Των ειδικών απεσταλμένων μας Gatien Elie, Allan Popelard και Paul Vannier*
Επιμέλεια: Βασίλης Παπακριβόπουλος
Χρειάστηκαν δεκαετίες για να εδραιωθεί το ελληνικό κράτος και να
ομογενοποιηθεί ο χώρος του. Σε λίγους μήνες, η κρίση υπονόμευσε τα
θεμέλια του πρώτου και οι ιδιωτικοποιήσεις κατακερμάτισαν τη γεωγραφία
του δεύτερου.Η Ελλάδα είναι μια βαλκανική χώρα με ένα σύνολο χερσονήσων που
δημιουργούν μια κατακερματισμένη γεωγραφία. Από τους κόλπους του Αιγαίου
έως εκείνους του Ιονίου Πελάγους, από τις κορυφές της Πίνδου έως
εκείνες της Ροδόπης, από τις πεδιάδες ώς τα ακρωτήρια κι από τα
ακρωτήρια ώς τα νησιά, η επικράτειά της είναι σημαδεμένη από τα
καπρίτσια της φύσης κι οι άνθρωποί της κόπιασαν πολύ για να την
κατοικήσουν. Αρχικά, μια από τις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης
υπήρξε η άρση της γεωγραφικής απομόνωσης των περιφερειών της Ελλάδας. Το
γεγονός αποδεικνύεται από το πλήθος των πινακίδων με τα χρώματα και το
σήμα της Ευρώπης που αποτελούν χαρακτηριστική διακόσμηση κατά μήκος των
οδικών αξόνων στις περιφέρειες της χώρας.
Όμως, σε περιόδους λιτότητας, οι φραγμοί και οι ασυνέχειες του χώρου ενισχύονται. Οι εξελίξεις της τελευταίας διετίας - ιδιωτικοποίηση εθνικών εταιρειών μεταφορών, κατάργηση οκτώ σημαντικών σιδηροδρομικών γραμμών, μείωση της επιδότησης των άγονων γραμμών στην ακτοπλοΐα1, αύξηση των εισιτηρίων και της τιμής της βενζίνης2 -σε συνδυασμό με τη μείωση των εισοδημάτων, ενδέχεται να επιδεινώσουν ακόμα περισσότερο τις ανισότητες.
Στο στόμιο του Κορινθιακού κόλπου, οι επιβάτες που στέκονται στην κουπαστή του φεριμπότ που συνδέει την Πελοπόννησο με τη Στερεά Ελλάδα παρακολουθούν τα λιγοστά αυτοκίνητα που τους προσπερνούν ψηλότερα, τρέχοντας πάνω στη γέφυρα Ρίου - Αντιρρίου, η οποία στηρίζεται σε τέσσερις ογκώδεις πυλώνες - είναι μία από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη και υποτίθεται ότι θα διευκόλυνε τη διάβαση του κόλπου και την επικοινωνία των δύο οικιστικών ζωνών που βρίσκονται εκατέρωθεν. Ωστόσο, δεδομένου ότι τα διόδια μετ’ επιστροφής αντιστοιχούν σε ένα ημερομίσθιο, δεν είναι και πολλοί εκείνοι που μπορούν να προσφέρουν στον εαυτό τους την πολυτέλεια να επιλέξουν αυτή τη λύση. Το έργο χρηματοδοτήθηκε από το ελληνικό κράτος και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ενώ η εκμετάλλευσή του έχει παραχωρηθεί στον γαλλικό κατασκευαστικό όμιλο Vinci για σαράντα δύο χρόνια.
Το ξεπούλημα της χώρας
Η λιτότητα οδηγεί αδυσώπητα σε μια αναδιάρθρωση της ελληνικής επικράτειας. Το Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου, στο οποίο έχει ανατεθεί η ρευστοποίηση της δημόσιας περιουσίας, οργανώνει το ξεπούλημα της χώρας: ύδρευση, ηλεκτρισμός, αυτοκινητόδρομοι, λιμάνια (βλέπε το κείμενο του Pierre Rimbert), όλα τα δίκτυα βγαίνουν στο σφυρί.
Το ίδιο ισχύει και για το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Το 2004, φιλοξενούσε τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις και -πριν η κρίση ανοίξει τον δρόμο για την πώληση της έκτασης- έμελλε να μετατραπεί σε πάρκο. Έκτοτε, «πολλά πράγματα έχουν αλλάξει», όπως μας λέει η Φερενίκη Βαταβάλη από την υπηρεσία πολεοδομίας του Δήμου. Παρά το αστρονομικό κόστος της ανέγερσης των ολυμπιακών εγκαταστάσεων, το οποίο επιβάρυνε τις δημόσιες δαπάνες [3], οι εγκαταστάσεις αυτές (κανόε - καγιάκ, γήπεδα χόκεϊ, ξιφασκίας...) θα κατεδαφιστούν για να αποδοθεί ο χώρος ελεύθερος στους επενδυτές.
Σε ολόκληρη τη χώρα προωθούνται χωροταξικά προγράμματα παρόμοια με εκείνο του Ελληνικού, τα οποία συνδυάζουν τουριστικά και εμπορικά συγκροτήματα. Λειτουργούν ως θύλακες οι οποίοι προσελκύουν τις επενδύσεις και ενισχύουν την πόλωση ανάμεσα στις διάφορες περιοχές της επικράτειας. Αλλού, η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο της δημιουργίας ελεύθερων ζωνών4 ή δρομολογεί και πάλι την εκμετάλλευση ορυκτών πόρων ή την έρευνα για πετρελαϊκά κοιτάσματα, χωρίς να λαμβάνεται καμία πρόνοια για την προστασία του περιβάλλοντος. Κατά τη γνώμη του οικονομολόγου Γιάννη Ευσταθόπουλου, οι πολιτικές αυτές συνιστούν ένα μοντέλο «ανάπτυξης δια της υποβάθμισης», το οποίο στηρίζεται στον ανταγωνισμό των περιφερειών «μέσα από το κοινωνικό, φορολογικό και περιβαλλοντικό ντάμπινγκ, αλλά και από το ντάμπινγκ ανάμεσα στις γενιές».
Σε ορισμένες συνοικίες του κέντρου της Αθήνας, το ένα τρίτο των εμπόρων αναγκάστηκε να βάλει λουκέτο εξαιτίας της μείωσης της ζήτησης. Πίσω από τις βιτρίνες με τα ασπρισμένα τζάμια, η σιωπή κι η σκόνη σκεπάζουν ό,τι απόμεινε από ένα κατάστημα επίπλων ή από ένα κομμωτήριο. Στις προσόψεις των κτηρίων, αναρίθμητες κιτρινοκόκκινες αγγελίες προτείνουν την ενοικίαση ή την πώληση χιλιάδων κενών διαμερισμάτων. Η απότομη μείωση των εισοδημάτων (ο μέσος μισθός μειώθηκε κατά 30%, την περίοδο 2010-2011) και η αύξηση της ανεργίας (από 8,8% του ενεργού πληθυσμού τον Ιανουάριο του 2009 στο 24,4% τον Ιούνιο του 20125) ανάγκασαν πολλές οικογένειες να επιλέξουν τη συγκατοίκηση με συγγενείς τους.
