31 Ιανουαρίου 2015

Τα κεφάλια τους θέλουν να σώσουν οι τραπεζίτες

Ξέσπασε η προσχεδιασμένη εκ μέρους των τραπεζών αντιπαράθεση με την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Η περαιτέρω κατάρρευση των προ πολλού γελοίων τιμών των τραπεζικών μετοχών, οι οποίες όλες τους έχουν χάσει περίπου ή πάνω από το... 90% (!) των μέγιστων τιμών τους στο μακρινό παρελθόν εδώ και χρόνια, ήταν κάτι σαν το εναρκτήριο λάκτισμα αυτού του μίνι πολέμου με την προκαθορισμένη έκβαση.Για να αντιληφθούμε περί ποιων τιμών μιλάμε, αρκεί να αναφέρουμε ότι προ δεκαήμερου, προεκλογικά -δηλαδή επί κυβέρνησης Σαμαρά και όχι επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- την Τετάρτη, 21 Ιανουαρίου, οι μετοχές των τραπεζών άξιζαν ούτε δύο... δεκάρες αυτή της Eurobank (0,159 ευρώ για να είμαστε ακριβείς), ούτε ένα πενηνταράκι της Alpha Bank (0,415 ευρώ), ούτε ένα ευρώ της Πειραιώς (0,877 ευρώ) και ούτε καν ενάμισι ευρώ της Εθνικής (για την ακρίβεια 1,320 ευρώ)! Προχθές άξιζαν μία δεκάρα η μετοχή της Eurobank, τρεις δεκάρες της Alpha Bank, ένα πενηνταράκι της Πειραιώς και κάτω από ένα ευρώ της Εθνικής. Από τότε που η Ελλάδα υπήχθη στο επαίσχυντο καθεστώς του Μνημονίου, οι τιμές των τραπεζικών μετοχών εκμηδενίστηκαν για να αγοραστούν από ξένους έναντι εξευτελιστικού αντιτίμου, για πενταροδεκάρες, μιλώντας συμβολικά.

Αυτό έχει ήδη γίνει. Παράλληλα, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), κύριος μέτοχος όλων των ελληνικών συστημικών τραπεζών είναι το ελληνικό κράτος, το οποίο όμως ενώ έχει δανειστεί για να βάλει αυτά τα λεφτά στις συστημικές τράπεζες, δεν ασκεί τα δικαιώματά του και έχει αφήσει τις τράπεζες στα χέρια των ιδιωτικών διοικήσεών τους.

Οι τραπεζίτες δηλαδή και δανείστηκαν κολοσσιαία ποσά από το κράτος (το οποίο δανείστηκε ως κράτος για να τους τα δώσει) και συνεχίζουν να διοικούν τις τράπεζές τους σαν να μη συνέβη τίποτα. Εννοείται φυσικά ότι όλοι οι εξέχοντες τραπεζικοί παράγοντες είναι κομματικοί φίλοι του Αντώνη Σαμαρά. Η κυβέρνηση Τσίπρα φυσικά θέλει να αλλάξει αυτές τις τραπεζικές διοικήσεις των φίλων του Σαμαρά, έχοντας πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι αν δεν βάλει και δικούς της ανθρώπους στις διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, θα βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να ασκήσει οικονομική πολιτική. Θα την υπονομεύουν εκ των ένδον οι κομματικοί φίλοι του Σαμαρά. Οι τραπεζίτες ξέρουν λοιπόν ότι οι μέρες τους στις διοικήσεις είναι μετρημένες. Δίνουν λοιπόν την τελευταία μάχη τους. Η τακτική κάποιων από αυτούς συνίσταται στην πρόκληση έλλειψης ρευστότητας ώστε να πανικοβληθεί ο Τσίπρας και το οικονομικό επιτελείο του, με στόχο να υποκύψει στους όρους των τραπεζιτών! Ποιοι είναι οι όροι αυτοί; Μόνο ένας: να παραμείνουν οι διοικήσεις στη θέση τους! Δεν είναι ότι θέλουν να συνεχίσουν να ασκούν την πραγματική διοίκηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος ώστε ως «εγκάθετοι» του Σαμαρά να υπονομεύουν συστηματικά την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Φυσικά και θα το κάνουν κι αυτό, ιδίως αν υπάρξει κάποια κρίσιμη συγκυρία.

Δεν είναι όμως αυτό το πρωτεύον για τους τραπεζίτες. Αλλο είναι που τους καίει. Κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ με γνώση στα χρηματοπιστωτικά ζητήματα ισχυρίζονται ότι πολλοί μεγάλοι τραπεζίτες έχουν εκμεταλλευτεί τη μνημονιακή αναμπουμπούλα και προς ίδιον όφελος προσωπικού πλουτισμού. Αυτό είναι φυσιολογικό. Προσθέτουν όμως ότι κάποιες τραπεζικές πράξεις αυτού του είδους ενδέχεται να έρχονται σε αντίθεση με την υφιστάμενη νομοθεσία και αναφέρουν ιλιγγιώδη ποσά που εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία - ποσά εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ που συμποσούνται σε... δισεκατομμύρια!

Ενδεχομένως να πρόκειται για αστήρικτες κατηγορίες ή και συνειδητά ψεύδη, στο πλαίσιο του οικονομικοψυχολογικού πολέμου που διεξάγεται μεταξύ κυβέρνησης - τραπεζιτών. Τι θα γίνει τελικά θα το δούμε στην πράξη.

Η εντύπωσή μας είναι πάντως ότι αν επισήμως ζητηθεί από κάποιες τραπεζικές διοικήσεις να παραιτηθούν, αυτές θα το πράξουν. Βάσει υφιστάμενου εν ισχύι νόμου βεβαίως οι μετοχές που έχει στα χέρια του το ελληνικό Δημόσιο έχουν περιορισμένα δικαιώματα, αλλά αυτός ο νόμος μπορεί πανεύκολα να αλλάξει εν ριπή οφθαλμού. Δεν μπορούμε να φανταστούμε άλλωστε ότι θα ήταν ποτέ δυνατόν να κρίνουν οι διοικήσεις ότι θα απέβαινε προς όφελός τους μια άρνησή τους να εφαρμόσουν κυβερνητική απόφαση παραίτησής τους. Και μόνο το γεγονός ότι θα στρεφόταν εναντίον τους ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της κυβέρνησης και η προσοχή όλων των ΜΜΕ, αξιοποιώντας ενδεχόμενες παρατυπίες ή ατασθαλίες εάν υπάρχουν, είναι κάτι ικανό να συνετίσει ακόμη και τους πιο θερμοκέφαλους από αυτούς.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΕΛΑΣΤΙΚ