Itamar Rabinovich
Την περασμένη εβδομάδα, μετά από δύο χρόνια που παρακολουθούσε με
σιωπηρή δυσαρέσκεια να ξεδιπλώνεται η κρίση στην Συρία [1], το Ισραήλ
εγκατέλειψε την πολιτική της αυτοσυγκράτησης και οργάνωσε μια εναέρια
επιδρομή κοντά στην Δαμασκό. Τα δεδομένα είναι ακόμα θολά. Το Ισραήλ δεν
εξέδωσε ανακοίνωση και δεν ανέλαβε καμία ευθύνη για την επίθεση, αν και
ο υπουργός Άμυνας του Ισραήλ, Εχούντ Μπαράκ, μιλώντας σε ένα σημαντικό
συνέδριο για την ασφάλεια στο Μόναχο, έφθασε κοντά στο να παραδεχτεί την
εμπλοκή του Ισραήλ.
Η συριακή κυβέρνηση όμως, πήρε άμεσα θέση
ανακοινώνοντας και καταδικάζοντας την ισραηλινή επιδρομή σε ένα
«ερευνητικό κέντρο» στην περιοχή της Δαμασκού, όπως έκαναν και οι
σύμμαχοι του συριακού καθεστώτος, το Ιράν και η Χεζμπολάχ. Ο διεθνής και
ο ισραηλινός Τύπος πιθανολογούν ότι το Ισραήλ επιτέθηκε σε
αυτοκινητοπομπή μεταφοράς πολύτιμων πυραύλων εδάφους - αέρος που
επρόκειτο να μεταβιβαστούν από τη Συρία στην Χεζμπολάχ και που μπορεί να
στάθμευσαν σε αυτό το «ερευνητικό κέντρο» στην πορεία τους προς τον
Λίβανο.
Το γεγονός αυτό υπογράμμισε μια περίεργη πτυχή της εκτυλισσόμενης
συριακής κρίσης: ότι σε αντίθεση με τους άλλους τέσσερις γείτονες της
Συρίας – την Τουρκία, το Ιράκ, τον Λίβανο και την Ιορδανία – το Ισραήλ
παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό αμέτοχο στις υποθέσεις της χώρας, με δύο
αξιοσημείωτες εξαιρέσεις. Πρώτον, τον Μάιο του 2011 εκατοντάδες
Παλαιστίνιοι πέρασαν στην ανυπεράσπιστη γραμμή κατάπαυσης του πυρός στα
Υψώματα του Γκολάν με την ενθάρρυνση, ή τουλάχιστον την σιωπηρή
συναίνεση των συριακών αρχών. Δεύτερον, τον Νοέμβριο του ίδιου έτους
μερικές οβίδες που εκτοξεύτηκαν από την Συρία προσγειώθηκαν στα Υψώματα
του Γκολάν. Και τα δύο περιστατικά αποδείχθηκε ότι ήταν ασήμαντα, ειδικά
σε σχέση με τη σοβαρότητα του εμφύλιου πολέμου της Συρίας και τις
επιπτώσεις του στην εγχώρια και στην παγκόσμια πολιτική.
Η παθητική στάση του Ισραήλ δεν έδειχνε έλλειψη ενδιαφέροντος για το
μέλλον της Συρίας και το καθεστώς του προέδρου Μπασάρ αλ- Άσαντ.
Αντίθετα, οι Ισραηλινοί πολιτικοί και αναλυτές έχουν πλήρη επίγνωση των
τεράστιων επιπτώσεων που θα έχει η πτώση του Άσαντ για την ασφάλεια του
Ισραήλ. Αλλά γνωρίζουν, επίσης ότι η ικανότητα του Ισραήλ να επηρεάζει
την εσωτερική πολιτική της Συρίας είναι περιορισμένη και ότι οποιαδήποτε
παρέμβαση του Ισραήλ θα προκαλέσει μεγάλη ζημιά στην αντιπολίτευση. Από
την πρώτη στιγμή της σύγκρουσης, ο Άσαντ και οι εκπρόσωποί του
προσπάθησαν να παρουσιάσουν την εξέγερση όχι ως μια αυθεντική εσωτερική
εξέγερση, αλλά ως μια συνωμοσία που εκκολάφθηκε από εξωτερικούς εχθρούς,
όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ. Μια ισραηλινή επέμβαση, ακόμη
και με ανθρωπιστικούς στόχους, θα χρησιμοποιείτο από το καθεστώς και θα
παρουσιαζόταν ως απόδειξη ότι η θέση του αυτή δικαιώθηκε.
