Από την ΑΟΖ στη ρηματική διακοίνωση, εν τη απουσία σχεδίου.Η κυβέρνηση, δια του υπουργού Εξωτερικών, προχώρησε ορθά (ενδεχομένως καθυστερημένα)
σε ρηματική διακοίνωση για να αντιμετωπίσει μία ακόμη πρόκληση της
γείτονος, που είχε από το περασμένο καλοκαίρι παραχωρήσει άδειες για
έρευνες εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Με αυτό τον τρόπο επιχειρούμε, μέσω του θεσμικού πλαισίου του ΟΗΕ, να κατοχυρώσουμε τα δικαιώματά μας, τα οποία απορρέουν τόσο από το εθιμικό όσο και το συμβατικό δίκαιο της θάλασσας, διεθνοποιώντας το όλο ζήτημα.
Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η ενέργεια της κυβέρνησης θα μπορούσε να θεωρηθεί μία έμμεση/δειλή κατάθεση συντεταγμένων. Μία κίνηση που είχε μεν εσωτερικά ολοκληρωθεί εδώ και καιρό, αλλά δεν μετουσιώθηκε σε πράξη. Όπως, άλλωστε, έμεινε στα χαρτιά και η πομπώδης προεκλογική εξαγγελία Σαμαρά περί ανακήρυξης ΑΟΖ, εκτός εάν για λόγους τακτικής αυτή έχει απλώς χρονικά μετατεθεί.
Ωστόσο, η αυτονόητη αυτή πράξη, ειδικότερα εξαιτίας της περιφρόνησης της Άγκυρας στην αντίστοιχη ρηματική διακοίνωση που είχαμε καταθέσει σε αυτήν, ασφαλώς και δεν αποτελεί κατάθεση συντεταγμένων, πέραν του ότι αυτές θα έπρεπε να συνοδεύονταν από αντίστοιχους χάρτες.
Η Τουρκία αναμένεται να προβάλει εκ νέου τις δικές της θέσεις, παραμένει, όμως, ερώτημα αν επιλέξει, σε συνέχεια της πάγιας τακτικής τεσταρίσματος των ορίων της ελληνικής πλευράς και δημιουργίας “νέων τετελεσμένων”, να προχωρήσει με τις έρευνες με δικά της πλοία, για να δει πώς θα αντιδράσει η Αθήνα.
Αλλά πέραν της Τουρκίας, δυστυχώς υπάρχουν και άλλα ανοιχτά μέτωπα με γειτονικές χώρες, χωρίς να φαίνεται πως έχουμε καταλήξει στους τρόπους αντιμετώπισης τους.Θα αναζητήσουμε τρόπους διευθέτησης και εξομάλυνσης, θα προτάξουμε την εξισορρόπηση ώστε να μην ανατραπεί η υφιστάμενη ισορροπία ισχύος, θα προστρέξουμε σε τρίτες χώρες για διαμεσολάβηση, θα ενεργοποιήσουμε κάποιους από τους εταίρους μας και ειδικότερα το ευρωπαϊκό χαρτί, θα αναπτύξουμε νέες συμμαχίες ή θα επαναπαυθούμε στη λογική ότι δεν είναι τώρα η κατάλληλη στιγμή να κινηθούμε;
Δεδομένου ότι σε κάποια σημεία οι σχέσεις μας με ορισμένους δύστροπους γείτονες διαπλέκονται, εφόσον αυτοί συντονίζονται σε βάρος μας, το πάγωμα των διαδικασιών είναι συνειδητή επιλογή, τακτικός ελιγμός ή απότοκο παρατεταμένης αδράνειας;
Προκύπτει, συνεπώς, η απορία κατά πόσο συν-διαμορφώνουμε τις εξελίξεις, στο βαθμό που μας επιτρέπουν οι δυνάμεις μας ή τις παρ-ακολουθούμε, άλλοτε από απόσταση (ασφαλείας;) άλλοτε εκ του σύνεγγυς, πάντως χωρίς ιδιαίτερη διάθεση έγκαιρης παρέμβασης.
