Του Ιωάννη Σ. Θεοδωράτου
Στο πολυκομματικό φάσμα της ελληνικής πολιτικής σκηνής, κυριαρχεί ένας αόρατος αλλά χαρτογραφημένος «κομματικός» σχηματισμός, ο οποίος αποτελεί τον μακροβιότερο που γνώρισε ποτέ το ελληνικό κράτος! Γεννήθηκε πριν ακόμη απελευθερωθεί η χώρα από τους Οθωμανούς. Πρόκειται για το διαχρονικά ισχυρό «Ρωσικό Κόμμα», του οποίου πρώτος ηγέτης ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Σύγχρονα μέλη του είναι όσοι πιστεύουν στην μεσσιανική ισχύ του «ξανθού γένους», ευθυγραμμίζουν απόλυτα την κοινή θρησκευτική κληρονομιά (σ.σ. οι Ρώσοι ορθόδοξοι είναι παλαιοημερολογίτες) με την αναγκαιότητα μιας μόνιμης συμμαχίας με την Μόσχα (σ.σ. την αποκαλούμενη και Τρίτη Ρώμη από τους Πανσλαβιστές) και ευελπιστούν ότι πλησιάζει η ώρα (ο καιρός γαρ εγγύς…) για να συντριβεί η Τουρκία από τα ρωσικά όπλα, τα οποία στη συνέχεια θα μας παραδώσουν την Κωνσταντινούπολη… στο πιάτο, βάσει κάποιου μυστικού γεωπολιτικού συμβολαίου.
Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ανατροφοδότησε τη δυναμική του «ρωσικού κόμματος», καθώς η τοποθέτηση του καθηγητού Νίκου Κοτζιά στο Υπουργείο Εξωτερικών, γνωστού για θέσεις που τάσσονται υπέρ της στενότερης συνεργασίας με την Ρωσία (σ.σ. ο Κοτζιάς μελέτησε και τη θεωρία του Ευρασιανισμού του Αλεξάντερ Ντάγκιν), σε συνδυασμό με την εκπεφρασμένη στάση των ΑΝΕΛ υπέρ μιας νέας γεωπολιτικής στροφής προς την Ρωσία, δίνουν από τα πρώτα κιόλας εικοσιτετράωρα τον παλμό μιας πολιτικής που θα μπορούσε να επιφέρει και άλλα προβλήματα πιθανόν ακόμη πιο σημαντικά στον ζωτικής σημασίας τομέα της εξωτερικής πολιτικής.
Στην πατρίδα μας, ιστοσελίδες και blogs, τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές, αναπαράγουν την εικόνα του κραταιού Σλάβου ηγεμόνα Βλαδίμηρου Πούτιν, ο οποίος στις μέρες μας έχει καταφέρει να μετονομάσει το ρωσικό σε «Κόμμα του Πούτιν», συγκροτώντας τον ισχυρότερο μηχανισμό στην Ελλάδα, με τους περισσότερους οπαδούς οι οποίοι διαστρωματώνονται σε όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς δεξιάς και αριστεράς….
Αν ήδη έχετε αναρωτηθεί πόθεν προκύπτουν τα παραπάνω συμπεράσματα, σας ενημερώνουμε ότι εκτός της Ιστορίας – που βρίθει παραδειγμάτων άκρατης ρωσοφιλίας (τσαρικής, σοβιετικής, μετασοβιετικής) – υπάρχουν και τα αποτελέσματα μιας εξαιρετικά ενδιαφέρουσας δημοσκόπησης, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Επίκαιρα» (τεύχος 25/08-31/08/2012) με την επιμέλεια του Παντελή Ζήλου.
Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία του Πανεπιστημίου Πειραιώς, του τότε καθηγητή Νίκου Κοτζιά και σημερινού επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας και της εταιρείας Kapa Research, το 78,9% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι ο Πούτιν είναι εκείνος που κινεί τα νήματα στη Ρωσία, το 74% πιστεύει ότι η Ρωσία μπορεί να βοηθήσει τη χώρα μας στην οικονομική κρίση που διέρχεται και το 85% βλέπει θετικά την συνεργασία στην ενέργεια με την Μόσχα.
Επίσης, το 86,3% των Ελλήνων πιστεύει ότι η Ρωσία αποτελεί ανερχόμενη δύναμη, το 64,7% πιστεύει ότι μπορεί να επηρεάσει θετικά υπέρ της χώρας μας σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής (Κυπριακό, Σκόπια). Το 51,2% πιστεύει ότι η χώρα μας θα πρέπει να ακολουθήσει μια πολιτική περισσότερο φιλορωσική, έναντι του φιλοαμερικανικού προσανατολισμού της (18,4%) καθώς ένα 30,4% δεν πήρε θέση.
Ωστόσο, ασχέτως απαντήσεων, η πλειοψηφία εξέφρασε την πεποίθηση ότι η Ελλάδα πρέπει να ακολουθήσει μια πολιτική περισσότερο «φιλελληνική», αντί να ακολουθεί κάποια υπερδύναμη και αυτό έχει τη σημασία του.
Συμπερασματικά, τα συντριπτικά ποσοστά δείχνουν τη δύναμη του «Κόμματος του Πούτιν», προς το οποίο (βάσει των δημοσκοπικών αποτελεσμάτων) στρέφονται οι Έλληνες και ζητούν σύναψη στενότερων σχέσεων με την Ρωσία. Δηλαδή για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται, ότι στη γεωπολιτική συνείδηση των Ελλήνων, λειτουργούν αρχετυπικά μεσσιανικά πρότυπα της Τουρκοκρατίας, καθώς το συναίσθημα θριαμβεύει της λογικής.
Αυτή η μάζα ανόμοιων κομματικά πολιτών, στρατευμένων στην ιδέα του προστάτη «ξανθού πατερούλη», αγνοεί τον πανσλαβισμό και τα δεινά που επέφερε μέσω του βουλγαρικού και του σερβικού εθνικισμού, την υφαρπαγή των βυζαντινών συμβόλων και την πολιτική υποβάθμισης του πατριαρχείου Κων/πολης μέσω της θεωρίας της Τρίτης Ρώμης, ξεχνά ότι η Σοβιετική Ρωσία συνέχισε την πολιτική καθόδου στις θερμές θάλασσες, υποκινώντας τον Εμφύλιο Πόλεμο.
Αλλά κι αν ακόμη «διαχωρίσουμε» τη σοβιετική, από τη Ρωσία του Πούτιν, ας μην ξεχνούμε ότι οι Ρώσοι πώλησαν τα αντιαρματικά Kornet-E στους Τούρκους (ενώ είχαν δώσει… τον λόγο τους ότι δεν θα το πράξουν), για να μπορούν να προσβάλλουν αποτελεσματικά τα Leopard 2HEL του ΕΣ και τους εφοδίασαν με το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής πυρηνικής ενέργειας.
Επίσης, τα Σκόπια έχουν αναγνωριστεί ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας», ενώ φυσικά δεν θα μπορούσε να αποτελεί δικαιολογία η μη φιλική ελληνική στάση απέναντι στη Ρωσία, αφού πέραν του ότι μόνο εχθρική δεν είναι, τουλάχιστον συγκριτικά με τα άλλα κράτη-μέλη είτε του ΝΑΤΟ είτε της ΕΕ, θα πρέπει να γνωρίζουμε εάν προϋπόθεση της οποιαδήποτε «στρατηγικής συνεργασίας» με τη Μόσχα, είναι η αποχώρηση από τους Δυτικούς θεσμούς συνεργασίας και ασφάλειας και η άνευ όρων, «θρησκευτικού» τύπου προσήλωση στις απόψεις του Κρεμλίνου. Επίσης, θα πρέπει να πληροφορηθούμε ποια μορφή θα λάβει ακριβώς οποιαδήποτε επιβουλή εναντίον των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, αξιολογώντας στη συνέχεια την αξιοπιστία της.
Τα πράγματα ωστόσο καθίστανται πολύ πιο σοβαρά σε επίπεδο γεωστρατηγικής εάν δούμε την μεγάλη εικόνα των σεισμικών αλλαγών που συμβαίνουν στην θερμαινόμενη Ανατολή (ανατολική Ευρώπη, ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή). Η χώρα μας κατάφερε να ισορροπήσει μέσω των συμμαχιών που ανέπτυξε με Ισραήλ, Αίγυπτο και αναθερμαίνοντας τη σχέση με τις ΗΠΑ, την πίεση που συνεχίζει να της ασκεί η νέο-οθωμανική Τουρκία.
