Του Ιωαννη Ν. Γρηγοριαδη*
Οι φιλοδοξίες της Τουρκίας να παίξει κομβικό ρόλο στην Ευρασία δεν
αποτελούν νέο φαινόμενο. Υπήρξαν συνδεδεμένες με το ιδεολογικό ρεύμα του
παντουρκισμού που φιλοδοξούσε να ενώσει υπό μία κρατική οντότητα και
υπό τον ηγετικό ρόλο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όλους τους
τουρκογενείς πληθυσμούς του Καυκάσου, της Κεντρικής Ασίας και της
Σιβηρίας. Αν και ο Κεμάλ Ατατούρκ ανέστειλε κάθε σχετική δραστηριότητα,
δεδομένης και της στρατηγικής του συνεργασίας με τη Σοβιετική Ενωση, ο
παντουρκισμός επιβίωσε ως μία από τις συνιστώσες του τουρκικού
εθνικισμού. Το ιδεολογικό ρεύμα του «ευρασιατισμού» επηρέασε τη συζήτηση
περί τουρκικής ταυτότητας και στρατηγικής από τη δεκαετία του 1960.
Η τουρκική αισιοδοξία έφθασε στο ζενίθ με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου
και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως. Στα τέλη της δεκαετίας του
1980 ο Τούρκος πρωθυπουργός Τουργκούτ Οζάλ οραματιζόταν τα όρια της
τουρκικής επιρροής από την Αδριατική ώς το Σινικό Τείχος. Η
ανεξαρτητοποίηση των Δημοκρατιών του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας
εμφανίσθηκε ως ιστορική ευκαιρία προωθήσεως της τουρκικής επιρροής. Οι
μεγάλες αυτές προσδοκίες διαψεύσθηκαν οικτρά.
Η Τουρκία απέτυχε να αποτρέψει την ήττα του Αζερμπαϊτζάν από την Αρμενία
στον πόλεμο του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Τα καθεστώτα του Καζαχστάν, του
Κιργιστάν, του Ουζμπεκιστάν και του Τουρκμενιστάν είτε διατήρησαν τη
στρατηγική τους συνεργασία με τη Ρωσική Ομοσπονδία είτε διεκδίκησαν
απευθείας σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους δυτικούς
οργανισμούς χωρίς τη μεσολάβηση της Τουρκίας. Η στροφή της Τουρκίας προς
την Ευρωπαϊκή Ενωση από το 1999 και εξής σήμανε και την αναστολή των
ευρασιατικών της φιλοδοξιών.
Αντίθετα στο ρεύμα της εποχής, η προτίμηση στην ευρασιατική και όχι στην
ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας εκφράσθηκε το 2002 κατ’ εξοχήν από τον
στρατηγό Τουντζέρ Κιλίντς, τότε γενικό γραμματέα του Συμβουλίου Εθνικής
Ασφαλείας. Ο κ. Κιλίντς είναι από το 2009 προφυλακισμένος,
κατηγορούμενος στο πλαίσιο της υποθέσεως «Εργκένεκον».
Γιατί έχουν σημασία όλα αυτά; Σε πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη, ο
Τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποκάλυψε ότι «ενοχλημένος
από την ευρωπαϊκή απροθυμία για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή
Ενωση» ζήτησε από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν την ένταξη της
Τουρκίας στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (Shanghai Cooperation
Organization-SCO) με αντάλλαγμα να εγκαταλείψει την προσπάθεια εντάξεως
στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Πρόσθεσε δε ότι «κοινές αξίες συνδέουν την Τουρκία με τα μέλη του
Οργανισμού». Πέραν της Ρωσίας, στον Οργανισμό συμμετέχει η Κίνα, το
Καζαχστάν, το Κιργιστάν, το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν, ενώ η
Ινδία, το Ιράν, η Μογγολία, το Πακιστάν έχουν καθεστώς παρατηρητού.
Στην ατζέντα του Οργανισμού ανήκει η συνεργασία σε θέματα οικονομίας και
ασφαλείας, ενώ κοινή είναι η πεποίθηση ότι έχει μετατραπεί σε όχημα
περιορισμού της αμερικανικής επιρροής στην Κεντρική Ασία.
Αυτή η εντυπωσιακή στροφή Ερντογάν προς τον «ευρασιατισμό» είναι
επιδεκτική πολλών ερμηνειών: Το αν αποτελεί μοχλό πιέσεως προς την
Ευρωπαϊκή Ενωση λίγες ημέρες πριν από την επίσκεψη του Γάλλου προέδρου
Φρανσουά Ολάντ στην Αγκυρα, το αν αποβλέπει στην αλλαγή της πολιτικής
ατζέντας στο εσωτερικό ή όντως αποτελεί αλλαγή στρατηγικών
προσανατολισμών της Τουρκίας θα φανεί τις προσεχείς εβδομάδες.
Η αναζήτηση κοινών αξιών, ωστόσο, μεταξύ της Τουρκίας και αυταρχικών
καθεστώτων όπως της Κίνας και του Ουζμπεκιστάν μάλλον δεν περιποιεί τιμή
στα πρόσφατα επιτεύγματα της Τουρκικής Δημοκρατίας. Ο στρατηγός Κιλίντς
ήταν μάλλον συνεπέστερος στις απόψεις και τα έργα του.
* Ο κ. Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης είναι επίκουρος καθηγητής του Τμήματος
Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ και επιστημονικός
συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ.