Η νέα ελληνική κυβέρνηση, διά στόματος του πρωθυπουργού και όλων σχεδόν των στελεχών της, έχει εξαρχής διαβεβαιώσει ότι η «καταστροφική ρήξη» και οι μονομερείς ενέργειες δεν περιλαμβάνονται στα σχέδιά της. Αλλά και η Ευρώπη φαίνεται να κινείται σε ανάλογη κατεύθυνση, με την πλειονότητα πολιτικών ηγετών και θεσμικών παραγόντων να διαμηνύουν πως προτίθενται να δώσουν χρόνο για διάλογο -αφήνοντας, μάλιστα, να εννοηθεί ότι είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων ρυθμίσεων αναφορικά με το δημόσιο χρέος της Ελλάδας.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ άλλαξε την Ευρώπη και αυτό δεν το έχει καταλάβει κανείς καλύτερα από τον Μάρτιν Σουλτς. Ο πρόεδρος της Ευρωβουλής έχει αναλάβει εδώ και χρόνια τον ρόλο του «καλού Γερμανού» -ο οποίος, σε αντίθεση με την Αγκελα Μέρκελ δείχνει κατανόηση για τα θύματα της πολιτικής λιτότητας, των Ελλήνων συμπεριλαμβανομένων», ήταν το σχόλιο του περιοδικού Der Spiegel για την πρώτη μετά τις εκλογές επίσκεψη Ευρωπαίου αξιωματούχου στην Αθήνα. «Ελπίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελέσει μια βιώσιμη και αξιόπιστη εναλλακτική λύση, σε αντίθεση με πολιτικές δυνάμεις του παρελθόντος», δήλωσε από την πλευρά του ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων στην Ευρωβουλή, Γκι Φέρχοφσταντ, ενώ ο επίτροπος επί των Οικονομικών, Πιερ Μοσκοβισί, δεν δίστασε να πει, μιλώντας στην εφημερίδα Corriere della Sera, ότι η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας «δεν εκπέμπει μηνύματα αστάθειας».
Αρχίζει το ματς...
Έτσι και καθώς οι προσκλήσεις προς τον νέο πρωθυπουργό και τους κορυφαίους υπουργούς για επίσημες επισκέψεις και συναντήσεις διαδέχονται η μία την άλλη, θα μπορούσε κανείς να μπει στον πειρασμό και να ισχυριστεί πως τα δύσκολα τελείωσαν ήδη και μάλιστα πριν καν ξεκινήσουν.
Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Διότι μπορεί να διαψεύστηκαν οι Κασσάνδρες που πρόβλεπαν κατά μέτωπο σύγκρουση με το καλημέρα, όμως πολύ σύντομα θα τελειώσει το... αναγνωριστικό παιχνίδι κέντρου και θα αρχίσουν οι επιθετικές ενέργειες και τα σκληρά μαρκαρίσματα. Με όλα τα αποτελέσματα να είναι ανοιχτά: νίκη, ισοπαλία, αξιοπρεπής ήττα ή συντριβή...
Με βάση τους πολιτικούς συσχετισμούς στην Ευρώπη, όμως, σε ποιους μπορεί να ελπίζει και ποιους να φοβάται η νέα ελληνική ηγεσία; Ξεκινώντας αντίστροφα, μπορούμε να διακινδυνεύσουμε την πρόβλεψη ότι την πιο σκληρή στάση θα τηρήσει ο Ισπανός Μαριάνο Ραχόι -όπως έγραψε προχθές η Wall Street Journal, «η Μαδρίτη πιστεύει ότι θα ήταν προς το συμφέρον της ίδιας και της Ευρωζώνης εάν άφηναν την Ελλάδα να συντριβεί, αντί να ενισχύσουν το ρεύμα προς το Podemos».
Η Γαλλία και η Ιταλία, από την πλευρά τους, εμφανίζονται διατεθειμένες να αναζητήσουν ένα συμβιβασμό, με βασικό κριτήριο το δικό τους συμφέρον. Με άλλα λόγια, τόσο ο Φρανσουά Ολάντ όσο και ο Ματέο Ρέντσι προσφέρονται να γίνουν «κυανόκρανοι», επιδιώκοντας να πετύχουν με ένα σμπάρο δύο τριγόνια: Αφενός, να πιέσουν τη Μέρκελ να τους δώσει χρόνο και να χαλαρώσει τον κορσέ και, αφετέρου, να χρησιμοποιήσουν την Ελλάδα ως «μπαμπούλα» για τους δικούς τους λαούς, καλώντας τους να συναινέσουν σε μεταρρυθμίσεις, προτού οι πιέσεις γίνουν αφόρητες.
Η γερμανική αδιαλλαξία
Στον Ντέιβιντ Κάμερον, από την άλλη, ουδείς μπορεί να στηριχθεί, ειδικά αυτή την περίοδο. Έχοντας μπροστά του τις κρίσιμες εκλογές του Μαΐου, ο Βρετανός πρωθυπουργός είναι βέβαιο ότι θα αξιοποιήσει το «ελληνικό πρόβλημα» κατά περίπτωση -είτε για να καταγγείλει τη Μέρκελ και να ζητήσει αλλαγή του μείγματος της οικονομικής πολιτικής, είτε για να πείσει τους ψηφοφόρους του ότι είναι σκληρός και δεν πρόκειται να δώσει άλλα λεφτά σε μια χαμένη υπόθεση, για τη στήριξη ενός νομίσματος (του ευρώ) που δεν είναι δικό του.
Προφανώς, βεβαίως, ο τελευταίος και αποφασιστικός λόγος ανήκει στη «σιδηρά καγκελάριο».
Αν και τα πρώτα επίσημα μηνύματα από το Βερολίνο δείχνουν αδιαλλαξία και ανυποχώρητη στάση, ας μη βιαστούμε να βγάλουμε συμπεράσματα. Τόσο επειδή η Μέρκελ γνωρίζει πως εάν χάσει αυτή την παρτίδα κινδυνεύει να βρει απέναντί της στα ευρωπαϊκά φόρουμ τη Μαρίν Λεπέν. Όσο και γιατί οι θέσεις της νέας ελληνικής κυβέρνησης ίσως και να τη «βολεύουν» σε ορισμένα θέματα...
ΗΠΑ
Σε ποιους «κλείνει το μάτι» η υπερδύναμη;
Ο Μπαράκ Ομπάμα όχι απλώς εμφανίστηκε ιδιαιτέρως θερμός προς τον Αλέξη Τσίπρα στο συγχαρητήριο τηλεφώνημά του, αλλά -με βάση τα ανακοινωθέντα από τον Λευκό Οίκο και το Μαξίμου- «έκλεισε το μάτι» στα αιτήματα για ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων εργασίας, με τη βοήθεια φυσικά της Ευρώπης. Η αλήθεια είναι, βεβαίως, ότι οι συνεργάτες του προέδρου των ΗΠΑ στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν ήταν ιδιαιτέρως ικανοποιημένοι με τις ενστάσεις της Αθήνας στην επιβολή νέων κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, εκτιμούν όμως ότι αυτό το ζήτημα μπορεί να επιλυθεί -και έτσι, επικεντρώνουν στην ουσία: τον ρόλο που θα διαδραματίσει εφεξής η Ελλάδα εντός της Ε.Ε.
Ασφαλώς, η στάση των ΗΠΑ είναι καίριας σημασίας για τη νέα ελληνική κυβέρνηση, στις τάξεις της οποίας υπάρχουν κορυφαία στελέχη που έχουν καλές και στενές σχέσεις με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Πέρα, άλλωστε, από το γεγονός ότι ο ρόλος της υπερδύναμης ήταν πάντοτε σημαντικός για τις εξελίξεις στην Ελλάδα, ως μεγαλομέτοχος του ΔΝΤ θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τις θέσεις του Ταμείου στην επικείμενη, κρίσιμη διαπραγμάτευση για το ελληνικό χρέος και την εξυπηρέτησή του.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν πως η αντιπαράθεση η οποία υπάρχει ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Βερολίνο για το «μείγμα» της οικονομικής πολιτικής που απαιτείται προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κρίση -αντιπαράθεση που ενίοτε λαμβάνει δημόσιο και έντονο χαρακτήρα- ενδέχεται να λειτουργήσει υποστηρικτικά προς τις θέσεις της Αθήνας, ειδικά σε αυτή τη συγκυρία.
ΙΣΡΑΗΛ
Ενας «άξονας» που κλονίζεται ήδη...
Ως αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταγγείλει επανειλημμένως την εγκληματική πολιτική του Τελ Αβίβ απέναντι στους Παλαιστίνιους, είχε πρωταγωνιστήσει στις προσπάθειες για την άρση του αποκλεισμού της Λωρίδας της Γάζας, ενώ είχε καταδικάσει τις στενές σχέσεις που προσπαθούσε να αναπτύξει η προηγούμενη κυβέρνηση με το Ισραήλ, με στόχο τη δημιουργία ενός στρατηγικού «άξονα». Έχοντας πλέον αναλάβει τα ηνία της διακυβέρνησης της χώρας, οι τόνοι προφανώς θα μετριαστούν, όμως η ουσία δεν είναι πιθανό να αλλάξει ριζικά: Το Ισραήλ δεν είναι ο προνομιακός σύμμαχος που επιδιώκει να έχει η Αθήνα στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.
Το εάν και ποιες συνέπειες θα έχει αυτή η προαναγγελθείσα στροφή είναι άδηλο. Είναι χαρακτηριστικό, ωστόσο, ότι μέχρι στιγμής δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα συγχαρητήριο μήνυμα του Μπέντζαμιν Νετανιάχου ή άλλου Ισραηλινού αξιωματούχου προς τον Αλέξη Τσίπρα -ενώ η αμερικανοεβραϊκή κοινότητα περιορίστηκε σε μια μάλλον τυπική επιστολή. Αντιθέτως, η Χαμάς όχι απλώς συνεχάρη τον νέο πρωθυπουργό, αλλά τον ευχαρίστησε για τη στάση που έχει τηρήσει ως σήμερα αναφορικά με τα «ισραηλινά εγκλήματα». Προφανώς δε, και η Άγκυρα παρακολουθεί με μεγάλο ενδιαφέρον τις εξελίξεις αυτές στη γειτονιά της...