Μάλιστα, σε μια κρίσιμη περίοδο, κατόρθωσε να αναβαθμιστεί σε πόλο σταθερότητας για την ευρύτερη περιοχή. Η κυβερνητική αλλαγή έχει αρχίσει να δημιουργεί κραδασμούς και δημιουργεί πια εύλογες απορίες αναφορικά με το αν η Αθήνα σχεδιάζει όντως μια γεωπολιτική στροφή έχοντας ως στόχο να έλθει εγγύτερα με την Μόσχα.
Θα μιλήσουμε χωρίς περιστροφές: Ρωσία, Γερμανία και Τουρκία ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες συμφερόντων, ευαρεστούνται από τις νέες δηλώσεις της συγκυβέρνησης της ριζοσπαστικής αριστεράς με τους ΑΝΕΛ. Στριμωγμένοι στο γεωπολιτικό καναβάτσο οι Ρώσοι θα υπερθεματίσουν και θα υποστηρίξουν οποιαδήποτε μορφής διαφοροποίηση που θα εκδηλωθεί στο μαλακό υπογάστριο της Rimland (γεωγραφικό σύμπλοκο Ελλάδας-Τουρκίας), λόγω της κρίσης στην Ουκρανία.
Η Μόσχα έχει επιλέξει να καταστήσει την Τουρκία ενεργειακό κόμβο, προκειμένου να αντισταθμίσει μελλοντικά την απώλεια του ουκρανικού χώρου (σ.σ. ως διαδρόμου μεταφοράς ενεργειακών αγαθών). Ήδη η Άγκυρα διαφωνεί πλέον σε ζωτικά στρατηγικά ζητήματα με τους Αγγλοσάξονες. Οι δύο αναθεωρητικές δυνάμεις δεν θα είχαν αντιρρήσεις να γίνουν μάρτυρες της μετάπτωσης της Ελλάδας σε κράτος αστάθειας, καταναλωτή ισχύος, καθώς ενδεχόμενη αναβάθμιση του ελλαδικού χώρου σε ενεργειακό κόμβο, απλά ακυρώνει ή εξασθενεί σημαντικά τα δικά τους σχέδια.
Ο τρίτος εταίρος, η Γερμανία, αγωνίζεται να μη διακοπεί η προνομιακή για το Βερολίνο εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, ενώ μια συν τω χρόνω ενεργειακή ανάπτυξη της συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, είναι σαφές ότι θα ψαλίδιζε τους ευρύτερους γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς της, καθώς θα αναδείκνυε την Αθήνα σε κόμβο-ρυθμιστή της ενεργειακής εξάρτησης της ΕΕ, μειώνοντας ακόμη περισσότερο τη ρωσική παράμετρο.
Συνεπώς, η άνοδος της ριζοσπαστικής αριστεράς στην εξουσία προσφέρει «ευκαιρίες» για Μόσχα, Άγκυρα, Βερολίνο, και πιθανώς να μεγεθύνει την τρύπα στο μαλακό υπογάστριο της Rimland με πολύ σοβαρές επιπτώσεις. Δηλαδή ενώ διανύαμε μια δυναμική περίοδο γεωστρατηγικής αναβάθμισης, φαίνεται ότι φλερτάρουμε όχι απλά με τη διακοπή της αλλά με την αντιστροφή της!!!
Αυτό βέβαια, ουδόλως ενδιαφέρει το χριστεπώνυμο και μη πλήθος του κόμματος του Πούτιν, το οποίο πιστεύει πως η Ρωσία (η Τρίτη Ρώμη) θα προστρέξει την Ελλάδα συμμαχώντας μαζί της κατά των δαιμόνιων Αγγλοσαξόνων. Μόνο που για να συμβεί αυτό, θα πρέπει πρωτίστως η Μόσχα να σωθεί πρώτα η ίδια και στη συνέχεια να ασχοληθεί με τρίτους… (σ.σ. ακόμη αναμένουν οι Κύπριοι τα 5 δις του Πούτιν).
Όλα αυτά ας μας κάνουν να σκεφθούμε, ότι πουθενά στον κόσμο δεν κατοικοεδρεύει κάποιο άδολο ξανθό γένος, που θα προστρέξει με κάποιο ουράνιο σάλπισμα τον αγωνιζόμενο Ελληνισμό. Η Επανάσταση του 1821 συνέβη μετά την καταστροφική και ολέθρια εμπειρία των Ορλωφικών (1770), όταν οι «αδελφοί Ρώσοι» εγκατέλειψαν τους δυστυχείς Έλληνες στα στίφη των Τουρκαλβανών, αφού διαπίστωσαν ότι δεν τους ήταν πλέον χρήσιμοι.
