17 Φεβρουαρίου 2013

Ποιος θα χτίσει το τέμενος; Αρνητική η ΝΔ, που ανησυχεί ότι η ανέγερση τζαμιού θα ενισχύσει τα ακροδεξιά αντανακλαστικά

Ποιος θα χτίσει το τέμενος;
Μουσουλμάνοι μετανάστες προσεύχονται σε δρόμο της Αθήνας καθώς στην πρωτεύουσα δεν υπάρχει επίσημος χώρος λατρείας

Αθανασόπουλος Άγγελος
Η πρόσφατη δήλωση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ότι η Τουρκία είναι διατεθειμένη να χρηματοδοτήσει την κατασκευή ισλαμικού τεμένους στην Αθήνα επανέφερε στο προσκήνιο ένα ζήτημα που προκαλεί σοβαρή φθορά στη διεθνή εικόνα της Ελλάδας. Ωστόσο η κυβέρνηση (και ιδιαίτερα η ΝΔ) δεν μοιάζει διατεθειμένη να προχωρήσει στην κατασκευή του, φοβούμενη τις αντιδράσεις του δεξιού ακροατηρίου, της Χρυσής Αυγής, αλλά και σκληροπυρηνικών κύκλων της Εκκλησίας που έχουν αναδείξει τη μη ανέγερση τεμένους σε όχημα αναβάθμισης του ρόλου τους.
Ωστόσο, όπως «Το Βήμα» πληροφορείται, η ελληνική πλευρά έχει δεχθεί παραινέσεις από πολλές πλευρές να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε να υπάρξει πρόοδος στο θέμα του ισλαμικού τεμένους. Εντονο ενδιαφέρον έχουν εκφράσει τόσο δυτικές χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, όσο και χώρες της Μέσης Ανατολής (Σαουδική Αραβία, Αίγυπτος, ακόμη και το Ιράν), χωρίς να λησμονείται η παρέμβαση της Τουρκίας.


Πέραν της Αγκυρας υπάρχουν κι άλλες χώρες που έχουν στείλει μήνυμα στην Αθήνα να δώσει το «πράσινο φως» για την ανέγερση και οι ίδιες θα αναλάβουν τη χρηματοδότηση, χωρίς αυτό να δημοσιοποιηθεί. Τέλος, δυναμικά αναμένεται να μπει στο παιχνίδι επιρροής το Κάιρο, όπου η ανάληψη της εξουσίας από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους του προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι μεταβάλλει άρδην τα δεδομένα.

Πηγές που θέλουν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους σημειώνουν ότι η παρατεινόμενη εκκρεμότητα μπορεί να πυροδοτήσει ένταση, σε μια περίοδο μάλιστα κατά την οποία πολλοί μετανάστες, μουσουλμάνοι το θρήσκευμα, πέφτουν θύματα ρατσιστικών επιθέσεων. Η έλλειψη ενός επίσημου χώρου λατρείας, ο οποίος μάλιστα θα βρίσκεται υπό τον έλεγχο της ελληνικής Πολιτείας και συγκεκριμένα του υπουργείου Παιδείας, καθώς και μουσουλμανικού νεκροταφείου, επιβαρύνει το κλίμα και αφήνει έκθετη διεθνώς τη χώρα στο πεδίο της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Θρησκευτική διπλωματία

Επιπλέον, στο παρασκήνιο διεξάγεται ένα περίπλοκο διπλωματικό παιχνίδι. Δεν πρέπει επίσης να λησμονείται ότι η μουσουλμανική κοινότητα στην Ελλάδα έχει αυξηθεί πολύ (δεν υπολογίζονται οι μουσουλμάνοι της Θράκης που είναι αναγνωρισμένη μειονότητα). Οταν το 1976 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε υποσχεθεί, στο πλαίσιο του ανοίγματος στον αραβικό κόσμο, την ανέγερση τεμένους στους Σαουδάραβες, υπήρχε στη χώρα μας μια μικρή παροικία αράβων επιχειρηματιών (κυρίως Λιβανέζων) και διπλωματών. Αργότερα, κατά τη δεκαετία 1991 - 2000, οι μουσουλμάνοι που έμεναν μονίμως στην Ελλάδα ανέρχονταν κατά μέσον όρο σε 63.000. Σήμερα όμως ανέρχονται σε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες.