Παρά το γεγονός ότι το Ισραήλ έχει παραμείνει παθητικό,
παρακολουθούσε στενά την πορεία των γεγονότων στη Συρία. Ανησυχούσε για
διάφορες πιθανές αρνητικές επιπτώσεις: ότι το καθεστώς Άσαντ θα μπορούσε
να αντικατασταθεί από ισλαμιστές, ίσως ακόμη και τζιχαντιστές, ότι η
πτώση του καθεστώτος θα μπορούσε να οδηγήσει στην αναρχία και ότι οι
τζιχαντιστές θα μπορούσαν να ξεκινήσουν τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον
του Ισραήλ από θέσεις βόρεια των Υψωμάτων του Γκολάν, ότι το καθεστώς
θα μπορούσε να μεταβιβάσει μερικά από τα χημικά και βιολογικά όπλα του
στην Χεζμπολάχ ή ότι τα εν λόγω αποθέματα θα μπορούσαν να πέσουν στα
χέρια των ριζοσπαστικών επαναστατών και τέλος, ότι το ίδιο το καθεστώς,
όταν θα ακούγονταν τα «καμπανάκια» του τέλους του, θα μπορούσε να
εκτοξεύσει πυραύλους με στόχο το Ισραήλ σε μια τελική πράξη σαν το
μεγαλείο του Σαμψών. Σε γενικές γραμμές, το Ισραήλ φοβόταν ότι το
καθεστώς και οι σύμμαχοί του θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να μετατρέψουν
την κρίση σε άλλη μια σύγκρουση με το Ισραήλ. Το Ισραήλ ενήργησε
σιωπηρά, συχνά σε συνεργασία με την Ουάσιγκτον, προκειμένου να προλάβει
κάποιες από αυτές τις εξελίξεις. Σε πολλές περιπτώσεις, έκανε δημόσιες
δηλώσεις σχετικά με τις «κόκκινες γραμμές» του στην κρίση της Συρίας.
Η μεταβίβαση προηγμένων οπλικών συστημάτων στην Χεζμπολάχ ήταν μία
από αυτές τις κόκκινες γραμμές. Φαίνεται ότι στο τέλος του Ιανουαρίου,
οι ηγέτες του Ισραήλ κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μια τέτοια μεταφορά
επρόκειτο να πραγματοποιηθεί και αποφάσισε να αναλάβει δράση. Είχαν
πλήρη επίγνωση των μειονεκτημάτων της επίθεσης: το καθεστώς αυτό ήταν
ικανό να κερδίσει πολιτικά οφέλη από την στρατιωτική δράση του Ισραήλ,
και η προοπτική μιας αντίδρασης από την Συρία ή την Χεζμπολάχ και η
πρόκληση μιας μεγαλύτερης κρίσης δεν θα μπορούσαν να αποκλειστούν.
Αυτά τα σενάρια υλοποιήθηκαν μόνο εν μέρει. Το καθεστώς της Συρίας
ξεκίνησε μια ευρείας κλίμακας προπαγανδιστική εκστρατεία, η οποία
σχεδιάστηκε για να παρουσιάσει την ισραηλινή επιδρομή ως μια σημαντική
συνιστώσα της τρέχουσας κρίσης και να απεικονίσει την σύγκρουση ως μια
αραβο-ισραηλινή σύγκρουση και όχι ως έναν συριακό εμφύλιο πόλεμο.
