23 Φεβρουαρίου 2015

Το γυαλί ράγισε...

Οποια ρύθμιση προσωρινή ή ακόμη και με χρονική διάρκεια και αν βρεθεί για την Ουκρανία, το γυαλί έχει ραγίσει. Το πιστοποιεί με τρόπο θεαματικό η επίσημη αντιμετώπιση της Ρωσίας ως απειλής για την ασφάλεια της Γερμανίας και της Ε.Ε., μια θέση που θα περιέχεται στην υπό προετοιμασία της Λευκής Βίβλου που ετοιμάζει το υπουργείο Άμυνας στο Βερολίνο, όπως δήλωσε προχθές η αρμόδια υπουργός Ούρσουλα Φον Λέγειν.Όπως διδάσκει και η πείρα της στατικής αντιπαράθεσης μισού σχεδόν αιώνα ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας, ο προσδιορισμός της απέναντι πλευράς ως απειλής και όλα τα συνακόλουθα μέτρα για αποτροπή προβολής ισχύος έχουν από μόνα τους τη δυναμική της Αυτοεκπληρούμενης Προφητείας: Οι σχεδιασμοί προστασίας από την απειλή της απέναντι πλευράς προσλαμβάνονται από την άλλη πλευρά ως απειλή και ακολουθεί μια αμοιβαία συρρίκνωση της εμπιστοσύνης και διόγκωση της καχυποψίας.

Με δύο λόγια, ο δημόσιος προσδιορισμός της απέναντι πλευράς ως απειλής μεταφέρει την αναζήτηση ισορροπιών από τη διπλωματική διαβούλευση στον επιχειρησιακό σχεδιασμό που από τη φύση του οδηγεί εκ των πραγμάτων στην κλιμάκωση.

Αν, δηλαδή, στη διπλωματική διαβούλευση αναζητείται εμπιστοσύνη εν μέσω προσδιορισμού κοινών ζωτικών συμφερόντων, στον κλιμακούμενο προληπτικό επιχειρησιακό στρατιωτικό σχεδιασμό αυτό που κυριαρχεί είναι όχι η διάγνωση των προθέσεων της άλλης πλευράς μέσω της ορθολογικής αποτίμησης του τι η άλλη πλευρά θεωρεί ως ζωτικό συμφέρον, αλλά η αξιολόγηση της δυνατότητας που παρέχει στην απέναντι πλευρά τα συγκεκριμένα οπλικά συστήματα εντός ενός συγκεκριμένου επιχειρησιακού σχεδιασμού.

Από ό,τι φαίνεται τερματίζεται άδοξα μια περίοδος 25 χρόνων, όπου για πρώτη φορά εδώ και αιώνες δεν υπήρχε καχυποψία ανάμεσα στη Ρωσία και την υπόλοιπη Ευρώπη, με περίτρανη απόδειξη την, στρατηγικών διαστάσεων, ειδική σχέση Μόσχας-Βερολίνου. Η δυσπιστία Ρωσίας-υπόλοιπης Ευρώπης έχει βαθιές ρίζες στην Ιστορία και ορίζεται καθοριστικά από τη Γεωγραφία.

Από την εποχή του Ιβάν του Τρομερού και με επόμενους σταθμούς τον Μέγα Πέτρο και τη Μεγάλη Αικατερίνη, η Ρωσία θεωρούσε ότι για να μην είναι μια εγκλωβισμένη και ανοικτή σε κάθε εισβολέα αχανής πεδιάδα και στέπα, έπρεπε να διασφαλίσει πρώτα διέξοδο και σημαντική πρόσβαση στη Βαλτική και στη συνέχεια στη Μαύρη Θάλασσα, αν όχι στα Στενά και στη Μεσόγειο.

Η στρατηγική αυτή που για τη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη, στη συνέχεια, ήταν προωθημένη άμυνα μιας χώρας τραυματισμένης από συνεχείς εισβολές - από τους Τεύτονες Ιππότες μέχρι τους Μογγόλους- ήταν για τη Δύση αλλά και για την Οθωμανική Αυτοκρατορία ένας πρωτοφανής και διαχρονικός σκληρός επεκτατισμός, είτε στο όνομα της Αγίας Ρωσίας, είτε στο όνομα της ΕΣΣΔ και του «Στρατοπέδου του Σοσιαλισμού και της Προόδου».

Τα παραπάνω περιπλέχθηκαν δραματικά από την ασύντακτη διάλυση της ΕΣΣΔ τον Δεκέμβριο του 1991 με πρωτοβουλία της Ομάδας Γέλτσιν που επειγόταν να διώξει τον Γκορμπατσόφ από το Κρεμλίνο. Η Δύση, και κυρίως οι ΗΠΑ είχαν κάθε λόγο να θεωρήσουν τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες ως πλήρως κυρίαρχα και ανεξάρτητα κράτη, ενώ η Μόσχα από την πρώτη στιγμή τις βάπτισε «πρόσω εσωτερικό», με άλλα λόγια ζώνη περιορισμένης κυριαρχίας. Ετσι από πολύ νωρίς φάνηκαν οι προθέσεις του Κρεμλίνου, το περίγραμμα των οποίων κατέστη ξεκάθαρο μετά την αποχώρηση του Γέλτσιν και την άνοδο του Πούτιν.

Μαξιμαλιστικά η Μόσχα θα ήθελε μια σταδιακή οικονομική, νομισματική και τέλος πολιτική ολοκλήρωση με τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες και μινιμαλιστικά την εγγύηση ότι οι χώρες που δεν θα μετέχουν σε παρόμοια σχήματα δεν θα αποτελέσουν ποτέ βάση στρατιωτικής εναντίον της απειλής, ένα καθεστώς παρόμοιο με αυτό που είχε η Φινλανδία στην περίοδο 1945-91. Σήμερα η Ρωσία διαπιστώνει ότι η Δύση της διαμηνύει ότι δεν της αναγνωρίζει κανένα προνόμιο στην πρώην ΕΣΣΔ, μια θέση που προσλαμβάνεται ως προσπάθεια περικύκλωσής της.

Τέλος εποχής
Από ό,τι φαίνεται τερματίζεται άδοξα μια περίοδος 25 χρόνων, όπου για πρώτη φορά εδώ και αιώνες δεν υπήρχε καχυποψία ανάμεσα στη Ρωσία και την υπόλοιπη Ευρώπη, με περίτρανη επιβεβαίωση την, στρατηγικών διαστάσεων, ειδική σχέση Μόσχας-Βερολίνου.
Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