14 Μαΐου 2013

Ελληνικό ρούχο "Made in Balkans"


http://www.euro2day.gr/dm_pictures/shopping992-big.jpg
της Πέννυς Κούτρα «Πολυεθνικό» ως προς την παραγωγή του, εμφανίζεται -ακόμη και σήμερα μετά από σοβαρές μειώσεις στο εργασιακό κόστος - το ελληνικό ένδυμα, καθώς σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΣΕΠΕΕ μόλις το 23% της παραγωγής ενδυμάτων πραγματοποιείται εγχωρίως. Σύμφωνα δε με τα πορίσματα της έρευνας, οι ‘Ελληνες παραγωγοί, παρά το γεγονός του ότι αναγνωρίζουν έλλειμμα ποιότητας, επιλέγουν τη λύση του εξωτερικού για λόγους κόστους.
Την ίδια ώρα, οι ελληνικές εξαγωγές ενδυμάτων το 2012 παρά τη μικρή ανάκαμψη στο γ’ τρίμηνο του έτους, κινήθηκαν αρνητικά, επηρεασμένες από το κλίμα του α’ εξαμήνου (αβεβαιότητα, εκλογές κ.τλ.), αλλά ακολουθώντας παράλληλα την ευρωπαϊκή τάση (όπου καταγράφηκε πτώση της ζήτησης για έτοιμα ενδύματα και είδη κλωστουφαντουργίας). Η δε ζήτηση στην ελληνική αγορά, εξακολουθεί να στρέφεται -έστω και μειωμένη- σε μεγάλο βαθμό προς προιόντα εισαγωγής και εκείνα των επώνυμων διεθνών αλυσίδων.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας που υλοποίησε ο ΣΕΠΕΕ και παρουσιάστηκε από τον Γενικό Διευθυντή του, κ. Θ. Ασλανίδη σε ειδική εκδήλωση στη Βουλγαρία, στο τέλος του 2012 μόνο το 23% της παραγωγής ενδυμάτων γινόταν στην Ελλάδα, ενώ το 77% πραγματοποιείτο εκτός Ελλάδος. Η Βουλγαρία αποτελεί την σημαντικότερη χώρα παραγωγής ενδυμάτων για την Ελλάδα, καθώς εκεί κατασκευάζεται το 57% της παραγωγής που γίνεται εκτός Ελλάδος, ενώ ακολουθούν η FYROM με 20% και η Κίνα με 10%.

Συνολικά στη ΝΑ Ευρώπη δραστηριοποιούνται περίπου 250 ελληνικές επιχειρήσεις ένδυσης, οι οποίες απασχολούν 22.000 εργαζόμενους.
Σημειώνεται πως οι ίδιες οι ελληνικές επιχειρήσεις που διαθέτουν παραγωγή στο εξωτερικό – σύμφωνα με τη συγκεκριμένη έρευνα- αξιολογούν ως σημαντικότερα προβλήματα της δραστηριότητας τους τη δυσκολία εξεύρεσης εξειδικευμένου προσωπικού, τα ποιοτικά προβλήματα και τις χρονικές καθυστερήσεις.

Ως πλεονεκτήματα της παραγωγής εκτός συνόρων και εντός των γειτονικών περιοχών της ΝΑ Ευρώπης οι επιχειρηματίες του κλάδου αξιολογούν το χαμηλό κόστος εργασίας, τη μικρή απόσταση, την παραγωγική δυνατότητα, την ύπαρξη μεγάλων εργαστηρίων ραφής και το επιχειρηματικό περιβάλλον.