Το Ιράν και η Χεζμπολάχ ακολούθησε μια παρόμοια γραμμή και εξέδωσε
ασαφείς απειλές για αντίποινα. Το καθεστώς Άσαντ όμως, κατέστησε σαφές
ότι δεν προτίθεται να απαντήσει με στρατιωτικές δυνάμεις. Ο Σύριος
υπουργός Άμυνας ανέφερε ότι η Δαμασκός δεν προέβη σε αντίποινα επειδή η
ίδια η δράση του Ισραήλ αποτέλεσε αντίποινα για τις ζημιές που
προκλήθηκαν στο Ισραήλ από τη Συρία. Το όλο επεισόδιο έρχεται σε έντονη
αντίθεση με την πορεία των γεγονότων του Σεπτεμβρίου του 2007, όταν το
Ισραήλ κατέστρεψε έναν πυρηνικό αντιδραστήρα που η Βόρεια Κορέα είχε
κατασκευάσει για την Συρία. Το Ισραήλ παρέμεινε σιωπηλό, προκειμένου να
βοηθήσει τον Άσαντ να αποφύγει την ανάγκη να ανταποδώσει και ο Άσαντ
έπαιξε το ίδιο παιχνίδι. Αυτή την φορά, ο Άσαντ είχε κάθε συμφέρον να
εκμεταλλευτεί την ισραηλινή επίθεση - αλλά εξακολουθεί να κινείται
προσεκτικά. Τα πολιτικά οφέλη της πυροδοτούμενης έντασης με το Ισραήλ
είναι προφανή, αλλά δεδομένης της θλιβερής κατάστασης των ενόπλων
δυνάμεων της Συρίας, μια στρατιωτική σύγκρουση με το Ισραήλ θα μπορούσε
να προσφέρει στους αντάρτες την χρυσή ευκαιρία που επιθυμούν τόσο πολύ.
Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί αυτή την στιγμή πόσο επιτυχημένη ήταν η
επιδρομή του Ισραήλ. Το πολιτικό κόστος έχει περιοριστεί και η πορεία
του εμφυλίου πολέμου της Συρίας δεν έχει επηρεαστεί. Αλλά, η επίθεση δεν
είχε κατ' ανάγκην το αποτρεπτικό αποτέλεσμα που επιδίωκε το Ισραήλ, και
το συριακό καθεστώς και οι σύμμαχοί του μπορούν ακόμα να κάνουν
προσπάθειες για την μεταβίβαση εξελιγμένων οπλικών συστημάτων στην
Χεζμπολάχ.
Το πρόσφατο επεισόδιο μπορεί κάλλιστα να ξεθωριάσει, αλλά εξακολουθεί
να υπάρχει πραγματικός κίνδυνος μιας ευρύτερης κρίσης, ωθώντας το
Ισραήλ περισσότερο στο αδιέξοδο της Συρίας. Ο Άσαντ θα μπορούσε ακόμα να
προσπαθήσει να μεταφέρει εξελιγμένα όπλα στη Χεζμπολάχ και το
μελλοντικό οπλοστάσιο της Συρίας, συμπεριλαμβανομένων των αποθεμάτων
χημικών και βιολογικών όπλων, είναι ακόμα υπό εξέταση. Το Ισραήλ μπορεί
να αποφασίσει να δράσει και πάλι, και αν το κάνει, η Συρία, η Χεζμπολάχ ή
το Ιράν θα μπορούσαν κάλλιστα να προβούν σε αντίποινα. Σε μια τέτοια
περίπτωση, οι υπολογισμοί τους θα πρέπει να καθορίζονται από την
κατάσταση του συριακού εμφύλιου πολέμου, την θέση της Χεζμπολάχ στον
Λίβανο καθώς και την κατάσταση των διαπραγματεύσεων του Ιράν με τις
Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους για το ιρανικό πυρηνικό
ζήτημα. Η απάντησή τους, αν υπάρξει, θα είναι πιο πιθανό να έρθει με τη
μορφή μιας τρομοκρατικής επίθεσης, όπως αυτή που διαπράχθηκε από την
Χεζμπολάχ εναντίον Ισραηλινών τουριστών στην Βουλγαρία, αντί για μια
συμβατική στρατιωτική επίθεση.
Δεδομένων αυτών των απειλών στην περιφερειακή σταθερότητα, η ανάγκη
έτσι ώστε οι ΗΠΑ να αναλάβουν ηγετικό ρόλο για την εξεύρεση λύσης στην
κρίση της Συρίας δεν ήταν ποτέ πιο άμεση. Η απόφαση του προέδρου των
ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, να επισκεφθεί την περιοχή την άνοιξη και να
συμπεριλάβει την συριακή κρίση στην ατζέντα του, είναι ένα βήμα προς τη
σωστή κατεύθυνση.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα Αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/138829/itamar-rabinovich/israel-s...
Συνδέσεις:
[1] http://www.foreignaffairs.com/articles/67721/itamar-rabinovich/israels-d...
Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση
www.twitter.com/#!/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr