Η πρόσκληση της Γερμανίδας καγκελαρίου
Αγκελα Μέρκελ προς τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να επισκεφθεί το
Βερολίνο είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα εξέλιξη, η οποία, πάντως, ήταν
δεδομένο ότι κάποια στιγμή θα ερχόταν – μόνον κάποιοι που μετείχαν στην
προηγούμενη κυβέρνηση δεν πίστευαν ότι θα συνέβαινε κάτι τέτοιο, καθώς
είχαν ανάγει σε μεγίστη αξία το να γίνει κάποιος δεκτός στην
καγκελαρία...
Επιπλέον, μετά την πρωτοβουλία του πρωθυπουργού να ζητήσει μια πολυμερή διάσκεψη για την Ελλάδα πριν από τη μετάβασή του στο Βερολίνο, το ζήτημα αποκτά ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον: η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί ουσιαστικά να μετατρέψει το ελληνικό σε ευρωπαικό ζήτημα. Είναι βέβαια λίαν αμφίβολο αν οι Γερμανοί θα ήθελαν να συμβεί κάτι τέτοιο. Και, σίγουρα, αν αφήσουν να συμβεί, θα γίνει μόνον για να επιβεβαιωθεί και σε αυτό το επίπεδο η δική τους κυριαρχία και τίποτα άλλο.
Πάντως η κυβέρνηση δεν πρέπει να ξεχνά ότι η «παράδοση» αυτών των ελληνικών πρωθυπουργικών επισκέψεων στην καγκελαρία που έχει διαμορφωθεί στα χρόνια της κρίσης, έχει ένα κύριο χαρακτηριστικό: οι πρώτες επισκέψεις ξεκινούν καλά, ενώ οι τελευταίες, αποτελούν σταθερά τον προάγγελο της πτώσης των πρωθυπουργών που τις πραγματοποιούν: αυτό ακριβώς συνέβη τόσο με τον Γιώργο Παπανδρέου, όσο και με τον Αντώνη Σαμαρά.
Με άλλα λόγια, ο πρωθυπουργός, αν και τώρα θα πάει για πρώτη φορά με αυτή την ιδιότητα στο Βερολίνο και συνεπώς βρίσκεται στην «καλή» στιγμή αυτής της… παράδοσης, πρέπει να προσέξει πάρα πολύ: η επίσκεψη «δαγκώνει», ειδικά δε από τη στιγμή που η Ελλάδα έχει ξεκινήσει μια σκληρή πολιτική όχι τόσο στα ζητήματα σχετικά με τους δανειστές, όσο σε εκείνα που απασχολούν διμερώς την Ελλάδα και τη Γερμανία – ουσιαστικά το αναγκαστικό δάνειο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μέχρι στιγμής, ο πρωθυπουργός έχει σαφώς αποδείξει ότι «δεν μασάει», τουλάχιστον με την έννοια που ξέραμε στο παρελθόν - αν «μάσαγε», οι δανειστές μας θα ήταν σήμερα πανευτυχείς και, ευτυχώς, δεν δείχνουν, ακόμα τουλάχιστον, να είναι.
Όμως, το ταξίδι στο Βερολίνο δεν θα είναι απλή υπόθεση: είναι βέβαιο ότι στις εκεί επαφές, η Γερμανία, έστω και χωρίς αυτό να καταστεί γνωστό, θα πιέσει – και θα πιέσει πολύ και με απειλητικότατο τρόπο.
Θέλει λοιπόν πολύ γερά νεύρα και πολύ καλή προετοιμασία. Θέλει αποφασιστικότητα και σταθερότητα. Θέλει, πάνω απ’ όλα, ο Τσίπρας να κάνει κάτι που, δυστυχώς, ουδείς πρωθυπουργός έκανε πριν από αυτόν στα χρόνια της κρίσης: να πει στη Μέρκελ την αλήθεια. Ολόκληρη, χωρίς ωραιοποιήσεις, χωρίς περιστροφές, χωρίς φόβο. Να της εξηγήσει πρόσωπο με πρόσωπο τι πραγματικά συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και να της δώσει να καταλάβει ότι αυτός ο τόπος καταστρέφεται μέρα με τη μέρα – και ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Και να της δώσει να καταλάβει ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη για όλα. Μόνον έτσι είναι ενδεχόμενο να αντιληφθούν οι Γερμανοί ότι απαιτείται να κάνουν κάποια βήματα πίσω, αν και πάλι, κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί.