Βέβαια, το τοπίο που δημιουργεί η κρίση στην Αθήνα είναι πολύ διαφορετικό από εκείνο της Μαδρίτης, καθώς δεν βλέπει κανείς τα μεγάλα ερημωμένα συγκροτήματα κατοικιών που στοιχειώνουν τα προάστια της ισπανικής πρωτεύουσας. Εδώ, η απουσία πολεοδομικού σχεδιασμού είχε ως αποτέλεσμα την ύπαρξη λιγότερο ολοκληρωμένων δομών, οι οποίες φαίνονται πιο ανθεκτικές σε περίπτωση κατάρρευσης του συστήματος. Η Ελλάδα δεν είχε τραπεζίτες και μεγάλες κατασκευαστικές επιχειρήσεις, οι οποίες να ασχολήθηκαν σοβαρά με την παραγωγή αστικού χώρου, ούτε και στεγαστική πολιτική αντάξια ενός κοινωνικού κράτους: μετά τη δικτατορία του Μεταξά, τον Εμφύλιο Πόλεμο, στον οποίο ηττήθηκαν οι κομμουνιστές, τις κυβερνήσεις της σκληροπυρηνικής Δεξιάς του Κωνσταντίνου Καραμανλή και έως τη δικτατορία των συνταγματαρχών, το εργατικό κίνημα, απαγορευμένο και αντιμέτωπο με την καταστολή, δεν ήταν ποτέ σε θέση να επιβάλει τη θέσπιση στεγαστικής πολιτικής.
Η κρίση κλονίζει την αστική αυτοοργάνωση
Έτσι, όπως μας εξηγεί ο Θωμάς Μαλούτας, καθηγητής κοινωνικής γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, η Αθήνα «οργανώθηκε με βάση ένα συνονθύλευμα ατομικών πρωτοβουλιών που έρχονταν από τους κάτω». Ο ιδιοκτήτης έβαζε το οικόπεδο κι ο εργολάβος την τεχνογνωσία. Το κεφάλαιο συγκεντρωνόταν με την προπώληση διαμερισμάτων πριν ανεγερθεί το κτήριο. Με αυτόν τον τρόπο κατέστη δυνατή η χρηματοδότηση μικρών πολυκατοικιών, πέντε έως έξι ορόφων. Μεταξύ 1950 και 1970, το μικροκαπιταλιστικό αυτό σύστημα, που ονομάστηκε αντιπαροχή, έγινε «ο απόλυτα κυρίαρχος τρόπος παραγωγής κατοικιών στη χώρα». Στηριζόταν δε περισσότερο στην αποταμίευση και λιγότερο στον τραπεζικό δανεισμό και διαμόρφωσε τη σημερινή όψη του κέντρου της πρωτεύουσας. Καθώς εξασφάλιζε ένα υψηλό επίπεδο πρόσβασης στην ιδιοκτησία στέγης6, το σύστημα της αντιπαροχής προστάτευσε τους Έλληνες από την αβελτηρία του κράτους, την τοκογλυφία των τραπεζών και τις διακυμάνσεις της οικονομίας.
Ωστόσο, αυτή η μορφή αστικής αυτοοργάνωσης φαίνεται ότι κλονίζεται κάτω από τα σφοδρά χτυπήματα που της καταφέρουν οι πολιτικές τής λιτότητας. Καθώς δε στο πολεοδομικό συγκρότημα της πρωτεύουσας είναι συγκεντρωμένες οι εμπορικές και οι διοικητικές λειτουργίες, πλήττεται πολύ περισσότερο από τη μείωση των δημόσιων δαπανών και από την κατάρρευση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Στη συνέχεια, τα κύματα της κρίσης μεταφέρονται από το αθηναϊκό επίκεντρο μέχρι τα βάθη της υπαίθρου.
Το αγροτικό ζήτημα
Η πεδιάδα της Θεσσαλίας εκτείνεται από τα παράλια του Αιγαίου ώς τα αντερείσματα της οροσειράς της Πίνδου. Σε απόσταση διακοσίων χιλιομέτρων από την Αθήνα, αρχίζει ένα μωσαϊκό χωραφιών: καταπράσινες καλλιέργειες καλαμποκιού, χρυσοκίτρινα σταροχώραφα, λευκές εκτάσεις με βαμβάκι. Τα εργοστάσια, οι σωλήνες των συστημάτων ποτίσματος και τα κυλινδρικά σιλό φανερώνουν ότι πρόκειται για αγροτοβιομηχανική περιοχή. Ωστόσο, αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει στις υπόλοιπες περιοχές της Ευρώπης, όπου κυριαρχεί η εντατική γεωργία, στη Θεσσαλία παρατηρείται υψηλή πληθυσμιακή πυκνότητα.
Στο Ευύδριο, κάτω από τα πλατάνια της πλατείας του χωριού, ο Δημήτρης Γούσιος, καθηγητής Γεωγραφίας της Υπαίθρου στο πανεπιστήμιο του Βόλου, διηγείται: «Στις αρχές του 20ού αιώνα, στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε η πλέον ριζοσπαστική αγροτική μεταρρύθμιση της Ευρώπης. Το κράτος μοίρασε γη με απόλυτα εξισωτικό τρόπο, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε νοικοκυριού. Το ζητούμενο ήταν τότε να σπάσει το μονοπώλιο των τσιφλικάδων και να ευνοηθούν οι μικροκαλλιεργητές». Το μέσο μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων περιορίστηκε στα 150 στρέμματα. Μέχρι σήμερα, οι γεωργικές δομές εξακολουθούν να αποτελούνται κατά κύριο λόγο από μικρές εκμεταλλεύσεις με οικογενειακό χαρακτήρα: κατά μέσον όρο διαθέτουν 400 στρέμματα, τη στιγμή που μια μέση γεωργική εκμετάλλευση σε μια περιοχή όπως η Μπος (Beauce) στη Γαλλία, όπου εφαρμόζεται η εντατική γεωργία, εκτείνεται σε 1.050 στρέμματα. Γενικότερα, σε εθνικό επίπεδο, η μέση καλλιεργούμενη επιφάνεια ανέρχεται στα 50 στρέμματα, έναντι 520 στρεμμάτων στη Γαλλία.