Η τραυματική εμπειρία των όσων συνέβησαν τότε δεν σβήστηκε ποτέ από τη μνήμη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (σ.σ. για την εκδίωξη των Τουρκαλβανών, ο Σουλτάνος επέτρεψε τη συγκρότηση μικτών αποσπασμάτων Οθωμανών και Ελλήνων επαναστατών).
Ούτε Αγγλοσάξονας, ούτε Ρώσος, ούτε Κινέζος, ή… εξωγήινος θα βοηθήσει, παρά μόνον αν υπάρχει ταύτιση συμφερόντων και όχι μέσω της αόριστης επίκλησης κάποιου δικαίου, κληρονομιάς ή ό,τι άλλου. Ας αντιληφθούμε άπαντες ότι ως ένα από τα αρχαιότερα έθνη της γης, έχουμε δυνάμεις κοιμισμένες ή νωθρές, χωρίς ανάγκη μεσσιανικής εναπόθεσης ελπίδων σε κάποιον αλλογενή.
Ο ρεαλισμός που οφείλουμε να έχουμε στο μείζον ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής, ακριβώς λόγω της εν πολλοίς τραυματικής ιστορικής μνήμης, αποτελεί τον ικανότερο διδάσκαλο. Αρκετά «παιδαγωγηθήκαμε» από παιδαριώδη λάθη του παρελθόντος.
«Καί μήν ἔχοντας πιό κάτου ἄλλο σκαλί νά κατρακυλήσης πιό βαθειά στοῦ Κακοῦ τήν σκάλα, γιά τἀνέβασμα ξανά πού σέ καλεῖ, θά αἰστανθῆς νά σοῦ φυτρώσουν, ὤ χαρά! τά φτερά, τά φτερά τά πρωτινά σου τά μεγάλα! (Κωστής Παλαμάς, Ὁ Δωδεκάλογος τοῦ Γύφτου, Η’ 139)
* Ο Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος είναι δημοσιογράφος και αμυντικός αναλυτής
Στο πολυκομματικό φάσμα της ελληνικής πολιτικής σκηνής, κυριαρχεί ένας αόρατος αλλά χαρτογραφημένος «κομματικός» σχηματισμός, ο οποίος αποτελεί τον μακροβιότερο που γνώρισε ποτέ το ελληνικό κράτος! Γεννήθηκε πριν ακόμη απελευθερωθεί η χώρα από τους Οθωμανούς. Πρόκειται για το διαχρονικά ισχυρό «Ρωσικό Κόμμα», του οποίου πρώτος ηγέτης ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Σύγχρονα μέλη του είναι όσοι πιστεύουν στην μεσσιανική ισχύ του «ξανθού γένους», ευθυγραμμίζουν απόλυτα την κοινή θρησκευτική κληρονομιά (σ.σ. οι Ρώσοι ορθόδοξοι είναι παλαιοημερολογίτες) με την αναγκαιότητα μιας μόνιμης συμμαχίας με την Μόσχα (σ.σ. την αποκαλούμενη και Τρίτη Ρώμη από τους Πανσλαβιστές) και ευελπιστούν ότι πλησιάζει η ώρα (ο καιρός γαρ εγγύς…) για να συντριβεί η Τουρκία από τα ρωσικά όπλα, τα οποία στη συνέχεια θα μας παραδώσουν την Κωνσταντινούπολη… στο πιάτο, βάσει κάποιου μυστικού γεωπολιτικού συμβολαίου.
Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ανατροφοδότησε τη δυναμική του «ρωσικού κόμματος», καθώς η τοποθέτηση του καθηγητού Νίκου Κοτζιά στο Υπουργείο Εξωτερικών, γνωστού για θέσεις που τάσσονται υπέρ της στενότερης συνεργασίας με την Ρωσία (σ.σ. ο Κοτζιάς μελέτησε και τη θεωρία του Ευρασιανισμού του Αλεξάντερ Ντάγκιν), σε συνδυασμό με την εκπεφρασμένη στάση των ΑΝΕΛ υπέρ μιας νέας γεωπολιτικής στροφής προς την Ρωσία, δίνουν από τα πρώτα κιόλας εικοσιτετράωρα τον παλμό μιας πολιτικής που θα μπορούσε να επιφέρει και άλλα προβλήματα πιθανόν ακόμη πιο σημαντικά στον ζωτικής σημασίας τομέα της εξωτερικής πολιτικής.
