Του Χριστόδουλου Κ. Γιαλλουρίδη
Αυτοί που σήμερα τιμούν τον Αριστοτέλη και την Ελλάδα ως
συνεισφορά πολιτισμού στην ανθρωπότητα, όπως εύστοχα σημειώνει ο
καθηγητής Φιλοσοφίας Ηλίας Νικολούδης, είναι οι «βάρβαροι» της εποχής
του, που δεν συμμετείχαν στην ελληνικότητα, συμβάλλοντας έτσι από την
Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό μέχρι και σήμερα όσο κανείς άλλος στην
«αποβαρβαροποίηση» του κόσμου
Η δημοκρατία είναι το πολίτευμα που διακηρυχτικά και σε πολλές περιπτώσεις έμπρακτα κυριαρχεί σε ολόκληρο τον κόσμο με εξαίρεση τη Βόρειο Κορέα και ίσως ορισμένες άλλες περιπτώσεις, όπου η αυταρχική διακυβέρνηση είναι απροκάλυπτα κατά τον α’ ή β’ τρόπο δικτατορική, ενώ στις σύγχρονες δημοκρατίες της Δύσης, όπου η δημοκρατική αρχή δεν είναι μόνο διακηρυκτική ως επικεφαλίδα του πολιτικού συστήματος, αλλά και ουσιαστική, εφαρμόζεται και υλοποιείται στο πλαίσιο του κράτους δικαίου ως μαζική αντιπροσωπευτική δημοκρατία, όπου το βασικό της ποιοτικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων πολιτικών συστημάτων και κοσμοθεωρητικών προσεγγίσεων κυρίως του παρελθόντος, ήταν και παραμένει η αναγνώριση και πραγμάτωση της συλλογικής ελευθερίας ως πολιτιστικής και ως πολιτικής αρχής, και των πολιτικών δικαιωμάτων ως ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών.
Αυτή η κατοχύρωση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών, στο πλαίσιο της διάκρισης των εξουσιών σε ένα δημοκρατικό κράτος, την οποία ακολουθώντας τον Αριστοτέλη ανέπτυξε ο Μοντεσκιέ στον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, αποτελεί την πεμπτουσία της δημοκρατικής πραγμάτωσης και το βασικό κριτήριο της καταχώρισης των πολιτικών συστημάτων σε δημοκρατικά ή κατ’ επίφαση δημοκρατικά.
Η Ελλάδα προσέφερε στην Ευρώπη και στον κόσμο ως οικουμένη την ποιότητα του σύγχρονου πολιτεύματος ως οργανωμένης ζωής του συλλογικού υποκειμένου μέσα από τη δημοκρατία της Εκκλησίας του Δήμου και της καθιέρωσης της διαδικασίας συμμετοχής των πολιτών στα κοινά και στις αποφάσεις της πόλης, όπου η ποιότητα ακριβώς του τρόπου εμπεδώνει και την έννοια του πολιτισμού ως του τρόπου της πόλεως, δηλαδή της συμμετοχής των ατόμων και των πολιτών μετά γνώσεως και λόγου.
Από τη δημοκρατία της Εκκλησίας του Δήμου της Κλασικής Ελλάδας, η οποία επηρέασε τον Διαφωτισμό, την Αναγέννηση, τις Επαναστάσεις, ιδιαιτέρως τη Γαλλική και Αμερικανική Επανάσταση, οι Ευρωπαίοι μπόρεσαν μέσα από την ελληνικότητα να ξεπεράσουν τη βαρβαρότητα, να την υπερβούν και να κατακτήσουν τον πολιτισμό του ανθρωπισμού και την ποιότητας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Όχι μόνο ο Καντ, ο Ρουσώ, ο Χέγκελ, ο Χάιντεγκερ, ο Σίλλερ, αλλά και ο ίδιος ο Μαρξ απορρόφησαν τη γνώση και τον πολιτισμό της Κλασικής Ελλάδας, επηρεάζοντας μέσα από την ελληνικότητα την εξέλιξη της Ευρώπης, από αποικιοκρατικό σύστημα καταπίεσης, σε σύγχρονες δημοκρατίες ανθρωπισμού και προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών ατόμων και συνόλων.
Ο Σίλλερ μας θυμίζει τι πρόσφερε η Ελλάδα στο σύνολο πέρα από την πολιτική και τη φιλοσοφία, στη φυσική, στα μαθηματικά, στην αρχιτεκτονική, στη ζωγραφική και στη μουσική, σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δράσης, στην παιδεία και στην εκπαίδευση, παντού, ομολογώντας στο ποίημά του Καταραμένε Έλληνα: Όπου να γυρίσω τη σκέψη μου, όπου και να στρέψω την ψυχή μου, εσένα βλέπω, εσένα βρίσκω...
Λαχταρώ Τέχνη, Ποίηση, Θέατρο, Αρχιτεκτονική, εσύ είσαι μπροστά, πρώτος, αξεπέραστος! Αναζητώ Επιστήμη, Μαθηματικά, Φιλοσοφία, Ιατρική, εσύ είσαι οδηγός και ανυπέρβλητος! Διψώ για Δημοκρατία, Εντιμότητα και Ισότητα, εσύ είσαι μπροστά μου αμίμητος και ασυναγώνιστος! Καταραμένε Έλληνα, καταραμένη γνώση. Γιατί να σε αγγίξω; Για να αισθανθώ πόσο μικρός είμαι, άσημος, ασήμαντος; Γιατί δεν με αφήνεις στην δυστυχία μου και στην ανεμελιά μου;
Αυτοί που σήμερα τιμούν τον Αριστοτέλη και την Ελλάδα ως συνεισφορά πολιτισμού στην ανθρωπότητα, όπως εύστοχα σημειώνει ο καθηγητής Φιλοσοφίας Ηλίας Νικολούδης, είναι οι «βάρβαροι» της εποχής του, που δεν συμμετείχαν στην ελληνικότητα, συμβάλλοντας έτσι από την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό μέχρι και σήμερα όσο κανείς άλλος στην «αποβαρβαροποίηση» του κόσμου.
Και όμως σήμερα, την εποχή των μεγάλων διεθνών ανακατατάξεων, η Ευρώπη και η Δύση εγκληματούν κατά της ανθρωπότητας, παραβιάζοντας και όχι εφαρμόζοντας τον Ελληνισμό, όπου η καταστροφική επιβολή εναντίον άλλων λαών, τους οποίους κατά τρόπο βάρβαρο εξανδραποδίζουν, όπως συμβαίνει σήμερα με τη Συρία και το Ιράκ, όπως συνέβη με το Αφγανιστάν και τη Γιουγκοσλαβία, όπου οι δημοκρατίες επεμβαίνουν στρατιωτικά για να επιβάλουν δήθεν τη δημοκρατία και τις ελευθερίες σε λαούς που δεν τους το ζήτησαν, τους διαλύουν και τους μετατρέπουν σε περιπλανώμενους, εξαθλιωμένους πληθυσμούς.
Αυτά τα εγκλήματα στην πραγματικότητα διαπράττονται για να ικανοποιήσουν στενόκαρδα και κοντόφθαλμα κρατικά τους συμφέροντα, και όχι για τη δημοκρατία και την ελευθερία των λαών. Αυτές οι δυτικές βαρβαρότητες δεν εφαρμόζουν την ελληνικότητα του ανθρωπισμού, αλλά παραβιάζουν αυτό που συνεισέφερε η Ελλάδα στην ευρωπαϊκή και δυτική κουλτούρα.
Έχει όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εξετάσουμε οι ΗΠΑ και ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, που ενδιαφέρονται για την Κύπρο και το μέλλον της, τι είδους δημοκρατία θέλουν να εφαρμόσουν σε μια Κύπρο, που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της Ευρώπης και τμήμα του ελληνικού πολιτισμού; Αυτό που συμβαίνει στην Κύπρο εδώ και δεκαετίες είναι ανήκουστο. Αφενός μεν η αποικιοκρατική δύναμη της Μεγάλης Βρετανίας τότε, από το 1878 μέχρι το 1960, καταπίεσε τον κυπριακό Ελληνισμό, υποδουλώνοντάς τον στα αποικιοκρατικά της σχέδια, ενώ στη δεκαετία του 1950 διέπραξε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, οδηγώντας νέους Έλληνες της Κύπρου στην αγχόνη, όχι γιατί εγκλημάτησαν, αλλά γιατί αγωνίστηκαν ως όφειλαν και εδικαιούντο, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να αγωνιστούν ακόμη και ενόπλως για την ελευθερία της πατρίδας τους.
