Λευκωσία: Το μετεκλογικό σκηνικό στην Τουρκία και το πώς αυτό αναμένεται να επηρεάσει το Κυπριακό και όχι μόνο, χαρτογραφούν στον «Φιλελεύθερο» ειδικοί.

Η επαναφορά μιας τραυματισμένης ηγεμονίας

«Κατά την άποψή μου, πρέπει να ξαναγράψουμε την κοινωνιολογία της Τουρκίας», είπε αμέσως μετά τις εκλογές ο Φαρούκ Ατζάρ, ιδιοκτήτης της εταιρείας δημοσκοπήσεων Andy-Ar. Είναι και αυτή μια από τις όντως καλύτερες εταιρείες του τομέα της, που όμως δεν κατάφερε να πλησιάσει καν στην εκτίμηση του αποτελέσματος των πρόωρων εκλογών της 1ης Νοεμβρίου. Δεν ήταν φυσικά το μοναδικό παράδειγμα. Από τις περίπου 40 έρευνες γνώμης που δημοσιεύθηκαν την περίοδο μετά τις εκλογές της 7ης Ιουνίου μέχρι και τα τέλη Οκτωβρίου, μόνο μια δημοσκόπηση έδωσε στο Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) ποσοστό 47% και αυτοδυναμία στην Εθνοσυνέλευση. Ο ίδιος ο Νταβούτογλου ήταν ακόμα πιο χαρακτηριστικός.
«Και εγώ εκπλάγηκα από το 49%», ομολόγησε τη Δευτέρα μετά την εκλογική αναμέτρηση, μιλώντας σε δημοσιογράφους της «Μιλλιέτ». Συνεπώς, προκύπτει το ερώτημα, ποια ήταν η αλλαγή στην Τουρκία που οδήγησε σε ανατροπή των πολιτικών ισορροπιών και μάλιστα σε διάστημα μόνο πέντε μηνών; Τι ήταν εκείνο το ουσιαστικό που επηρέασε το εκλογικό σώμα και συνέβαλε στην πανηγυρική επιστροφή της αυτοδυναμίας του ΑΚΡ; Στο σημείο αυτό, η μονοδιάστατη ερμηνεία περί της καλλιέργειας του φόβου δεν φαίνεται από μόνη της να εξηγεί ικανοποιητικά το μέγεθος των μετακινήσεων.

Μια ολοκληρωμένη απόπειρα απάντησης στα πιο πάνω ερωτήματα, απαιτεί προηγουμένως την όσο το δυνατόν περιεκτικότερη «φωτογράφιση» της αλλαγής στην εκλογική και πολιτική γεωγραφία της Τουρκίας το τελευταίο πεντάμηνο. Το ΑΚΡ με ποσοστό 40,8% και 258 έδρες στις εκλογές της 7ης Ιουνίου, βρέθηκε στο 49,5% και 317 έδρες την 1η Νοεμβρίου. Το κυβερνών κόμμα κατάφερε να αυξήσει τα ποσοστά του σε όλες ανεξαιρέτως τις πόλεις της χώρας, ενώ εξέλεξε βουλευτές σε 78 περιοχές. Μόνο σε τρεις πόλεις δεν έχει έδρα. Στην Κωνσταντινούπολη των δέκα εκατομμυρίων ψηφοφόρων το κόμμα του Ερντογάν κατάφερε να κερδίσει 46 έδρες από τις 39 που είχε την 7η Ιουνίου. Στην πρωτεύουσα αύξησε τα ποσοστά του από 41% σε 49% και ανέβασε τις έδρες του από 14 σε 15. Σε προπύργια του πολιτικού Ισλάμ όπως το Ικόνιο, το ΑΚΡ αύξησε την εκλογική του δύναμη κατά 8% και κέρδισε 12 από τις 14 έδρες. Στη Σίβας η εκλογική του δύναμη αυξήθηκε κατά 10% κερδίζοντας τις 4 από τις 5 έδρες. Μέσα σε πέντε μήνες το ΑΚΡ κατάφερε να μετακινήσει υπέρ του συνολικά 59 έδρες, αφαιρώντας 37 από το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ), 18 από το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP) και 4 από το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP).

Στις νοτιοανατολικές-κουρδικές περιοχές της χώρας, παρόλο που παραμένει δεύτερο και πολύ πίσω από το HDP, εντούτοις το κυβερνών κόμμα κατάφερε να κερδίσει επιπλέον 14 έδρες. Οι πρόωρες εκλογές ήταν για το ΑΚΡ και μια αναμέτρηση στην οποία σημείωσε ρεκόρ ψήφων. Κέρδισε συνολικά 23,6 εκατομμύρια (από 18,8 που πήρε στις 7 Ιουνίου), ένας αριθμός που ξεπερνά τα 22,8 εκατομμύρια ψήφους που κέρδισαν μαζί τα υπόλοιπα τρία κοινοβουλευτικά κόμματα. Όντως, η προαναφερθείσα εικόνα παραπέμπει στις ισορροπίες των γενικών εκλογών του 2011. Όμως, το πιο σημαντικό είναι ότι μέσα σε πολύ «ιδιαίτερες» συνθήκες το κόμμα του Ερντογάν κατάφερε να διατηρηθεί ως η μοναδική διεύθυνση της κοινωνικής πλειοψηφίας, δηλαδή της παραδοσιακής τουρκικής δεξιάς.

Ποια ήταν λοιπόν η βάση της κοινωνικής μετακίνησης των τελευταίων μηνών που θεμελίωσε, τουλάχιστον στο παρόν στάδιο, την ηγεμονία του πολιτικού Ισλάμ; Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η Τουρκία αντιμετωπίζει μια σειρά από οικονομικά προβλήματα. Η στασιμότητα στην ανάπτυξη δεν προκάλεσε μόνο τη χειροτέρευση των οικονομικών δεικτών, αλλά πολύ περισσότερο έφερε στην επιφάνεια το βάθος των αντιθέσεων που ταλανίζουν την κοινωνία. Τη στιγμή που ο συνολικός πλούτος της χώρας για το 2015 έχει καταγραφεί στο ένα τρισεκατομμύριο δολάρια, τα 39 από τα 53 εκατομμύρια ενηλίκων έχουν εισόδημα κάτω των 10 χιλιάδων δολαρίων.

Ο καθαρός πλούτος άνω του ενός εκατομμυρίου δολαρίων καταγράφεται σε έναν «κλειστό κύκλο» 74 χιλιάδων ατόμων. Σε αυτά τα δεδομένα θα πρέπει να προστεθεί η γενικότερη αβεβαιότητα που προκαλείται από το ότι το 80% των νοικοκυριών στη χώρα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στην αποπληρωμή των τραπεζικών του χρεών, αλλά και στην καθημερινή του διαβίωση. Παράλληλα, η σταθερή υποτίμηση της τουρκικής λίρας τα τελευταία δύο χρόνια προκάλεσε αλυσιδωτές αρνητικές επιπτώσεις στην κατανάλωση από τα ήδη συρρικνωμένα μεσαία στρώματα. Καθόλου τυχαία, ο αντιπρόεδρος του ΑΚΡ, Νουμάν Κουρτουλμούς, σε μια στιγμή πολιτικής ειλικρίνειας μετά την αποτυχία της 7ης Ιουνίου υπογράμμισε: «Μπορεί να είμαστε πετυχημένοι στην οικονομία, όμως στο ζήτημα της διάχυσης του πλούτου στην κοινωνία μείναμε ανεξεταστέοι. Κοιτάξαμε περισσότερο με τα μάτια του κράτους και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, παραβλέποντας την ψυχολογική κατάσταση του φτωχού κόσμου».

Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον γενικευμένης κρίσης, η πρώτη ανησυχία του εκλογικού σώματος ήταν η αστάθεια και η προοπτική μιας μακροπρόθεσμης ακυβερνησίας. Επομένως και η προοπτική εμβάθυνσης των καθημερινών προβλημάτων διαβίωσης. Από την έναρξη των διαπραγματεύσεων για σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού τον προηγούμενο Ιούλιο έγινε σχεδόν ξεκάθαρο ότι η μοναδική σίγουρη κυβερνητική παρουσία ήταν αυτή του ΑΚΡ. Επιπλέον, η αποτυχία των κομμάτων της αντιπολίτευσης να συνεννοηθούν έστω και στην εκλογή Προέδρου της Εθνοσυνέλευσης, άρχισε σταδιακά να επιβεβαιώνει την ταύτιση της έννοιας της σταθερότητας με το ΑΚΡ. Η επανέναρξη των ένοπλων συγκρούσεων μεταξύ αστυνομίας, στρατού και ΡΚΚ σε συνδυασμό με τις τρομοκρατικές επιθέσεις του Ισλαμικού Κράτους, ήταν το επιστέγασμα της αντίληψης που στη συνέχεια επικράτησε: οι κυβερνήσεις συνασπισμού δεν είναι πηγή σταθερότητας.

Η αντίληψη αυτή ενδυναμώθηκε ιδιαίτερα σε συνθήκες όπου η πόλωση στην κοινωνία είχε αρχίσει να διακρίνεται από εθνοτικούς άξονες και από τη μεταφορά της βίας στις πόλεις όχι μόνο των κουρδικών αλλά και των δυτικών περιοχών της χώρας. Σύμφωνα με μια ποιοτική έρευνα λίγες μέρες πριν από το φονικό στην Άγκυρα στις 10 Οκτωβρίου, το 70% των ερωτηθέντων απαντούσε ότι ανέμενε πολύ σύντομα τη διεύρυνση της βίας και των τρομοκρατικών επιθέσεων σε ολόκληρη τη χώρα. Έτσι, σε σύντομο χρονικό διάστημα το υπόβαθρο της προεκλογικής εκστρατείας του ΑΚΡ ήταν πλήρως ταυτισμένο με την ανάγκη της ευρύτερης συντηρητικής μάζας για επαναφορά της χώρας στη σταθερότητα.

Η καταστολή του κουρδικού κινήματος

Βεβαίως, μια ξεχωριστή διάσταση της προεκλογικής εκστρατείας του κυβερνώντος κόμματος ήταν και η δημιουργία συνθηκών αφόρητης πίεσης προς το οργανωμένο κουρδικό κίνημα. Η εργαλειοποίηση των νόμων απαγόρευσης κυκλοφορίας που εφαρμόστηκαν σε διάφορες πόλεις της νοτιοανατολικής Τουρκίας, ήταν ουσιαστικά μια προσπάθεια οικοδόμησης καθεστώτος έκτακτης ανάγκης. Για πολλές εβδομάδες κουρδικές πόλεις βρίσκονταν υπό την πολιορκία των δυνάμεων καταστολής, σημειώνονταν διακοπές στην παροχή ηλεκτρισμού και νερού, ενώ το «ξήλωμα» των εκλεγμένων δημοτικών αρχών των Κούρδων μέσα από συλλήψεις εκατοντάδων στελεχών ήταν στην ημερήσια διάταξη. Με τη δικαιολογία της κήρυξης τοπικής αυτονομίας από το ΡΚΚ, οι εν λόγω πόλεις μετατράπηκαν σε πειράματα εφαρμογής πολιτικών που θύμιζαν τις πιο σκοτεινές σελίδες του παλιού βαθέος κράτους της δεκαετίας του 1990. Την ίδια στιγμή, το HDP εξαναγκάστηκε από τις ίδιες τις εξελίξεις ουσιαστικά στην αναστολή της δικής του προεκλογικής εκστρατείας. Για παράδειγμα, δεν πραγματοποίησε καμιά προεκλογική συγκέντρωση, ακύρωσε τη δημιουργία εκλογικών επιτελείων και προσανατολίστηκε περισσότερο στην ασφάλεια των στελεχών του από τους πυρήνες του Ισλαμικού Κράτους.

Ένας Πρόεδρος στον πυρήνα της τοπικής κοινωνίας

Το κυβερνών κόμμα και ο Ερντογάν, πέραν τούτου, προχώρησαν στην ενεργοποίηση και άλλων πτυχών στην πολιτική ατζέντα. Στο επίπεδο κομματικού μηχανισμού, το ΑΚΡ προχώρησε στην πραγματοποίηση συνεδρίου και στην αλλαγή της ηγετικής του πυραμίδας. Άλλαξε πάνω από 280 υποψήφιους στο ψηφοδέλτιο, επανέφερε τον ισχυρό ιδρυτικό του πυρήνα στην εκλογική αντιπαράθεση και μετακίνησε τα μεγάλα ονόματα ως διεκδικητές έδρας στα προπύργια του ισλαμικού κινήματος. Δεν επιδίωξε να αντλήσει ψήφους από τους λεγόμενους αδιάφορους, αλλά αντίθετα προσπάθησε να μεγιστοποιήσει την επιρροή του σε χώρους που ήταν ήδη δυνατό. Με αυτό τον τρόπο τη νύχτα των εκλογών φάνηκε ότι το ΑΚΡ μπόρεσε πιο εύκολα να επαναφέρει χαμένες έδρες, αφού αυτές (και όχι τα ποσοστά) ήταν τελικά καθοριστικές για τον σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης.

Η δραστηριότητα του ίδιου του Ερντογάν ήταν μια άλλη καθοριστική πτυχή της σταθεροποίησης της ηγεμονικής παρουσίας του πολιτικού Ισλάμ. Ο Πρόεδρος της χώρας ήταν άλλωστε ο βασικός αρχιτέκτονας του σχεδιασμού να οδηγηθεί η χώρα σε πρόωρες εκλογές, με την προοπτική το εκλογικό σώμα να ταυτίσει τη σταθερότητα με τη μονοκομματική κυβέρνηση του ΑΚΡ. Ο Ερντογάν κατάφερε να μεταφέρει την πολιτική κινητοποίηση στον πυρήνα της λεγόμενης τοπικής κοινωνίας στην περιφέρεια της Τουρκίας. Σχεδόν σε καθημερινό επίπεδο ήταν σε άμεση επαφή με τις χιλιάδες των κοινοταρχών, οι οποίοι εκπροσωπούν σε μεγάλο βαθμό τη βούληση της συντηρητικής μάζας της αχανούς επαρχίας.

Μέχρι και την 1η Νοεμβρίου πραγματοποίησε πάνω από 12 συναντήσεις μαζί τους κατά ομάδες. Παράλληλα, παρόμοιες συγκεντρώσεις πραγματοποίησε με αντιπρόσωπους διάφορων φυλών, θρησκευτικών ταγμάτων και αδελφοτήτων της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Τουρκίας, εκσυγχρονίζοντας ουσιαστικά τις παραδοσιακές μορφές εξάρτησης της συγκεκριμένης κοινωνικής μερίδας. Συνεπώς, ο ίδιος ο Πρόεδρος και ο μηχανισμός του κράτους, δραστηριοποιήθηκαν ταυτόχρονα σε διαφορετικές κατευθύνσεις μακριά από τα κλασικά πρότυπα της προπαγάνδας. Έφτασαν στην πιο ισχυρή φλέβα εξουσίας σε τοπικό επίπεδο και κατάφεραν να κινητοποιήσουν τον πυρήνα του συντηρητισμού. Η καθημερινή επίκληση του «μπαμπούλα» της κοσμικότητας, της καταπίεσης της θρησκευτικής έκφρασης και της επιβολής δυτικότροπων και συνεπώς «ξένων» πολιτισμικών προτύπων σε περίπτωση απώλειας της εξουσίας του ΑΚΡ, ήταν απλώς το ιδεολογικό επιστέγασμα της προαναφερθείσας προσπάθειας.

Προς μια συντηρητική παλινόρθωση;

Τη Δευτέρα 2 Νοεμβρίου, σε μια κίνηση εξαιρετικής συμβολικής σημασίας, ο Ερντογάν προσευχήθηκε στο τζαμί του Εγιούπ Σουλτάν. Αυτό ήταν το τζαμί όπου οι Οθωμανοί Σουλτάνοι περιβάλλονταν το ξίφος κατά την ενθρόνισή τους. Η συγκεκριμένη κίνηση του Προέδρου της χώρας σε παλαιότερες εποχές θα σήμαινε πιθανόν μια πραξικοπηματική επέμβαση του στρατού. Σήμερα, όμως, υποδεικνύει τον βαθμό της αποδοχής του αντικεμαλικού υπόβαθρου πάνω στο οποίο ο Ερντογάν και το ΑΚΡ θέλουν να οικοδομήσουν αυτό που οι ίδιοι ονόμασαν ως «νέα Τουρκία». Η συνεχής καλλιέργεια παραδόσεων στον δημόσιο χώρο με τη χρήση οθωμανικών συμβόλων, εκδηλώσεων, τελετουργιών και εθίμων, παραπέμπει σαφώς σε μια μετακεμαλική τάξη πραγμάτων, που όμως έχει ως βάση της το προκεμαλικό παρελθόν της ευρύτερης περιοχής. Με λίγα λόγια, η «νέα Τουρκία» αποτελεί ένα πολιτικό και κοινωνικό συμβόλαιο στο επίκεντρο του οποίου βρίσκεται η επιδίωξη δημιουργίας μιας συντηρητικής κοινωνίας, νεοφιλελεύθερων οικονομικών προσανατολισμών και υπερσυγκέντρωσης των εκτελεστικών εξουσιών. Επομένως, η ιστορική φάση που ανοίγει με το εκλογικό αποτέλεσμα θα συμπεριλάβει την έναρξη πιο έντονων προσπαθειών μετασχηματισμού του ίδιου του τουρκικού κράτους.

Ο μετασχηματισμός αυτός μοιραία θα πρέπει να περάσει μέσα από τη συζήτηση για υιοθέτηση νέου συντάγματος και προεδρικού συστήματος, μέσα από το κουρδικό πρόβλημα, αλλά και την οικονομία. Αυτά τελικά θα είναι και τα κυριότερα ζητήματα που φαίνεται να απασχολούν το εσωτερικό μέτωπο της χώρας. Όμως, είναι γεγονός ότι η επαναφορά της ηγεμονικής θέσης του ΑΚΡ στο πολιτικό σύστημα, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην και την άνευ όρων αποδοχή των στρατηγικών του επιλογών. Μάλλον το αντίθετο. Μέσα από την εμπειρία των τελευταίων τριών χρόνων τουλάχιστον, η κοινωνία στην Τουρκία παραμένει βαθιά πολωμένη και διχασμένη. Η κοινωνική μηχανική του ΑΚΡ αναπαράγει συνεχώς την περιθωριοποίηση όλων όσοι έχουν αμφιβολίες ενάντια στη νέα «εθνική ταυτότητα» της χώρας. Ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας φαίνεται να καθορίζει τη θέση του πρώτα και κύρια εναντίον ενός συγκεκριμένου «άλλου».

Αυτή η τάση δείχνει στοιχεία «μονιμοποίησης» εάν ληφθούν υπόψη και οι αρνητικές δυναμικές που εισάγονται στην Τουρκία λόγω των βαθύτερων ανακατατάξεων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, η προοπτική μιας ακόμα πιο μακράς ηγεμονικής παρουσίας του πολιτικού Ισλάμ θα εξαρτηθεί όχι μόνο από τη δυνατότητά του να μειώσει τις κοινωνικές εντάσεις, αλλά και από την ικανότητα της αντιπολίτευσης να παραγάγει μετά από 13 χρόνια τη δική της αντι-ηγεμονική πρόταση εξουσίας. Τουλάχιστον στο παρόν στάδιο, το δεύτερο είναι αυτό που παρουσιάζεται ως πιο δύσκολο.

Γράφει: Νίκος Μούδουρος, δρ Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών.

Απόλυτος κυρίαρχος στην Τουρκία ο Ερντογάν

Διαψεύδοντας όλες τις προβλέψεις και ακυρώνοντας όλες τις δημοσκοπήσεις που δημοσιεύονταν στον Τύπο της Τουρκίας όλους τους προηγούμενους μήνες, το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του Ταγίπ Ερντογάν κατάφερε στις εκλογές της περασμένης Κυριακής να αναδειχτεί ο αδιαμφισβήτητος νικητής των εκλογών και να εδραιώσει τη θέση και την –αυταρχική πλέον– πολιτική του για τα επόμενα τέσσερα χρόνια στην Τουρκία. Το κόμμα κατάφερε να συγκεντρώσει ποσοστό 49,5% και να εξασφαλίσει 317 έδρες που του επιτρέπουν να συγκροτήσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, ενώ χρειάζεται 330 έδρες για να πάρει σε δημοψήφισμα το θέμα των συνταγματικών αλλαγών για αλλαγή του πολιτειακού συστήματος της χώρας από Κοινοβουλευτική σε Προεδρική Δημοκρατία όπως επιθυμεί διακαώς ο Ερντογάν.

Ήδη το θέμα της τροποποίησης του Συντάγματος ήταν ένα από τα πρώτα ζητήματα στα οποία αναφέρθηκε ο πρόεδρος του ΑΚΡ και Πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου στις πρώτες του δηλώσεις μετά τη νίκη του κόμματός του. Ο Νταβούτογλου, στην πρώτη του ομιλία, δήλωσε επίσης πως η νίκη του ΑΚΡ είναι νίκη για όλη την Τουρκία, δείχνοντας τουλάχιστον τη διάθεση να αμβλύνει το μεγάλο χάσμα που δημιουργήθηκε στη χώρα κατά τους τελευταίους πέντε μήνες που μεσολάβησαν ανάμεσα στις εκλογές του Ιουνίου και τις επαναληπτικές εκλογές της περασμένης Κυριακής.

Το ΑΚΡ έπεισε ότι είναι ο μόνος φορέας σταθερότητας

Ο Μουράτ Γετκίν έγραψε, στην εφημερίδα «Ραντικάλ», ότι η νίκη του ΑΚΡ και ειδικότερα το ποσοστό που αγγίζει το 50% ήταν έκπληξη ακόμα και για το ΑΚΡ, το οποίο, σύμφωνα με τον αρθρογράφο, θεωρούσε πως θα μπορούσε να εξασφαλίσει ποσοστό κοντά στο 43-44% και να εξασφαλίσει δύσκολα τις 276 έδρες που απαιτούνταν για αυτοδυναμία. Σύμφωνα με τον Γετκίν, κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει το ποσοστό της μετακίνησης της μάζας των ψηφοφόρων προς το ΑΚΡ τόσο από το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Μπαχτσελί, που είδε τα ποσοστά του να καταποντίζονται κατά 6 περίπου μονάδες, όσο και από τους Κούρδους του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών, οι οποίοι γύρισαν την πλάτη στον ηγέτη του Κόμματος Σελαχατίν Ντεμιρτάς και ψήφισαν τους ισλαμιστές, κάνοντας το HDP σχεδόν να χάσει την ευκαιρία να περάσει το εκλογικό μέτρο του 10 και να εισέλθει στη Βουλή (εξασφάλισε μόλις 10,3% σε σύγκριση με 13,5 στις εκλογές του Ιουνίου).