Στην πατρίδα μας, ιστοσελίδες και blogs, τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές, αναπαράγουν την εικόνα του κραταιού Σλάβου ηγεμόνα Βλαδίμηρου Πούτιν, ο οποίος στις μέρες μας έχει καταφέρει να μετονομάσει το ρωσικό σε «Κόμμα του Πούτιν», συγκροτώντας τον ισχυρότερο μηχανισμό στην Ελλάδα, με τους περισσότερους οπαδούς οι οποίοι διαστρωματώνονται σε όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς δεξιάς και αριστεράς….
Αν ήδη έχετε αναρωτηθεί πόθεν προκύπτουν τα παραπάνω συμπεράσματα, σας ενημερώνουμε ότι εκτός της Ιστορίας – που βρίθει παραδειγμάτων άκρατης ρωσοφιλίας (τσαρικής, σοβιετικής, μετασοβιετικής) – υπάρχουν και τα αποτελέσματα μιας εξαιρετικά ενδιαφέρουσας δημοσκόπησης, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Επίκαιρα» (τεύχος 25/08-31/08/2012) με την επιμέλεια του Παντελή Ζήλου.
Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία του Πανεπιστημίου Πειραιώς, του τότε καθηγητή Νίκου Κοτζιά και σημερινού επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας και της εταιρείας Kapa Research, το 78,9% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι ο Πούτιν είναι εκείνος που κινεί τα νήματα στη Ρωσία, το 74% πιστεύει ότι η Ρωσία μπορεί να βοηθήσει τη χώρα μας στην οικονομική κρίση που διέρχεται και το 85% βλέπει θετικά την συνεργασία στην ενέργεια με την Μόσχα.
Επίσης, το 86,3% των Ελλήνων πιστεύει ότι η Ρωσία αποτελεί ανερχόμενη δύναμη, το 64,7% πιστεύει ότι μπορεί να επηρεάσει θετικά υπέρ της χώρας μας σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής (Κυπριακό, Σκόπια). Το 51,2% πιστεύει ότι η χώρα μας θα πρέπει να ακολουθήσει μια πολιτική περισσότερο φιλορωσική, έναντι του φιλοαμερικανικού προσανατολισμού της (18,4%) καθώς ένα 30,4% δεν πήρε θέση.
Ωστόσο, ασχέτως απαντήσεων, η πλειοψηφία εξέφρασε την πεποίθηση ότι η Ελλάδα πρέπει να ακολουθήσει μια πολιτική περισσότερο «φιλελληνική», αντί να ακολουθεί κάποια υπερδύναμη και αυτό έχει τη σημασία του.
Συμπερασματικά, τα συντριπτικά ποσοστά δείχνουν τη δύναμη του «Κόμματος του Πούτιν», προς το οποίο (βάσει των δημοσκοπικών αποτελεσμάτων) στρέφονται οι Έλληνες και ζητούν σύναψη στενότερων σχέσεων με την Ρωσία. Δηλαδή για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται, ότι στη γεωπολιτική συνείδηση των Ελλήνων, λειτουργούν αρχετυπικά μεσσιανικά πρότυπα της Τουρκοκρατίας, καθώς το συναίσθημα θριαμβεύει της λογικής.
Αυτή η μάζα ανόμοιων κομματικά πολιτών, στρατευμένων στην ιδέα του προστάτη «ξανθού πατερούλη», αγνοεί τον πανσλαβισμό και τα δεινά που επέφερε μέσω του βουλγαρικού και του σερβικού εθνικισμού, την υφαρπαγή των βυζαντινών συμβόλων και την πολιτική υποβάθμισης του πατριαρχείου Κων/πολης μέσω της θεωρίας της Τρίτης Ρώμης, ξεχνά ότι η Σοβιετική Ρωσία συνέχισε την πολιτική καθόδου στις θερμές θάλασσες, υποκινώντας τον Εμφύλιο Πόλεμο.