Η Αγκυρα, από τη στιγμή που ανήλθε στην εξουσία το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), φιλοδοξεί να εκτοπίσει χώρες με παραδοσιακή επιρροή σε μουσουλμανικούς πληθυσμούς, όπως η Σαουδική Αραβία, από το προσκήνιο. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η έντονη κινητικότητα που επιδεικνύει η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ερντογάν στον Οργανισμό Ισλαμικής Διάσκεψης (OIC). Μέσω μάλιστα της Υπηρεσίας Τουρκικής Συνεργασίας και Συντονισμού (ΤΙΚΑ), που υπάγεται στο πρωθυπουργικό γραφείο και συγκεκριμένα στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Μπεκίρ Μποζντάγ (ο οποίος προσφάτως επισκέφθηκε τη Θράκη), η Τουρκία έχει βοηθήσει στην ανέγερση αλλά και ανακατασκευή πολλών τζαμιών της οθωμανικής εποχής στα Βαλκάνια.

Η τουρκική πλευρά, όπως φάνηκε και από την πρόσφατη παρέμβαση Ερντογάν στον πρωθυπουργό κ. Αντ. Σαμαρά, συνδέει την κατασκευή τεμένους με την κατάσταση της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη ή και με την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Το μεγάλο έπαθλο θα ήταν φυσικά, εκτιμούν διπλωματικοί παράγοντες, να επιτύχει να καθιερώσει στη συνείδηση των μουσουλμάνων της χώρας μας τη Θράκη ως κέντρο του Ισλάμ, με εύλογες συνέπειες σε περίπτωση θεσμοθέτησης της εκλογής μουφτήδων.

Συντηρητισμός και «Δεξιά του Κυρίου»

Η κυβέρνηση Σαμαρά δεν μοιάζει διατεθειμένη να προβεί σε οποιαδήποτε κίνηση. Τόσο επειδή στο εσωτερικό της ΝΔ υπάρχουν σκληροί πυρήνες που ιδεολογικά αντιτίθενται στο τέμενος όσο και επειδή ελλοχεύει ο φόβος ότι η Χρυσή Αυγή (και δευτερευόντως οι Ανεξάρτητοι Ελληνες) θα καρπωθεί δημοσκοπικά οφέλη τηρώντας αρνητική στάση και «στριμώχνοντας» τη Συγγρού. Ολα αυτά είχαν καταστεί σαφή ήδη από την περίοδο της κυβέρνησης Παπαδήμου, όταν ο τότε υπουργός Υποδομών και σήμερα κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ κ. Μ. Βορίδης αρνήθηκε να αρχίσει η δημοπράτηση και η έναρξη κατασκευής του τεμένους. Αλλωστε ο ίδιος είχε παλαιότερα ψηφίσει στη Βουλή κατά της κατασκευής τζαμιού.

Και στο υπουργείο Παιδείας όμως εκφράζονται αυτή την περίοδο αντικρουόμενες απόψεις για το αν και πόσο γρήγορα πρέπει να γίνουν βήματα στο μέτωπο του τεμένους. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που ο υπουργός Παιδείας κ. Κ. Αρβανιτόπουλος εμφανίζεται αναβλητικός. Ανάλογη απροθυμία εκδηλώνεται και από το υπουργείο Ανάπτυξης, στο οποίο ανήκει η αρμόδια για την υλοποίηση του έργου Ειδική Υπηρεσία Δημοσίων Εργων Κτιριακών (ΕΥΔΕΚ). Η επίσημη δικαιολογία είναι ότι δεν έχουν μεταφερθεί στο υπουργείο Ανάπτυξης οι 750.000 ευρώ που θα κοστίσει το έργο, από τα κονδύλια ΕΣΠΑ του υπουργείου Παιδείας.  

Υπάρχει όμως επιπλέον μία αιτία που εξηγεί την κωλυσιεργία. Πρόκειται για την προσφυγή που έχει καταθέσει στο Συμβούλιο της Επικρατείας ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ (με τον οποίο διατηρεί προνομιακή σχέση, λόγω εκλογικής περιφέρειας, ο υπουργός Παιδείας). Με αυτήν, την οποία συνυπογράφουν άλλοι οκτώ πολίτες και ο Εξωραϊστικός Φυσιολατρικός Πολιτιστικός Σύλλογος «Η Αθηνά», ζητεί να κηρυχθεί αντισυνταγματικός και ανθελληνικός ο νόμος 3512/2006 που αφορά την κατασκευή, ίδρυση και λειτουργία ισλαμικού τεμένους.

