Η χώρα μοιάζει με
βομβαρδισμένο τοπίο. Η κατάσταση θυμίζει, τηρουμένων των αναλογιών, την
Ελλάδα της ανέχειας στα τέλη της δεκαετίας του '40. Η διαφορά είναι ότι η
κοινωνία τότε έβγαινε μεν καθημαγμένη από έναν πόλεμο, μια σκληρή
κατοχή και έναν καταστροφικό εμφύλιο, αλλά είχε τη βάσιμη προσδοκία ότι
μπορούσε να ελπίζει σε καλύτερες μέρες.Αλλωστε η προηγούμενη περίοδος δεν ήταν ειδυλλιακή και έτσι η
σύγκριση γινόταν στο κατώτατο επίπεδο. Από τη φτώχεια στη μεγαλύτερη
φτώχεια η απόσταση είναι μικρή. Από την ευμάρεια όμως στην ακραία
φτωχοποίηση το σοκ δεν είναι διαχειρίσιμο σε ατομικό και συλλογικό
επίπεδο. Τα στοιχεία της έρευνας του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ είναι
ανατριχιαστικά.Πάνω από τέσσερις στους δέκα κατοίκους έχουν διαθέσιμο εισόδημα
μικρότερο του αντίστοιχου ορίου φτώχειας του 2009, με το ποσοστό να
αυξάνεται σταδιακά.
Το ποσοστό της απόλυτης φτώχειας των μισθωτών πλήρους απασχόλησης υπολογιζόταν στο 7,6% το 2009 και το 2012 στο 19,7%. Τα ποσοστά για τους αυτοαπασχολούμενους πλήρους απασχόλησης ήταν στο 23,7% το 2009 και έφτασαν στο 37,4% το 2012. Η μεγαλύτερη επιδείνωση εντοπίζεται στους εργαζομένους μερικής απασχόλησης, στους οποίους το ποσοστό φτώχειας αυξήθηκε από 30,1% το 2009 σε 51,7% το 2012.\
Αν προσθέσουμε την ιλιγγιώδη αύξηση της ανεργίας -από 364.000 το τρίτο τρίμηνο του 2008, στο 1.342.000 το πρώτο τρίμηνο του 2014-, την έλλειψη προοπτικής για τους μακροχρόνια ανέργους, την ανεργία-ρεκόρ των νέων ανθρώπων, τα κύματα μετανάστευσης και την αδυναμία πρόσβασης στα επιδόματα του 80% των ανέργων, έχουμε μπροστά μας έναν εφιάλτη.
Την ίδια στιγμή οι προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής προκαλούν δύσπνοια. Στην έκθεσή του επισημαίνεται ότι η κάμψη του φετινού ΑΕΠ θα κυμανθεί από -2% έως -4% και από -0,5% έως -1,75% για το 2016, η μείωση της κατανάλωσης θα σημειώσει βουτιά και θα κινηθεί μεταξύ του 50% και του 80%, ενώ τα δημόσια έσοδα βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση.
Σ' αυτή τη θλιβερή πραγματικότητα έρχεται, υποτίθεται ως συνταγή θεραπείας, ένα ακόμη πρόγραμμα, το οποίο οι πάντες θεωρούν κοινωνικά άδικο (για κατάλογο φρικαλεοτήτων κάνουν λόγο διεθνή μέσα ενημέρωσης και οικονομολόγοι), πολλοί το χαρακτηρίζουν μη βιώσιμο οικονομικά, αφού ενσωματώνει την ίδια δοκιμασμένη και αποτυχημένη φιλοσοφία των προηγούμενων, με έντονες υφεσιακές πλευρές.
Η λογική λέει ότι αν σε μια καταστροφή προσθέσεις μία ακόμη καταστροφή το αποτέλεσμα είναι δεδομένο. Μπορεί να αντέξει η ελληνική κοινωνία έναν νέο γύρο λιτότητας και ύφεσης (το τοξικό μείγμα που περιγράφουν οι κεϊνσιανιστές) και μια παράταση -άγνωστης διάρκειας- του καθεστώτος επιτροπείας που έχουν επιβάλει οι δανειστές; Υπάρχει κάτι στο οποίο θα ακουμπήσουν οι πολίτες για να κάνουν υπομονή, ελπίζοντας ότι θα φανεί κάποτε φως στο βάθος του τούνελ;
Δεν είναι φυσικά εύκολο να πείσεις απελπισμένους, απογοητευμένους και θυμωμένους από τη ματαίωση των προσδοκιών τους ανθρώπους να κάνουν κουράγιο γιατί σύντομα τα πράγματα θ' αλλάξουν στην Ευρώπη, αφού οι ρωγμές στο σύστημα είναι ορατές διά γυμνού οφθαλμού, ενώ χώρες και πολιτικές δυνάμεις που είχαν μέχρι τώρα περιοριστεί σε ρόλο κομπάρσου στο έργο που έχει σκηνοθετήσει ο γερμανικός οικονομικός ιμπεριαλισμός, δείχνουν να επανεξετάζουν τη στάση τους.
Και δεν είναι εύκολο γιατί ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι αυτό πράγματι θα συμβεί και μάλιστα σχετικά γρήγορα, πριν δηλαδή το μέλλον των Ελλήνων υποθηκευτεί οριστικά και αμετάκλητα.
Σ' αυτές τις περιπτώσεις μεγαλύτερη δύναμη απ' οποιοδήποτε σχέδιο επί χάρτου, όσο ελκυστικό κι αν είναι, έχει το αφήγημα του μικρότερου κακού. Κι αυτό διακινεί συστηματικά ο πρωθυπουργός: «Το πρόγραμμα ήταν η λιγότερο καταστροφική επιλογή που είχα να διαλέξω». Δεν μπορεί βεβαίως να το αποδείξει. Θα το κάνει η ζωή. Ούτε όμως οι οπαδοί του εθνικού νομίσματος μπορούν να αποδείξουν την ορθότητα της δικής τους θεωρίας.
Στο ζήτημα αυτό το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής -η εγκυρότητά του δεν έχει κλονιστεί- τονίζει ότι «αν καταλήξουμε σε επιστροφή στη δραχμή, η χώρα κινδυνεύει να εμπλακεί σ' έναν φαύλο κύκλο υποτιμήσεων και πληθωρισμού». Κι εδώ όμως έχουμε μια εικασία. Δεν υπάρχει προηγούμενο. Τα νερά είναι αχαρτογράφητα.
Αυτό πάντως που καμία πλευρά στον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αμφισβητήσει, γιατί στην προσπάθεια συμμετείχαν και στελέχη της Αριστερής Πλατφόρμας, είναι ότι αναζητήθηκαν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, αλλά δεν βρέθηκαν. Οι υποψήφιοι χρηματοδότες είπαν στον Τσίπρα να τα βρει με τους εταίρους.
Το ποσοστό της απόλυτης φτώχειας των μισθωτών πλήρους απασχόλησης υπολογιζόταν στο 7,6% το 2009 και το 2012 στο 19,7%. Τα ποσοστά για τους αυτοαπασχολούμενους πλήρους απασχόλησης ήταν στο 23,7% το 2009 και έφτασαν στο 37,4% το 2012. Η μεγαλύτερη επιδείνωση εντοπίζεται στους εργαζομένους μερικής απασχόλησης, στους οποίους το ποσοστό φτώχειας αυξήθηκε από 30,1% το 2009 σε 51,7% το 2012.\
Αν προσθέσουμε την ιλιγγιώδη αύξηση της ανεργίας -από 364.000 το τρίτο τρίμηνο του 2008, στο 1.342.000 το πρώτο τρίμηνο του 2014-, την έλλειψη προοπτικής για τους μακροχρόνια ανέργους, την ανεργία-ρεκόρ των νέων ανθρώπων, τα κύματα μετανάστευσης και την αδυναμία πρόσβασης στα επιδόματα του 80% των ανέργων, έχουμε μπροστά μας έναν εφιάλτη.
