Του Χριστόδουλου Γιαλλουρίδη
- Οι σημερινές εξελίξεις θα μπορούσαν να αποβούν χρήσιμες για την Κύπρο.Οι εξελίξεις στη χώρα έλαβαν δραματικές
διαστάσεις, στον βαθμό που αυτά τα γεγονότα δεν είναι ούτε συγκυριακά
ούτε τυχαία ούτε και παροδικά, όπως φαίνεται
- ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ και το Κυπριακό, που είναι τούτη την εποχή και την επόμενη περίοδο στο προσκήνιο, εκδηλώνεται μια χρυσή ευκαιρία που μπορεί να αξιοποιηθεί σε διάφορα επίπεδα
Οι εξελίξεις στην Τουρκία έλαβαν δραματικές διαστάσεις, στον βαθμό που αυτά τα γεγονότα δεν είναι ούτε συγκυριακά ούτε τυχαία ούτε και παροδικά, όπως φαίνεται. Οι συγκρούσεις που εκδηλώθηκαν με αφορμή ένα τυχαίο γεγονός, αποτέλεσαν τη θρυαλίδα συσσωρευμένου θυμού και αγανάκτησης, αγωνίας και φόβου όλων αυτών που κατά δεκάδες χιλιάδες σε 48 πόλεις βγήκαν στους δρόμους εναντίον της αστυνομίας και των δυνάμεων ασφαλείας, όπου και αντιμετωπίστηκαν βίαια, ρισκάροντας οι διαδηλωτές την ίδια τη ζωή τους. Η σύγκρουση ήταν απέναντι στο -όπως το χαρακτηρίζουν- απολυταρχικό, αυταρχικό και διόλου εναρμονισμένο με τις δυτικές κοσμικές δομές τουρκικό καθεστώς.
Το καθεστώς χαρακτηρίστηκε απολυταρχικό και αυταρχικό, όχι μόνο από τους κινητοποιημένους Τούρκους διαδηλωτές, αλλά και από τα μέσα ενημέρωσης και από έγκυρους διεθνείς αναλυτές, κυρίως εστιάζοντας στο γεγονός της αντικατάστασης επί τα χείρω μιας καμουφλαρισμένης, πλην όμως εμφανώς σταδιακά αναδεικνυόμενης ισλαμικής αυταρχικής δομής, η οποία εμπεριείχε, πέραν του αντιδημοκρατικού πλαισίου διακυβέρνησης, μια υποκρυπτόμενη ισλαμική, ολοκληρωτική ατζέντα, η οποία σερβιριζόταν πάρα πολύ έξυπνα και αξιόπιστα για το καθεστώς, από την ομάδα διακυβέρνησης του Ταγίπ Ερντογάν.
Επρόκειτο δηλαδή για μία στρατηγική του καθεστώτος, που οδηγούσε την Τουρκία με διαρκείς διολισθήσεις από τον κοσμικό Κεμαλισμό ενός επιθετικού επεκτατισμού και μιας εσωτερικής στρατιωτικής ουσιαστικά διακυβέρνησης με δημοκρατικό μανδύα, στον ισλαμικό ολοκληρωτισμό ενός σουλτάνου, που θα αναλάμβανε ως Πρόεδρος τα επόμενα χρόνια τον ρόλο του χαλίφη, με παντοδύναμες πλέον εξουσίες σε ένα απολύτως ελεγχόμενο πολιτικό σύστημα.
Το ενδιαφέρον λοιπόν που αναδεικνύεται και πρέπει να υπογραμμισθεί από αυτή την καινοφανή κινητοποίηση στην Τουρκία συνίσταται στο ότι διαπιστώνεται για πρώτη φορά από τότε που υπάρχει Τουρκικό Κράτος, η ύπαρξη και η διαμόρφωση, όπως ήδη αναφέραμε, ενεργού κοινής γνώμης που λειτουργεί ως κοινωνία πολιτών με αιτήματα και διεκδικήσεις. Αυτό σημαίνει πως το παλαιό καθεστώς του απυρόβλητου της τουρκικής πολιτικής εξουσίας, η οποία δεν αμφισβητείτο από κανέναν, πλην του στρατεύματος, έχει τελειώσει, όπως τελείωσε η εξουσία του στρατεύματος.