Οι Έλληνες της Κύπρου εδιώκοντο για τα πολιτικά τους πιστεύω, δηλαδή γιατί διεκδικούσαν την ελευθερία, τη δημοκρατία και την αυτοδιάθεση για τη χώρα τους, και γι' αυτόν τον αγώνα τους ετιμωρήθηκαν φυλακιζόμενοι, διωκόμενοι και οδηγούμενοι στο ικρίωμα της αγχόνης. Ο Καζαντζάκης μας θυμίζει τη μεγαλειώδη αυτή στιγμή της Κύπρου, που σφράγισε την ιστορική της πορεία ανεξίτηλα, όταν έγραψε εν έτει 1954 πως «Η Κύπρος δεν είναι πια μια λεπτομέρεια, ένα νησί στην άκρα της Μεσόγειος Θάλασσας. Για μια στιγμή γίνεται το μοιρόγραφτο κέντρο, όπου παίζεται η ηθική αξία του σημερινού ανθρώπου».
Η Κυπριακή Δημοκρατία ιδρύθηκε, η Κύπρος δημοκρατία δεν είδε. Δεν θα μιλήσουμε για τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας, που ήταν η περίοδος της μετααποικιακής προσαρμογής σε μια περίεργη, ομιχλώδη παράσταση των ανθρώπων, Ελλήνων Κυπρίων που αγωνίστηκαν, αλλά δεν πέτυχαν την ελευθερία για την πατρίδα τους. Οδηγήθηκαν σε ένα κράτος περιορισμένης κυριαρχίας και μια δημοκρατία που λειτουργούσε άνισα και διχαστικά, χωρίς να υπάρχει ο κυρίαρχος λαός, που στο σύνολό του να αποφασίζει στη δημοκρατική διαδικασία της «Εκκλησίας του Δήμου», δηλαδή τον τρόπο της πόλεως, για τα θέματα που τον αφορούν, όπου να λειτουργεί η αρχή της πολιτικής πλειοψηφίας, δηλαδή των πολιτικών δικαιωμάτων των ανθρώπων που ανήκουν στον λαό και που είναι ως πολίτες φορείς δικαιωμάτων και υποχρεώσεων στο πλαίσιο της άσκησης της ελευθερίας του συλλογικού υποκειμένου.
Η μετάβαση από τον Αγώνα στην Ανεξαρτησία δεν ολοκληρώθηκε, γιατί ήρθε η εισβολή, που πρόδωσε τα όνειρα των Ελλήνων της Κύπρου για ελληνική δικαίωση και σήμερα, σαράντα και πλέον χρόνια μετά, ο κυπριακός Ελληνισμός βιώνει συνθήκες όχι τόσο της κατάκτησης, προϊόν της εισβολής και κατοχής της βόρειας Κύπρου, αλλά της αλλοτρίωσης των ελευθέρων Ελλήνων πολιτών με την κλασική έννοια του όρου κα της μετατροπής τους σε υπηκόους, δηλαδή κατά το Αριστοτελικόν «βαρβάρους». Η αριστοτελική προσέγγιση υποδηλώνει ότι βάρβαροι είναι αυτοί που υποτάσσονται, που είναι έτοιμοι να δεχθούν την κατάργηση της δημοκρατίας, όχι μόνο ως πολιτεύματος, αλλά και ως πολιτικής αρχής της συμμετοχής ελευθέρων πολιτών στα κοινά με ισονομία, ισηγορία και ισοπολιτεία, και τη μετατροπή τους σε υπηκόους, χάριν της επιβίωσης και των υλικών αγαθών του σήμερα.
Οι «βάρβαροι» υποτάσσονται και είναι έτοιμοι να θυσιάσουν την ιστορική πορεία, τον πολιτισμό, τις αξίες, τις πνευματικές παραδόσεις και το μέλλον του τόπου ως συνέχεια ενός πολιτισμού, μιας ταυτότητας, που συνέχει ένα κοινωνικό σύνολο, όχι ως συμπτωματική παρουσία, αλλά ως διαρκής και αδιάλειπτη πορεία ανά τους αιώνες σε τούτη τη γη. Η διαφοροποίηση του Αριστοτέλη μεταξύ Ελλήνων και βαρβάρων δεν αναφέρεται σε μια ρατσιστική διάκριση Ελλήνων και ξένων, αλλά κυρίως ελευθέρων, που συμμετέχουν στα κοινά και συναποφασίζουν για τον τόπο, το μέλλον και τον πολιτισμό, και ανθρώπων που υπάγονται σε ένα μονάρχη, ένα καθεστώς αυταρχικό, το οποίο δεν σέβεται τις ελευθερίες και τα δικαιώματα του συνόλου, γι' αυτό και τους θεωρεί υπηκόους, δηλαδή ανελεύθερους, βάρβαρους, φύσει δούλους.