Αλλά κι αν ακόμη «διαχωρίσουμε» τη σοβιετική, από τη Ρωσία του Πούτιν, ας μην ξεχνούμε ότι οι Ρώσοι πώλησαν τα αντιαρματικά Kornet-E στους Τούρκους (ενώ είχαν δώσει… τον λόγο τους ότι δεν θα το πράξουν), για να μπορούν να προσβάλλουν αποτελεσματικά τα Leopard 2HEL του ΕΣ και τους εφοδίασαν με το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής πυρηνικής ενέργειας.
Επίσης, τα Σκόπια έχουν αναγνωριστεί ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας», ενώ φυσικά δεν θα μπορούσε να αποτελεί δικαιολογία η μη φιλική ελληνική στάση απέναντι στη Ρωσία, αφού πέραν του ότι μόνο εχθρική δεν είναι, τουλάχιστον συγκριτικά με τα άλλα κράτη-μέλη είτε του ΝΑΤΟ είτε της ΕΕ, θα πρέπει να γνωρίζουμε εάν προϋπόθεση της οποιαδήποτε «στρατηγικής συνεργασίας» με τη Μόσχα, είναι η αποχώρηση από τους Δυτικούς θεσμούς συνεργασίας και ασφάλειας και η άνευ όρων, «θρησκευτικού» τύπου προσήλωση στις απόψεις του Κρεμλίνου. Επίσης, θα πρέπει να πληροφορηθούμε ποια μορφή θα λάβει ακριβώς οποιαδήποτε επιβουλή εναντίον των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, αξιολογώντας στη συνέχεια την αξιοπιστία της.
Τα πράγματα ωστόσο καθίστανται πολύ πιο σοβαρά σε επίπεδο γεωστρατηγικής εάν δούμε την μεγάλη εικόνα των σεισμικών αλλαγών που συμβαίνουν στην θερμαινόμενη Ανατολή (ανατολική Ευρώπη, ανατολική Μεσόγειο και Μέση Ανατολή). Η χώρα μας κατάφερε να ισορροπήσει μέσω των συμμαχιών που ανέπτυξε με Ισραήλ, Αίγυπτο και αναθερμαίνοντας τη σχέση με τις ΗΠΑ, την πίεση που συνεχίζει να της ασκεί η νέο-οθωμανική Τουρκία.
Μάλιστα, σε μια κρίσιμη περίοδο, κατόρθωσε να αναβαθμιστεί σε πόλο σταθερότητας για την ευρύτερη περιοχή. Η κυβερνητική αλλαγή έχει αρχίσει να δημιουργεί κραδασμούς και δημιουργεί πια εύλογες απορίες αναφορικά με το αν η Αθήνα σχεδιάζει όντως μια γεωπολιτική στροφή έχοντας ως στόχο να έλθει εγγύτερα με την Μόσχα.
Θα μιλήσουμε χωρίς περιστροφές: Ρωσία, Γερμανία και Τουρκία ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες συμφερόντων, ευαρεστούνται από τις νέες δηλώσεις της συγκυβέρνησης της ριζοσπαστικής αριστεράς με τους ΑΝΕΛ. Στριμωγμένοι στο γεωπολιτικό καναβάτσο οι Ρώσοι θα υπερθεματίσουν και θα υποστηρίξουν οποιαδήποτε μορφής διαφοροποίηση που θα εκδηλωθεί στο μαλακό υπογάστριο της Rimland (γεωγραφικό σύμπλοκο Ελλάδας-Τουρκίας), λόγω της κρίσης στην Ουκρανία.
Η Μόσχα έχει επιλέξει να καταστήσει την Τουρκία ενεργειακό κόμβο, προκειμένου να αντισταθμίσει μελλοντικά την απώλεια του ουκρανικού χώρου (σ.σ. ως διαδρόμου μεταφοράς ενεργειακών αγαθών). Ήδη η Άγκυρα διαφωνεί πλέον σε ζωτικά στρατηγικά ζητήματα με τους Αγγλοσάξονες. Οι δύο αναθεωρητικές δυνάμεις δεν θα είχαν αντιρρήσεις να γίνουν μάρτυρες της μετάπτωσης της Ελλάδας σε κράτος αστάθειας, καταναλωτή ισχύος, καθώς ενδεχόμενη αναβάθμιση του ελλαδικού χώρου σε ενεργειακό κόμβο, απλά ακυρώνει ή εξασθενεί σημαντικά τα δικά τους σχέδια.
