του Almut Moller
Στο προηγούμενο κείμενο για την
Γερμανία, o Josef Janning υποστήριξε ότι τα τελευταία χρόνια τόσο ο
ηγετικός ρόλος της Γερμανίας στην ΕΕ όσο και η ικανότητα του Βερολίνου
να μοχλεύσει την δύναμή της στην ΕΕ, έχει σοβαρά περιοριστεί. Την ίδια
στιγμή, το διακύβευμα για το Βερολίνο έχει αυξηθεί. Παρά την διαρθρωτική
της εξουσία σε επίπεδο ΕΕ, η κυβέρνηση συνασπισμού έχει αποτύχει να
καταλήξει σε μια υγιή αντίδραση σε δύο από τα βασικά της συμφέροντα:
εκκρεμεί η βιώσιμη μεταρρύθμιση της ευρωζώνης, και η κυβέρνηση της
Angela Merkel είναι απομονωμένη όταν πρόκειται για το προσφυγικό. Και τα
δύο αυτά ζητήματα, καθορίζουν το μέλλον της χώρας, αλλά εάν το Βερολίνο
συνεχίσει να αποτυγχάνει να δώσει λύσεις σε επίπεδο ΕΕ σε αυτά τα
μεγάλα ζητήματα, τι θα σημαίνει αυτό για τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό
της Γερμανίας;
Τόσο το ευρώ όσο και η μετανάστευση
είναι μεγάλοι τομείς πολιτικής, η συνολική κατεύθυνση των οποίων θα
επηρεάσει το οικονομικό μέλλον της Γερμανίας, και την ευημερία και την
κοινωνική συνοχή της γερμανικής κοινωνίας. Για μήνες, δημιουργούνται
εντάσεις στο εσωτερικό για το προσφυγικό, και ο απόηχος των γεγονότων
στην Κολωνία την παραμονή της πρωτοχρονιάς, έχει περιπλέξει ακόμη
περισσότερο την εσωτερική συζήτηση. Το δύσκολο και δύσβατο μονοπάτι για
την κοινωνική ένταξη των προσφύγων το οποίο οι ειδικοί έχουν επισημάνει
για κάποιο διάστημα, έχει γίνει χειροπιαστό για τους Γερμανούς, με
πολλούς τρόπους. Η γερμανική κοινωνία αυτή την στιγμή είναι αντιμέτωπη
με πολλές δύσκολες ερωτήσεις. Η διάθεση στην χώρα παραμένει σε μεγάλο
βαθμό θετική και οι άνθρωποι κυρίως έχουν την πεποίθηση ότι η Γερμανία
θα είναι σε θέση να διαχειριστεί την κατάσταση. Αλλά τι θα συμβεί εάν ο
αριθμός των αφίξεων στην χώρα συνεχίσει να αυξάνεται και οι Γερμανοί
αρχίσουν ολοένα και περισσότερο να αισθάνονται ότι η κοινωνική ειρήνη
στην χώρα τους υπονομεύεται πραγματικά; Το ευρώ τουλάχιστον, δεν
προκαλεί πρωτοσέλιδα, για την ώρα, αλλά το πρόβλημα παραμένει και
συνεχίζει να σιγοβράζει, από την έναρξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής
και τραπεζικής κρίσης το 2008. Μέχρι στιγμής, τα μέλη της ευρωζώνης
έχουν αντιμετωπίσει αυτό το ζήτημα μόνο εν μέρει, και δεν είναι δύσκολο
να φανταστούμε την εικόνα όπου η αδυναμία της οικονομικής και
νομισματικής ένωσης βρεθεί ξανά στην ατζέντα με δύναμη.
Η συμβολή και των δύο προκλήσεων, του
ευρώ και της μετανάστευσης, θα μπορούσε τελικά να αποδειχθεί ότι είναι
πολύ, ακόμη και για την Merkel. Ωστόσο, το πιο σημαντικό ερώτημα
επικεντρώνεται στο πώς οι φορείς χάραξης πολιτικής (εάν σκεφτούν πέρα
από τη λογική της δικής τους πολιτικής επιβίωσης) αξιολογούν την πιθανή
επίδραση στη γερμανική ευημερία και την κοινωνική συνοχή, εάν αυτά τα
ζητήματα δεν μπορούν να επιλυθούν μέσω των δικών τους παρεμβάσεων. Οι
διαδοχικές κυβερνήσεις της Merkel έχουν επενδύσει βαθιά στο σχέδιο της
ΕΕ, αλλά στο τρέχον πολιτικό κλίμα, όπου πολλοί φαίνεται να αισθάνονται
απογοητευμένοι ότι "η ΕΕ δεν φέρνει αποτέλεσμα”, ο πειρασμός να σκεφτούν
πέρα από την ΕΕ, είναι ισχυρότερος από ποτέ.