Σε μια μορφή νέας δουλείας μετατρέπουν σταδιακά την Κύπρο όσοι επεξεργάζονται σχέδια, ντόπιοι και ξένοι, εφαρμογής ενός σύγχρονου ρατσισμού, μιας ανισότητας μεταξύ των εθελόδουλων υπηκόων του Νότου και των υπηκόων του Βορρά, που θα τελούν υπό την σκέπη, την επίβλεψη και την εποπτεία του σουλτανικού ηγεμόνα της Άγκυρας. Σε αυτό το ζήτημα δεν εγκληματούμε μόνο εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας, δεν εγκληματεί η Αθήνα που εκκωφαντικά κωφεύει, προδίδει την Κύπρο ως ελληνικότητα η Ευρώπη του σήμερα και η σύγχρονη Δύση
. Αυτό που επιχειρείται στην Κύπρο να εγκαθιδρυθεί είναι μια σύγχρονη μορφή φυλετικών διακρίσεων, που δεν έχει καμιά σχέση με τον ελληνικό πολιτισμό, ούτε με τον ευρωπαϊκό πολιτικό πολιτισμό. Το θέμα που τίθεται φυσικά δεν είναι μόνο η μικρή και ασήμαντη Κύπρος. Είναι ότι ενισχύεται η σουλτανική βαρβαρότητα, η οποία δεν θα σταματήσει στην Κύπρο ή τη Μέση Ανατολή. Θα επιχειρήσει να υπονομεύσει τις δομές της σύγχρονης Ευρώπης και του δυτικού πολιτισμού.
Προφητικά ο αείμνηστος έγκριτος δημοσιογράφος και αναλυτής Κωνσταντίνος Καλιγάς, κατά το 1990, σημειώνει πως «αν η Κύπρος επρόκειτο να χαθεί, το ρήγμα στην περίμετρο του Ελληνισμού θα ήταν καίριας αρνητικής σημασίας, θα μεγάλωνε περισσότερο τα πλεονεκτήματα εκείνων που επιβουλεύονται τον Ελληνισμό».
Συνεχίζοντας, τονίζει σε σχέση με την τουρκική πολιτική έναντι της Ευρώπης (τότε) πως «η εκμετάλλευση των ισλαμικών μειονοτήτων, που βρίσκονται στην περιφέρειά της και μάλιστα στην περιοχή της Ευρώπης, θα υποδαύλιζε αποσταθεροποιητικές τάσεις, εγείροντας μειονοτικά θέματα. Η Τουρκία θέλει να δημιουργήσει τριγύρω της μικρές Τουρκίες, τις οποίες θα χρησιμοποιεί σαν βραχίονες και ως προεκτάσεις του τουρκισμού, για να επαυξάνει την διεθνή της παρουσία και βάρος. Εκμεταλλεύεται την γεωπολιτική σημασία που έχει στο χώρο της Μέσης Ανατολής σαν ένα δήθεν ανάχωμα εναντίον του ριζοσπαστικού ισλαμισμού…».
Αυτό σημαίνει πως η Κύπρος είναι για την Τουρκία ένα ελάχιστο μικρό τμήμα των σχεδιασμών της για την ανάδειξή της σε μεγάλη περιφερειακή δύναμη, που θα απορροφήσει την Κύπρο και θα φινλαδοποιήσει την Ελλάδα. Κλείνοντας και παραπέμποντας στον μεγάλο Έλληνα και οικουμενικό συγγραφέα Νίκο Καζαντζάκη, είμαστε πεπεισμένοι πως «υπάρχει στον κόσμο τούτον ένας μυστικός νόμος -αν δεν υπήρχε, ο κόσμος θάταν από χιλιάδες χρόνια χαμένος- σκληρός κι απαραβίαστος: το κακό πάντα στο τέλος νικιέται. Θαρρείς κ’ είναι απαραίτητος αγώνας πολύς κ’ ιδρώτας πολύς και δάκρυο για να ξαγοράσει ο άνθρωπος το δίκιο του· κ’ η ελευθερία είναι το πιο ακριβοαγόραστο αγαθό· δε δίνεται δωρεάν μήτε από ανθρώπους μήτε από θεούς.
Πηγαίνει από χώρα σε χώρα, όπου τη φωνάξουν, από καρδιά σε καρδιά, ανύπνοτη, ανυπόταχτη, χωρίς συμβιβασμό». Η φλόγα της ελευθερίας, δηλαδή της ελληνικότητας, βρίσκεται στις ψυχές κάθε Έλληνα Κύπριου και περιμένει τη σπίθα για να ανάψει και να διεκδικήσει «την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, την δίψα της δικαιοσύνης. Θεμελιακές αρχές…αθάνατες· οι περισσότερες γεννήθηκαν στην Ελλάδα».
