Ξέρεις, αυτή η γυναίκα τώρα θα περπατήσει 70 χιλιόμετρα μες στη βροχή, με το γουρούνι και το παιδί. Πού θα κοιμηθούν το βράδυ.. θα κατεβούν στον κάμπο για μεροκάματο. Έχω τέτοια ντοκουμέντα πως αυτός ο κόσμος που ζει σήμερα δεν είναι ίδιος με τον χθεσινό. Και θα 'πρεπε να υπάρχουν μαρτυρίες ακριβώς για τη ζωή αυτών των προγόνων, που είχαν το θάρρος να κρατήσουν στον τόπο τη ζωή και να υποστούν τα πάνδεινα. Σε μια στιγμή, ήταν κάπου πέντε χιλιόμετρα, δε με βόλευε, πού να την πάρω, και έβαλα το αυτοκίνητο για να αναγκαστεί να περάσει άκρη του δρόμου, να μην είναι στην άσφαλτο, και την πήρα. Γύρισε και είπε στο παιδάκι "Μαργώνεις, καμάρι μου ; " Κρυώνεις ; Μου λέγαν στις εκθέσεις γιατί δεν πουλάω φωτογραφίες..Ακόμη ακόμη πιστέψτε με, και που τις παρουσίαζα στην έκθεση, νόμιζα ότι εκπορνεύω κάτι ιερό. Τι να πουλήσω τώρα εγώ απ' αυτή για να πάρω λεφτά ;
Αυτή η φωτογραφία (Του Φτωχού τ'αρνί) έχει τραβηχτεί στην αγορά των Ιωαννίνων. Ιδιαίτερα τη Μεγάλη Εβδομάδα, κατέβαιναν από τα χωριά τους, κάνοντας και 5 ώρες δρόμο, με ένα αρνί στην πλάτη, για να το πουλήσουν και με τα χρήματα που θα παίρναν να πάρουν κάτι για τα παιδιά τους. Οι αστοί κάτω, τους αφήναν και εξουθενώνονταν από την πείνα και την κούραση και κοίταζαν να τους τα πάρουν όσο όσο. Πέτυχα αυτόν τον άνθρωπο ακριβώς την ώρα που το παζάρευε, του 'δωσε ένα κατοστάρικο. "Έλα και πολλά σου δίνω, δώσε μου ένα τάληρο" του λέει, και ο φουκαράς του λέει "πού να τα βρω" και αποχωρίζεται με τόσο πόνο το αρνί του, μόνο που δεν κλαίει..
Έτσι κι εγώ παιδάκι, για λόγους βιοπορισμού, έφυγα από το χωριό. Να εδώ σ'αυτή την πέτρα, εδώ παρακάτω με ξεπροβόδισε η μάνα μου και μου 'πε τις τελευταίες τις συμβουλές, όπως λεν όλες οι Ηπειρώτισσες μάνες στα παιδιά τους, για να μη γίνουν κλέφτες, ότι αν βρω κάπου λεφτά να πάω αμέσως να τα παραδώσω. "Κανένας" μου 'λεγε "δεν πετάει πετάει χρήματα. Ή κάποιος τα 'χασε ή κάποιος τα 'βαλε επίτηδες να δει αν κλέβεις. Να πας να τα δώσεις αμέσως. Δε θα σου κάνουν ποτέ καλό αυτά τα λεφτά". Μου ΄πε και λίγα ακόμα, μ' αγκάλιασε, με φίλησε κι από τότε έμελλε να μην την ξαναδώ.
Κώστας Μπαλάφας
Αυτή η φωτογραφία (Του Φτωχού τ'αρνί) έχει τραβηχτεί στην αγορά των Ιωαννίνων. Ιδιαίτερα τη Μεγάλη Εβδομάδα, κατέβαιναν από τα χωριά τους, κάνοντας και 5 ώρες δρόμο, με ένα αρνί στην πλάτη, για να το πουλήσουν και με τα χρήματα που θα παίρναν να πάρουν κάτι για τα παιδιά τους. Οι αστοί κάτω, τους αφήναν και εξουθενώνονταν από την πείνα και την κούραση και κοίταζαν να τους τα πάρουν όσο όσο. Πέτυχα αυτόν τον άνθρωπο ακριβώς την ώρα που το παζάρευε, του 'δωσε ένα κατοστάρικο. "Έλα και πολλά σου δίνω, δώσε μου ένα τάληρο" του λέει, και ο φουκαράς του λέει "πού να τα βρω" και αποχωρίζεται με τόσο πόνο το αρνί του, μόνο που δεν κλαίει..
Έτσι κι εγώ παιδάκι, για λόγους βιοπορισμού, έφυγα από το χωριό. Να εδώ σ'αυτή την πέτρα, εδώ παρακάτω με ξεπροβόδισε η μάνα μου και μου 'πε τις τελευταίες τις συμβουλές, όπως λεν όλες οι Ηπειρώτισσες μάνες στα παιδιά τους, για να μη γίνουν κλέφτες, ότι αν βρω κάπου λεφτά να πάω αμέσως να τα παραδώσω. "Κανένας" μου 'λεγε "δεν πετάει πετάει χρήματα. Ή κάποιος τα 'χασε ή κάποιος τα 'βαλε επίτηδες να δει αν κλέβεις. Να πας να τα δώσεις αμέσως. Δε θα σου κάνουν ποτέ καλό αυτά τα λεφτά". Μου ΄πε και λίγα ακόμα, μ' αγκάλιασε, με φίλησε κι από τότε έμελλε να μην την ξαναδώ.
Κώστας Μπαλάφας