ΤΟΥΡΚΙΑ
Ο πάντα απρόβλεπτος γείτονας
«Στέλνω μήνυμα αγάπης και φιλίας προς τον τουρκικό λαό», δήλωσε λίγο μετά την ορκωμοσία του ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, προσθέτοντας ότι η Ελλάδα «θα πρέπει να είναι καλός γείτονας». Από την πλευρά της Άγκυρας δε, πέρα από τα (τυπικά) συγχαρητήρια του Ταγίπ Ερντογάν, ο ομόλογος του Νίκου Κοτζιά, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, απηύθυνε πρόσκληση στον Έλληνα πρωθυπουργό να επισκεφθεί την Τουρκία, ενώ εξέφρασε την επιθυμία της χώρας του για επανεκκίνηση των συνομιλιών γύρω από όλα τα εκκρεμή θέματα -Αιγαίο, Κυπριακό, ΑΟΖ κ.λπ. Επίσης, ο Τούρκος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων έκανε μια δήλωση την οποία θα ζήλευε και η... Μέρκελ: «Τα κόμματα -είπε- που έρχονται στην εξουσία με ψήφους αντίδρασης, αλλάζουν τη στάση τους όταν βρεθούν στην εξουσία (...) Η παγκόσμια πραγματικότητα δεν επιτρέπει στον ΣΥΡΙΖΑ να κάνει αυτά που λέει».
Αναμφίβολα, οι συγκεκριμένες δηλώσεις και οι προσκλήσεις είναι καθησυχαστικές. Όμως, είναι γνωστό ότι στο κυβερνών κόμμα έτρεμαν πολύ πριν από τις εκλογές και την ανάληψη της διακυβέρνησης ένα σενάριο: Της έντασης με την Τουρκία και, ακόμη χειρότερα, ενός «θερμού επεισοδίου», που θα τους ανάγκαζε να συρθούν σε επώδυνες διαπραγματεύσεις και υποχωρήσεις. Άλλωστε, η ορκωμοσία έγινε λίγο πριν από την επέτειο των Ιμίων, η κρίση στα οποία είχε «συμπέσει» με την τότε νέα κυβέρνηση Σημίτη... Για την ώρα, πάντως, η Άγκυρα δεν δείχνει άγριες διαθέσεις.
ΡΩΣΙΑ
Ορθοδοξία, γεωπολιτική και αγορές...
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν συνεχάρη θερμά τον Έλληνα πρωθυπουργό, ενώ ο Σεργκέι Λαβρόφ προσκάλεσε τον ομόλογό του υπουργό Εξωτερικών να επισκεφθεί άμεσα τη Μόσχα. Η Αθήνα έκανε αίσθηση διαμαρτυρόμενη στην Ε.Ε. επειδή δεν ρωτήθηκε για την έκδοση μιας απόφασης επιβαρυντικής για τη Ρωσία, ενώ αρκετοί της χρεώνουν τη μη λήψη απόφασης από τους «28» για νέα μέτρα σε βάρος της Μόσχας. Ο δε Ρώσος υπουργός Οικονομικών, Άντον Σιλουάνοφ, μια μέρα μετά την εξαγγελία πακέτου 35 δισ. δολαρίων με στόχο την τόνωση της οικονομίας της χώρας του, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να χορηγηθεί δάνειο προς την Ελλάδα εφόσον υπάρξει σχετικό αίτημα.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά σε μια νέα «άνοιξη» στις σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες, στο όνομα των ιστορικών τους δεσμών, της «ορθοδοξίας» και των κοινών γεωπολιτικών τους συμφερόντων. Η αλήθεια είναι πως κάθε τέτοιο συμπέρασμα θα ήταν τουλάχιστον παρακινδυνευμένο. Αφενός, επειδή η Μόσχα αντιμετωπίζει η ίδια σοβαρά οικονομικά προβλήματα για να μπορέσει να σώσει και άλλους, ενώ διατύπωσε την προσφορά της περί δανείου με ιδιαιτέρως διπλωματικό τρόπο -αφήστε που είναι γνωστό ότι ανάλογες υποσχέσεις της προς την Κύπρο, πριν από περίπου ένα χρόνο, δεν είχαν πρακτικά κανένα αντίκρισμα. Και αφετέρου, επειδή η Αθήνα (παρά το θετικό, αν και αυτονόητο, βήμα που έκανε) είναι αμφίβολο εάν θα φτάσει στο σημείο να προβάλει βέτο στην Ε.Ε., όταν και εφόσον φτάσει η ώρα για ακόμη πιο σκληρές κυρώσεις κατά της Ρωσίας.