Σπύρος Λίτσας
Είναι μερικά συμβάντα που έρχονται να τονίσουν τη νοητή γραμμή των
ημέτερων ιδεαλιστικών εμμονών από το τι πραγματικά συμβαίνει «εκεί έξω».
Από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους μάς κατατρέχει μια εμμονή, ένα
σύνδρομο καταδίωξης θα μπορούσα να πω. Οτι δήθεν οι «έξω» δεν μας
αγαπούν. Μη κατανοώντας προφανώς ότι ο όρος «αγάπη» στη διεθνή πολιτική
αντικαθίσταται από τον όρο «σεβασμός» και ότι σίγουρα αυτοί που δεν
σέβονται την ελληνική Πολιτεία και τους Ελληνες είμαστε εμείς οι ίδιοι!Ο Βρετανός πρωθυπουργός δήλωσε πριν από λίγες ημέρες, κατά τη
διάρκεια επίσημης επίσκεψής του στην Ινδία, ότι δεν πιστεύει στον
«επιστροφισμό» (returnism) και ότι η Βρετανία δεν προτίθεται να
επιστρέψει στην Ελλάδα τα Γλυπτά του Παρθενώνα, όπως και το διαμάντι
Koh-i-noor στην Ινδία.
Ευθύς εξαρχής οφείλω να ομολογήσω ότι θα ήμουν πολύ ανήσυχος αν ένας
πολιτικός που κατέχει τους κωδικούς λειτουργίας πυρηνικών βαλλιστικών
πυραύλων εμφανιζόταν σε επίσημη επίσκεψή του και υποσχόταν τη διόρθωση
ιστορικών αδικιών ως άλλος ιεροκήρυκας. Θα αμφέβαλλα για την ψυχική του
υγεία.
Ασφαλώς και από μέρους του ο Βρετανός πρωθυπουργός δεν έχει την
πολιτική νομιμοποίηση να μην προασπίζει δημοσίως το εθνικό συμφέρον του
κράτους του. Οι Βρετανοί δεν τον εξέλεξαν ως τον Αϊ-Βασίλη της διεθνούς
σκηνής, αλλά ως τον επίσημο φορέα προστασίας των συμφερόντων, του κύρους
και του γοήτρου του κράτους και των πολιτών στο διεθνές περιβάλλον.
Οχι, δεν θα δείτε ποτέ κανέναν Βρετανό πρωθυπουργό να λέει ότι
πρωθυπουργεύει του πιο διεφθαρμένου λαού στην Ευρώπη! Οχι, ασφαλώς,
γιατί δεν υφίσταται διαφθορά στη Βρετανία, αλλά γιατί ακόμα κι αν
κάποιος το έλεγε, σίγουρα ο βρετανικός λαός δεν θα του κρατούσε τον...
ρυθμό χτυπώντας παλαμάκια, καθώς ο ίδιος θα χόρευε ένα παραδοσιακό
contra dance σε κάποια posh Pub του West End παραμονή Πρωτοχρονιάς...
O πρωθυπουργός κανενός κράτους δεν εκλέγεται για να υπερασπίζεται
θέσεις άλλες από αυτές του κράτους του. Ας δούμε λοιπόν τι κάνουμε εμείς
για ένα θέμα που είναι δικό μας και μας ενδιαφέρει ουσιαστικά.
Ποτέ το ελληνικό κράτος δεν είχε μια στοχευμένη και συγκροτημένη
πολιτική γύρω από τον σχεδιασμό και την εφαρμογή μιας δημιουργικής
στρατηγικής που θα ενισχύσει τις προοπτικές επιστροφής των Γλυπτών στον
γενέθλιο αττικό τόπο. Οι προσπάθειες της Μελίνας Μερκούρη στηρίζονταν
στην προσωπική της διεθνή αίγλη και στη χαρισματική της προσωπικότητα
και όχι σε μια οργανωμένη προσπάθεια της Πολιτείας με δυνατότητες και
προοπτικές αντοχής στον χρόνο. To oυσιαστικό ερώτημα, λοιπόν, είναι τι
προτίθεται να κάνει από εδώ και πέρα η ελληνική Πολιτεία, ώστε να
ανακτήσει το εύρος των πρωτοβουλιών και όχι αν ο Κάμερον είπε ότι δεν
πιστεύει στον «επιστροφισμό». Το νέο Μουσείο Ακροπόλεως αποτελεί κόσμημα
για την πόλη των Αθηνών και ταυτοχρόνως καταρρίπτει το επιχείρημα της
βρετανικής πλευράς για πλημμελή φύλαξη των Γλυπτών, οπότε είναι πλέον
καιρός να αποφασίσουμε δημιουργικά και με ρεαλισμό το επόμενο βήμα μας.
Το πραγματικό διακύβευμα όμως δεν είναι μόνο τα Γλυπτά, αλλά η
συλλογική μας στάση από εδώ και πέρα. Εμείς και μόνο εμείς είμαστε
υπεύθυνοι για τα σφάλματα και τις ολιγωρίες μας. Εμείς και μόνο εμείς
είμαστε υπεύθυνοι για τις πολιτικές μας επιλογές. Εμείς και μόνο εμείς
ευθυνόμαστε για τα κενά και τις παραλήψεις που διαβρώνουν τη συλλογική
συλλογιστική. Κανείς δεν θα μας χαρίσει τίποτε. Εμείς και μόνο εμείς
είμαστε οι κύριοι της συλλογικής μας μοίρας. Και ως κύριοι της μοίρας
μας ή θα την αλλάξουμε και θα ζήσουμε όπως αξίζει σε κάθε λαό να ζει, με
αξιοπρέπεια και με το κεφάλι ψηλά, απλώνοντας το χέρι μόνο για
συνεργασία και διακρατικές συνέργειες στο διεθνές περιβάλλον, ή
συνωστιζόμενοι στις ουρές του διεθνούς λαβυρίνθου εκλιπαρώντας για «λίγη
καλοσύνη» που κανείς δεν θα