Υιοθετείται ο τίτλος από κείμενο του Νίκου Καζαντζάκη, που δημοσιεύθηκε ταυτόχρονα στις εφημερίδες «Νέα Εστία» και «Ελευθερία» των Αθηνών στις 16 Σεπτεμβρίου 1954.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου
- See more at: http://www.sigmalive.com/simerini/politics/261851/i-eleftheria-pigainei-anypotakti#sthash.d6IaCtj0.dpuf
Η δημοκρατία είναι το πολίτευμα που διακηρυχτικά και σε πολλές περιπτώσεις έμπρακτα κυριαρχεί σε ολόκληρο τον κόσμο με εξαίρεση τη Βόρειο Κορέα και ίσως ορισμένες άλλες περιπτώσεις, όπου η αυταρχική διακυβέρνηση είναι απροκάλυπτα κατά τον α’ ή β’ τρόπο δικτατορική, ενώ στις σύγχρονες δημοκρατίες της Δύσης, όπου η δημοκρατική αρχή δεν είναι μόνο διακηρυκτική ως επικεφαλίδα του πολιτικού συστήματος, αλλά και ουσιαστική, εφαρμόζεται και υλοποιείται στο πλαίσιο του κράτους δικαίου ως μαζική αντιπροσωπευτική δημοκρατία, όπου το βασικό της ποιοτικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων πολιτικών συστημάτων και κοσμοθεωρητικών προσεγγίσεων κυρίως του παρελθόντος, ήταν και παραμένει η αναγνώριση και πραγμάτωση της συλλογικής ελευθερίας ως πολιτιστικής και ως πολιτικής αρχής, και των πολιτικών δικαιωμάτων ως ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών.
Αυτή η κατοχύρωση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών, στο πλαίσιο της διάκρισης των εξουσιών σε ένα δημοκρατικό κράτος, την οποία ακολουθώντας τον Αριστοτέλη ανέπτυξε ο Μοντεσκιέ στον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, αποτελεί την πεμπτουσία της δημοκρατικής πραγμάτωσης και το βασικό κριτήριο της καταχώρισης των πολιτικών συστημάτων σε δημοκρατικά ή κατ’ επίφαση δημοκρατικά.
Η Ελλάδα προσέφερε στην Ευρώπη και στον κόσμο ως οικουμένη την ποιότητα του σύγχρονου πολιτεύματος ως οργανωμένης ζωής του συλλογικού υποκειμένου μέσα από τη δημοκρατία της Εκκλησίας του Δήμου και της καθιέρωσης της διαδικασίας συμμετοχής των πολιτών στα κοινά και στις αποφάσεις της πόλης, όπου η ποιότητα ακριβώς του τρόπου εμπεδώνει και την έννοια του πολιτισμού ως του τρόπου της πόλεως, δηλαδή της συμμετοχής των ατόμων και των πολιτών μετά γνώσεως και λόγου.
Από τη δημοκρατία της Εκκλησίας του Δήμου της Κλασικής Ελλάδας, η οποία επηρέασε τον Διαφωτισμό, την Αναγέννηση, τις Επαναστάσεις, ιδιαιτέρως τη Γαλλική και Αμερικανική Επανάσταση, οι Ευρωπαίοι μπόρεσαν μέσα από την ελληνικότητα να ξεπεράσουν τη βαρβαρότητα, να την υπερβούν και να κατακτήσουν τον πολιτισμό του ανθρωπισμού και την ποιότητας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Όχι μόνο ο Καντ, ο Ρουσώ, ο Χέγκελ, ο Χάιντεγκερ, ο Σίλλερ, αλλά και ο ίδιος ο Μαρξ απορρόφησαν τη γνώση και τον πολιτισμό της Κλασικής Ελλάδας, επηρεάζοντας μέσα από την ελληνικότητα την εξέλιξη της Ευρώπης, από αποικιοκρατικό σύστημα καταπίεσης, σε σύγχρονες δημοκρατίες ανθρωπισμού και προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών ατόμων και συνόλων.
Ο Σίλλερ μας θυμίζει τι πρόσφερε η Ελλάδα στο σύνολο πέρα από την πολιτική και τη φιλοσοφία, στη φυσική, στα μαθηματικά, στην αρχιτεκτονική, στη ζωγραφική και στη μουσική, σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δράσης, στην παιδεία και στην εκπαίδευση, παντού, ομολογώντας στο ποίημά του Καταραμένε Έλληνα: Όπου να γυρίσω τη σκέψη μου, όπου και να στρέψω την ψυχή μου, εσένα βλέπω, εσένα βρίσκω...
