Τα έργα σε μεγάλους οδικούς άξονες βρισκόντουσαν το 2008 σε πλήρη εξέλιξη, την ώρα που στο βάθος φαινότανε να έρχεται μία μεγάλη θύελλα. Οι μεγάλες τράπεζες του εξωτερικού ήταν οι κύριοι χρηματοδότες των έργων (με ποσοστό συμμετοχής άνω του 70% του συνόλου της χρηματοδότησης) και με επιτόκια δανεισμού περί το 1%! Ούτε στα όνειρά μας. Δύο χρόνια αργότερα οι ξένες τράπεζες κατά κύριο λόγο σταματούσαν την χρηματοδότηση και οι μπουλντόζες έσβηναν τις μηχανές τους.
Σήμερα τα έργα θα ξεκινήσουν και πάλι, αφού μειώνεται το αντικείμενο και αναζητείται χρηματοδότηση στο ΕΣΠΑ και στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Την πρόταση αυτή την είχαν κάνει οι εργολάβοι πριν από τρία χρόνια. Μόνο που η τότε κυβέρνηση Παπανδρέου προσπαθούσε να... μειώσει την τιμή των διοδίων και να ικανοποιήσει έτσι το κίνημα «Δεν πληρώνω». Τρία χρόνια αργότερα η Πολιτεία κάνει το αυτονόητο. Αν αυτό είχε συμβεί πριν από τρία χρόνια, τα έργα θα είχαν ήδη παραδοθεί προς χρήση στο κοινό, η ύφεση θα ήταν μικρότερη κατά 2,5% και θα είχαν διασωθεί 70.000 θέσεις εργασίας σε αυτό το δύσκολο για όλους χρονικό διάστημα...
Γιατί οι τράπεζες σταμάτησαν την χρηματοδότηση; Βρήκαν πάτημα σε τρεις λόγους: 1) η χώρα είχε περιέλθει σε αδυναμία να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις της, 2) το κράτος ήταν ήδη εκτεθειμένο σε σχέση με οποιαδήποτε συμβατική του υποχρέωση σε σχέση με τα έργα (πληρωμές, απαλλοτριώσεις, μεταφορές δικτύων) και 3) το «Κίνημα Δεν Πληρώνω» έκανε πάρτι κάθε Σαββατοκύριακο στα διόδια όλης της χώρας.
Τα πρώτα δύο θα μπορούσε κανείς να τα αντιμετωπίσει. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και στο τέλος με την πρόταση που υιοθετείται τώρα. Το τρίτο, όμως, ήταν καταλυτικό. Ήταν το απόλυτο επιχείρημα από τις ξένες τράπεζες που έψαχναν έναν τρόπο για να καταστήσουν ανενεργές τις συμβάσεις που είχαν υπογράψει και να μην πάρουν το ρίσκο της χώρας.
Γνωρίζουν, άραγε, οι καλοί μας συμπολίτες πόσο είναι το σημερινό κόστος δανεισμού; Υπολογίζεται ότι στην καλύτερη των περιπτώσεων δεν θα είναι χαμηλότερο από 5%! Ξέρουν ποιος θα το πληρώσει; Πολύ σωστά μαντεύετε! Όλοι μας...
Κάτι που επίσης δεν είναι σε γνώση του κοινωνικού συνόλου είναι ότι το 85% των διοδίων το εισπράττει το ελληνικό δημόσιο και όχι οι κακοί εργολάβοι. Δηλαδή, το 85% των διοδίων το εισπράττουμε όλοι μας. Ποιο ήταν, λοιπόν, το πρόβλημα; Το 15%; Μα, κάπως θα έπρεπε να πληρωθούν κι εκείνοι που θα έβαζαν τα χρήματά τους. Λεπτομέρειες για τους θεωρητικούς της μπουρδολογίας. Εκτός κι αν έχουν και για αυτή την περίπτωση την ίδια ακριβώς άποψη που είχαν και για το χρέος: Να μην τους πληρώσουμε. Να τους κλέψουμε!
Η πολεμική κατά των διοδίων στηρίχτηκε σε δύο κακά παραδείγματα! Το πρώτο ήταν εκείνο της Αττικής Οδού. Η επανάσταση, όμως, έγινε για τις περιπτώσεις εκείνες που οι συμβάσεις με τους εργολάβους δεν είχαν σχέση με την αντίστοιχη σύμβαση της Αττικής Οδού! Είναι σαν να διαμαρτύρεται κανείς για την παράγκα στο ποδόσφαιρο και την αμέσως επόμενη χρονιά να καίει τα γήπεδα γιατί μία επαρχιακή ομάδα κέρδισε την παράγκα και πήρε το πρωτάθλημα!
Το δεύτερο ήταν εκείνο της ύπαρξης διοδίων στον υπό κατασκευή δρόμο Κορίνθου - Πατρών. Με μία πρώτη ματιά έμοιαζε να είναι εξωφρενικό. Πως είναι δυνατόν να ζητάει κανείς διόδια για έναν χωματόδρομο; Για έναν δρόμο καρμανιόλα; Κι όμως! Αυτό που ξέχασαν να πουν οι «επαναστάτες» ήταν ότι τα διόδια «εφευρέθηκαν» επειδή το δημόσιο δεν είχε άλλα διαθέσιμα χρήματα για να βάλει την δική του προβλεπόμενη συμμετοχή στο έργο. Με άλλα λόγια το κράτος, δηλαδή εμείς, έπρεπε να βάλει λεφτά. Τα λεφτά δεν τα είχε και αποφάσισε την συμμετοχή αυτή να την βάλουν τελικά όσοι χρησιμοποιούν το έργο και περνούν από τα διόδια. Τι δεν κατάλαβαν;
Ας μας πουν τώρα οι κύριοι αυτοί που συμμετείχαν σε εκείνους τους «αγώνες» αν έχουν την παραμικρή ευθύνη για το αυξημένο κόστος που θα κληθούμε να πληρώσουμε και μάλιστα σε εποχή κρίσης! Ας κοιτάξουν τον εαυτό τους στον καθρέπτη και ας σκεφτούν αν τελικά χρησιμοποιήθηκαν στην αφέλειά τους ως ένα καλό επιχείρημα από τις ξένες τράπεζες που ήθελαν να αποφύγουν να δώσουν δάνεια με επιτόκιο 1%.
Σε αυτή την χώρα πρώτα φωνάζουμε και μετά σκεφτόμαστε. Αν γινότανε το αντίθετο, θα είχαμε καταφέρει θαύματα.
Θανάσης Μαυρίδης
thanasis.mavridis@capital.gr