Σύμφωνα με τη «Μιλλιέτ», οι λόγοι που οδήγησαν το ΑΚΡ στη μεγάλη νίκη ήταν οι ακόλουθοι:

1) Σταθερότητα: Το ΑΚΡ κατάφερε να περάσει το μήνυμα πως είναι ο μόνος φορέας που μπορεί να διασφαλίσει σταθερότητα στη χώρα. Τα γεγονότα που μεσολάβησαν από τον Ιούνιο, με τις δύο τρομοκρατικές επιθέσεις –τη μία στο Σουρούτς τον Ιούλιο και την άλλη στην Άγκυρα τον Οκτώβριο–, κατάφεραν να ενισχύσουν το Κόμμα και να συγκεντρώσουν τους ψηφοφόρους που αισθάνθηκαν έντονα την ανασφάλεια στον σβέρκο τους. Και αυτό παρά το γεγονός ότι το ΑΚΡ φαίνεται να είχε ευθύνη για τον χειρισμό των επιθέσεων.

2) Αδυναμία των αντιπάλων: Τα αντιπολιτευόμενα κόμματα δεν κατάφεραν στους μήνες που μεσολάβησαν να εξαργυρώσουν την αποτυχία του ΑΚΡ τον Ιούνιο. Η άρνησή τους να συνεργαστούν με τους ισλαμιστές για δημιουργία κυβέρνησης συνασπισμού λειτούργησε εναντίον τους – ειδικότερα ενάντια στον Μπαχτσελί, ο οποίος χρεώθηκε την αδυναμία συγκρότησης κυβέρνησης και οδήγησε τους εθνικιστές ψηφοφόρους που μετακινήθηκαν στο Κόμμα του από το ΑΚΡ τον Ιούνιο πίσω στους ισλαμιστές.

3) Αναδίπλωση δυνάμεων από ΑΚΡ: Το Κόμμα κατάφερε να εντοπίσει και να διορθώσει τα λάθη της προεκλογικής εκστρατείας του Ιουνίου. Ο Ερντογάν κρατήθηκε πίσω αφήνοντας τον Νταβούτογλου να ηγηθεί της προεκλογικής εκστρατείας, ο οποίος άφησε κατά μέρος το θέμα της αλλαγής του Συντάγματος και τις απαιτήσεις για Προεδρικό Σύστημα και επικεντρώθηκε στο δυνατό χαρτί του ΑΚΡ που είναι η οικονομία. Την ίδια στιγμή, το ΑΚΡ ενίσχυσε το προεκλογικό του ψηφοδέλτιο με παλιά δυνατά ονόματα, τα οποία δεν είχαν συμπεριληφθεί στη λίστα των υποψηφίων του Ιουνίου, όπως ο Αλί Μπαμπατζάν και ο Τανέρ Γιλτίζ και οι οποίοι έφεραν ψήφους πίσω στο Κόμμα. Ο μηχανισμός του Κόμματος κατάφερε επίσης να αυξήσει την προσέλευση ψηφοφόρων στην κάλπη, γεγονός που επίσης λειτούργησε υπέρ του ΑΚΡ. Το Κόμμα ενισχύθηκε σημαντικά επίσης από τους συντηρητικούς ψηφοφόρους του εξωτερικού που ψηφίζουν μαζικά ΑΚΡ.

4) Κουρδικό: Η αναζωπύρωση των συγκρούσεων και η κατάρρευση της ειρηνευτικής διαδικασίας, η οποία και είχε επικριθεί από τους κύκλους των εθνικιστών, δημιούργησαν τεράστια ανησυχία στην Τουρκία τους τελευταίους πέντε μήνες και δημιούργησαν πόλο συσπείρωσης γύρω από το ΑΚΡ, τόσο από τους εθνικιστές ψηφοφόρους όσο και από συντηρητικούς και μετριοπαθείς ψηφοφόρους κουρδικής καταγωγής. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι η τουρκική κυβέρνηση φαίνεται να δημιούργησε κλίμα έντασης ακριβώς για να υπάρχει η εντύπωση πως αποτελεί τον μόνο πόλο σταθερότητας.

5) Αναζωπύρωση της ευρωπαϊκής προοπτικής: Το ΑΚΡ κατάφερε να εκμεταλλευτεί την ανησυχία των ευρωπαϊκών χωρών για το θέμα της αναχαίτισης του προσφυγικού ρεύματος προς την Ευρώπη, με αντάλλαγμα τη διάνοιξη νέων κεφαλαίων. Η επίσκεψη Μέρκελ στην Άγκυρα, δύο εβδομάδες πριν τις εκλογές, ήταν τελικά καθοριστική για την ενίσχυση της ηγετικής φυσιογνωμίας του Ερντογάν αλλά και του ΑΚΡ, το οποίο εμφανίστηκε ως το Κόμμα που μπορεί να φέρει εις πέρας την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας.

6) Αυταρχικότητα και έλεγχος Μέσων Ενημέρωσης: Ο αυταρχισμός με τον οποίο διαχειρίστηκε ο Ερντογάν τους πολιτικούς του αντιπάλους, οι συλλήψεις, οι πολιτικές αγωγές αλλά και η πρωτοφανής χειραγώγηση των αντιπολιτευόμενων μέσων ενημέρωσης ωφέλησε το ΑΚΡ, το οποίο κατάφερε να φιμώσει τους πολιτικούς του αντιπάλους, με αποτέλεσμα να ακούγεται μόνο η δική του φωνή. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τη χρήση των δυνάμεων ασφαλείας –ειδικότερα στις νοτιοανατολικές περιοχές της χώρας– για καταστολή της έντασης, έβλαψε σημαντικά το φιλοκουρδικό Κόμμα των Λαών και του στοίχισε σε ποσοστά.

Τι σημαίνει η νίκη ΑΚΡ για το Κυπριακό

Η νίκη του ΑΚΡ σημαίνει και σταθερότητα στην εξωτερική πολιτική που ακολουθούσε μέχρι πρόσφατα και ασφαλώς στην πολιτική που ακολουθούσε στο Κυπριακό. Όπως δήλωσε στην εφημερίδα Ζαμάν ο πρώην διπλωμάτης Σινάν Ουλγκέν, το Κυπριακό αναμένεται να είναι ένα ζήτημα το οποίο η τουρκική κυβέρνηση θα επιδιώξει να επιλύσει χωρίς να ανησυχεί πως θα ενοχλήσει τους εθνικιστικούς κύκλους της Τουρκίας που αυτή τη στιγμή είναι απασχολημένοι με το Κουρδικό.

Το ΑΚΡ, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, επανέλαβε τη στήριξη σε λύση ομοσπονδίας στο πλαίσιο του Κοινού Ανακοινωθέντος και δηλώνει πως υποστηρίζει τις συνομιλίες για το Κυπριακό. Την ίδια στιγμή, καθώς η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας δείχνει να βρίσκεται ξανά στην επικαιρότητα και να αποτελεί σημαντικό στοιχείο ένεκα της συγκυρίας του προσφυγικού για την Άγκυρα, το Κυπριακό δεν αποκλείεται να συνδεθεί ξανά άμεσα με το ζήτημα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας και την πορεία της.

Σε κάθε περίπτωση η επικράτηση του ΑΚΡ και η δημιουργία αυτοδύναμης άρα σταθερής κυβέρνησης στην Τουρκία μόνο θετική μπορεί να χαρακτηριστεί για το Κυπριακό, ιδιαίτερα την περίοδο που διανύουμε. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η αυταρχική συμπεριφορά του Ερντογάν δημιουργεί ανησυχία για το πώς αυτό μπορεί να μεταφραστεί απέναντι στη στάση του Τουρκοκύπριου ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί που επιδιώκει, στο πλαίσιο που μπορεί να κινηθεί, αυτονόμηση της τουρκοκυπριακής κοινότητας από την Άγκυρα. Η στάση του ΑΚΡ ωστόσο δείχνει να μη μεταβάλλεται για την ώρα και κανένας δεν μπορεί να αρνηθεί πως μια αυτοδύναμη κυβέρνηση ΑΚΡ είναι πιο θετική από μια κυβέρνηση στην οποία θα συμμετείχαν οι Γκρίζοι Λύκοι.

