από την Κωνσταντινούπολη προς την πρωτεύουσα Άγκυρα και δεκάδες άλλες πόλεις. Όσο ισχυρός κι αν είναι ο Ερντογάν, αυτή είναι μία δύσκολη στιγμή.
Το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) που δημιουργήθηκε από τις στάχτες δύο απαγορευμένων ισλαμικών κομμάτων σε μία μουσουλμανική εκδοχή της ΧριστιανοΔημοκρατίας, έχει αποδώσει πολλά από όσα υπόσχεται το όνομά του: Υπερδιπλασίασε το κατά κεφαλήν εισόδημα, διένειμε πλούτο, έδωσε πρόσβαση στην υγεία, στα σχολεία και σε νέους δρόμους, ενώ μία νέα γενιά «ανατολίτικων τίγρεων» επιχειρηματιών τα βάζει με το κατεστημένο των λίγων επιχειρηματικών ομίλων.
Ένας άλλος τρόπος να δει κανείς το ΑΚΡ είναι ως κόμμα των εργολάβων οι οποίοι έχτισαν ότι ήθελαν να χτίσουν και που έχουν συνηθίσει να ισοπεδώνουν ότι βρίσκεται στο δρόμο τους. Μόνο στην Κωνσταντινούπολη, υπάρχουν σχέδια για νέο αεροδρόμιο, νέα γέφυρα στο Βόσπορο και κανάλι για πλοία όπως επίσης και ένα τεράστιο τζάμι πάνω στο λόφο για να ρίχνει μία ματιά στα κοσμήματα της ισλαμικής αρχιτεκτονικής που υπάρχουν στην Πόλη.
Οι επικριτές του κ. Ερντογάν επίμονα τον κατηγορούν ότι έχει μετατραπεί σε νέο-Οθωμανό σουλτάνο, αλλά και ο χαρακτηρισμός του Φαραώ δεν είναι πολύ μακριά. Όπως έχουν δηκτικά παρατηρήσει και Τούρκοι ισλαμιστές, οι μουτζαχίντ ή οι επίδοξοι μαχητές των παλαιότερων δεκαετιών έχουν γίνει σήμερα εργολάβοι ή μεγιστάνες του κατασκευαστικού κλάδου.
Αυτές οι διαδηλώσεις όμως, αφορούν τόσο στην καταπάτηση του δημόσιου, κοινωνικού και πολιτιστικού χώρου του ΑΚΡ όσο και την ισοπέδωση αυτού του χώρου πρασίνου. Το νέο κατεστημένο του οποίου ηγείται ο κ. Ερντογάν έχει παραμερίσει πολιτικά την κοσμική ελίτ που κυριαρχούσε στη δημοκρατία που δημιουργήθηκε από τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Συγκεκριμένα, έχει παραγκωνίσει τον στρατό. Αυτό απομάκρυνε τον αντιδημοκρατικό έλεγχο στην εκτελεστική εξουσία, αλλά ακόμη δεν έχει προκύψει κάτι πειστικό που να καλύπτει αυτό τον πολιτικό χώρο.
Κατά συνέπεια, το νέο καθεστώς αισθάνεται ελεύθερο να επανασχεδιάσει το κοσμικό σχολικό πρόγραμμα ή να καταπατήσει την ανεξαρτησία της Τουρκικής Ακαδημίας Επιστημών ή να επιβάλει περιορισμούς για το αλκοόλ. Η εχθρότητα σε αυτό που πολλοί κοσμικοί Τούρκοι βλέπουν ως επίθεση στον τρόπο ζωής τους αποκρυσταλλώνεται τώρα με διαδηλώσεις στους δρόμους σε μεγάλο βαθμό επειδή η κοσμική αντιπολίτευση – ειδικότερα το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα του Ατατούρκ – είναι ανίκανη.
Το πραγματικό δράμα της Τουρκίας του κ. Ερντογάν δεν είναι το κοσμικό φάσμα της υφέρπουσας θεοκρατίας, αλλά ότι η κεμαλική αντίσταση αποδεικνύεται μη εκλέξιμη, παγιδευμένη στο παρελθόν και εξαρτώμενη από στρατηγούς και δικαστές για να κερδίσει ό,τι συνεχίζει να χάνει στην εκλογική κάλπη.
Μέρος αυτού του δράματος είναι το παράδοξο ότι ο κ. Ερντογάν και το ΑΚΡ, πολιτικά εξαιρετικά σημαντικά αλλά παρανοϊκά ως προς τις εναντίον τους συνωμοσίες, συμπεριφέρονται σαν να είναι ακόμη η αντιπολίτευση – με τη διαφορά ότι ο βρόχος ανάδρασης αυτής της καλολαδωμένης πολιτικής μηχανής βραχυκυκλώθηκε από συκοφάντες.
Προτού κερδίσει την εξουσία τον Οκτώβριο του 2002, το ΑΚΡ πέρασε 22 μήνες συζητώντας εις βάθος με 41.000 άτομα ανά την χώρα. Τώρα, όπως παραδέχονται ακόμη και σύμμαχοί του, ο κ. Ερντογάν ακούει κυρίως τον εαυτό του.
Ο πρωθυπουργός, η πιο επιβλητική φιγούρα της Τουρκίας μετά τον Ατατούρκ, προτίθεται να υπογράψει ειρήνη με την πιο ανήσυχη κουρδική μειονότητα της χώρας και στη συνέχεια να γλιστρήσει τον επόμενο χρόνο στην προεδρική θητεία με ενισχυμένες εξουσίες. Με τόσο φιλόδοξη ατζέντα θα ήταν ανόητος να ανοίξει ένα νέο μέτωπο.
Η ύβρις μπορεί να μην έρχεται με τη μορφή μίας καλά οργανωμένης αντιπολίτευσης, αλλά έχει τον τρόπο να ταπεινώσει τους ισχυρούς.