Η εκδίκαση της προσφυγής ήταν να λάβει χώρα την περασμένη Τρίτη, αλλά αναβλήθηκε. Πλέον αναμένεται να εκδικαστεί αργότερα - πιθανότατα τον Απρίλιο. Ωστόσο δεν είναι λίγοι όσοι εκτιμούν ότι πιθανή δικαίωση του Μητροπολίτη Πειραιώς και όσων έχουν προσφύγει μαζί του στο ΣτΕ θα προκαλέσει διχασμό στους κόλπους της Ιεράς Συνόδου, κινητοποιώντας παράλληλα ένα σκληρό δεξιό ακροατήριο. Ουσιαστικά, υπογραμμίζουν, θα αποτελεί ευθεία αμφισβήτηση της ήπιας γραμμής που ακολουθεί ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Ιερώνυμος και αφετηρία δημιουργίας διακριτού πόλου στο εσωτερικό της Εκκλησίας.

Υπενθυμίζουν μάλιστα ότι ακόμη και ο, θεωρούμενος ως συντηρητικός, πρώην Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος είχε συμφωνήσει να παραχωρήσει η Εκκλησία της Ελλάδος οικόπεδο στην Παιανία για την ανέγερση του τεμένους. Παράλληλα, μια δικαίωση του Μητροπολίτη Πειραιώς θα μπορούσε να τραυματίσει σοβαρά τις σχέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο, για τους δικούς του λόγους, ευνοεί την ελληνοτουρκική προσέγγιση.



Στοιχειώδη δικαιώματα
Ο νόμος και η ιστορία του νεκροταφείου

Σύμφωνα με τον νόμο 3512/2006, ιδρύεται ΝΠΙΔ με την επωνυμία «Διαχειριστική Επιτροπή Ισλαμικού Τεμένους». Το ΝΠΙΔ θα έχει επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο που θα διορίζεται από τον υπουργό Παιδείας για τριετή θητεία. Προβλέπει παράλληλα την τοποθέτηση ιμάμη με θητεία δύο ετών.

Ο νόμος συμπληρώθηκε από μια τροπολογία που πέρασε σε νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) το 2011 και η οποία προβλέπει τους όρους για την κατασκευή τεμένους στις εγκαταστάσεις του Πολεμικού Ναυτικού στον Βοτανικό. Το τέμενος θα μπορεί να φιλοξενήσει περίπου 350 άτομα και δεν θα διαθέτει μιναρέ, κατά το πρότυπο του Μεγάλου Τεμένους των Βρυξελλών. Η κατασκευή, βάσει μελέτης του αρχιτεκτονικού γραφείου Τομπάζη, θα είναι λιτή και το κόστος, μαζί με τις αμοιβές συμβούλων και τον ΦΠΑ, θα φθάσει το 1 εκατ. ευρώ.

Οι γνωρίζοντες την υπόθεση του τεμένους πιστεύουν ότι πρέπει να συνδυαστεί με κινήσεις για την κατασκευή μουσουλμανικού νεκροταφείου. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν τρεις προτάσεις.

Η πρώτη αφορά μια έκταση της Εκκλησίας κοντά στο σημερινό νεκροταφείο στο Σχιστό, κάτι που θα διευκόλυνε την ταχεία κατασκευή του και δεν θα δημιουργούσε προβλήματα στη λειτουργία του. Η δεύτερη έκταση, πάλι παραχωρηθείσα από την Εκκλησία, βρίσκεται λίγο πιο μακριά από το νεκροταφείο του Σχιστού, αλλά ψηλότερα στο βουνό, όπου η ανάγκη εκβράχυνσης ανεβάζει σημαντικά το κόστος. Τέλος, η τρίτη έκταση ανήκει στο Πολεμικό Ναυτικό και βρίσκεται κοντά στις εγκαταστάσεις του Σκαραμαγκά.