Λαχταρώ Τέχνη, Ποίηση, Θέατρο, Αρχιτεκτονική, εσύ είσαι μπροστά, πρώτος, αξεπέραστος! Αναζητώ Επιστήμη, Μαθηματικά, Φιλοσοφία, Ιατρική, εσύ είσαι οδηγός και ανυπέρβλητος! Διψώ για Δημοκρατία, Εντιμότητα και Ισότητα, εσύ είσαι μπροστά μου αμίμητος και ασυναγώνιστος! Καταραμένε Έλληνα, καταραμένη γνώση. Γιατί να σε αγγίξω; Για να αισθανθώ πόσο μικρός είμαι, άσημος, ασήμαντος; Γιατί δεν με αφήνεις στην δυστυχία μου και στην ανεμελιά μου;
Αυτοί που σήμερα τιμούν τον Αριστοτέλη και την Ελλάδα ως συνεισφορά πολιτισμού στην ανθρωπότητα, όπως εύστοχα σημειώνει ο καθηγητής Φιλοσοφίας Ηλίας Νικολούδης, είναι οι «βάρβαροι» της εποχής του, που δεν συμμετείχαν στην ελληνικότητα, συμβάλλοντας έτσι από την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό μέχρι και σήμερα όσο κανείς άλλος στην «αποβαρβαροποίηση» του κόσμου.
Και όμως σήμερα, την εποχή των μεγάλων διεθνών ανακατατάξεων, η Ευρώπη και η Δύση εγκληματούν κατά της ανθρωπότητας, παραβιάζοντας και όχι εφαρμόζοντας τον Ελληνισμό, όπου η καταστροφική επιβολή εναντίον άλλων λαών, τους οποίους κατά τρόπο βάρβαρο εξανδραποδίζουν, όπως συμβαίνει σήμερα με τη Συρία και το Ιράκ, όπως συνέβη με το Αφγανιστάν και τη Γιουγκοσλαβία, όπου οι δημοκρατίες επεμβαίνουν στρατιωτικά για να επιβάλουν δήθεν τη δημοκρατία και τις ελευθερίες σε λαούς που δεν τους το ζήτησαν, τους διαλύουν και τους μετατρέπουν σε περιπλανώμενους, εξαθλιωμένους πληθυσμούς.
Αυτά τα εγκλήματα στην πραγματικότητα διαπράττονται για να ικανοποιήσουν στενόκαρδα και κοντόφθαλμα κρατικά τους συμφέροντα, και όχι για τη δημοκρατία και την ελευθερία των λαών. Αυτές οι δυτικές βαρβαρότητες δεν εφαρμόζουν την ελληνικότητα του ανθρωπισμού, αλλά παραβιάζουν αυτό που συνεισέφερε η Ελλάδα στην ευρωπαϊκή και δυτική κουλτούρα.
Έχει όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εξετάσουμε οι ΗΠΑ και ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, που ενδιαφέρονται για την Κύπρο και το μέλλον της, τι είδους δημοκρατία θέλουν να εφαρμόσουν σε μια Κύπρο, που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της Ευρώπης και τμήμα του ελληνικού πολιτισμού; Αυτό που συμβαίνει στην Κύπρο εδώ και δεκαετίες είναι ανήκουστο. Αφενός μεν η αποικιοκρατική δύναμη της Μεγάλης Βρετανίας τότε, από το 1878 μέχρι το 1960, καταπίεσε τον κυπριακό Ελληνισμό, υποδουλώνοντάς τον στα αποικιοκρατικά της σχέδια, ενώ στη δεκαετία του 1950 διέπραξε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, οδηγώντας νέους Έλληνες της Κύπρου στην αγχόνη, όχι γιατί εγκλημάτησαν, αλλά γιατί αγωνίστηκαν ως όφειλαν και εδικαιούντο, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να αγωνιστούν ακόμη και ενόπλως για την ελευθερία της πατρίδας τους.
Οι Έλληνες της Κύπρου εδιώκοντο για τα πολιτικά τους πιστεύω, δηλαδή γιατί διεκδικούσαν την ελευθερία, τη δημοκρατία και την αυτοδιάθεση για τη χώρα τους, και γι' αυτόν τον αγώνα τους ετιμωρήθηκαν φυλακιζόμενοι, διωκόμενοι και οδηγούμενοι στο ικρίωμα της αγχόνης. Ο Καζαντζάκης μας θυμίζει τη μεγαλειώδη αυτή στιγμή της Κύπρου, που σφράγισε την ιστορική της πορεία ανεξίτηλα, όταν έγραψε εν έτει 1954 πως «Η Κύπρος δεν είναι πια μια λεπτομέρεια, ένα νησί στην άκρα της Μεσόγειος Θάλασσας. Για μια στιγμή γίνεται το μοιρόγραφτο κέντρο, όπου παίζεται η ηθική αξία του σημερινού ανθρώπου».