Καταρρέουν τα εισοδήματα των αγροτών
Η αγροτική μεταρρύθμιση υπήρξε ένα από τα στοιχεία της διαδικασίας δημιουργίας του ελληνικού κράτους. Μετά το 1922, η νεαρή ελληνική Δημοκρατία διένειμε στους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία τη γη που ανήκε προηγουμένως στους Οθωμανούς. Με τη διανομή γης, το κράτος αποσκοπούσε στην εδραίωση της νομιμοποίησής του. Μόλις δε ολοκληρώθηκε η διαδικασία, οργάνωσε την αναδίπλωσή του7. Στην προσπάθειά του να μην προκαλέσει την εχθρότητα των ψηφοφόρων της υπαίθρου, παραιτήθηκε από το δικαίωμά του να τους επιβάλλει φορολογία. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, οι φόροι μειώθηκαν και, μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ουσιαστικά έπαψαν να υφίστανται για την πλειονότητα των αγροτών. Έτσι, τα αγροτικά εισοδήματα έμεναν αφορολόγητα, ενώ η οργάνωση των κοινωνικών σχέσεων στην παραγωγή δεν υπαγόταν σε κανένα νομικό πλαίσιο: οι εργάτες γης δούλευαν χωρίς σύμβαση εργασίας και δεν δηλώνονταν στην κοινωνική ασφάλιση. Όπως αναφέρει ο Γούσιος, η μαύρη εργασία επέτρεψε την επιβίωση άτυπων μορφών συνεργασίας «που συνίστανται στην ανταλλαγή υπηρεσιών και υλικών μεταξύ συγγενών και γειτόνων», ενώ ευνόησε επίσης και την εκμετάλλευση των εργατών γης, κυρίως αλβανικής καταγωγής.
Από το 2011, με τη μείωση του αφορολόγητου από τα 12.000 ευρώ στα 5.000, η κυβέρνηση κατόρθωσε να κάνει τους αγρότες να πληρώσουν φόρο εισοδήματος. Στη συνέχεια, επέβαλε στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις να τηρούν λογιστικά βιβλία. Η δε καθιέρωση του «εργόσημου», η οποία συνοδεύεται από πρόστιμα σε περίπτωση χρησιμοποίησης αδήλωτων εργαζομένων, επεκτείνει τη μισθωτή εργασία στις ζώνες της υπαίθρου. Όπως σχολιάζει ο Γούσιος, «αποφάσισαν να τσακίσουν τις μορφές συνεργασίας, με πρόσχημα την είσπραξη φόρων. Δεδομένου ότι οι πλούσιοι εφοπλιστές απαλλάσσονται από τη φορολογία, η φορολόγηση δεν έχει καμία σχέση με την αποκατάσταση της ισότητας των πολιτών απέναντι στις υποχρεώσεις τους για συμβολή στα δημόσια έσοδα». Ο στόχος της είναι η αποπληρωμή του χρέους προς τους δανειστές.
Στο χωριό Αμπέλια, στις δασωμένες πλαγιές της Πίνδου, η Αγορίτσα Ντούλα έχει ήδη αρχίσει να συνειδητοποιεί τις καταστροφικές συνέπειες της φορολογίας. Σε αυτήν την υπάλληλο του δήμου, της οποίας ο μισθός μειώθηκε κατά 40%, έχει ανατεθεί η παροχή υποστήριξης στους αγρότες. «Από τα δεκαπέντε άτομα που δέχομαι στο γραφείο μου κάθε εβδομάδα, τα τρία τέταρτα βρίσκονται αντιμέτωπα με σοβαρότατα προβλήματα. Ορισμένοι επιβιώνουν παράγοντας οι ίδιοι τα τρόφιμα που καταναλώνουν. Ωστόσο, οι τιμές της βενζίνης, του ηλεκτρικού ρεύματος και του νερού έχουν ήδη αυξηθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό, ώστε, όταν προστίθεται και ο φόρος εισοδήματος, δημιουργούνται δραματικές καταστάσεις».
Εξαιτίας της κατάρρευσης των εισοδημάτων τους, της πληρωμής φόρου εισοδήματος και της αύξησης των έμμεσων φόρων (ο ΦΠΑ, από 18% το 2008, αυξήθηκε στο 23%), πολλοί αγρότες κινδυνεύουν να χάσουν την περιουσία τους. Λόγω του εξαιρετικά μικρού μεγέθους του κλήρου τους, της γήρανσης του αγροτικού πληθυσμού, αλλά και της μείωσης των επιδοτήσεων από την Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά τη διεύρυνσή της με τις πρώην Ανατολικές χώρες, είναι πιθανόν ότι η κατάσταση θα οδηγήσει τους πλέον ευάλωτους στη χρεωκοπία. Η διάλυση της αγροτικής μεταρρύθμισης, που θα επιφέρει παρόμοια εξέλιξη, εκτιμάται ότι θα οδηγήσει στη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας γης σε λιγότερα χέρια, στις πεδινές περιοχές και σε μεγαλύτερη εγκατάλειψη των γεωργικών δραστηριοτήτων στις ορεινές.
Η παρακμή των βιομηχανικών πόλεων
Η ένταξη στην πολιτική και νομισματική ένωση της Ευρώπης είχε ως αποτέλεσμα την αναδιοργάνωση της ελληνικής επικράτειας. Βέβαια, τα ευρωπαϊκά ταμεία -γεωργικά, κατά κύριο λόγο- επέτρεψαν την ανάπτυξη της χώρας. Ωστόσο, ενισχύοντας την παραγωγική εξειδίκευση των διάφορων περιοχών, η ολοκλήρωση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ευνόησε επίσης και την κοινωνική και γεωγραφική διαφοροποίηση. Ενώ ο ευρωπαϊκός καταμερισμός εργασίας επιτάχυνε την τουριστικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, ενέτεινε ταυτόχρονα την παρακμή των βιομηχανικών περιοχών.
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980, η Πάτρα ήταν μία από τις σημαντικότερες βιομηχανικές πόλεις της χώρας. Στην παραλιακή ζώνη της, πλήθος εργοστασίων (υφαντουργεία, ελαστικά, σφαγεία, χαρτοποιεία, σαπωνοποιεία, μύλοι...) απασχολούσαν χιλιάδες εργαζόμενους. Από αυτήν την εργατική ιστορία, απομένουν μονάχα ερείπια8. «Κι όμως, από τη δεκαετία του 1970, όλες οι κυβερνήσεις υπόσχονταν να αναπτύξουν τη βιομηχανική ζώνη για να προσδώσουν δυναμισμό στην τοπική οικονομία. Τελικά, τίποτα δεν έγινε», διαπιστώνει ο Γιάννης Σουβαλιώτης, πρόεδρος του Ινστιτούτου Εργασίας της Πάτρας.
«Η βιομηχανία της πόλης, ευάλωτη καθώς ήταν, δεδομένου ότι δεν είχαν πραγματοποιηθεί παραγωγικές επενδύσεις, δεν μπόρεσε να αντέξει στον ανταγωνισμό. Αντιμέτωπη με πολύ πιο ανταγωνιστικές οικονομίες της Ευρώπης, πολύ σύντομα άρχισε να παρακμάζει», εξηγεί. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η φιλελευθεροποίηση των οικονομιών των Ανατολικών χωρών επιτάχυναν το κλείσιμο των βιομηχανικών μονάδων και τη μεταφορά τους σε χώρες με χαμηλό εργατικό κόστος, κυρίως στη Βουλγαρία. «Το 1993, δεχθήκαμε ένα σοκ. Το κλείσιμο της Πειραϊκής-Πατραϊκής, της μεγαλύτερης ελληνικής υφαντουργίας, άφησε στον δρόμο χιλιάδες εργαζόμενους. Στη συνέχεια, με εξαίρεση τη ζυθοποιία Άμστελ και τα τσιμέντα Τιτάν, όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις έκλεισαν. Και τώρα, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πλήττονται κι αυτές από την κρίση...9».