Ο τρίτος εταίρος, η Γερμανία, αγωνίζεται να μη διακοπεί η προνομιακή για το Βερολίνο εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, ενώ μια συν τω χρόνω ενεργειακή ανάπτυξη της συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, είναι σαφές ότι θα ψαλίδιζε τους ευρύτερους γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς της, καθώς θα αναδείκνυε την Αθήνα σε κόμβο-ρυθμιστή της ενεργειακής εξάρτησης της ΕΕ, μειώνοντας ακόμη περισσότερο τη ρωσική παράμετρο.
Συνεπώς, η άνοδος της ριζοσπαστικής αριστεράς στην εξουσία προσφέρει «ευκαιρίες» για Μόσχα, Άγκυρα, Βερολίνο, και πιθανώς να μεγεθύνει την τρύπα στο μαλακό υπογάστριο της Rimland με πολύ σοβαρές επιπτώσεις. Δηλαδή ενώ διανύαμε μια δυναμική περίοδο γεωστρατηγικής αναβάθμισης, φαίνεται ότι φλερτάρουμε όχι απλά με τη διακοπή της αλλά με την αντιστροφή της!!!
Αυτό βέβαια, ουδόλως ενδιαφέρει το χριστεπώνυμο και μη πλήθος του κόμματος του Πούτιν, το οποίο πιστεύει πως η Ρωσία (η Τρίτη Ρώμη) θα προστρέξει την Ελλάδα συμμαχώντας μαζί της κατά των δαιμόνιων Αγγλοσαξόνων. Μόνο που για να συμβεί αυτό, θα πρέπει πρωτίστως η Μόσχα να σωθεί πρώτα η ίδια και στη συνέχεια να ασχοληθεί με τρίτους… (σ.σ. ακόμη αναμένουν οι Κύπριοι τα 5 δις του Πούτιν).
Όλα αυτά ας μας κάνουν να σκεφθούμε, ότι πουθενά στον κόσμο δεν κατοικοεδρεύει κάποιο άδολο ξανθό γένος, που θα προστρέξει με κάποιο ουράνιο σάλπισμα τον αγωνιζόμενο Ελληνισμό. Η Επανάσταση του 1821 συνέβη μετά την καταστροφική και ολέθρια εμπειρία των Ορλωφικών (1770), όταν οι «αδελφοί Ρώσοι» εγκατέλειψαν τους δυστυχείς Έλληνες στα στίφη των Τουρκαλβανών, αφού διαπίστωσαν ότι δεν τους ήταν πλέον χρήσιμοι.
Η τραυματική εμπειρία των όσων συνέβησαν τότε δεν σβήστηκε ποτέ από τη μνήμη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (σ.σ. για την εκδίωξη των Τουρκαλβανών, ο Σουλτάνος επέτρεψε τη συγκρότηση μικτών αποσπασμάτων Οθωμανών και Ελλήνων επαναστατών).
Ούτε Αγγλοσάξονας, ούτε Ρώσος, ούτε Κινέζος, ή… εξωγήινος θα βοηθήσει, παρά μόνον αν υπάρχει ταύτιση συμφερόντων και όχι μέσω της αόριστης επίκλησης κάποιου δικαίου, κληρονομιάς ή ό,τι άλλου. Ας αντιληφθούμε άπαντες ότι ως ένα από τα αρχαιότερα έθνη της γης, έχουμε δυνάμεις κοιμισμένες ή νωθρές, χωρίς ανάγκη μεσσιανικής εναπόθεσης ελπίδων σε κάποιον αλλογενή.
Ο ρεαλισμός που οφείλουμε να έχουμε στο μείζον ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής, ακριβώς λόγω της εν πολλοίς τραυματικής ιστορικής μνήμης, αποτελεί τον ικανότερο διδάσκαλο. Αρκετά «παιδαγωγηθήκαμε» από παιδαριώδη λάθη του παρελθόντος.
«Καί μήν ἔχοντας πιό κάτου ἄλλο σκαλί νά κατρακυλήσης πιό βαθειά στοῦ Κακοῦ τήν σκάλα, γιά τἀνέβασμα ξανά πού σέ καλεῖ, θά αἰστανθῆς νά σοῦ φυτρώσουν, ὤ χαρά! τά φτερά, τά φτερά τά πρωτινά σου τά μεγάλα! (Κωστής Παλαμάς, Ὁ Δωδεκάλογος τοῦ Γύφτου, Η’ 139)
* Ο Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος είναι δημοσιογράφος και αμυντικός αναλυτής