Την ίδια στιγμή οι προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής προκαλούν δύσπνοια. Στην έκθεσή του επισημαίνεται ότι η κάμψη του φετινού ΑΕΠ θα κυμανθεί από -2% έως -4% και από -0,5% έως -1,75% για το 2016, η μείωση της κατανάλωσης θα σημειώσει βουτιά και θα κινηθεί μεταξύ του 50% και του 80%, ενώ τα δημόσια έσοδα βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση.
Σ' αυτή τη θλιβερή πραγματικότητα έρχεται, υποτίθεται ως συνταγή θεραπείας, ένα ακόμη πρόγραμμα, το οποίο οι πάντες θεωρούν κοινωνικά άδικο (για κατάλογο φρικαλεοτήτων κάνουν λόγο διεθνή μέσα ενημέρωσης και οικονομολόγοι), πολλοί το χαρακτηρίζουν μη βιώσιμο οικονομικά, αφού ενσωματώνει την ίδια δοκιμασμένη και αποτυχημένη φιλοσοφία των προηγούμενων, με έντονες υφεσιακές πλευρές.
Η λογική λέει ότι αν σε μια καταστροφή προσθέσεις μία ακόμη καταστροφή το αποτέλεσμα είναι δεδομένο. Μπορεί να αντέξει η ελληνική κοινωνία έναν νέο γύρο λιτότητας και ύφεσης (το τοξικό μείγμα που περιγράφουν οι κεϊνσιανιστές) και μια παράταση -άγνωστης διάρκειας- του καθεστώτος επιτροπείας που έχουν επιβάλει οι δανειστές; Υπάρχει κάτι στο οποίο θα ακουμπήσουν οι πολίτες για να κάνουν υπομονή, ελπίζοντας ότι θα φανεί κάποτε φως στο βάθος του τούνελ;
Δεν είναι φυσικά εύκολο να πείσεις απελπισμένους, απογοητευμένους και θυμωμένους από τη ματαίωση των προσδοκιών τους ανθρώπους να κάνουν κουράγιο γιατί σύντομα τα πράγματα θ' αλλάξουν στην Ευρώπη, αφού οι ρωγμές στο σύστημα είναι ορατές διά γυμνού οφθαλμού, ενώ χώρες και πολιτικές δυνάμεις που είχαν μέχρι τώρα περιοριστεί σε ρόλο κομπάρσου στο έργο που έχει σκηνοθετήσει ο γερμανικός οικονομικός ιμπεριαλισμός, δείχνουν να επανεξετάζουν τη στάση τους.
Και δεν είναι εύκολο γιατί ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι αυτό πράγματι θα συμβεί και μάλιστα σχετικά γρήγορα, πριν δηλαδή το μέλλον των Ελλήνων υποθηκευτεί οριστικά και αμετάκλητα.
Σ' αυτές τις περιπτώσεις μεγαλύτερη δύναμη απ' οποιοδήποτε σχέδιο επί χάρτου, όσο ελκυστικό κι αν είναι, έχει το αφήγημα του μικρότερου κακού. Κι αυτό διακινεί συστηματικά ο πρωθυπουργός: «Το πρόγραμμα ήταν η λιγότερο καταστροφική επιλογή που είχα να διαλέξω». Δεν μπορεί βεβαίως να το αποδείξει. Θα το κάνει η ζωή. Ούτε όμως οι οπαδοί του εθνικού νομίσματος μπορούν να αποδείξουν την ορθότητα της δικής τους θεωρίας.
Στο ζήτημα αυτό το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής -η εγκυρότητά του δεν έχει κλονιστεί- τονίζει ότι «αν καταλήξουμε σε επιστροφή στη δραχμή, η χώρα κινδυνεύει να εμπλακεί σ' έναν φαύλο κύκλο υποτιμήσεων και πληθωρισμού». Κι εδώ όμως έχουμε μια εικασία. Δεν υπάρχει προηγούμενο. Τα νερά είναι αχαρτογράφητα.
Αυτό πάντως που καμία πλευρά στον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αμφισβητήσει, γιατί στην προσπάθεια συμμετείχαν και στελέχη της Αριστερής Πλατφόρμας, είναι ότι αναζητήθηκαν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, αλλά δεν βρέθηκαν. Οι υποψήφιοι χρηματοδότες είπαν στον Τσίπρα να τα βρει με τους εταίρους.