Για ένα διάστημα, οι επιπτώσεις της καταστροφής του παραγωγικού ιστού συγκαλύπτονταν από την ένταξη της χώρας στη ζώνη του ευρώ και από την αύξηση της κατανάλωσης που στηριζόταν στον ιδιωτικό δανεισμό10. Η συναινετική ευφρόσυνη ατμόσφαιρα που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή, έφθασε στο αποκορύφωμά της με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Όμως, η κρίση του 2008 επιτάχυνε το σπάσιμο της κερδοσκοπικής φούσκας και έδειξε πόσο ευάλωτη ήταν η ελληνική οικονομία, καθώς είχε περιοριστεί μονάχα στον τομέα των υπηρεσιών. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η έξοδος από το ευρώ και η επιστροφή σε μια υποτιμημένη δραχμή θα είχε ως αποτέλεσμα να ακριβύνουν οι εισαγωγές, χωρίς ωστόσο και να τονωθούν οι εξαγωγές, ακριβώς λόγω της κατάρρευσης του παραγωγικού τομέα. Μετά από μια δεκαετία νομισματικής ολοκλήρωσης, η παγίδα της αποβιομηχάνισης έχει κλείσει και έχει εγκλωβίσει την Ελλάδα.
Στο λιμάνι της Πάτρας, το φορτηγά πλοία αντικαταστάθηκαν σιγά σιγά από φέριμποτ που μεταφέρουν τουρίστες, ενώ η εικόνα του εργάτη έδωσε τη θέση της σε εκείνη του μετανάστη. Σκαρφαλωμένοι στη στέγη ενός μικρού εγκαταλελειμμένου εργοστασίου που βρίσκεται στην απέναντι από το λιμάνι πλευρά της παραλιακής λεωφόρου, οι μετανάστες δίχως χαρτιά παρακολουθούν το πήγαινε έλα των νταλικών, των πλοίων και των αστυνομικών περιπόλων, παραμονεύοντας την κατάλληλη στιγμή. «Ορισμένοι βρίσκονται στην πόλη εδώ και δύο, ακόμα και τρία χρόνια», μας εξηγεί η Ευαγγελία Τσομάκα. Η τριαντάχρονη δικηγόρος των Γιατρών του Κόσμου και η ομάδα της προσφέρουν νομική υποστήριξη στους μετανάστες δίχως χαρτιά (βλέπε το κείμενο του Grégory Lassalle).
Οι μετανάστες συρρέουν στο λεωφορείο της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης που σταθμεύει σε μια αλάνα της παραλιακής ζώνης. Εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς τις συνέπειες του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙ». Από το 2003 που υιοθετήθηκε το συγκεκριμένο νομικό κείμενο -με βάση το οποίο ένας μετανάστης δίχως χαρτιά που εισέρχεται στην Ευρώπη μέσω Ελλάδας και συλλαμβάνεται σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, επαναπροωθείται αυτόματα στην Αθήνα- η Πάτρα έχει μετατραπεί σε ευρωπαϊκό αδιέξοδο11: «Στο εξής, είναι ευκολότερο να μπεις στην Ελλάδα, παρά να βγεις από αυτήν»!
Καθώς η συγκέντρωση αλλοδαπών πραγματοποιείται σε περίοδο κρίσης, οδηγεί σε παροξυσμό τον φανατισμό. Τον Μάιο του 2012, μια ένοπλη συνοικιακή ομάδα, με την υποστήριξη των νεοναζί της Χρυσής Αυγής, επιτέθηκε στους μετανάστες της πόλης. Με τη συμμετοχή στελεχών του ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου, νομιμοποιήθηκαν οι οργανώσεις της Άκρας Δεξιάς, οι οποίες βρίσκονταν στο περιθώριο της πολιτικής ζωής μετά την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών.
Η απόφαση για την ανέγερση τείχους στα ελληνοτουρκικά σύνορα ολοκλήρωσε την εικόνα, προσδίδοντας θεαματική και στρατιωτική διάσταση στη μεταναστευτική πολιτική της χώρας.
Ωστόσο, την ώρα που μια υπερβολικά προβεβλημένη από τα μέσα ενημέρωσης μειοψηφική μερίδα Πατρινών συντασσόταν με την Άκρα Δεξιά, η πλειοψηφία εξέφραζε τον θυμό της με διαφορετικό τρόπο. Στην Αχαΐα, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέλαβε την πρώτη θέση στις εκλογές, σε ένα από τα πλέον συμβολικά «κάστρα» του ΠΑΣΟΚ, ενώ ήδη από τις δημοτικές του 2010 είχε πάρει τους περισσότερους δήμους.
Σκαρφαλωμένο στο βουνό, το Καλέτζι, το χωριό απ’ όπου κατάγεται η οικογένεια Παπανδρέου, απέχει μόλις 35 χιλιόμετρα από το λιμάνι. Στην πλατεία, οι προτομές του Γεωργίου και του Ανδρέα Παπανδρέου αγκαλιάζουν με το βλέμμα τους το εκλογικό κάστρο που η δυναστεία τους κατόρθωσε να δημιουργήσει. Για την ώρα, δεν προβλέπεται να στηθεί προτομή και για τον τρίτο πρωθυπουργό της οικογένειας, τον Γιώργο...
1. Το πολυετές δημοσιονομικό σχέδιο για την περίοδο 2013-2016 προβλέπει τη μείωσή της κατά 18 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 15-20%.
2. Η τιμή των υγρών καυσίμων διπλασιάστηκε την περίοδο 2009-2012 (www.autoline-eu.fr).
3. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το συνολικό κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων κυμάνθηκε μεταξύ 14 και 20 δισ. ευρώ.
4. Reuters, 28 Αυγούστου 2012.
5. Πηγή : Εurostat.
6. Το 2007, το ποσοστό των νοικοκυριών με ιδιοκατοίκηση ανερχόταν στο 73%. Ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 65%, ενώ στη Γαλλία και στη Γερμανία είναι αντίστοιχα 58% και 46%.
7. Βλέπε Noëlle Burgi, «Les Grecs sous le scalpel», «Le Monde Diplomatique», Δεκέμβριος 2011.
8. (ΣτΜ) Στα εντυπωσιακότερα και ωραιότερα από αυτά τα βιομηχανικά κτήρια φιλοξενούνται πλέον δραστηριότητες ψυχαγωγίας και πολιτισμού.
9. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της Αθήνας, από τις 900.000 επιχειρήσεις που υπήρχαν στην Ελλάδα, έκλεισαν 58.000 το 2009 και 60.000 το 2010. Η αποβιομηχάνιση οφείλεται τόσο στον ανταγωνισμό από το εξωτερικό όσο και στη μείωση της εσωτερικής ζήτησης εξαιτίας της λιτότητας.
10. Στην Ελλάδα, την περίοδο 2002-2007, ο ρυθμός της ετήσιας αύξησης των χορηγήσεων καταναλωτικών δανείων έφτανε το 24%. Πηγή: «Le crédit à la consommation en Europe à fin juin 2009», Sofinco, Νοέμβριος 2009, www.ca-consumerfinance.com.
11. Ο θεμέλιος αυτός λίθος της πολιτικής για τη χορήγηση πολιτικού ασύλου καθιστά τη χώρα - μέλος της Ε.Ε. στην οποία πρωτοεισήλθε ο αιτούμενος άσυλο, μόνη αρμόδια για την εξέταση της αίτησής του.
* Οι Gatien Elie, Allan Popelard και Paul Vannier είναι γεωγράφοι
Η
μορφή αστικής αυτοοργάνωσης που γνωρίσαμε φαίνεται ότι κλονίζεται κάτω
από τα σφοδρά χτυπήματα που της καταφέρουν οι πολιτικές τής λιτότητας
Επιμέλεια: Βασίλης Παπακριβόπουλος
Δεκέμβρης 2008 Αθήνα |
Όμως, σε περιόδους λιτότητας, οι φραγμοί και οι ασυνέχειες του χώρου ενισχύονται. Οι εξελίξεις της τελευταίας διετίας - ιδιωτικοποίηση εθνικών εταιρειών μεταφορών, κατάργηση οκτώ σημαντικών σιδηροδρομικών γραμμών, μείωση της επιδότησης των άγονων γραμμών στην ακτοπλοΐα1, αύξηση των εισιτηρίων και της τιμής της βενζίνης2 -σε συνδυασμό με τη μείωση των εισοδημάτων, ενδέχεται να επιδεινώσουν ακόμα περισσότερο τις ανισότητες.
Στο στόμιο του Κορινθιακού κόλπου, οι επιβάτες που στέκονται στην κουπαστή του φεριμπότ που συνδέει την Πελοπόννησο με τη Στερεά Ελλάδα παρακολουθούν τα λιγοστά αυτοκίνητα που τους προσπερνούν ψηλότερα, τρέχοντας πάνω στη γέφυρα Ρίου - Αντιρρίου, η οποία στηρίζεται σε τέσσερις ογκώδεις πυλώνες - είναι μία από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη και υποτίθεται ότι θα διευκόλυνε τη διάβαση του κόλπου και την επικοινωνία των δύο οικιστικών ζωνών που βρίσκονται εκατέρωθεν. Ωστόσο, δεδομένου ότι τα διόδια μετ’ επιστροφής αντιστοιχούν σε ένα ημερομίσθιο, δεν είναι και πολλοί εκείνοι που μπορούν να προσφέρουν στον εαυτό τους την πολυτέλεια να επιλέξουν αυτή τη λύση. Το έργο χρηματοδοτήθηκε από το ελληνικό κράτος και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ενώ η εκμετάλλευσή του έχει παραχωρηθεί στον γαλλικό κατασκευαστικό όμιλο Vinci για σαράντα δύο χρόνια.
Το ξεπούλημα της χώρας
Η λιτότητα οδηγεί αδυσώπητα σε μια αναδιάρθρωση της ελληνικής επικράτειας. Το Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου, στο οποίο έχει ανατεθεί η ρευστοποίηση της δημόσιας περιουσίας, οργανώνει το ξεπούλημα της χώρας: ύδρευση, ηλεκτρισμός, αυτοκινητόδρομοι, λιμάνια (βλέπε το κείμενο του Pierre Rimbert), όλα τα δίκτυα βγαίνουν στο σφυρί.
Το ίδιο ισχύει και για το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Το 2004, φιλοξενούσε τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις και -πριν η κρίση ανοίξει τον δρόμο για την πώληση της έκτασης- έμελλε να μετατραπεί σε πάρκο. Έκτοτε, «πολλά πράγματα έχουν αλλάξει», όπως μας λέει η Φερενίκη Βαταβάλη από την υπηρεσία πολεοδομίας του Δήμου. Παρά το αστρονομικό κόστος της ανέγερσης των ολυμπιακών εγκαταστάσεων, το οποίο επιβάρυνε τις δημόσιες δαπάνες [3], οι εγκαταστάσεις αυτές (κανόε - καγιάκ, γήπεδα χόκεϊ, ξιφασκίας...) θα κατεδαφιστούν για να αποδοθεί ο χώρος ελεύθερος στους επενδυτές.
Σε ολόκληρη τη χώρα προωθούνται χωροταξικά προγράμματα παρόμοια με εκείνο του Ελληνικού, τα οποία συνδυάζουν τουριστικά και εμπορικά συγκροτήματα. Λειτουργούν ως θύλακες οι οποίοι προσελκύουν τις επενδύσεις και ενισχύουν την πόλωση ανάμεσα στις διάφορες περιοχές της επικράτειας. Αλλού, η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο της δημιουργίας ελεύθερων ζωνών4 ή δρομολογεί και πάλι την εκμετάλλευση ορυκτών πόρων ή την έρευνα για πετρελαϊκά κοιτάσματα, χωρίς να λαμβάνεται καμία πρόνοια για την προστασία του περιβάλλοντος. Κατά τη γνώμη του οικονομολόγου Γιάννη Ευσταθόπουλου, οι πολιτικές αυτές συνιστούν ένα μοντέλο «ανάπτυξης δια της υποβάθμισης», το οποίο στηρίζεται στον ανταγωνισμό των περιφερειών «μέσα από το κοινωνικό, φορολογικό και περιβαλλοντικό ντάμπινγκ, αλλά και από το ντάμπινγκ ανάμεσα στις γενιές».
Σε ορισμένες συνοικίες του κέντρου της Αθήνας, το ένα τρίτο των εμπόρων αναγκάστηκε να βάλει λουκέτο εξαιτίας της μείωσης της ζήτησης. Πίσω από τις βιτρίνες με τα ασπρισμένα τζάμια, η σιωπή κι η σκόνη σκεπάζουν ό,τι απόμεινε από ένα κατάστημα επίπλων ή από ένα κομμωτήριο. Στις προσόψεις των κτηρίων, αναρίθμητες κιτρινοκόκκινες αγγελίες προτείνουν την ενοικίαση ή την πώληση χιλιάδων κενών διαμερισμάτων. Η απότομη μείωση των εισοδημάτων (ο μέσος μισθός μειώθηκε κατά 30%, την περίοδο 2010-2011) και η αύξηση της ανεργίας (από 8,8% του ενεργού πληθυσμού τον Ιανουάριο του 2009 στο 24,4% τον Ιούνιο του 20125) ανάγκασαν πολλές οικογένειες να επιλέξουν τη συγκατοίκηση με συγγενείς τους.
Βέβαια, το τοπίο που δημιουργεί η κρίση στην Αθήνα είναι πολύ διαφορετικό από εκείνο της Μαδρίτης, καθώς δεν βλέπει κανείς τα μεγάλα ερημωμένα συγκροτήματα κατοικιών που στοιχειώνουν τα προάστια της ισπανικής πρωτεύουσας. Εδώ, η απουσία πολεοδομικού σχεδιασμού είχε ως αποτέλεσμα την ύπαρξη λιγότερο ολοκληρωμένων δομών, οι οποίες φαίνονται πιο ανθεκτικές σε περίπτωση κατάρρευσης του συστήματος. Η Ελλάδα δεν είχε τραπεζίτες και μεγάλες κατασκευαστικές επιχειρήσεις, οι οποίες να ασχολήθηκαν σοβαρά με την παραγωγή αστικού χώρου, ούτε και στεγαστική πολιτική αντάξια ενός κοινωνικού κράτους: μετά τη δικτατορία του Μεταξά, τον Εμφύλιο Πόλεμο, στον οποίο ηττήθηκαν οι κομμουνιστές, τις κυβερνήσεις της σκληροπυρηνικής Δεξιάς του Κωνσταντίνου Καραμανλή και έως τη δικτατορία των συνταγματαρχών, το εργατικό κίνημα, απαγορευμένο και αντιμέτωπο με την καταστολή, δεν ήταν ποτέ σε θέση να επιβάλει τη θέσπιση στεγαστικής πολιτικής.
Η κρίση κλονίζει την αστική αυτοοργάνωση
Έτσι, όπως μας εξηγεί ο Θωμάς Μαλούτας, καθηγητής κοινωνικής γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, η Αθήνα «οργανώθηκε με βάση ένα συνονθύλευμα ατομικών πρωτοβουλιών που έρχονταν από τους κάτω». Ο ιδιοκτήτης έβαζε το οικόπεδο κι ο εργολάβος την τεχνογνωσία. Το κεφάλαιο συγκεντρωνόταν με την προπώληση διαμερισμάτων πριν ανεγερθεί το κτήριο. Με αυτόν τον τρόπο κατέστη δυνατή η χρηματοδότηση μικρών πολυκατοικιών, πέντε έως έξι ορόφων. Μεταξύ 1950 και 1970, το μικροκαπιταλιστικό αυτό σύστημα, που ονομάστηκε αντιπαροχή, έγινε «ο απόλυτα κυρίαρχος τρόπος παραγωγής κατοικιών στη χώρα». Στηριζόταν δε περισσότερο στην αποταμίευση και λιγότερο στον τραπεζικό δανεισμό και διαμόρφωσε τη σημερινή όψη του κέντρου της πρωτεύουσας. Καθώς εξασφάλιζε ένα υψηλό επίπεδο πρόσβασης στην ιδιοκτησία στέγης6, το σύστημα της αντιπαροχής προστάτευσε τους Έλληνες από την αβελτηρία του κράτους, την τοκογλυφία των τραπεζών και τις διακυμάνσεις της οικονομίας.
Ωστόσο, αυτή η μορφή αστικής αυτοοργάνωσης φαίνεται ότι κλονίζεται κάτω από τα σφοδρά χτυπήματα που της καταφέρουν οι πολιτικές τής λιτότητας. Καθώς δε στο πολεοδομικό συγκρότημα της πρωτεύουσας είναι συγκεντρωμένες οι εμπορικές και οι διοικητικές λειτουργίες, πλήττεται πολύ περισσότερο από τη μείωση των δημόσιων δαπανών και από την κατάρρευση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Στη συνέχεια, τα κύματα της κρίσης μεταφέρονται από το αθηναϊκό επίκεντρο μέχρι τα βάθη της υπαίθρου.
Το αγροτικό ζήτημα
Η πεδιάδα της Θεσσαλίας εκτείνεται από τα παράλια του Αιγαίου ώς τα αντερείσματα της οροσειράς της Πίνδου. Σε απόσταση διακοσίων χιλιομέτρων από την Αθήνα, αρχίζει ένα μωσαϊκό χωραφιών: καταπράσινες καλλιέργειες καλαμποκιού, χρυσοκίτρινα σταροχώραφα, λευκές εκτάσεις με βαμβάκι. Τα εργοστάσια, οι σωλήνες των συστημάτων ποτίσματος και τα κυλινδρικά σιλό φανερώνουν ότι πρόκειται για αγροτοβιομηχανική περιοχή. Ωστόσο, αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει στις υπόλοιπες περιοχές της Ευρώπης, όπου κυριαρχεί η εντατική γεωργία, στη Θεσσαλία παρατηρείται υψηλή πληθυσμιακή πυκνότητα.
Στο Ευύδριο, κάτω από τα πλατάνια της πλατείας του χωριού, ο Δημήτρης Γούσιος, καθηγητής Γεωγραφίας της Υπαίθρου στο πανεπιστήμιο του Βόλου, διηγείται: «Στις αρχές του 20ού αιώνα, στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε η πλέον ριζοσπαστική αγροτική μεταρρύθμιση της Ευρώπης. Το κράτος μοίρασε γη με απόλυτα εξισωτικό τρόπο, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε νοικοκυριού. Το ζητούμενο ήταν τότε να σπάσει το μονοπώλιο των τσιφλικάδων και να ευνοηθούν οι μικροκαλλιεργητές». Το μέσο μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων περιορίστηκε στα 150 στρέμματα. Μέχρι σήμερα, οι γεωργικές δομές εξακολουθούν να αποτελούνται κατά κύριο λόγο από μικρές εκμεταλλεύσεις με οικογενειακό χαρακτήρα: κατά μέσον όρο διαθέτουν 400 στρέμματα, τη στιγμή που μια μέση γεωργική εκμετάλλευση σε μια περιοχή όπως η Μπος (Beauce) στη Γαλλία, όπου εφαρμόζεται η εντατική γεωργία, εκτείνεται σε 1.050 στρέμματα. Γενικότερα, σε εθνικό επίπεδο, η μέση καλλιεργούμενη επιφάνεια ανέρχεται στα 50 στρέμματα, έναντι 520 στρεμμάτων στη Γαλλία.
Καταρρέουν τα εισοδήματα των αγροτών
Η αγροτική μεταρρύθμιση υπήρξε ένα από τα στοιχεία της διαδικασίας δημιουργίας του ελληνικού κράτους. Μετά το 1922, η νεαρή ελληνική Δημοκρατία διένειμε στους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία τη γη που ανήκε προηγουμένως στους Οθωμανούς. Με τη διανομή γης, το κράτος αποσκοπούσε στην εδραίωση της νομιμοποίησής του. Μόλις δε ολοκληρώθηκε η διαδικασία, οργάνωσε την αναδίπλωσή του7. Στην προσπάθειά του να μην προκαλέσει την εχθρότητα των ψηφοφόρων της υπαίθρου, παραιτήθηκε από το δικαίωμά του να τους επιβάλλει φορολογία. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, οι φόροι μειώθηκαν και, μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ουσιαστικά έπαψαν να υφίστανται για την πλειονότητα των αγροτών. Έτσι, τα αγροτικά εισοδήματα έμεναν αφορολόγητα, ενώ η οργάνωση των κοινωνικών σχέσεων στην παραγωγή δεν υπαγόταν σε κανένα νομικό πλαίσιο: οι εργάτες γης δούλευαν χωρίς σύμβαση εργασίας και δεν δηλώνονταν στην κοινωνική ασφάλιση. Όπως αναφέρει ο Γούσιος, η μαύρη εργασία επέτρεψε την επιβίωση άτυπων μορφών συνεργασίας «που συνίστανται στην ανταλλαγή υπηρεσιών και υλικών μεταξύ συγγενών και γειτόνων», ενώ ευνόησε επίσης και την εκμετάλλευση των εργατών γης, κυρίως αλβανικής καταγωγής.
