Γραφει ο Γιώργος Καπόπουλος
Kapopoulos@pegasus.gr
Η Ρουμανία μεταθέτει για το 2020 την ένταξη στην Ευρωζώνη, ακολουθώντας
το παράδειγμα της Βουλγαρίας, της Ουγγαρίας, της Τσεχίας και της
Λιθουανίας, η Πολωνία έχει υιοθετήσει προσεκτική στάση αναμονής, με μόνο
πρόθυμο γιο ένταξη εδώ και τώρα τη Λετονία.Πριν από μια
δεκαετία το ευρώ ήταν συνώνυμο του εύκολου και φθηνού δανεισμού, αλλά
και ταυτόχρονα εισιτήριο για την συμμετοχή στον σκληρό πυρήνα της
ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Σήμερα από θέλγητρο έχει μεταβληθεί σε φόβητρο
όχι μόνο για το υψηλό έως απαγορευτικό πολιτικό κόστος κυβερνητικής
διαχείρισης, αλλά κυρίως για την αβεβαιότητα ως προς το μέλλον του
κοινού νομίσματος.
Η προθυμία της Λετονίας εξηγείται από το μικρό
της μέγεθος και την παρούσα και στις τρεις Βαλτικές Χώρες ανασφάλεια
που προκαλεί η γειτνίαση με τη Ρωσία. Επιπλέον η Ρίγα έχει υποστεί την
πιο σκληρή συνταγή δημοσιονομικής εξυγίανσης του ΔΝΤ συγκριτικά με την
Ουγγαρία και την Ρουμανία και δεν έχει να φοβάται κάτι χειρότερο.
Το πραγματικό βαρόμετρο για το μέλλον της Ευρωζώνης, αλλά και για την
τύχη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης συνολικά θα είναι η στάση της Πολωνίας
που ήδη όχι μόνον θεωρείται ως ο πιο σημαντικός εταίρος του Βερολίνου,
αλλά καταγράφεται στη Γαλλία ως η ανερχόμενη δύναμη που επιτρέπει στη
γερμανική πλευρά να παραμερίζει τον επί δεκαετίες συνεταίρο στην
ευρωπαϊκή οικοδόμηση.
Η Βαρσοβία που πριν από λίγα χρόνια ήταν
το πιο σημαντικό έρεισμα της Ουάσιγκτον στη Γηραιά Ηπειρο, που υπήρξε ο
εταίρος που παρ' ολίγον να βραχυκυκλώσει την υπογραφής της Συνθήκης της
Λισαβόνας, που είχε καταγγείλει τη συμφωνία για τον Αγωγό Φυσικού Αερίου
Northstream που την παρέκαμπτε ως νέο σύμφωνο Ριμπεντροπ - Μολότοφ θα
έχει στο μέλλον πολιτικά κυρίως κίνητρα για να προσχωρήσει στην
Ευρωζώνη, την κατοχύρωση της θέσης της ως Μεγάλης Δύναμης ισότιμης της
Γαλλίας και πάντως ισχυρότερης από τις στραπατσαρισμένες από τη
γερμανική λιτότητα Ισπανία και Ιταλία.
Προσχώρηση της Πολωνίας
στην Ευρωζώνη θα σημαίνει ταυτόχρονα και πιστοποίηση συνέχισης της
ολοκλήρωσης έστω και με αυστηρές γερμανικές προδιαγραφές, κάτι που κάθε
άλλο παρά δεδομένο μπορεί να θεωρείται σήμερα.
Η ειρωνεία της
Ιστορίας είναι μεγάλη: Στη Σύνοδο Κορυφής της Νίκαιας τον Δεκέμβριο του
2000 οι Σιράκ-Ζοσπέν είχαν συγκρουσθεί μετωπικά με τον Κολ για να
επιβάλουν την ισοτιμία ψήφων της Πολωνίας και της Ισπανίας με τη
Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, σε μια προσπάθεια να ελέγξουν την επιρροή του
Βερολίνου, μια γαλλική εύνοια που αποσύρθηκε λίγα χρόνια αργότερα, όταν
υπεγράφη στην πρωτεύουσα της Πορτογαλίας η ομώνυμη Συνθήκη. Είχε άλλωστε
προηγηθεί και το τριμερές σχήμα διαβουλεύσεων της Βαϊμάρης - Βερολίνο,
Βαρσοβία, Παρίσι- μέσω του οποίου η Γαλλία ήλπιζε να εξισορροπήσει τη
Γερμανία σε επίπεδο περιφερειακής συνεργασίας.
Σήμερα η Βαρσοβία
προβάλλει σε αντίστιξη με τον δυστροπούντα και δυσπροσάρμοστο Νότο της
Ευρωζώνης όχι μόνον ως υπόδειγμα προσαρμογής στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση,
αλλά και σε περίπτωση προσχώρησης στην Ευρωζώνη ως παράγοντα που
διευκολύνει την απεμπλοκή από τον Νότο, με την Κεντρική Ευρώπη να αποκτά
λόγω του όγκου και του μεγέθους της Πολωνίας την κρίσιμη μάζα της
εναλλακτικής επιλογής.
Η Πολωνία αν προσχωρήσει στην Ευρωζώνη θα
συμπαρασύρει όλες τις χώρες της περιοχής, μπορεί δηλαδή να επηρεάσει
αποφασιστικά τη συγκρότηση μιας Γερμανικής Μεσευρώπης. Μπορεί να
διαπραγματευθεί με τη Γερμανία από πολύ καλύτερη θέση από ό,τι η
σημερινή Γαλλία.
Δέκα χρόνια μετά
Πριν από
μια δεκαετία το ευρώ ήταν συνώνυμο του εύκολου και φθηνού δανεισμού αλλά
και ταυτόχρονα εισιτήριο για τη συμμετοχή στον σκληρό πυρήνα της
ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Σήμερα από θέλγητρο έχει μεταβληθεί σε φόβητρο
όχι μόνο για το υψηλό έως απαγορευτικό πολιτικό κόστος κυβερνητικής
διαχείρισης, αλλά κυρίως για την αβεβαιότητα ως προς το μέλλον του
κοινού νομίσματος.