Η Κυπριακή Δημοκρατία ιδρύθηκε, η Κύπρος δημοκρατία δεν είδε. Δεν θα μιλήσουμε για τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας, που ήταν η περίοδος της μετααποικιακής προσαρμογής σε μια περίεργη, ομιχλώδη παράσταση των ανθρώπων, Ελλήνων Κυπρίων που αγωνίστηκαν, αλλά δεν πέτυχαν την ελευθερία για την πατρίδα τους. Οδηγήθηκαν σε ένα κράτος περιορισμένης κυριαρχίας και μια δημοκρατία που λειτουργούσε άνισα και διχαστικά, χωρίς να υπάρχει ο κυρίαρχος λαός, που στο σύνολό του να αποφασίζει στη δημοκρατική διαδικασία της «Εκκλησίας του Δήμου», δηλαδή τον τρόπο της πόλεως, για τα θέματα που τον αφορούν, όπου να λειτουργεί η αρχή της πολιτικής πλειοψηφίας, δηλαδή των πολιτικών δικαιωμάτων των ανθρώπων που ανήκουν στον λαό και που είναι ως πολίτες φορείς δικαιωμάτων και υποχρεώσεων στο πλαίσιο της άσκησης της ελευθερίας του συλλογικού υποκειμένου.
Η μετάβαση από τον Αγώνα στην Ανεξαρτησία δεν ολοκληρώθηκε, γιατί ήρθε η εισβολή, που πρόδωσε τα όνειρα των Ελλήνων της Κύπρου για ελληνική δικαίωση και σήμερα, σαράντα και πλέον χρόνια μετά, ο κυπριακός Ελληνισμός βιώνει συνθήκες όχι τόσο της κατάκτησης, προϊόν της εισβολής και κατοχής της βόρειας Κύπρου, αλλά της αλλοτρίωσης των ελευθέρων Ελλήνων πολιτών με την κλασική έννοια του όρου κα της μετατροπής τους σε υπηκόους, δηλαδή κατά το Αριστοτελικόν «βαρβάρους». Η αριστοτελική προσέγγιση υποδηλώνει ότι βάρβαροι είναι αυτοί που υποτάσσονται, που είναι έτοιμοι να δεχθούν την κατάργηση της δημοκρατίας, όχι μόνο ως πολιτεύματος, αλλά και ως πολιτικής αρχής της συμμετοχής ελευθέρων πολιτών στα κοινά με ισονομία, ισηγορία και ισοπολιτεία, και τη μετατροπή τους σε υπηκόους, χάριν της επιβίωσης και των υλικών αγαθών του σήμερα.
Οι «βάρβαροι» υποτάσσονται και είναι έτοιμοι να θυσιάσουν την ιστορική πορεία, τον πολιτισμό, τις αξίες, τις πνευματικές παραδόσεις και το μέλλον του τόπου ως συνέχεια ενός πολιτισμού, μιας ταυτότητας, που συνέχει ένα κοινωνικό σύνολο, όχι ως συμπτωματική παρουσία, αλλά ως διαρκής και αδιάλειπτη πορεία ανά τους αιώνες σε τούτη τη γη. Η διαφοροποίηση του Αριστοτέλη μεταξύ Ελλήνων και βαρβάρων δεν αναφέρεται σε μια ρατσιστική διάκριση Ελλήνων και ξένων, αλλά κυρίως ελευθέρων, που συμμετέχουν στα κοινά και συναποφασίζουν για τον τόπο, το μέλλον και τον πολιτισμό, και ανθρώπων που υπάγονται σε ένα μονάρχη, ένα καθεστώς αυταρχικό, το οποίο δεν σέβεται τις ελευθερίες και τα δικαιώματα του συνόλου, γι' αυτό και τους θεωρεί υπηκόους, δηλαδή ανελεύθερους, βάρβαρους, φύσει δούλους.