Από το 2011, με τη μείωση του αφορολόγητου από τα 12.000 ευρώ στα 5.000, η κυβέρνηση κατόρθωσε να κάνει τους αγρότες να πληρώσουν φόρο εισοδήματος. Στη συνέχεια, επέβαλε στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις να τηρούν λογιστικά βιβλία. Η δε καθιέρωση του «εργόσημου», η οποία συνοδεύεται από πρόστιμα σε περίπτωση χρησιμοποίησης αδήλωτων εργαζομένων, επεκτείνει τη μισθωτή εργασία στις ζώνες της υπαίθρου. Όπως σχολιάζει ο Γούσιος, «αποφάσισαν να τσακίσουν τις μορφές συνεργασίας, με πρόσχημα την είσπραξη φόρων. Δεδομένου ότι οι πλούσιοι εφοπλιστές απαλλάσσονται από τη φορολογία, η φορολόγηση δεν έχει καμία σχέση με την αποκατάσταση της ισότητας των πολιτών απέναντι στις υποχρεώσεις τους για συμβολή στα δημόσια έσοδα». Ο στόχος της είναι η αποπληρωμή του χρέους προς τους δανειστές.
Στο χωριό Αμπέλια, στις δασωμένες πλαγιές της Πίνδου, η Αγορίτσα Ντούλα έχει ήδη αρχίσει να συνειδητοποιεί τις καταστροφικές συνέπειες της φορολογίας. Σε αυτήν την υπάλληλο του δήμου, της οποίας ο μισθός μειώθηκε κατά 40%, έχει ανατεθεί η παροχή υποστήριξης στους αγρότες. «Από τα δεκαπέντε άτομα που δέχομαι στο γραφείο μου κάθε εβδομάδα, τα τρία τέταρτα βρίσκονται αντιμέτωπα με σοβαρότατα προβλήματα. Ορισμένοι επιβιώνουν παράγοντας οι ίδιοι τα τρόφιμα που καταναλώνουν. Ωστόσο, οι τιμές της βενζίνης, του ηλεκτρικού ρεύματος και του νερού έχουν ήδη αυξηθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό, ώστε, όταν προστίθεται και ο φόρος εισοδήματος, δημιουργούνται δραματικές καταστάσεις».
Εξαιτίας της κατάρρευσης των εισοδημάτων τους, της πληρωμής φόρου εισοδήματος και της αύξησης των έμμεσων φόρων (ο ΦΠΑ, από 18% το 2008, αυξήθηκε στο 23%), πολλοί αγρότες κινδυνεύουν να χάσουν την περιουσία τους. Λόγω του εξαιρετικά μικρού μεγέθους του κλήρου τους, της γήρανσης του αγροτικού πληθυσμού, αλλά και της μείωσης των επιδοτήσεων από την Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά τη διεύρυνσή της με τις πρώην Ανατολικές χώρες, είναι πιθανόν ότι η κατάσταση θα οδηγήσει τους πλέον ευάλωτους στη χρεωκοπία. Η διάλυση της αγροτικής μεταρρύθμισης, που θα επιφέρει παρόμοια εξέλιξη, εκτιμάται ότι θα οδηγήσει στη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας γης σε λιγότερα χέρια, στις πεδινές περιοχές και σε μεγαλύτερη εγκατάλειψη των γεωργικών δραστηριοτήτων στις ορεινές.
Η παρακμή των βιομηχανικών πόλεων
Η ένταξη στην πολιτική και νομισματική ένωση της Ευρώπης είχε ως αποτέλεσμα την αναδιοργάνωση της ελληνικής επικράτειας. Βέβαια, τα ευρωπαϊκά ταμεία -γεωργικά, κατά κύριο λόγο- επέτρεψαν την ανάπτυξη της χώρας. Ωστόσο, ενισχύοντας την παραγωγική εξειδίκευση των διάφορων περιοχών, η ολοκλήρωση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ευνόησε επίσης και την κοινωνική και γεωγραφική διαφοροποίηση. Ενώ ο ευρωπαϊκός καταμερισμός εργασίας επιτάχυνε την τουριστικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, ενέτεινε ταυτόχρονα την παρακμή των βιομηχανικών περιοχών.
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980, η Πάτρα ήταν μία από τις σημαντικότερες βιομηχανικές πόλεις της χώρας. Στην παραλιακή ζώνη της, πλήθος εργοστασίων (υφαντουργεία, ελαστικά, σφαγεία, χαρτοποιεία, σαπωνοποιεία, μύλοι...) απασχολούσαν χιλιάδες εργαζόμενους. Από αυτήν την εργατική ιστορία, απομένουν μονάχα ερείπια8. «Κι όμως, από τη δεκαετία του 1970, όλες οι κυβερνήσεις υπόσχονταν να αναπτύξουν τη βιομηχανική ζώνη για να προσδώσουν δυναμισμό στην τοπική οικονομία. Τελικά, τίποτα δεν έγινε», διαπιστώνει ο Γιάννης Σουβαλιώτης, πρόεδρος του Ινστιτούτου Εργασίας της Πάτρας.
«Η βιομηχανία της πόλης, ευάλωτη καθώς ήταν, δεδομένου ότι δεν είχαν πραγματοποιηθεί παραγωγικές επενδύσεις, δεν μπόρεσε να αντέξει στον ανταγωνισμό. Αντιμέτωπη με πολύ πιο ανταγωνιστικές οικονομίες της Ευρώπης, πολύ σύντομα άρχισε να παρακμάζει», εξηγεί. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η φιλελευθεροποίηση των οικονομιών των Ανατολικών χωρών επιτάχυναν το κλείσιμο των βιομηχανικών μονάδων και τη μεταφορά τους σε χώρες με χαμηλό εργατικό κόστος, κυρίως στη Βουλγαρία. «Το 1993, δεχθήκαμε ένα σοκ. Το κλείσιμο της Πειραϊκής-Πατραϊκής, της μεγαλύτερης ελληνικής υφαντουργίας, άφησε στον δρόμο χιλιάδες εργαζόμενους. Στη συνέχεια, με εξαίρεση τη ζυθοποιία Άμστελ και τα τσιμέντα Τιτάν, όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις έκλεισαν. Και τώρα, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις πλήττονται κι αυτές από την κρίση...9».
