Μαλούχος Γεώργιος Π. Ηταν
σαν σήμερα, 15 Μαίου του 1919 όταν έπειτα από μία σειρά
προπαρασκευαστικών στρατιωτικών και, κυρίως, διπλωματικών, ενεργειών, η
1η Μεραρχία του ελληνικού στρατού συνοδευόμενη από πολεμικά σκάφη όχι
μόνον της Ελλάδας αλλά και της Μεγάλης Βρετανίας, αποβιβαζόταν στη
Σμύρνη και, έπειτα από κάποια σποραδικά πυρά προερχόμενα από την
τουρκική συνοικία, έπαιρνε σε λίγη ώρα τον πλήρη έλεγχο της πόλης. Δεν ήταν κανένας φανατικός υπερεθνικιστής ή υπερπατριώτης του τύπου
της Εθνικής Εταιρίας του 1897 εκείνος που οδήγησε την Ελλάδα στη Μικρά
Ασία. Ηταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος: ο πολιτικός ηγέτης του Κέντρου, αυτού
που ονομάστηκε «δημοκρατική παράταξη».
Ενας δοκιμασμένος επαναστάτης
του Κρητικού Αγώνα, που όταν έφτασε στην Αθήνα με την Επανάσταση του
1909, έφερε τη ριζική μεταπολίτευση στη χώρα και που σε λιγότερα από
τρία χρόνια είχε αναδιοργανώσει εκ βάθρων το κράτος και τις συμμαχίες
της Ελλάδας τα εδάφη της οποίας διπλασίασε με τους Βαλκανικούς Πολέμους
του 1912 – 1913. Τον επόμενο χρόνο, ο Βενιζέλος κράτησε την Ελλάδα
μακριά από τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες και εν τέλει την έβαλε στον Πρώτο
Παγκόσμιο στο πλευρό της γαλλοαγγλικής Αντάντ, με το τεράστιο κόστος
του εθνικού διχασμού. Είχε όμως δίκιο: η ιστορία τον δικαίωσε άμεσα,
πλήρως και πολλαπλά για αυτές τις επιλογές του.
Δεν είναι φυσικά τυχαίο το γεγονός ότι ο ελληνικός στρατός
αποβιβάστηκε το ‘19 στη Σμύρνη με τη συνοδεία των βρετανικών πολεμικών.
Ακόμα περισσότερο όμως είναι τυχαίο ότι τη στιγμή, μόλις τρία χρόνια
αργότερα, που ο ελληνικός στρατός έφευγε από εκεί σε συνθήκες πλήρους
διάλυσης με τη Μικρασιατική Καταστροφή να καθίσταται η μεγαλύτερη ήττα
του σύγχρονου ελληνισμού, τα αγγλικά πολεμικά δεν ήταν πια κοντά του.
Εκείνο που συνέβη μέσα σε αυτά τα τρία χρόνια και οδήγησε στην
Καταστροφή, ήταν ότι από το Νοέμβριο του 1920 με τις εκλογές που έριξαν
τον Βενιζέλο, η Ελλάδα εγκατέλειψε τις δυτικές της συμμαχίες. Ο ίδιος
είχε εν τω μεταξύ υπογράψει τη Συνθήκη των Σεβρών που, μετά την πτώση
του, ακυρώθηκε και ουδέποτε εφαρμόστηκε.
Οι διάδοχοί του, όχι μόνον δεν τήρησαν την προεκλογική υπόσχεση της
αναδίπλωσης που τους έφερε στην εξουσία μετά από μια δεκαετία συνεχών
πολέμων, νικηφόρων μεν αλλά οι οποίοι είχαν οδηγήσει σε τεράστια κόπωση,
αλλά έπραξαν κάτι χειρότερο: είτε από άγνοια, είτε από επιπολαιότητα
ασυγχώρητη, «ξέχασαν» ότι τον Μάιο του ’19 ο ελληνικός στρατός έμπαινε
στη Σμύρνη με εντολή της δυτικής συμμαχίας των νικητών του Πρώτου
Παγκοσμίου Πολέμου κι όχι ως κυρίαρχος και κατακτητής.