Ο καταλυτικός ρόλος της ύπαρξης μιας ενεργού κοινής γνώμης που αποτελεί πεμπτουσία του δημοκρατικού πολιτεύματος αναδεικνύει τη δυνατότητα και τη διαρκή εκδήλωση της αμφισβήτησης, της διεκδίκησης, της διαμαρτυρίας και της υπεράσπισης δικαιωμάτων έναντι οποιασδήποτε κρατικής εξουσίας. Η εικόνα που είχε μέχρι τώρα ο Ερντογάν είναι πως διεδέχθη ένα αυταρχικό, στρατοκρατούμενο πολιτικό σύστημα, το οποίο διέλυσε και το έστειλε στη φυλακή χωρίς να αποκαταστήσει ταυτόχρονα τη δημοκρατία ως κράτος δικαίου.
Έκανε κατ’ επίφαση κινήσεις που μπορεί να εκλαμβάνονταν από τη Δύση ως δημοκρατικές, όπως ο διάλογος με τους Κούρδους και τις μειονότητες. Επρόκειτο για ευφυείς τακτικούς ελιγμούς, για εσωτερική και διεθνή κατανάλωση, ενώ στην ουσία οικοδομείτο ένα ισλαμικό πολιτικό σύστημα με δυτικό, δημοκρατικό μανδύα.
Ο δυϊσμός που εμφανίζεται σήμερα στην Τουρκία είναι μεταξύ κοινωνίας και ισλαμικής εξουσίας και ομάδων που την ακολουθούν. Υπάρχει όντως ένας διχασμός μεταξύ της δυτικής Τουρκίας και των δυτικόστροφων κοινωνικών ομάδων των διανοουμένων και των αστών, και από την άλλη της ανατολικοποιημένης Τουρκίας του Ισλάμ και των Αλεβιτών, των Κούρδων και όλων των άλλων.
Έχουμε δηλαδή περισσότερες των δύο Τουρκίες. Δυτική Τουρκία είναι το ευρωπαϊκό κοσμικό πρόσωπο μιας προηγμένης κατά το μάλλον ή ήττον Τουρκίας των μεγάλων αστικών κέντρων, των διανοουμένων και της εμποτισμένης από την παγκοσμιοποίηση και το διαδίκτυο νεολαίας. Ανατολικοποιημένη Τουρκία απηχεί την πραγματικότητα της παραδοσιακής κοινωνίας του Ισλάμ και της υπανάπτυξης. Από την άλλη έχουμε την Τουρκία των εθνοτήτων, κυρίως των Αλεβιτών. Η Τουρκία έχει πολλά πρόσωπα, τα οποία συγκρούονται, αντιτίθενται και δεν συμβιβάζονται, δεν εναρμονίζονται μεταξύ τους σε κοινές συνιστώσες εθνικού επιπέδου.
Αυτό κατά την εκτίμησή μας θα συνεχίσει να αποτελεί τον κεντρικό άξονα της συγκρουσιακής αντιπαράθεσης με απρόβλεπτες συνέπειες για την ενότητα του κράτους. Το στράτευμα διεσύρθη και δεν έχει πλέον παρεμβατική νομιμοποίηση στο πολιτικό σύστημα, ενώ η ισλαμική κυβέρνηση του Ταγίπ Ερντογάν μπορεί να έχει την πλειοψηφία του τουρκικού πληθυσμού, αμφισβητείται όμως από μια διαρκώς αυξανόμενη μερίδα ενεργών πολιτών που διεκδικούν δικαιώματα και ελευθερίες, κυρίως όμως φοβούνται το ισλαμικό μέλλον της χώρας.
Η δική μας η εκτίμηση υποδεικνύει πως είναι πολύ πιθανόν να μην ανατραπεί η κυβέρνηση Ερντογάν φυσικά, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, όμως οι συνθήκες που επέρχονται στην Τουρκία, αλλάζουν ραγδαία το πολιτικό της σύστημα εκ βάθρων. Αυτό σημαίνει πως η υπερδομή δεν μπορεί να ελέγξει την υποδομή, δηλαδή την κοινωνία που κινείται και αντιδρά πλέον και η οποία δεν θέλει να ακούει ή να πιστεύει στα περί αυτοκρατορικής σατραπείας του Ερντογάν και της παρέας του, ούτε για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής ούτε για εμπλοκή της Τουρκίας στον Συριακό Εμφύλιο.