Αυτός ο τρόπος σκέψης δεν είναι νέο
φαινόμενο, καθώς παρόμοιες ανησυχίες και πειρασμοί έχουν ήδη ανακινηθεί
(αν και ως επί το πλείστον από εξωτερικούς παρατηρητές) στη διάρκεια της
κορύφωσης της κρίσης της ευρωζώνης. Στη Γερμανία, η συντριπτική
πλειοψηφία αισθάνθηκε ότι τέτοιες σκέψεις φαινόταν άστοχες ή
λανθασμένες. Ποιος θα μπορούσε να τολμήσει σοβαρά να σκεφτεί να
γκρεμίσει αυτό που ήταν μέρος του γερμανικού DNA από τον Β΄ Παγκόσμιο
Πόλεμο; Η Europakonsens, η παραδοσιακή δέσμευση για τη δημιουργία μιας
ακόμη στενότερης ένωσης, και για την αποδοχή συμβιβασμών όταν έλθει η
ώρα, φαίνεται να κρατάει καλά. Αλλά φαίνεται ότι δεν είναι πλέον αυτό
που συμβαίνει. Σταθμισμένη έναντι των παγκόσμιων ευκαιριών και απειλών, η
ευρωπαϊκή ενότητα για το Βερολίνο φαίνεται ότι πλέον δεν αποτελεί έναν
στόχο.
Τα τελευταία χρόνια, η συνολική εκτίμηση
μεταξύ των πολιτικών ελίτ του Βερολίνου, διαμορφώνεται από την αίσθηση
ότι η Γερμανία έχει περάσει χρόνια επενδύοντας χρόνο και πόρους για να
διατηρήσει την Ένωση ενωμένη, παρά την δυσαρέσκεια για την αποτυχία της
ΕΕ να φέρει αποτελέσματα, την εμπειρία του να είναι περικυκλωμένη από
έναν ολοένα και αυξανόμενο αριθμό εσωτερικών και εξωτερικών συγκρούσεων
και να διογκώνεται η πίεση στο εσωτερικό. Για πόσο καιρό η Γερμανία θα
είναι σε θέση να συντηρήσει την συναίνεση ότι αξίζει ακόμη να επενδύουμε
σε κοινές λύσεις για την ΕΕ, και με ποιο κόστος; Υπάρχει μια αυξανόμενη
αίσθηση ανυπομονησίας στις συζητήσεις εδώ στο Βερολίνο, και μια κοινή
αίσθηση ότι εάν οι άλλοι αναλάμβαναν την ευθύνη από κοινού, η Γερμανία
δεν θα αναγκαζόταν να το περάσει αυτό μόνη τώρα.
Ας αφήσουμε στην άκρη τα σημαντικά
ερωτήματα του ποιος και τι φταίει για την κακή κατάσταση της Ευρωπαϊκής
Ένωσης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Βερολίνο πρέπει να πάρει μέρος της
ευθύνης, αλλά πόσο μακριά μπορεί να τεντωθεί το επίπεδο ανοχής του
Βερολίνου με το σύστημα της ΕΕ; Τι θα γίνει εάν η αντιληπτή και de facto
αδυναμία των ενιαίων κοινών λύσεων της ΕΕ μεταξύ της ευρωζώνης και των
μελών της Σένγκεν, κάνουν το Βερολίνο να αλλάξει θεμελιωδώς την δέσμευσή
του έναντι της Ευρώπης; Και πόσο μακριά σε αυτό το μονοπάτι έχει
προχωρήσει ήδη ο κυβερνητικός συνασπισμός;
Σαφώς, έχουμε δει σημάδια τελευταία ότι
το Βερολίνο είναι πρόθυμο να συμμετάσχει σε διμερές επίπεδο.Οι σχέσεις
με την Τουρκία έχουν γίνει ζωτικής σημασίας ξανά με φόντο την προσφυγική
κρίση και ενώ το Βερολίνο προσπαθεί να παρουσιάσει την πρόσφατη
επαναπροσέγγιση με την Άγκυρα, ως πλαίσιο μιας ενιαίας προσέγγισης της
ΕΕ που να ενσωματώνεται στο πλαίσιο διεύρυνσης, φαίνεται ότι και
περισσότερο ότι αυτή η σχέση είναι ουσιαστικές διμερής και είναι
ουσιαστικά διμερής και καθοδηγούμενη από ανησυχίες για την ασφάλεια.Τι
σημαίνει αυτό για την πολιτική της ΕΕ σχετικά με την Τουρκία, και για
την πολιτική διεύρυνσης επίσης;
Οι σχέσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο
φαίνεται όλο και περισσότερο να καθοδηγούνται από την πεποίθηση του
Βερολίνου ότι πρέπει να αποφευχθεί το Grexit. Όταν θα έρθει η κρίσιμη
στιγμή, πόσα θα είναι πρόθυμο το Βερολίνο να βάλει στο τραπέζι; Υπάρχουν
ενδείξεις ότι η εκτίμηση έχει αρχίσει να αλλάζει και η Γερμανία είναι
έτοιμη να είναι πιο ευέλικτη. Άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η
αλλαγή του ρόλο των υπερεθνικών οργανισμών της ΕΕ, κατά την λογική της
Γερμανίας. Υπάρχει μια αυξανόμενη αίσθηση οπορτουνισμού έναντι της
Κομισιόν, ιδιαίτερα σε σχέση με τον ρόλο της στην προσφυγική κρίση. Η
Κομισιόν μπορεί να είναι χρήσιμη για να φέρει άλλες χώρες της ΕΕ και να
βοηθήσει την Γερμανία να "φαίνεται ευρωπαϊκή” στην προσέγγισή της στην
προσφυγική κρίση. Αλλά σε ποιο βαθμό θέλει η Γερμανία ακόμη να δει μια
ισχυρή και ανεξάρτητη Κομισιόν να είναι μοχλός της ολοκλήρωσης και της
συναίνεσης για ολόκληρη την Ένωση, όταν την ίδια στιγμή εργάζεται σε
συνασπισμούς των προθύμων. Τέλος, υπάρχει η άποψη ότι τελικά, οι
Ευρωπαίοι αν συνεργαστούν, μπορεί να σημαίνει διαφορετικά πράγματα. Η
Angela Merkel το χαρακτήρισε την "μέθοδο της ένωσης” σε ομιλία της στη
Μπρυζ το 2010. Η άποψή της είναι ότι δεν είναι λιγότερο ευρωπαϊκό το να
εργάζεται κανείς σε μια λογική διακυβερνητισμού και συνασπισμού των
κρατών-μελών. Υπό αυτή την έννοια, η Europapolitik της Γερμανίας έχει
γίνει Realpolitik τα τελευταία χρόνια. Που αφήνει αυτό την ¨Ενωση; Δεν
αποτελεί έκπληξη ότι το ζήτημα αυτό έχει ανακύψει στο Βερολίνο σε
τακτική βση από επισκέπτες από άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Υπήρξε μια ισχυρή συναίνεση μέχρι
στιγμής για την δέσμευση της Γερμανίας στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Είναι
πολύ νωρίς να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι αυτή η συναίνεση δεν
υπάρχει πλέον. Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι αρχίζει να καταρρέει καθώς
η Ένωση δεν είναι πλέον σε θέση να φέρει εις πέρας την πανίσχυρη
υπόσχεση που έχει κρατήσει την Γερμανία δεσμευμένη και απασχολούμενη με
το ευρωπαϊκό project τις τελευταίες δεκαετίες. Η Γερμανία δεν έχει
αμφιταλαντευτεί στα πιστεύω της ότι η ΕΕ είναι τελικά κάτι περισσότερο
από το άθροισμα των μερών της, ότι το κλειδί για την ειρήνη, την
ευημερία και την ασφάλεια στην Γερμανία, και για όλες τις χώρες στην
Ευρώπη, βρίσκεται στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και τους υπερεθνικούς
οργανισμούς και ότι η ΕΕ είναι ο τρόπος για να κρατηθεί το "γερμανικό
ζήτημα” υπό έλεγχο. Τουλάχιστον για την ώρα.
Μια μαζική αλλαγή στην γερμανική σκέψη
για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση βρίσκεται σε εξέλιξη -μία που έχει τη
δυναμική να φέρει τελικά όχι μια διαφορετική Ένωση, αλλά καθόλου ένωση.
Μπορείε να δείτε το κείμενο εδώ: http://www.ecfr.eu/article/commentary_the_end_of_europakonsens