Σύμφωνα με πηγή της RBTH στο Κρεμλίνο, σήμερα η Ρωσίαενδιαφέρεται όσο ποτέ άλλοτε για την επίλυση των διεθνών προβλημάτων και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι φέτος τον Σεπτέμβριο φιλοξενεί στην Αγία Πετρούπολη τη σύνοδο κορυφής της G20, ενώ το 2014 θα περάσει σε αυτήν η σκυτάλη της διοργάνωσης της συνόδου των Οκτώ.

Η διάσωση του Άσαντ
Η Βρετανία ανακοίνωσε ότι το βασικό θέμα της προεδρίας της στη G8 θα είναι τα ζητήματα της παγκόσμιας οικονομίας, για τα οποία ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον έγραψε ένα προγραμματικό άρθρο στη Wall Street Journal. Ωστόσο, οι ρώσοι αξιωματούχοι αναφέρουν ότι για τη Μόσχα προτεραιότητα στη σύνοδο της G8 στο Λοχ Ερν (17 - 18 Ιουνίου) δεν θα έχει η επίσημη ατζέντα, αλλά οι διαπραγματεύσεις στο περιθώριo. Το Κρεμλίνο αναμένει ότι ένα από τα σημαντικότερα θέματα θα είναι η Συρία. Σύμφωνα με τον Φιόντορ Λουκιάνοφ, αρχισυντάκτη του περιοδικού «Η Ρωσία στην παγκόσμια πολιτική», ο οποίος γνωρίζει καλά τις διαθέσεις που επικρατούν στην ομάδα του προέδρου, «οι συναντήσεις των Οκτώ έχουν αποκτήσει από καιρό τον χαρακτήρα μεγάλης κοινωνικής εκδήλωσης κατά τις οποίες το σημαντικό δεν είναι αυτό που ανακοινώνεται, αλλά εκείνο που στην πραγματικότητα εξετάζεται, ιδιαίτερα στις διμερείς συνομιλίες».Από τη στιγμή που στη Συρία άρχισε η αντιπαράθεση μεταξύ της αντιπολίτευσης και του καθεστώτος του Μπασάρ Άσαντ, η Ρωσία μαζί με την Κίνα μπλόκαραν μέσω του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ οποιεσδήποτε προσπάθειες επέμβασης της Δύσης στη σύγκρουση. Όπως αναφέρουν οι συνομιλητές της RBTH, η αδιάλλακτη στάση της Μόσχας οφείλεται σε μια σειρά από λόγους:

Πρώτον, η Ρωσία και ο Πούτιν προσωπικά τάσσονται κατά της ανάμιξης τρίτων χωρών της διεθνούς κοινότητας. Η θέση αυτή είναι γνωστή από το μακρινό 2003, όταν ο Τζορτζ Μπους είχε ξεκινήσει τον πόλεμο στο Ιράκ.

Δεύτερον, η Μόσχα έχει υπόψη της το αρνητικό προηγούμενο της Λιβύης, όταν οι χώρες του ΝΑΤΟ έκαναν χρήση του ψηφίσματος που είχε εγκριθεί από το ΣΑ του ΟΗΕ και με την υποστήριξη της Μόσχας, για να βοηθήσουν τους λίβυους αντάρτες στην ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι.

Τρίτον, η Μόσχα διατηρεί σημαντικά εμπορικά και στρατιωτικά συμφέροντα στη Συρία, μεταξύ αυτών τα εξοπλιστικά συμβόλαια και το μικρό λιμάνι της Ταρτούς.


Εντούτοις τις τελευταίες εβδομάδες οι θέσεις Ρωσίας και Δύσης άρχισαν να συγκλίνουν. Τον Απρίλιο τη Μόσχα επισκέφθηκε ο βοηθός του προέδρου των ΗΠΑ για θέματα ασφάλειας, Τομ Ντόνιλον και μετά ο υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι. Τον Μάιο στο Σότσι, ο Πούτιν εξέτασε το θέμα της Συρίας με τον Κάμερον. Το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων αυτών ήταν να αποφασιστεί η διοργάνωση διάσκεψης για την ειρήνευση στη Συρία στη Γενεύη. Η Ρωσία καλεί τη συριακή αντιπολίτευση να στηρίξει την πρωτοβουλία, μετά τις συναντήσεις των εκπροσώπων της στην Τουρκία και την Ισπανία. Όπως δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ, είναι σημαντικό οι μετέχοντες να εκφράσουν σαφή υποστήριξη στη ρωσοαμερικανική πρωτοβουλία προκειμένου να διεξαχθεί μια καρποφόρα συνάντηση στη Γενεύη.

Υπό αυτές τις συνθήκες, σύμφωνα με τις πηγές της RBTH, για τη Ρωσία ο ελάχιστος στόχος προς επίτευξη στη σύνοδο της G8 θα είναι η υποστήριξη της διάσκεψης στη Γενεύη από όλα τα μέλη της ομάδας των Οκτώ και η εισαγωγή σχετικής παραγράφου στην τελική κοινή δήλωση των ηγετών της.
Ο μέγιστος στόχος, είναι η συμφωνία ενός κοινού σχεδίου δράσης για την αποτροπή του ολοκληρωτικού εμφυλίου στη Συρία. Ομως, το Κρεμλίνο αναμένει δυσκολίες:

Πρώτον, η Μόσχα εξακολουθεί να θεωρεί τον Άσαντ νόμιμο πρόεδρο και ανησυχεί για το ποιόν της αντιπολίτευσης.

Δεύτερον, η ρωσική ηγεσία είναι πεπεισμένη ότι η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και η Τουρκία κάνουν το δικό τους παιχνίδι στη Συρία, επομένως, αν δεν εξαναγκαστούν να ακολουθήσουν την κοινή γραμμή της G8, η πρόοδος θα είναι δύσκολη υπόθεση. Ο Λουκιάνοφ επισημαίνει ότι παρόλο που στη συνάντηση δεν θα υπάρχουν εκπρόσωποι της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ, αυτό δεν θα εμποδίσει την εξέταση του θέματος στην G8.

Διμερής με Ομπάμα
Τις μεγαλύτερες ελπίδες του το Κρεμλίνο τις εναποθέτει στις ρωσοαμερικανικές συνομιλίες. Πούτιν και Ομπάμα θα έχουν διμερή συνάντηση, η οποία θα αποτελέσει την προετοιμασία για το διάλογό τους στην Αγία Πετρούπολη. Ο πρόεδρος του Κέντρου Πολιτικών Μελετών Μόσχας, Βλαντίμιρ Ορλόφ, υποστηρίζει πως ο Ομπάμα έχει διάθεση και κίνητρο να αναπτύξει στρατηγικό και οικονομικό διάλογο με τη Ρωσία. Είναι γεγονός ότι μετά την περσινή ψύχρανση, έχει εμφανιστεί τώρα μια θετική τάση. Η «Λίστα Μαγκνίτσκι», ο «Νόμος Ντίμα Γιάκοβλεφ», η κριτική για τις σχέσεις κυβέρνησης - αντιπολίτευσης, είναι θέματα τα οποία στις 17 Ιουνίου μπορούν να περάσουν σε δεύτερο πλάνο. Οι συνομιλίες στο Λοχ Ερν θα οικοδομηθούν πιθανότατα γύρω από τα θέματα που έθιξε ο Ομπάμα στην επιστολή του προς τον Πούτιν. Σε αυτή την περίπτωση, κυρίαρχο θέμα θα είναι η πυρηνική ασφάλεια, την οποία ο Ομπάμα προτίθεται να αναγάγει σε μια από τις ύψιστες προτεραιότητές του.

Αναμένεται να θιχτούν και άλλα θέματα στον τομέα της ασφάλειας, όπως το πρόγραμμα Nunn-Lugar, βάσει του οποίου στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 πραγματοποιούταν με αμερικανικά χρήματα η καταστροφή του πλεονάσματος των ρωσικών πυρηνικών και χημικών όπλων. Η ισχύς του τερματίζεται τον Ιούλιο. Ο Ορλόφ θεωρεί ότι στη Βόρεια Ιρλανδία θα κάνουν την εμφάνισή τους νέα έγγραφα, που θα θέσουν νέα νομικά και πολιτικά πλαίσια συνεργασίας, καθιστώντας τις δυο χώρες ισότιμους εταίρους, ώστε να συνεισφέρουν οικονομικά στην μη εξάπλωση των όπλων μαζικής καταστροφής.

Ένα ακόμη ζήτημα είναι η αντιπυραυλική άμυνα. Η Ουάσιγκτον προτείνει τη σύναψη μια εκτελεστικής συμφωνίας σχετικά με το ότι το σύστημα δεν στρέφεται κατά της Ρωσίας, αλλά η Μόσχα επιζητά πιο σταθερές εγγυήσεις. Όπως επισημαίνει ο Ορλόφ, «οι αμερικανικές προτάσεις δεν ικανοποιούν απόλυτα τα ρωσικά συμφέροντα, παρά μόνο σε ένα αξιοσέβαστο ποσοστό 30-40%. Αν αυτό το ποσοστό φτάσει στο 50%, τότε θα υπάρχει πρόσφορο έδαφος για διάλογο στη Βόρεια Ιρλανδία».

Μεγάλα ερωτήματα προκάλεσε για το Κρεμλίνο η πρωτοβουλία που ανέφερε ο Βρετανός πρωθυπουργός Κάμερον για την έγκριση ενός ενιαίου προτύπου δημοσιοποίησης των εξοφλήσεων των εταιριών παραγωγής φυσικών πόρων προς τις κυβερνήσεις. Σύμφωνα με αξιωματούχους, η πρωτοβουλία αυτή μπορεί να αποτελέσει ένα εργαλείο σε βάρος εταιριών από τη Ρωσία και την Κίνα και γι’ αυτό η συμφωνία χρειάζεται πολύ προσεκτική επεξεργασία. Πολύ καλύτερη υποδοχή είχε η πρόταση για τη δημιουργία ενός ενιαίου προτύπου ανταλλαγής πληροφοριών ανάμεσα στις εφοριακές υπηρεσίες διαφόρων χωρών.