Χρυσή ευκαιρία…
Η ΤΟΥΡΚΙΑ αλλάζει εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης και του ανοίγματος της κοινωνίας προς τον κόσμο, κυρίως της νεολαίας, η οποία έχει τελείως διαφορετικές αξίες και αντιλήψεις ζωής από την Τουρκία του παρελθόντος ή τους Ισλαμιστές τού σήμερα.
Τι σημαίνει αυτό για την Κύπρο; Για την Κύπρο και το Κυπριακό, που είναι τούτη την εποχή και την επόμενη περίοδο στο προσκήνιο, εκδηλώνεται μια χρυσή ευκαιρία που μπορεί να αξιοποιηθεί σε διάφορα επίπεδα. Πρώτον, όσο πιο ασταθής είναι η Τουρκία τόσο περισσότερο αποδυναμώνεται ο διεκδικητικός ρόλος της έναντι της Κύπρου και της περιοχής διεθνώς.
Ιδιαίτερα, μάλιστα, την τελευταία περίοδο με την κυπριακή κρίση, η Τουρκία φρόντισε να εμπεδώσει, με τη βοήθεια του τουρκοαμερικανικού λόμπι που έχει στην Ουάσιγκτον, τον ρόλο του ηγεμονικού σταθεροποιητή κυρίως έναντι της Κύπρου, αλλά και της Μέσης Ανατολής. Ο κίνδυνος ήταν και παραμένει να ανατεθεί η Κύπρος ως σύνολο στην τουρκική εποπτεία, που θα σήμαινε ότι η Κύπρος και το Κυπριακό Πρόβλημα θα επελύετο σύμφωνα με τους τουρκικούς σχεδιασμούς και θα εντασσόταν στη γεωπολιτική και γεωστρατηγική τουρκική ηγεμονία στην περιοχή, μετατρεπόμενη σε προτεκτοράτο της Άγκυρας.
Αποδυναμώνεται και ο τ/κ παράγοντας
ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ εξελίξεις θα μπορούσαν να αποβούν χρήσιμες για την Κύπρο ώστε να αντιδράσει με σχέδιο και σε συνεργασία με την Ελλάδα για να αποδυναμώσει την τουρκική ηγεμονική παρουσία. Η αστάθεια που εκδηλώνεται στο τουρκικό πολιτικό σύστημα, μας επιτρέπει να προβάλουμε σταθερά την απαίτηση, όχι μόνο να μην ικανοποιούνται οι τουρκικοί στόχοι σε σχέση με την επίλυση του Κυπριακού, αλλά προπάντων να αγοράσουμε χρόνο από τώρα, μέχρι και το 2015, που προσδοκούμε ενεργειακά αποτελέσματα και ανάκαμψη της οικονομίας.
Επίσης, αποδυναμώνεται και ο τουρκοκυπριακός παράγοντας με την αστάθεια στην Τουρκία, ενώ ελπίζουμε και σε περαιτέρω εκδήλωση του Κουρδικού ζητήματος στις περιοχές της Νοτιοανατολικής Τουρκίας για καθεστώς ευρύτατης αυτονομίας. Σε κάθε περίπτωση πρέπει άνευ ετέρου να σχεδιαστούν οι τακτικές κινήσεις της ελληνικής πλευράς, με στόχο την αντιμετώπιση των τουρκικών σχεδιασμών.
Εν κατακλείδι, πρέπει να θυμόμαστε πάντοτε πως τα κράτη δεν είναι εμποτισμένα με τη χριστιανική αγάπη και την υποχρέωση άνευ ετέρου να είναι αλληλέγγυα μεταξύ τους, αλλά είναι κυρίως φορείς συμφερόντων, διεκδικούν για τις κοινωνίες και τους λαούς τους την ικανοποίηση των στόχων που θέτουν στο πλαίσιο αυτών των συμφερόντων. Οι στρατηγικές των κρατών είναι στρατηγικές πολλές φορές άδικες για τους άλλους και τραγικές γι΄ αυτούς που δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητας αυτής της διεθνούς αναρχίας και της αέναης σύγκρουσης όλων εναντίον όλων.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Διευθυντής Κέντρου Ανατολικών Σπουδών