Για ένα διάστημα, οι επιπτώσεις της καταστροφής του παραγωγικού ιστού συγκαλύπτονταν από την ένταξη της χώρας στη ζώνη του ευρώ και από την αύξηση της κατανάλωσης που στηριζόταν στον ιδιωτικό δανεισμό10. Η συναινετική ευφρόσυνη ατμόσφαιρα που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή, έφθασε στο αποκορύφωμά της με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Όμως, η κρίση του 2008 επιτάχυνε το σπάσιμο της κερδοσκοπικής φούσκας και έδειξε πόσο ευάλωτη ήταν η ελληνική οικονομία, καθώς είχε περιοριστεί μονάχα στον τομέα των υπηρεσιών. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η έξοδος από το ευρώ και η επιστροφή σε μια υποτιμημένη δραχμή θα είχε ως αποτέλεσμα να ακριβύνουν οι εισαγωγές, χωρίς ωστόσο και να τονωθούν οι εξαγωγές, ακριβώς λόγω της κατάρρευσης του παραγωγικού τομέα. Μετά από μια δεκαετία νομισματικής ολοκλήρωσης, η παγίδα της αποβιομηχάνισης έχει κλείσει και έχει εγκλωβίσει την Ελλάδα.
Στο λιμάνι της Πάτρας, το φορτηγά πλοία αντικαταστάθηκαν σιγά σιγά από φέριμποτ που μεταφέρουν τουρίστες, ενώ η εικόνα του εργάτη έδωσε τη θέση της σε εκείνη του μετανάστη. Σκαρφαλωμένοι στη στέγη ενός μικρού εγκαταλελειμμένου εργοστασίου που βρίσκεται στην απέναντι από το λιμάνι πλευρά της παραλιακής λεωφόρου, οι μετανάστες δίχως χαρτιά παρακολουθούν το πήγαινε έλα των νταλικών, των πλοίων και των αστυνομικών περιπόλων, παραμονεύοντας την κατάλληλη στιγμή. «Ορισμένοι βρίσκονται στην πόλη εδώ και δύο, ακόμα και τρία χρόνια», μας εξηγεί η Ευαγγελία Τσομάκα. Η τριαντάχρονη δικηγόρος των Γιατρών του Κόσμου και η ομάδα της προσφέρουν νομική υποστήριξη στους μετανάστες δίχως χαρτιά (βλέπε το κείμενο του Grégory Lassalle).
Οι μετανάστες συρρέουν στο λεωφορείο της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης που σταθμεύει σε μια αλάνα της παραλιακής ζώνης. Εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς τις συνέπειες του κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙ». Από το 2003 που υιοθετήθηκε το συγκεκριμένο νομικό κείμενο -με βάση το οποίο ένας μετανάστης δίχως χαρτιά που εισέρχεται στην Ευρώπη μέσω Ελλάδας και συλλαμβάνεται σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, επαναπροωθείται αυτόματα στην Αθήνα- η Πάτρα έχει μετατραπεί σε ευρωπαϊκό αδιέξοδο11: «Στο εξής, είναι ευκολότερο να μπεις στην Ελλάδα, παρά να βγεις από αυτήν»!
Καθώς η συγκέντρωση αλλοδαπών πραγματοποιείται σε περίοδο κρίσης, οδηγεί σε παροξυσμό τον φανατισμό. Τον Μάιο του 2012, μια ένοπλη συνοικιακή ομάδα, με την υποστήριξη των νεοναζί της Χρυσής Αυγής, επιτέθηκε στους μετανάστες της πόλης. Με τη συμμετοχή στελεχών του ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου, νομιμοποιήθηκαν οι οργανώσεις της Άκρας Δεξιάς, οι οποίες βρίσκονταν στο περιθώριο της πολιτικής ζωής μετά την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών.
Η απόφαση για την ανέγερση τείχους στα ελληνοτουρκικά σύνορα ολοκλήρωσε την εικόνα, προσδίδοντας θεαματική και στρατιωτική διάσταση στη μεταναστευτική πολιτική της χώρας.
Ωστόσο, την ώρα που μια υπερβολικά προβεβλημένη από τα μέσα ενημέρωσης μειοψηφική μερίδα Πατρινών συντασσόταν με την Άκρα Δεξιά, η πλειοψηφία εξέφραζε τον θυμό της με διαφορετικό τρόπο. Στην Αχαΐα, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέλαβε την πρώτη θέση στις εκλογές, σε ένα από τα πλέον συμβολικά «κάστρα» του ΠΑΣΟΚ, ενώ ήδη από τις δημοτικές του 2010 είχε πάρει τους περισσότερους δήμους.
Σκαρφαλωμένο στο βουνό, το Καλέτζι, το χωριό απ’ όπου κατάγεται η οικογένεια Παπανδρέου, απέχει μόλις 35 χιλιόμετρα από το λιμάνι. Στην πλατεία, οι προτομές του Γεωργίου και του Ανδρέα Παπανδρέου αγκαλιάζουν με το βλέμμα τους το εκλογικό κάστρο που η δυναστεία τους κατόρθωσε να δημιουργήσει. Για την ώρα, δεν προβλέπεται να στηθεί προτομή και για τον τρίτο πρωθυπουργό της οικογένειας, τον Γιώργο...
1. Το πολυετές δημοσιονομικό σχέδιο για την περίοδο 2013-2016 προβλέπει τη μείωσή της κατά 18 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 15-20%.
2. Η τιμή των υγρών καυσίμων διπλασιάστηκε την περίοδο 2009-2012 (www.autoline-eu.fr).
3. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το συνολικό κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων κυμάνθηκε μεταξύ 14 και 20 δισ. ευρώ.
4. Reuters, 28 Αυγούστου 2012.
5. Πηγή : Εurostat.
6. Το 2007, το ποσοστό των νοικοκυριών με ιδιοκατοίκηση ανερχόταν στο 73%. Ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 65%, ενώ στη Γαλλία και στη Γερμανία είναι αντίστοιχα 58% και 46%.
7. Βλέπε Noëlle Burgi, «Les Grecs sous le scalpel», «Le Monde Diplomatique», Δεκέμβριος 2011.
8. (ΣτΜ) Στα εντυπωσιακότερα και ωραιότερα από αυτά τα βιομηχανικά κτήρια φιλοξενούνται πλέον δραστηριότητες ψυχαγωγίας και πολιτισμού.
9. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της Αθήνας, από τις 900.000 επιχειρήσεις που υπήρχαν στην Ελλάδα, έκλεισαν 58.000 το 2009 και 60.000 το 2010. Η αποβιομηχάνιση οφείλεται τόσο στον ανταγωνισμό από το εξωτερικό όσο και στη μείωση της εσωτερικής ζήτησης εξαιτίας της λιτότητας.
10. Στην Ελλάδα, την περίοδο 2002-2007, ο ρυθμός της ετήσιας αύξησης των χορηγήσεων καταναλωτικών δανείων έφτανε το 24%. Πηγή: «Le crédit à la consommation en Europe à fin juin 2009», Sofinco, Νοέμβριος 2009, www.ca-consumerfinance.com.
11. Ο θεμέλιος αυτός λίθος της πολιτικής για τη χορήγηση πολιτικού ασύλου καθιστά τη χώρα - μέλος της Ε.Ε. στην οποία πρωτοεισήλθε ο αιτούμενος άσυλο, μόνη αρμόδια για την εξέταση της αίτησής του.
* Οι Gatien Elie, Allan Popelard και Paul Vannier είναι γεωγράφοι