Αυτά, τα απολύτως αυτονόητα, δεν τα έκανε ως τώρα κανείς. Ηρθε η ώρα να γίνουν. Και, από εκεί και πέρα ας πάρουν πλέον όλες οι πλευρές τις τελικές ευθύνες τους.
Μαλούχος Γεώργιος Π.
Επιπλέον, μετά την πρωτοβουλία του πρωθυπουργού να ζητήσει μια πολυμερή διάσκεψη για την Ελλάδα πριν από τη μετάβασή του στο Βερολίνο, το ζήτημα αποκτά ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον: η ελληνική κυβέρνηση επιχειρεί ουσιαστικά να μετατρέψει το ελληνικό σε ευρωπαικό ζήτημα. Είναι βέβαια λίαν αμφίβολο αν οι Γερμανοί θα ήθελαν να συμβεί κάτι τέτοιο. Και, σίγουρα, αν αφήσουν να συμβεί, θα γίνει μόνον για να επιβεβαιωθεί και σε αυτό το επίπεδο η δική τους κυριαρχία και τίποτα άλλο.
Πάντως η κυβέρνηση δεν πρέπει να ξεχνά ότι η «παράδοση» αυτών των ελληνικών πρωθυπουργικών επισκέψεων στην καγκελαρία που έχει διαμορφωθεί στα χρόνια της κρίσης, έχει ένα κύριο χαρακτηριστικό: οι πρώτες επισκέψεις ξεκινούν καλά, ενώ οι τελευταίες, αποτελούν σταθερά τον προάγγελο της πτώσης των πρωθυπουργών που τις πραγματοποιούν: αυτό ακριβώς συνέβη τόσο με τον Γιώργο Παπανδρέου, όσο και με τον Αντώνη Σαμαρά.
Με άλλα λόγια, ο πρωθυπουργός, αν και τώρα θα πάει για πρώτη φορά με αυτή την ιδιότητα στο Βερολίνο και συνεπώς βρίσκεται στην «καλή» στιγμή αυτής της… παράδοσης, πρέπει να προσέξει πάρα πολύ: η επίσκεψη «δαγκώνει», ειδικά δε από τη στιγμή που η Ελλάδα έχει ξεκινήσει μια σκληρή πολιτική όχι τόσο στα ζητήματα σχετικά με τους δανειστές, όσο σε εκείνα που απασχολούν διμερώς την Ελλάδα και τη Γερμανία – ουσιαστικά το αναγκαστικό δάνειο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μέχρι στιγμής, ο πρωθυπουργός έχει σαφώς αποδείξει ότι «δεν μασάει», τουλάχιστον με την έννοια που ξέραμε στο παρελθόν - αν «μάσαγε», οι δανειστές μας θα ήταν σήμερα πανευτυχείς και, ευτυχώς, δεν δείχνουν, ακόμα τουλάχιστον, να είναι.
Όμως, το ταξίδι στο Βερολίνο δεν θα είναι απλή υπόθεση: είναι βέβαιο ότι στις εκεί επαφές, η Γερμανία, έστω και χωρίς αυτό να καταστεί γνωστό, θα πιέσει – και θα πιέσει πολύ και με απειλητικότατο τρόπο.
Θέλει λοιπόν πολύ γερά νεύρα και πολύ καλή προετοιμασία. Θέλει αποφασιστικότητα και σταθερότητα. Θέλει, πάνω απ’ όλα, ο Τσίπρας να κάνει κάτι που, δυστυχώς, ουδείς πρωθυπουργός έκανε πριν από αυτόν στα χρόνια της κρίσης: να πει στη Μέρκελ την αλήθεια. Ολόκληρη, χωρίς ωραιοποιήσεις, χωρίς περιστροφές, χωρίς φόβο. Να της εξηγήσει πρόσωπο με πρόσωπο τι πραγματικά συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και να της δώσει να καταλάβει ότι αυτός ο τόπος καταστρέφεται μέρα με τη μέρα – και ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Και να της δώσει να καταλάβει ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη για όλα. Μόνον έτσι είναι ενδεχόμενο να αντιληφθούν οι Γερμανοί ότι απαιτείται να κάνουν κάποια βήματα πίσω, αν και πάλι, κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί.
Αυτά, τα απολύτως αυτονόητα, δεν τα έκανε ως τώρα κανείς. Ηρθε η ώρα να γίνουν. Και, από εκεί και πέρα ας πάρουν πλέον όλες οι πλευρές τις τελικές ευθύνες τους.
Μαλούχος Γεώργιος Π.