Οι διάδοχοι του Βενιζέλου αγνόησαν τους λόγους για τους οποίους ο
ελληνικός στρατός στάλθηκε στη Μικρά Ασία, όπως αγνόησαν και τους
δυτικούς συμμάχους της χώρας. Και με έπαρση καταστροφική αποφάσισαν ότι
την είχαν «κατακτήσει» και ότι είχε έρθει η ώρα να φτάσουν μέχρι την
Αγκυρα και την Κωνσταντινούπολη… Ακόμα και πολεμικά τελεσίγραφα έφτασαν
να ανταλλάξουν με τους παλαιούς συμμάχους, τους Γάλλους και τους Αγγλους
που πίστευαν ότι θα τους «συντρίψουν», έτσι έλεγαν, τόσο εκείνους, όσο
και τον Κεμάλ, αν έμπαιναν στο δρόμο τους…
Οι διάδοχοι του Βενιζέλου αποποιήθηκαν πλήρως τη δυτική συμμαχία της
Ελλάδας και το ρόλο της σε αυτή, ούτε κατανόησαν ότι όλα τα εθνικά της
οφέλη από το 1912 και μετά, οφείλονταν ακριβώς και αποκλειστικά στη
δυτική της πολιτική, στη στενότατη σύμπραξή της με τις μεγάλες ναυτικές
δυτικές δυνάμεις.
Σήμερα, όλα αυτά τα μέτωπα δεν υπάρχουν πια. Υπάρχουν όμως άλλα στην
ευρύτερη περιοχή, στα οποία η Ελλάδα πρέπει και μπορεί να είναι ενεργά
παρούσα, έχει πολλούς λόγους να το πράξει, στο πλευρό των δυτικών
συμμάχων.
Σήμερα, μία νέα περιφερειακή αναδιάταξη έχει ήδη αρχίσει να βρίσκεται
σε εξέλιξη από τη Συρία μέχρι τη Λιβύη και όχι μόνον: υπάρχει στο
βάθος το μέγα διεθνές ζήτημα του Ιράν.
Η Ελλάδα πρέπει να έχει ρόλο σε όλα όσα εκκολάπτονται. Πρέπει να βρει
ξανά εκείνη την πολιτική κληρονομιά με την οποία ο Βενιζέλος την έκανε
χρήσιμη και, κατά συνέπεια, ισχυρή στο διεθνές περιβάλλον.
Και πρέπει να αποβάλλει το φόβο και την κλειστότητα που έχουν επί
δεκαετίες κυριαρχήσει όχι απλώς στην πολιτική της, αλλά στην ίδια της
την ύπαρξη, στην «οντολογία» της.
Σε ένα κόσμο που αναδιατάσσεται ξανά, εκείνος που φοβάται και που δεν
λαμβάνει θέση, δεν έχει απολύτως τίποτα θετικό να περιμένει από τις
εξελίξεις: αν δεν τολμήσει κι αν δεν στρατευθεί σε ευρύτερες συμμαχίες
αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματα της στάσης του, κάποιοι άλλοι θα το
πράξουν γι αυτόν. Και τότε, εκείνοι είναι που θα επιβάλλουν τις θελήσεις
τους.
Υ.Γ. Και επειδή κάποιος μπορεί να πει «μα καλά, είναι σε θέση η
Ελλάδα να διαδραματίσει οποιοδήποτε ρόλο οπουδήποτε σήμερα, στην
κατάσταση που βρίσκεται;», ας θυμόμαστε ότι ο Βενιζέλος την οδήγησε εκεί
ξεκινώντας από συνθήκες πολύ χειρότερες ακόμα και από τις σημερινές: η
χώρα όχι μόνον βρισκόταν ακόμη υπό διεθνή οικονομικό έλεγχο μετά το
1898, αλλά είχε πίσω της και έναν χαμένο πόλεμο, τον Ατυχή Πόλεμο του
1897. Όταν ανέλαβε τις τύχες της, όχι κράτος, αλλά ούτε σκιά του δεν
υπήρχε στην πτωχευμένη Ελλάδα. Και μέσα σε τρία χρόνια, ανέτρεψε τα
πάντα, κάνοντας τη μόνη πολιτική που μπορούσε να τα ανατρέψει,
φτιάχνοντας μια χώρα με ρόλο διεθνή ρόλο…