Παράλληλα, η εν πολλοίς δοτική συμπεριφορά μας -σε ευρωπαϊκό επίπεδο- προδίδει ότι βρισκόμαστε στο περιθώριο παρά στον πυρήνα της Ένωσης, στον οποίο επιχειρούμε να επιστρέψουμε με λάθος τρόπο. Διότι είναι άλλο να καθίσταται η χώρα μας χρήσιμη για τους εταίρους της ως μέσο ενδυνάμωσης της διαπραγματευτικής της ισχύος εντός της όποιας συμμαχίας, και άλλο να «ανοίγεται» προς πάσα κατεύθυνση, σχεδόν άνευ όρων, επιβεβαιώνοντας έτσι την αδυναμία της.
Πρέπει το ταχύτερο να ανατρέψουμε την εξίσωση, σύμφωνα με την οποία συνδέεται άρρηκτα η επιβίωσή μας με την εκπλήρωση των επιθυμιών των ισχυρών μας εταίρων, ανεξάρτητα απ’το αν εξυπηρετούνται τα δικά μας συμφέροντα!
Κλείνοντας με τα ελληνοτουρκικά, ένα διαχρονικό αγκάθι στα πλευρά μας, θεωρώ αυτονόητη μίνιμουμ υποχρέωση πως έχουμε:
* Σχεδιάσει βήμα-βήμα τις επόμενες κινήσεις μας,
* Προετοιμαστεί για ενδεχόμενη αλλαγή του αρχικού πλάνου (σενάρια β, γ, κοκ και αντίστοιχες εναλλακτικές), και δη σε περίπτωση κλιμάκωσης,
* Αξιολογήσει ορθά τα μέσα και τους πόρους που έχουμε αυτή τη στιγμή στη διαθεσή μας και
* Οικοδομήσει συμμαχίες, σε περίπτωση που χρειαστούμε ουσιαστική –πρωτίστως διπλωματική- υποστήριξη αντί για επιδιαιτησίες και διαμεσολαβήσεις αβέβαιου αποτελέσματος.
Με αυτό τον τρόπο επιχειρούμε, μέσω του θεσμικού πλαισίου του ΟΗΕ, να κατοχυρώσουμε τα δικαιώματά μας, τα οποία απορρέουν τόσο από το εθιμικό όσο και το συμβατικό δίκαιο της θάλασσας, διεθνοποιώντας το όλο ζήτημα.
Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η ενέργεια της κυβέρνησης θα μπορούσε να θεωρηθεί μία έμμεση/δειλή κατάθεση συντεταγμένων. Μία κίνηση που είχε μεν εσωτερικά ολοκληρωθεί εδώ και καιρό, αλλά δεν μετουσιώθηκε σε πράξη. Όπως, άλλωστε, έμεινε στα χαρτιά και η πομπώδης προεκλογική εξαγγελία Σαμαρά περί ανακήρυξης ΑΟΖ, εκτός εάν για λόγους τακτικής αυτή έχει απλώς χρονικά μετατεθεί.
Ωστόσο, η αυτονόητη αυτή πράξη, ειδικότερα εξαιτίας της περιφρόνησης της Άγκυρας στην αντίστοιχη ρηματική διακοίνωση που είχαμε καταθέσει σε αυτήν, ασφαλώς και δεν αποτελεί κατάθεση συντεταγμένων, πέραν του ότι αυτές θα έπρεπε να συνοδεύονταν από αντίστοιχους χάρτες.
Η Τουρκία αναμένεται να προβάλει εκ νέου τις δικές της θέσεις, παραμένει, όμως, ερώτημα αν επιλέξει, σε συνέχεια της πάγιας τακτικής τεσταρίσματος των ορίων της ελληνικής πλευράς και δημιουργίας “νέων τετελεσμένων”, να προχωρήσει με τις έρευνες με δικά της πλοία, για να δει πώς θα αντιδράσει η Αθήνα.
Αλλά πέραν της Τουρκίας, δυστυχώς υπάρχουν και άλλα ανοιχτά μέτωπα με γειτονικές χώρες, χωρίς να φαίνεται πως έχουμε καταλήξει στους τρόπους αντιμετώπισης τους.Θα αναζητήσουμε τρόπους διευθέτησης και εξομάλυνσης, θα προτάξουμε την εξισορρόπηση ώστε να μην ανατραπεί η υφιστάμενη ισορροπία ισχύος, θα προστρέξουμε σε τρίτες χώρες για διαμεσολάβηση, θα ενεργοποιήσουμε κάποιους από τους εταίρους μας και ειδικότερα το ευρωπαϊκό χαρτί, θα αναπτύξουμε νέες συμμαχίες ή θα επαναπαυθούμε στη λογική ότι δεν είναι τώρα η κατάλληλη στιγμή να κινηθούμε;
Δεδομένου ότι σε κάποια σημεία οι σχέσεις μας με ορισμένους δύστροπους γείτονες διαπλέκονται, εφόσον αυτοί συντονίζονται σε βάρος μας, το πάγωμα των διαδικασιών είναι συνειδητή επιλογή, τακτικός ελιγμός ή απότοκο παρατεταμένης αδράνειας;
Προκύπτει, συνεπώς, η απορία κατά πόσο συν-διαμορφώνουμε τις εξελίξεις, στο βαθμό που μας επιτρέπουν οι δυνάμεις μας ή τις παρ-ακολουθούμε, άλλοτε από απόσταση (ασφαλείας;) άλλοτε εκ του σύνεγγυς, πάντως χωρίς ιδιαίτερη διάθεση έγκαιρης παρέμβασης.
Παράλληλα, η εν πολλοίς δοτική συμπεριφορά μας -σε ευρωπαϊκό επίπεδο- προδίδει ότι βρισκόμαστε στο περιθώριο παρά στον πυρήνα της Ένωσης, στον οποίο επιχειρούμε να επιστρέψουμε με λάθος τρόπο. Διότι είναι άλλο να καθίσταται η χώρα μας χρήσιμη για τους εταίρους της ως μέσο ενδυνάμωσης της διαπραγματευτικής της ισχύος εντός της όποιας συμμαχίας, και άλλο να «ανοίγεται» προς πάσα κατεύθυνση, σχεδόν άνευ όρων, επιβεβαιώνοντας έτσι την αδυναμία της.
Πρέπει το ταχύτερο να ανατρέψουμε την εξίσωση, σύμφωνα με την οποία συνδέεται άρρηκτα η επιβίωσή μας με την εκπλήρωση των επιθυμιών των ισχυρών μας εταίρων, ανεξάρτητα απ’το αν εξυπηρετούνται τα δικά μας συμφέροντα!
Κλείνοντας με τα ελληνοτουρκικά, ένα διαχρονικό αγκάθι στα πλευρά μας, θεωρώ αυτονόητη μίνιμουμ υποχρέωση πως έχουμε:
* Σχεδιάσει βήμα-βήμα τις επόμενες κινήσεις μας,
* Προετοιμαστεί για ενδεχόμενη αλλαγή του αρχικού πλάνου (σενάρια β, γ, κοκ και αντίστοιχες εναλλακτικές), και δη σε περίπτωση κλιμάκωσης,
* Αξιολογήσει ορθά τα μέσα και τους πόρους που έχουμε αυτή τη στιγμή στη διαθεσή μας και
* Οικοδομήσει συμμαχίες, σε περίπτωση που χρειαστούμε ουσιαστική –πρωτίστως διπλωματική- υποστήριξη αντί για επιδιαιτησίες και διαμεσολαβήσεις αβέβαιου αποτελέσματος.