Σε μια μορφή νέας δουλείας μετατρέπουν σταδιακά την Κύπρο όσοι επεξεργάζονται σχέδια, ντόπιοι και ξένοι, εφαρμογής ενός σύγχρονου ρατσισμού, μιας ανισότητας μεταξύ των εθελόδουλων υπηκόων του Νότου και των υπηκόων του Βορρά, που θα τελούν υπό την σκέπη, την επίβλεψη και την εποπτεία του σουλτανικού ηγεμόνα της Άγκυρας. Σε αυτό το ζήτημα δεν εγκληματούμε μόνο εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας, δεν εγκληματεί η Αθήνα που εκκωφαντικά κωφεύει, προδίδει την Κύπρο ως ελληνικότητα η Ευρώπη του σήμερα και η σύγχρονη Δύση
. Αυτό που επιχειρείται στην Κύπρο να εγκαθιδρυθεί είναι μια σύγχρονη μορφή φυλετικών διακρίσεων, που δεν έχει καμιά σχέση με τον ελληνικό πολιτισμό, ούτε με τον ευρωπαϊκό πολιτικό πολιτισμό. Το θέμα που τίθεται φυσικά δεν είναι μόνο η μικρή και ασήμαντη Κύπρος. Είναι ότι ενισχύεται η σουλτανική βαρβαρότητα, η οποία δεν θα σταματήσει στην Κύπρο ή τη Μέση Ανατολή. Θα επιχειρήσει να υπονομεύσει τις δομές της σύγχρονης Ευρώπης και του δυτικού πολιτισμού.
Προφητικά ο αείμνηστος έγκριτος δημοσιογράφος και αναλυτής Κωνσταντίνος Καλιγάς, κατά το 1990, σημειώνει πως «αν η Κύπρος επρόκειτο να χαθεί, το ρήγμα στην περίμετρο του Ελληνισμού θα ήταν καίριας αρνητικής σημασίας, θα μεγάλωνε περισσότερο τα πλεονεκτήματα εκείνων που επιβουλεύονται τον Ελληνισμό».
Συνεχίζοντας, τονίζει σε σχέση με την τουρκική πολιτική έναντι της Ευρώπης (τότε) πως «η εκμετάλλευση των ισλαμικών μειονοτήτων, που βρίσκονται στην περιφέρειά της και μάλιστα στην περιοχή της Ευρώπης, θα υποδαύλιζε αποσταθεροποιητικές τάσεις, εγείροντας μειονοτικά θέματα. Η Τουρκία θέλει να δημιουργήσει τριγύρω της μικρές Τουρκίες, τις οποίες θα χρησιμοποιεί σαν βραχίονες και ως προεκτάσεις του τουρκισμού, για να επαυξάνει την διεθνή της παρουσία και βάρος. Εκμεταλλεύεται την γεωπολιτική σημασία που έχει στο χώρο της Μέσης Ανατολής σαν ένα δήθεν ανάχωμα εναντίον του ριζοσπαστικού ισλαμισμού…».
Αυτό σημαίνει πως η Κύπρος είναι για την Τουρκία ένα ελάχιστο μικρό τμήμα των σχεδιασμών της για την ανάδειξή της σε μεγάλη περιφερειακή δύναμη, που θα απορροφήσει την Κύπρο και θα φινλαδοποιήσει την Ελλάδα. Κλείνοντας και παραπέμποντας στον μεγάλο Έλληνα και οικουμενικό συγγραφέα Νίκο Καζαντζάκη, είμαστε πεπεισμένοι πως «υπάρχει στον κόσμο τούτον ένας μυστικός νόμος -αν δεν υπήρχε, ο κόσμος θάταν από χιλιάδες χρόνια χαμένος- σκληρός κι απαραβίαστος: το κακό πάντα στο τέλος νικιέται. Θαρρείς κ’ είναι απαραίτητος αγώνας πολύς κ’ ιδρώτας πολύς και δάκρυο για να ξαγοράσει ο άνθρωπος το δίκιο του· κ’ η ελευθερία είναι το πιο ακριβοαγόραστο αγαθό· δε δίνεται δωρεάν μήτε από ανθρώπους μήτε από θεούς.
Πηγαίνει από χώρα σε χώρα, όπου τη φωνάξουν, από καρδιά σε καρδιά, ανύπνοτη, ανυπόταχτη, χωρίς συμβιβασμό». Η φλόγα της ελευθερίας, δηλαδή της ελληνικότητας, βρίσκεται στις ψυχές κάθε Έλληνα Κύπριου και περιμένει τη σπίθα για να ανάψει και να διεκδικήσει «την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, την δίψα της δικαιοσύνης. Θεμελιακές αρχές…αθάνατες· οι περισσότερες γεννήθηκαν στην Ελλάδα».
Υιοθετείται ο τίτλος από κείμενο του Νίκου Καζαντζάκη, που δημοσιεύθηκε ταυτόχρονα στις εφημερίδες «Νέα Εστία» και «Ελευθερία» των Αθηνών στις 16 Σεπτεμβρίου 1954.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου