Η
γέννηση και η εξέλιξη ενός φαινομένου στον υπερβατικό κόσμο των διεθνών
σχέσεων ξεπερνά κατά πολύ τον συμβατικό βιολογικό χρόνο, ενώ είναι
φορές που κινείται παράλληλα με το αναμενόμενο. Ο Ψυχρός Πόλεμος, για
παράδειγμα, κυοφορήθηκε από το 1917 και εκδηλώθηκε μετά το τέλος του Β΄
Παγκοσμίου Πολέμου. Το ίδιο παρατηρούμε και σήμερα που το τέλος του
Ψυχρού Πολέμου έχει δώσει τη θέση του σε μια νέα πολυπολική συστημική
συνθήκη.Η βήμα βήμα επαναπροσέγγιση μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν, οι
ολοένα και αυξανόμενες φωνές στο εσωτερικό της δυτικής υπερδύναμης για
τη στροφή προς την Απω Ανατολή και την εξισορρόπηση της Κίνας, η
αυξανόμενη δυναμική της Ινδίας, η πύκνωση των σχέσεων μεταξύ Πακιστάν
και Ρωσίας, οι διαρκείς μεταμορφώσεις του τζιχαντιστικού Ισλάμ, που
περνούν μέσα από εμφύλιες διαμάχες (συριακός εμφύλιος) και ενδοκρατικές
ανακατανομές (πρώτο κύμα της Αραβικής Ανοιξης και η εκλογική ενίσχυση
των σαλαφιστών σε σχεδόν όλα τα αραβικά κράτη), αλλά και η αδυναμία της
Ευρωπαϊκής Ενωσης να επιστρέψει σε συνθήκες οικονομικοκοινωνικής
ασφάλειας που εκ των πραγμάτων φθείρει τον αξιακό πυρήνα του ενωσιακού
εγχειρήματος είναι οι κύριες εικόνες που διαμορφώνουν το διεθνοπολιτικό
μέλλον της ανθρωπότητας.
Η πλέον εντυπωσιακή αλλαγή που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια σε επίπεδο διπλωματίας είναι το άνοιγμα του δυτικού κόσμου προς το Ιράν. Κι αυτό γιατί, αν οι σκληροί της Τεχεράνης εν τέλει επιτρέψουν στο εγχείρημα να επιβιώσει, τότε ο δυτικός κόσμος θα έχει ανακαλύψει στο πρόσωπο του Ιράν έναν -αν όχι σύμμαχο- καλό συνομιλητή, με δυνατότητες επηρεασμού μεγάλου μέρους του σιιτικού κόσμου. Η χρονική αυτή συγκυρία θα μπορούσε να αναβαθμίσει και τον ρόλο της Ελλάδας.
Παραδοσιακά η χώρα μας αποτελούσε, ακόμα και την περίοδο του απόλυτου ψύχους μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσινγκτον, ένα παράθυρο για το Ιράν, κυρίως σε επίπεδο εμπορικών και πολιτισμικών σχέσεων. Αν στην Αγκυρα δοθεί ο ρόλος της στρατιωτικής εξισορρόπησης της Τεχεράνης, η Αθήνα θα μπορούσε να διεκδικήσει με αξιώσεις τον ρόλο της πολιτισμικής, πολιτικής και οικονομικής ένταξής της στο δυτικό περίγραμμα· έναν ρόλο πολύ πιο δημιουργικό και πλέον επικερδή για την Αθήνα. Ένας τέτοιος σχεδιασμός όμως πλέον ηχεί ως όνειρο θερινής νυκτός.
Οταν η οικονομία καταρρέει, μαζί καταρρέουν το κύρος και το γόητρο ενός κράτους, το οποίο βγαίνει εκτός διεθνούς περιγράμματος. Οπως όμως έχω γράψει ξανά, δεν μας μένει άλλος δρόμος παρά μόνο να περπατήσουμε εμπρός για να βγούμε από την έρημο. Κι αυτό δεν μπορεί να γίνει, αν επικρατήσει η παθητικότητα σε μια χρονική καμπή που το διεθνές σύστημα λαμβάνει νέες κατανομές ισχύος που θα διατηρηθούν για τις επόμενες δεκαετίες.
Σπύρος Λίτσας
Η πλέον εντυπωσιακή αλλαγή που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια σε επίπεδο διπλωματίας είναι το άνοιγμα του δυτικού κόσμου προς το Ιράν. Κι αυτό γιατί, αν οι σκληροί της Τεχεράνης εν τέλει επιτρέψουν στο εγχείρημα να επιβιώσει, τότε ο δυτικός κόσμος θα έχει ανακαλύψει στο πρόσωπο του Ιράν έναν -αν όχι σύμμαχο- καλό συνομιλητή, με δυνατότητες επηρεασμού μεγάλου μέρους του σιιτικού κόσμου. Η χρονική αυτή συγκυρία θα μπορούσε να αναβαθμίσει και τον ρόλο της Ελλάδας.
Παραδοσιακά η χώρα μας αποτελούσε, ακόμα και την περίοδο του απόλυτου ψύχους μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσινγκτον, ένα παράθυρο για το Ιράν, κυρίως σε επίπεδο εμπορικών και πολιτισμικών σχέσεων. Αν στην Αγκυρα δοθεί ο ρόλος της στρατιωτικής εξισορρόπησης της Τεχεράνης, η Αθήνα θα μπορούσε να διεκδικήσει με αξιώσεις τον ρόλο της πολιτισμικής, πολιτικής και οικονομικής ένταξής της στο δυτικό περίγραμμα· έναν ρόλο πολύ πιο δημιουργικό και πλέον επικερδή για την Αθήνα. Ένας τέτοιος σχεδιασμός όμως πλέον ηχεί ως όνειρο θερινής νυκτός.
Οταν η οικονομία καταρρέει, μαζί καταρρέουν το κύρος και το γόητρο ενός κράτους, το οποίο βγαίνει εκτός διεθνούς περιγράμματος. Οπως όμως έχω γράψει ξανά, δεν μας μένει άλλος δρόμος παρά μόνο να περπατήσουμε εμπρός για να βγούμε από την έρημο. Κι αυτό δεν μπορεί να γίνει, αν επικρατήσει η παθητικότητα σε μια χρονική καμπή που το διεθνές σύστημα λαμβάνει νέες κατανομές ισχύος που θα διατηρηθούν για τις επόμενες δεκαετίες.
Σπύρος Λίτσας