Κωβαίος Αγγελος Με αντιγερμανική ρητορική,
έμμεσες φιλοαεμαρικανικές αναφορές, φραστικούς ελιγμούς και χωρίς καμία
αναφορά στην πολιτική του έναντι του Μνημονίου εμφανίστηκε και μίλησε
την Τρίτη ο κ. ο πρόεδρος της Κ.Ο του ΣΥΡΙΖΑ, κ. Αλ. Τσίπρας σε γεύμα που διοργάνωσε η Επιτροπή Δημοσίων Υποθέσεων του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.
Στην παρέμβασή του, η οποία για μία ακόμη φορά δεν είχε ανακοινωθεί
από τον ΣΥΡΙΖΑ και δημοσιοποιήθηκε εκ των υστέρων, ο κ. Τσίπρας
σημείωσε μεταξύ των άλλων, με ειρωνική διάθεση έναντι της κυβέρνησης του
Βερολίνου και επιχειρώντας να κινηθεί στο μήκος κύματος της
αμερικανικής εκδοχής για την πρόταση εξόδου από την κρίση: «Συνειδητοποιούμε,
από ένα σημείο και μετά, ότι αυτή η επιμονή στο λάθος δεν μπορεί παρά
να έχει μία άμεση σύνδεση και με έναν στόχο των εταίρων μας, και κυρίως
των αγαπημένων μας εταίρων, των Γερμανών, που διακατέχονται από έναν
ιδιότυπο οικονομικό εθνικισμό και θέλουν να επικρατήσουν στην ευρωζώνη
και στην ευρωπαϊκή σφαίρα με οικονομικά μέσα».
Απαντώντας ουσιαστικά στην κριτική που τον φέρει υπέρμαχο του
κρατισμού και επιχειρώντας να διαλύσει τις εντυπώσεις περί σχεδίου του
ΣΥΡΙΖΑ να επιστρέψει στην κρατικοδίαιτη οικονομία, ο κ. Τσίπρας είπε: «Είμαστε
εναντίον ενός ιδιότυπου κρατισμού και μιας κρατικοδίαιτης λειτουργίας
της οικονομίας. Και βασική μας επιδίωξη είναι να βάλουμε ένα λιθαράκι
ώστε, εάν δούμε μία προοπτική ανάκαμψης, να έχουμε ένα σχέδιο ώστε να
αναδιοργανώσουμε το κράτος να δουλεύει καλύτερα. Να γίνει πιο
αποτελεσματικό στην είσπραξη όσων του οφείλονται, να γίνει πιο
λειτουργικό και διαφανές στη διαχείριση των πόρων, δικαιότερο στην
κατανομή του εισοδήματος, και, κυρίως, να μπορεί να ανταποκρίνεται στις
κοινωνικές ανάγκες».
«Δεν είμαστε αρνητικοί στις επενδύσεις»
Ως προς την φιλική του προδιάθεση έναντι επενδυτικών δραστηριοτήτων, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπογράμμισε: «Κάποιοι
ενδεχομένως να μας κατηγορούν ότι είμαστε αρνητικοί απέναντι σε κάθε
επένδυση, είναι λάθος αυτό. Εκεί που είμαστε αρνητικοί, εκεί που έχουμε
αντίθεση, είναι όταν έχουμε επενδύσεις που δεν σέβονται τους
περιβαλλοντικούς και εργασιακούς νόμους».
Και συμπλήρωσε: «Είμαστε υπέρ του δημόσιου και κοινωνικού
ελέγχου νομικών μονοπωλίων και κρίσιμης στρατηγικής σημασίας οργανισμών
για το δημόσιο. Δεν έχουμε ούτε ρεβανσιστική διάθεση απέναντι σε
συγκεκριμένους επιχειρηματίες- άλλωστε, δεν πιστεύουμε ότι η συνδιαλλαγή
και η διαπλοκή είναι μία υπόθεση που αφορά μονάχα αυτούς, είναι σαν το
βαλς, θέλει δύο».
Ανοιχτοί και για τα κρατικά μονοπώλια
Εμφανίστηκε δε πολύ διαλλακτικός ως προς τη συζήτηση για τη
συμμετοχή του κράτους και του ρόλου του στα κρατικά μονοπώλια. Σημείωσε
σχετικά: «Είμαστε επίσης υπέρ του δημοσίου και κοινωνικού έλεγχου
φυσικών μονοπωλίων και κερδοφόρων οργανισμών, διότι βλέπουμε ότι σε όλη
την Ευρώπη αυτό που έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια είναι το κράτος
να έχει συμμετοχή και έλεγχο σ' αυτούς. Είναι όμως μια συζήτηση την
οποία θα μπορούσαμε να κάνουμε και πιο ανοιχτά».
Παράλληλα τόνισε πως η αξιοποίηση των γεωπολιτικών δυνατοτήτων της χώρας πρέπει να προχωρήσει χωρίς δογματισμούς: «Κατά
την άποψή μας, παρά την δεινή οικονομική θέση έχει ανεξάντλητες και
αναξιοποίητες δυνατότητες εξαιτίας της ανεξάντλητης γεωπολιτικής της
δυναμικής. Οφείλει αυτές να τις αξιοποιήσει δίχως δογματισμούς», είπε χαρακτηριστικά.
«Στη διαπραγμάτευση δεν θα υπάρχουν εταίροι»
«Το σχέδιο μας λοιπόν περιλαμβάνει μια, και θέλω να είμαι ειλικρινής μαζί σας, μια σκληρή διαπραγμάτευση, μια σύγκρουση», είπε ο κ. Τσίπρας και συμπλήρωσε: «Δεν
είναι ένα σχέδιο εύκολο . Και σ' αυτήν την σκληρή διαπραγμάτευση πρέπει
να έχουμε την ανάλυση της πραγματικότητας, τ' αδύναμα σημεία των
εταίρων μας, αλλά στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης θα είναι αντίπαλοι,
δεν θα είναι εταίροι, και, κυρίως, την αίσθηση ότι μπορούμε να
επιβιώσουμε σε κάθε περίπτωση αν έχουμε ένα κοινό όραμα που μας ενώνει
για να επιβιώσουμε. Αν δεν έχουμε, δεν θα επιβιώσουμε.
Εμείς πιστεύουμε ότι το ευρώ είναι βασικό στοιχείο της
στρατηγικής των εταίρων και κυρίως της Γερμανίας, και ότι η Ελλάδα
αποτελεί συστημικό κίνδυνο. Πόσο δε μάλλον αν υπάρχει από κοινού
συνεννόηση χωρών που σήμερα πλήττονται από αυτήν την πολιτική, σε σχέση
με την διεκδίκηση μιας εναλλακτικής πολιτικής στην ΕΕ».