Μεγάλες οι απώλειες για Κούρδους και Γκρίζους Λύκους

Όλα τα υπόλοιπα κόμματα, το άθροισμα των ποσοστών των οποίων είναι μικρότερο από το ποσοστό του ΑΚΡ, είναι οι μεγάλοι χαμένοι των εκλογών.

>>Το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) του Κεμάλ Κιλιτσάντορογλου, αν και διατήρησε τις δυνάμεις του, δείχνει εγκλωβισμένο στο ποσοστό του 25% και ανίκανο να προσελκύσει ψηφοφόρους από τον πυρήνα της εκλογικής του βάσης. Το Κόμμα δεν μπορεί να αρθρώσει πολιτικό λόγο απέναντι στο ΑΚΡ και να προτείνει λύσεις στα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα της χώρας, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στους ισλαμιστές. Υπαίτιος ο ηγέτης του Κόμματος, ο οποίος ωστόσο δεν δείχνει διατεθειμένος να αφήσει την καρέκλα της εξουσίας.

>>Το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) ήταν ο μεγάλος χαμένος των εκλογών αφού σημείωσε πτώση σχεδόν 6% στα ποσοστά του. Το Κόμμα και ο ηγέτης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί δεν κατόρθωσαν να συγκρατήσουν την ψήφο διαμαρτυρίας που είχαν δώσει στο MHP οι εθνικιστικοί κύκλοι τον Ιούνιο, αφενός, εξαιτίας της αρνητικής στάσης που κράτησε ο Μπαχτσελί απέναντι στην πιθανότητα συνεργασίας με το ΑΚΡ και, αφετέρου, εξαιτίας της άτεγκτης στάσης του Κόμματος απέναντι στο Κουρδικό. Όπως και το CHP, το Κόμμα του Μπαχτσελί απέτυχε να δώσει μια νέα πρόταση εφησυχάζοντας στα ποσοστά του Ιουνίου, τη στιγμή που το ΑΚΡ έκανε ανασύσταση δυνάμεων και αναθεωρούσε την προεκλογική του επίθεση.

>>Στο φιλοκουρδικό Κόμμα Δικαιοσύνης των Λαών (HDP) το αποτέλεσμα των εκλογών δείχνει πως τιμωρήθηκε για τη μη ξεκάθαρη θέση που τήρησε στο θέμα της αναζωπύρωσης του Κουρδικού, γεγονός που απομάκρυνε τους ψηφοφόρους του ΑΚΡ που το ψήφισαν τον Ιούνιο αλλά και τους αριστερούς και πιο διανοούμενος ψηφοφόρους που περίμεναν μια ξεκάθαρη καταδίκη των συγκρούσεων που δεν ήρθε ποτέ – ειδικότερα από τον συν-ηγέτη του Κόμματος Σελαχατίν Ντεμιρτάς, ο οποίος δεν κατάφερε, αυτή τη φορά, να πείσει πως το Κόμμα δεν έχει οργανικούς δεσμούς με το ΡΚΚ. Ωστόσο, οι 3 ποσοστιαίες μονάδες που έχασε το Κόμμα από τα ποσοστά του οφείλονται και στις συνθήκες που επικράτησαν, την καταπίεση και τον αυταρχισμό που επέδειξε το ΑΚΡ που εμπόδισαν το φιλοκουρδικό κόμμα να κινηθεί προεκλογικά όπως αρχικά επιδίωκε. Η πορεία του Κόμματος ωστόσο μελλοντικά θα εξαρτηθεί από τη στάση που θα τηρήσει απέναντι στην ειρηνευτική διαδικασία για την οποία έχει εξαγγείλει, μετά τις εκλογές, πως θα υποστηρίξει.

Γράφει: Κωνσταντίνα Σωτηρίου

Πύρρειος νίκη ή ολοκληρωτική κυριαρχία;

Η εντυπωσιακή αλλά όχι αναπάντεχη επανεκλογή του ΑΚΡ στην εξουσία (υπήρχαν σφυγμομετρήσεις που του έδιναν 44%-47% μια εβδομάδα πριν τις εκλογές), είναι προσωπικός θρίαμβος του κ. Ερντογάν και αποτελεί άμεση απόρροια της τρομοκρατικής εκστρατείας που εξαπέλυσε ο Τούρκος Πρόεδρος εναντίον του ΡΚΚ τον περασμένο Ιούλιο. Ο κ. Ερντογάν βομβάρδιζε καθημερινώς τους Τούρκους ψηφοφόρους με σταθερές δόσεις υπερεθνικισμού, οικοδομώντας ένα κλίμα αυξανόμενων απειλών που θα επετείνετο από το ενδεχόμενο παράτασης της «ακυβερνησίας» των τελευταίων πέντε μηνών.

Παρά τη φαινομενική υποστήριξη που προσέφερε από τον περασμένο Ιούλιο στις ΗΠΑ αναφορικά με τη στόχευση του ISIS επιτρέποντας τη χρήση της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ, ο Ερντογάν διάλεξε τους Κούρδους και το ΡΚΚ ως τον καταλληλότερο εσωτερικό του αντίπαλο επιχειρώντας να αποσιωπήσει τις προσωπικές του ευθύνες και την εμπλοκή της ΜΙΤ στη γιγάντωση του τζιχαντιστικού εξτρεμισμού, που ως κλασσικός «φρανκενστάιν» γύρισε και δάγκωσε την Τουρκία οργανώνοντας την πολύνεκρη επίθεση της 11ης Οκτωβρίου στην Άγκυρα.

Η επικοινωνιακή διαχείριση του τρομοκρατικού χτυπήματος από τον ίδιο τον Ερντογάν είναι ενδεικτική του προεκλογικού του στόχου καθώς έτρεξε να αποδώσει τη βομβιστική ενέργεια στο ΡΚΚ λέγοντας ότι λίγο πολύ επεχείρησε προβοκάτσια εναντίον του φιλοκουρδικού HDP, για να παραδεχθεί λίγο αργότερα ότι οι πραγματικοί υπαίτιοι ήταν πυρήνες του ISIS. Μόνο τότε άρχισε τις ουσιαστικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον του δικτύου υποστήριξης του ISIS, που ο ίδιος είχε εκθρέψει τα προηγούμενα χρόνια. Παράλληλα δε με αυτή την εκκαθαριστική επιχείρηση συνέχιζε να βομβαρδίζει και τους Κούρδους!

Αυτό το συντηρούμενο κλίμα τρομοκρατίας κατά των Κούρδων και η ταυτόχρονη καλλιέργεια ενός ψυχολογικού πολέμου στο εσωτερικό, επεδίωκε και επέτυχε να επιφέρει ένα τετραπλό αποτέλεσμα σε επίπεδο εκλογικού σώματος: (α) να συσπειρώσει τη βάση του ΑΚΡ που άρχισε να φυλλορροεί στις προηγούμενες εκλογές μετά από 13 συνεχή έτη στην εξουσία, (β) να εξαφανίσει από την προεκλογική ατζέντα το θέμα της φθίνουσας τουρκικής οικονομίας που αποτελούσε έναν από τους δύο ισχυρότερους πυλώνες της πολιτικής ηγεμονίας του ΑΚΡ, (γ) να επαναπατρίσει πολλούς από τους συντηρητικούς ισλαμιστές Κούρδους του HDP και (δ) πάνω απ’ όλα να φέρει πίσω τους υπερεθνικιστές/παντουρκιστές του ΜΗΡ.

Από τις 8,6% μονάδες που κέρδισε το ΑΚΡ οι 7,7% προήλθαν από τη μετατόπιση των ψηφοφόρων αυτών των δύο κομμάτων με σημαντικότερη αυτή του ΜΗΡ, το οποίο και έχασε προς τον Ερντογάν το 27% των ψηφοφόρων που το επέλεξαν τον περασμένο Ιούνιο. Από τις 61 έδρες που έχασαν αθροιστικά τα δύο αυτά κόμματα, οι 59 κατέληξαν υπέρ του ΑΚΡ. Ωστόσο, η νίκη του κ. Ερντογάν μπορεί να αποδειχθεί πύρρεια. Μπορεί να διασφάλισε εκ νέου την πολιτική του ηγεμονία περιθωριοποιώντας εντελώς τους μετριοπαθείς εντός του κόμματός του που συσπειρώθηκαν γύρω από τον τέως πρόεδρο Αμπντουλάχ Γκιούλ, αλλά ταυτόχρονα επέτυχε να πολώσει δομικά την τουρκική κοινωνία αποδομώντας το ψευτοδημοκρατικό του προφίλ στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη.

Πολλά φιλελεύθερα και δημοκρατικά κινήματα στο εσωτερικό της Τουρκίας ήδη αποκαλούν τον κ. Ερντογάν ως τον δεύτερο, μετά τον Μόρσι, Πρόεδρο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στη Μέση Ανατολή, την ιδεολογικο-πολιτική προστασία της οποίας έχει αναλάβει ως γεωπολιτική εργολαβία ο κ. Ερντογάν με αποτέλεσμα να έρθει σε ευθεία σύγκρουση τόσο με την Αίγυπτο όσο και με το Ισραήλ. Οι εκλογικοί παρατηρητές του Συμβουλίου της Ευρώπης ήδη κατήγγειλαν την τουρκική κυβέρνηση για σωρεία παρατυπιών κατά την προεκλογική περίοδο σε ό,τι αφορά τη φίμωση της ελευθεροτυπίας και την ανισομερή πρόσβαση όλων των πολιτικών δυνάμεων στα ΜΜΕ.
Η Τουρκική Δημοκρατία υπό τον κ. Ερντογάν ήδη θυμίζει σε πολλά της σημεία το προσωποκεντρικό σύστημα εξουσίας που έχει οικοδομήσει στη Ρωσία ο κ. Πούτιν και αυτό διαφαίνεται τόσο από την ετερόφωτη σχέση πλανήτη-δορυφόρου που έχει ο κ. Ερντογάν με τον κ. Νταβούτογλου, όσο και από τη στρατηγική επιδίωξη του Ερντογάν να αλλάξει το Σύνταγμα της Τουρκίας σε Προεδρική Δημοκρατία για να γιγαντώσει τις δικές του εξουσίες.

Ο Τούρκος Πρόεδρος επιδιώκει να ενσωματώσει όλες τις εκτελεστικές αρμοδιότητες του Πρωθυπουργού και να παραμείνει στην κορυφή της πυραμίδος έως το 2028 (!!!) όταν και δεν θα μπορεί από συνταγματική άποψη να εκλεγεί στο ύπατο αξίωμα για τρίτη συνεχή φορά.

Το αποτέλεσμα των εκλογών δεν του δίνει αυτή τη δυνατότητα μέχρι αυτή τη στιγμή, αλλά η πολιτική ηγεμονία του ΑΚΡ και η δική του προεδρική θητεία που λήγει το 2021 τού παρέχει στρατηγικό βάθος για να επιχειρήσει την τελική συνταγματική αλλαγή που θα τον εδραιώσει στο απόγειο της εκτελεστικής εξουσίας για την επόμενη περίπου 15ετία: την αλλαγή των εξουσιών του Προέδρου μέσω της τροποποίησης του Συντάγματος στη Βουλή και τη μετέπειτα επικύρωση της τροποποίησης μέσω δημοψηφίσματος.

Επειδή θεωρεί δεδομένο ότι θα κερδίσει το δημοψήφισμα, ο Ερντογάν επικεντρώνεται στο να διασφαλίσει την «υπερ-πλειοψηφία» των 331 βουλευτών. Του λείπουν μόλις 14. Από που θα καλύψει τα κενά του; Η βασική δεξαμενή βουλευτών είναι το ΜΗΡ και για αυτόν ακριβώς τον λόγο η μετεκλογική εξάρτηση του κ. Ερντογάν από το κόμμα των Γκρίζων Λύκων μπορεί να μειώθηκε αλλά δεν εξαλείφθηκε, όπως ορισμένοι μπορεί να νομίζουν. Εάν ο παντουρκιστής Μπαχτσελί εξακολουθήσει να αντιστέκεται στο φλερτ του ΑΚΡ, ο Ερντογάν θα επιχειρήσει να διασπάσει το ΜΗΡ «εξαγοράζοντας» τις υπολοιπόμενες 14 ψήφους, είτε ενσωματώνοντας τους βουλευτές του ΜΗΡ στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΑΚΡ είτε διατηρώντας τους ως «ανεξάρτητες» εφεδρείες.

Ενδεικτικά, απλώς αναφέρουμε ότι στις 5 Σεπτεμβρίου 2015 ο γιος του ιδρυτή του ΜΗΡ, Τουργκούτ Τουρκές, ο πατέρας του οποίου συμμετείχε στην κυβέρνηση συνασπισμού με τον Ετσεβίτ και τον Ερμπακάν που πραγματοποίησαν την εισβολή του 1974, αποπέμφθηκε από το κόμμα επειδή αποφάσισε να συμμετάσχει στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του Νταβούτογλου.

Μια ακόμη ευκαιρία για Ελλάδα και Κύπρο

Σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής η ιδεολογικοποίηση της διπλωματίας του Ερντογάν αναμένεται να εντατικοποιηθεί ιδίως στο επίπεδο της Μέσης Ανατολής, με αποτέλεσμα να εμβαθυνθεί το υφιστάμενο χάσμα με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, την ώρα που κλιμακώνεται ο γεωστρατηγικός ανταγωνισμός στην ευρύτερη περιοχή μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας.

Αυτή η εξέλιξη μπορεί να φέρει την Άγκυρα πιο κοντά στο Ριάντ, αλλά υπάρχουν ευδιάκριτα περιοριστικά όρια σε αυτή τη συνεργασία, όπως έχει ήδη διαφανεί από την απροθυμία της Τουρκίας να συνδράμει τη Σαουδική Αραβία στην Υεμένη και τη στρατηγική υποστήριξη που παρέχει στον Αλ-Σίσσι το Ριάντ.

Ανάλογη της εμπλοκής της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή θα είναι και η οπισθοδρόμηση της ενταξιακής της πορείας με την Ε.Ε. Μπορεί ο τακτικισμός του Ερντογάν να χρησιμοποιήσει εκβιαστικά τις προσφυγικές ροές για να αποσπάσει ανταλλάγματα από την Ευρώπη και μπορεί επίσης να έλαβε τη σπασμωδική στήριξη της κ. Μέρκελ, αλλά η συντονισμένη αντίδραση διαφόρων ευρωπαϊκών κρατών προεξαρχούσης της Γαλλίας -ιδίως σε ό,τι αφορά την κατάργηση της βίζας στα τουρκικά διαβατήρια- θα (προσ)γειώσει τον κ. Ερντογάν.

Αυτό αποτελεί μια ακόμη ευκαιρία για την Ελλάδα και την Κύπρο να αποφενακίσει τον κ. Ερντογάν για αυτό που πραγματικά είναι: όχι ο διαλλακτικός ηγέτης που θα λύσει à la Ανάν το Κυπριακό ή θα άρει το casus belli στο Αιγαίο, αλλά ως ο ισλαμο-ολοκληρωτιστής με νεοθωμανικές φιλοδοξίες που υποθάλπει την αποσταθεροποίηση της Μέσης Ανατολής και της Ν.Α. Μεσογείου. Εάν επιτύχουμε αυτό, τότε η Ε.Ε. ίσως να διαδραματίσει τον ρόλο που υποχρεούται βάσει των ιδρυτικών της συνθηκών να διαδραματίσει, αποτρέποντας μια κακή λύση στο Κυπριακό που θα τινάξει στον αέρα τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και όλο το μεταψυχροπολεμικό αρχιτεκτόνημα ασφαλείας στη νότια πτέρυγα του ΝΑΤΟ.

Γράφει: Θεόδωρος Τσακίρη, επίκουρος καθηγητής Γεωπολιτικής & Οικονομικών των Υδρογονανθράκων στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.

«Ερντογάν ή Διχοτόμηση», το νέο σλόγκαν

Από το μέχρι τώρα κυρίαρχο σλόγκαν «Λύση ή Διχοτόμηση», έχουμε αισίως φθάσει στο «Ερντογάν ή Διχοτόμηση». Μπορεί το άλμα να φαίνεται μεγάλο, όμως δεν είναι καθόλου δύσκολο. Έτσι λειτουργεί διαχρονικά η προοδευτική σκέψη. Με την πρώτη ευκαιρία αρπάζει τα κέρατα και το κάνει το πήδημα. Πάντα μπροστάρηδες. Από το καλό στο καλύτερο. Μέχρι την Ουρανούπολη. Τίποτα το λιγότερο ή το παρακατιανό.
Ο κόσμος χρειάζεται ισχυρούς, πανίσχυρους ηγέτες. Για να τακτοποιούν τα πάντα. Για να μηδενίζουν το κόστος του μαξιμαλισμού, της αδιαλλαξίας και της μισαλλοδοξίας.

Όταν υπάρχει σπάνη ισχυρών ηγετών, συμβαίνουν αυτά και χειρότερα. Όλα γίνονται χάλια. Και αρχίζει η κατάρρευση. Μην πάτε μακριά. Δείτε πού πάει να καταντήσει η παραδεισένια Ευρωπαϊκή Ένωση. Επειδή ακριβώς της λείπουν οι μεγάλοι ηγέτες. Ή έστω και ένας τουλάχιστον μεγάλος, που να την εμπνέει και να την καθοδηγεί!

Ευτυχώς που για τη γειτονιά μας υπάρχει ο Μεγάλος (Buyuk) Ερντογάν. Παρ’ ολίγον να τον χάσουμε. Αλλά οι πραγματικά Μεγάλοι, οι αυθεντικοί Ηγέτες, δεν χάνονται. Είναι σαν τους καλαούζους. Φωτίζουν τα πάντα γύρω τους. Και βλέπονται από μακριά. Έστω και να χαθεί κάποιος κάπου στη διαδρομή, μέσα σε μια χαράδρα, για παράδειγμα, το φώς  θα το ξαναβρεί. Το φως δεν χάνεται.

Ο Μπουγιούκ Ερντογάν θα βάλει τάξη στη Μεγάλη Πατρίδα. Αλλά και στη Μικρή. Από την τελευταία θα ξορκίσει τον διάβολο της διχοτόμησης. Θα θεραπεύσει την Κύπρο ο Ερντογάν, μια για πάντα. Θα φέρει την «επανένωση» (την “reunification”), για να καταλαβαινόμαστε. Μετά την τάξη και στις δυο Πατρίδες, θα ακολουθήσει η δικαιοσύνη. Και η ολοκλήρωση θα προκύψει με τον  ερχομό της ευδαιμονίας. Κανένας δεν θα μείνει απότιστος. Όλοι θα πίνουν (όχι αλκοόλ - μικροκανόνας θα είναι, όμως, μην ανησυχείτε), θα καλλιεργούν την γη τους και θα ευφραίνονται από τις μυρωδιές της.

Αν όχι ταυτόχρονα, αλλά ίσως -διότι τίποτα δεν είναι αδύνατο για ένα Μεγάλο Ηγέτη- θα ακολουθήσει και η γειτονιά, αρχίζοντας από τους πιο αδικημένους. Τους Παλαιστίνιους.  Θα γίνει αποκατάστασή τους. Όπως επίσης θα αποκατασταθεί και η χαμένη τιμή και δόξα του Ισλάμ που ατιμάζεται από τους Εβραίους εδώ και δεκαετίες. Μαζί με τον Κουτσιούκ Νταβούτογλου, ο Μπουγιούκ Ερντογάν θα προσευχηθεί στο τέμενος Αλ-Ακσά (Al-Aqsa) στην πόλη Αλ-Κουντς (Al Quds), χωρίς τον φόβο των Ιουδαίων. Οι τελευταίοι θα ψάχνουν ο καθένας μια ελιά για να κρυφτεί πίσω της, μήπως και σώσει το αμαρτωλό του τομάρι (Κοράνι). Μόνο που δεν θα υπάρχουν αρκετές για όλους στο Όρος των Ελαιών... Μετά από το προσκύνημα στο Αλ-Ακσά, τα υπόλοιπα (τάξη, δικαιοσύνη και ευδαιμονία) σε Συρία, Λιβύη και Αίγυπτο, θα προκύψουν μόνα τους και με τις ευλογίες του Αλλάχ. Αλλά κάτω από το άγρυπνο μάτι του Χαλίφη.

Παραμονές των εκλογών στην Τουρκία δημοσιεύθηκε και ένα ενδιαφέρον, από πολλές απόψεις, ρεπορτάζ από τη Λευκωσία στον αγγλικό «Γκάρτιαν». Το έγραψε η βετεράνος ανταποκρίτριά του σε Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρο, η Helena Smith («Cyprus reunification has come- but Erdogan holds the key», October 30, 2015). Κάποιος Fuastmann που διδάσκει σε κολέγιο της Λευκωσίας μας γνωστοποιεί πως «ήγγικεν» η πολυπόθητη ώρα  της «επανένωσης», δηλαδή της «reunification». Μόνο που αυτή εξαρτάται από τον Μπουγιούκ Ερντογάν. «Ένας ισχυρός και αυταρχικός Ερντογάν θα ωφελήσει την Κύπρο», αποφαίνεται ο Faustmann, κάτι που βρήκε προφανώς σύμφωνη και  την ανταποκρίτρια της βρετανικής εφημερίδας. Θα είναι, λέει ο κ. Fuastmann, «ειρωνική» μια τέτοια εξέλιξη. Και προφανώς δεν του αρέσει ως Ευρωπαίου φιλελεύθερου και δημοκράτη πολίτη, που στην Τουρκία θα περάσουν σε δεύτερη μοίρα οι αξίες και αρχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Όμως προφανώς θα είναι «καλό» για την Κύπρο. «Ή Ερντογάν ή μη λύση», αλλιώς διχοτόμηση, δηλαδή. Oι απόψεις του Fuastmann κυριάρχησαν σε μερίδα του κυπριακού Τύπου, την επομένη των εκλογών. Ήταν νομίζω και ο μύχιος πόθος πολλών Κύπριων πολιτευτών της αμερικανικής Δεξιάς και της αμερικανικής Αριστεράς, καθώς και των λογής-λογής πλατφορμιστών και θιασωτών, της αλά Ερντογάν «ειρήνης» στην Κύπρο, που εκκολάπτεται.

Και για την Τουρκία θα ήταν καλή μια τέτοια εξέλιξη, υπερθεματίζει και ο τοπικός διευθυντής της γνωστής Κυβερνητικής-μη-Κυβερνητικής Οργάνωσης (Governmental-non-Governmental Organisation, GONGO) της PRIO, που χρηματοδοτείται από σκανδιναβικές κυβερνήσεις και την κυβέρνηση των ΗΠΑ -αλλά που κατά τα άλλα μας παρουσιάζεται ως «αντικειμενική» και «ανεξάρτητη»- και η οποία «εντέλλεται» κάθε τόσο να ξεπετάει και μια περισπούδαστη μελέτη που καλλοπίζεται με στατιστικά και πολύχρωμα γραφήματα που παν’ καπνό για τους διανοούμενους ιθαγενείς. Εφόσον υπάρξει «reunification», υπερθεματίζει η σκανδιναβική αυτή GONGO, όλοι θα γίνουν πλούσιοι στην Κύπρο. Άλλοι λίγο, άλλοι πολύ, λίγοι πρώτα, αργότερα και οι υπόλοιποι. Ο καθένας με τη σειρά του. Αλλά όλοι θα πλουτίσουν. Δεν θα μείνει κανένας πίσω. Και αυτό ακριβώς το στοιχείο ξεχωρίζει και η Helena Smith στην ανταπόκρισή της. Η διαφαινόμενη ευημερία, υπογραμμίζει, είναι το απαραίτητο στοιχείο («the needed glue») για τη «συγκόλληση» συμφερόντων που θα φέρουν τη λύση.

Επιλεγμένα,  τα περί πλουτισμού τους τα λεν και στις δυτικές καγκελαρίες στη Λευκωσία,  όπου δεν πάει όποιος και όποια. Πρέπει να έχεις ειδικού τύπου gravitas για να γίνεις συνδαιτυμόνας τους σε τέτοιου είδους προνομιακές συνάξεις. Τους το λέει και ο Έσπεν Μπαρθ Άιντα. Σε δε μερικούς των πιο υψηλών δωματίων, αυτούς που λύνουν και δένουν αλλά χωρίς ποτέ να έχουν πληρώσει τελωνείο, είτε πριν το 2013 είτε μετά (και με το καλό και μετά την «reunification»), ο Άιντα τους αποκαλύπτει, κλείνοντάς τους πονηρά το μάτι, πως θα  χαριστεί και το καταραμένο ELA, σε μια «reunited Cyprus». Είναι, τέλος, και οι «παγκοσμιοποιημένοι» μας βιομήχανοι και επιχειρηματικές που βλέπουν τη «δυναμική» αγορά της Τουρκίας και γυαλίζει το μάτι τους. Αυτοί, σαΐνια που είναι, όπως μας αποδεικνύουν καθημερινά στην τοπική αγορά που μονοπωλούν, θα σπάσουν τα κοντέρ στις μπίζνες. Έχει πάνω από 80 εκατ. καταναλωτές η Τουρκία. Δεν μιλάμε για στραγάλια.

Όμως γιατί όλοι αυτοί αναμένουν, αρκετοί με κομμένη την ανάσα, πως ο Ερντογάν, που ψήλωσε κάποιες ίντσες μετά τις εκλογές, θα λειτουργήσει διαφορετικά στην Κύπρο από τον τρόπο που συμπεριφέρεται εσωτερικά στους πολιτικούς του αντιπάλους; Και ειδικά σε αντίστοιχα με το κυπριακό ζητήματα, όπως είναι το κουρδικό, για παράδειγμα; Επειδή θριάμβευσε στις εκλογές χωρίς να έχει εξαρτήσεις πλέον από «εθνικιστικά βαρίδια», όπως μας ανέλυσε μια  κυπριακή εφημερίδα τη επομένη των εκλογών; Μα από ό,τι διαβάζουμε είναι από το κόμμα των Γκρίζων Λύκων του εθνικιστή, και όχι μόνο, Μπαχσελί, που άντλησε το μεγαλύτερο μέρος των κερδών του; Έχουν πάψει δηλαδή ψηφοφόροι αυτοί να είναι ακροδεξιοί και φασίστες; Και εντέλει ποιος είναι ο Ερντογάν και τι πρεσβεύει;

Τι είδους ηγέτης είναι κάποιος και ποια  είναι τα πιστεύω του, όταν λίγες μέρες μετά την πτώση του ρωσικού επιβατικού στο Σινά με 224 νεκρούς, δηλώνει: «Πώς μπορώ να καταδικάσω το Ισλαμικό Κράτος που κατέρριψε το ρωσικό αεροπλάνο όταν οι επιβάτες του επέστρεφαν από ευχάριστες διακοπές σε μια περίοδο που οι ομόθρησκοί μας στη Συρία βομβαρδίζονται από τα  αεροπλάνα του Πούτιν; (Η κατάρριψη) είναι το φυσικό επακόλουθο της υποστήριξης της Μόσχας προς τον Άσαντ».

Προσδοκά σε ανταλλάγματα

Ίσως η εξήγηση που δίνει στον «Γκάρτιαν» ο ειδήμονας πριορήτης της GONGO να μας ερμηνεύει καλύτερα πώς ένας «ισχυρός και αυταρχικός Ερντογάν» θα φέρει την πολυπόθητη «reunification» στην Κύπρο. Μια λύση, δηλώνει, θα ανοίξει τον δρόμο για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ενισχύσει τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση και θα εκτονώσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Και θα του προσφέρει και κέρδος εσωτερικά. Αυτού, το ρολόι πρέπει να  έχει σταματήσει εδώ και κάποια χρόνια. Όμως δεν το έχει αντιληφθεί διότι προφανώς το συμβουλεύετε δύο συγκεκριμένες φορές τη μέρα, όταν αυτό δείχνει τη σωστή ώρα. Δεν παρακολουθεί τις αμετροεπείς και απαξιωτικές δηλώσεις αλλά και συμπεριφορές του Ερντογάν τα τελευταία χρόνια; Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για τη Δύση, για τις ΗΠΑ, για τη Γερμανία; Αγνοεί τι λέει για την Ελλάδα των μνημονίων;

Ο Τούρκος Πρόεδρος είναι τζιχαντιστής

Ως προς τα εσωτερικά οφέλη για τον Ερντογάν από μια λύση, η πραγματικότητα  είναι ότι ο ισλαμιστής ηγέτης δεν δίνει δεκάρα για οτιδήποτε, παρά μόνο εάν με τις πράξεις του (και της Κυβέρνησής του, εννοείται) προωθείται η da’wah. Τι είναι η da’wah; Είναι το ιεραποστολικό έργο για την αποδοχή από όλους του tawhid, της μοναδικότητας του Θεού. «Εχουμε μόνο μια έγνοια» δήλωσε στην Τζακάρτα της Ινδονησίας στις 31 Ιουλίου 2015, «το Ισλάμ και μόνο το Ισλάμ. Είναι αδύνατο για μας να αποδεχτούμε την επισκίαση του Ισλάμ». Ο Ερντογάν  είναι τζιχαντιστής. Όπως είναι και ο σφογγοκαλάριός του ο Αχμέτ -ο μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες- Νταβούτογλου (σχετικό είναι και παλαιότερο μου κείμενο «Η ‘επιστημολογία’ του Νταβούτογλου», Ο Φιλελεύθερος 1η Σεπτεμβρίου, 2014). Το μόνο ακροατήριο για το οποίο ο Ερντογάν ενδιαφέρεται είναι το εσωτερικό του, το ισλαμιστικό -τα 50% που τον ψηφίζουν και που θα τον χειροκροτήσουν και θα τον θαυμάσουν ως τον ευλογημένο από το Αλλάχ Μπουγιούκ Usta (Μεγάλο Μάστρο), όταν ολοκληρώσει το θεάρεστό του έργο στην Κύπρο. Για τους υπόλοιπους, μέσα στην Τουρκία και έξω, ο Ερντογάν δεν δίνει, επαναλαμβάνω, δεκάρα.

Το γεγονός αυτό, δηλαδή η τζιχαντιστική αντίληψη και ιδεοληψία του Ερντογάν, έχει σοβαρότατες συνέπειες για το μέλλον του ελληνισμού της Κύπρου. Αλλά συζήτηση γύρω από ένα τέτοιο ζήτημα δεν γίνεται διότι ξεφεύγει από τα όρια του «πολιτικά αποδεκτού και επιτρεπτού» στην Κύπρο των πλατφορμιστών, των μεταμοντέρνων ιδεολογιών και αντιλήψεων, και σε ένα τόπο όπου τα συνθήματα υποκαθιστούν τον προβληματισμό και την κριτική σκέψη. «Ερντογάν ή διχοτόμηση», λοιπόν. Και ο καθένας να πάρει σειρά στο Λήδρα Πάλας. Όλοι θα πλουσιέψουν. Κάποιοι πρώτα και μετά όλοι οι υπόλοιποι. Guarantee.

Γράφει: Μάριος Ευρυβιάδης