Παράλληλα, έχει ως επακόλουθο την υποβάθμιση, τη χειραγώγηση και, εν
πολλοίς, τον έλεγχο των ανταγωνιστικών κέντρων, πάντοτε με στόχο το
οιονεί μονοπώλιο ισχύος του ηγεμονικού πυρήνα της «νέας τάξης». Στο
μεταξύ, ο εν λόγω πυρήνας επιδιώκει σταθερά και μεθοδικά την αποτροπή
ανάδυσης νέων ανταγωνιστικών κέντρων ισχύος-πλούτου, όπως είναι η Κίνα, η
Ινδία, η Ρωσία και γενικά όλες εκείνες οι χώρες που συγκροτούν το
συνασπισμό χωρών BRICS. Σε κάθε περίπτωση, για περίπου δύο δεκαετίες, η
διεθνής κοινωνία παρακολουθεί με δέος τη ΝΑΤΟϊκή κοινότητα να διεξάγει
ανοικτά πολέμους στο Ιράκ ή στο Αφγανιστάν και, ταυτόχρονα, να διενεργεί
στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Νότια Οσετία, στη Σομαλία, στις
Φιλιππίνες, στην Υεμένη, στην Κολομβία, στη Συρία, στο Τσαντ, στην Ακτή
Ελεφαντοστού.
Στο Αφγανιστάν, συγκεκριμένα, περισσότερες από πενήντα χώρες ενεπλάκησαν σε ένα θέατρο πολέμου, διαιωνίζοντας έτσι την εισβολή και κατοχή του Αφγανιστάν που - σημειωτέον - ξεκίνησε από τη Βρετανία το 1839 και έκτοτε δεν έχει σταματήσει. Τέτοιες στρατιωτικές επιχειρήσεις δημιουργούν, αφενός, προβλήματα και αδιέξοδα στο διεθνές σύστημα, αφετέρου, αναδιανομή ρόλων και αρμοδιοτήτων των ηγεμονικών ομάδων, για τις οποίες πλέον ο 'διαρκής πόλεμος' αποτελεί κεντρικό στοιχείο. Έτσι εξηγείται και προσπάθεια άμεσου ή έμμεσου εκβιασμού των πραγματικών συσχετισμών - μέσα από την προώθηση όρων ψυχρού πολέμου - της πιο άγριας στρατικοποίησης, με τελικό στόχο την επανάκτηση γεωπολιτικών (γεωστρατηγικών και γεωοικονομικών) θέσεων ισχύος και κυριαρχίας.
Στο Αφγανιστάν, συγκεκριμένα, περισσότερες από πενήντα χώρες ενεπλάκησαν σε ένα θέατρο πολέμου, διαιωνίζοντας έτσι την εισβολή και κατοχή του Αφγανιστάν που - σημειωτέον - ξεκίνησε από τη Βρετανία το 1839 και έκτοτε δεν έχει σταματήσει. Τέτοιες στρατιωτικές επιχειρήσεις δημιουργούν, αφενός, προβλήματα και αδιέξοδα στο διεθνές σύστημα, αφετέρου, αναδιανομή ρόλων και αρμοδιοτήτων των ηγεμονικών ομάδων, για τις οποίες πλέον ο 'διαρκής πόλεμος' αποτελεί κεντρικό στοιχείο. Έτσι εξηγείται και προσπάθεια άμεσου ή έμμεσου εκβιασμού των πραγματικών συσχετισμών - μέσα από την προώθηση όρων ψυχρού πολέμου - της πιο άγριας στρατικοποίησης, με τελικό στόχο την επανάκτηση γεωπολιτικών (γεωστρατηγικών και γεωοικονομικών) θέσεων ισχύος και κυριαρχίας.
Ειδικότερα αυτές οι θέσεις περιλαμβάνουν την κατεύθυνση ευθυγράμμισης των 'νεοταξικών' δυνάμεων με απώτερο σκοπό:
(1) την αναστολή κάθε τύπου προσέγγισης του τριγώνου «Ρωσίας-Κίνας- Ινδίας»,
(2) τον έλεγχο όλου του ενεργειακού πεδίου, από Σ. Αραβία μέχρι Κασπία, και
(3) την ιδιαίτερης σημασίας γεωστρατηγική σύνδεση Ινδικού Ωκεανού και
Μεσογείου.
Εκείνο πάντως που αξίζει να υπογραμμισθεί είναι η παρατηρούμενη αναδιάταξη των στρατιωτικών βάσεων σε καίριες γεωγραφικές περιοχές, ζήτημα που θέτει την αναπροσαρμογή συμμαχιών αλλά και το ρόλο του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος. Μολονότι διαπρεπείς Αμερικανοί ακαδημαϊκοί (π.χ. J. Stiglitz, Dean Baker), μέσα από τις έρευνές τους, δείχνουν ότι η συμπαγής στρατιωτική επένδυση των ΗΠΑ μειώνει την οικονομική ανάπτυξη και, συνάμα, αυξάνει την ανεργία, εν τούτοις το εν λόγω στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα έρχεται να υπηρετήσει μια κατεύθυνση επιθετικής διείσδυσης. Ήδη τον τελευταίο καιρό, επιχειρείται η στρατικοποίηση ακόμα και των υδάτων στο Babel-Mandab (μεταξύ Υεμένης, Τζιμπουτί, Ερυθραίας).
Και όχι μόνο: η ανάπτυξη τόσο του ΝΑΤΟ όσο και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (διά της γνωστής στρατιωτικής/ναυτικής επιχείρησης Operation Atalanta) στον Ινδικό Ωκεανό αποτελεί ακόμα ένα εύγλωττο σημείο αναβίωσης - σε ένταση και έκταση - του ψυχρού πολέμου. Εν πάση περιπτώσει, η επιταχυνόμενη και ταυτόχρονα κλιμακούμενη στρατικοποίηση της κοινωνίας βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την ειρήνη και την ύφεση ως επίσης και με την καλλιέργεια αμοιβαίας εμπιστοσύνης, φιλίας και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών.
Εκείνο πάντως που αξίζει να υπογραμμισθεί είναι η παρατηρούμενη αναδιάταξη των στρατιωτικών βάσεων σε καίριες γεωγραφικές περιοχές, ζήτημα που θέτει την αναπροσαρμογή συμμαχιών αλλά και το ρόλο του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος. Μολονότι διαπρεπείς Αμερικανοί ακαδημαϊκοί (π.χ. J. Stiglitz, Dean Baker), μέσα από τις έρευνές τους, δείχνουν ότι η συμπαγής στρατιωτική επένδυση των ΗΠΑ μειώνει την οικονομική ανάπτυξη και, συνάμα, αυξάνει την ανεργία, εν τούτοις το εν λόγω στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα έρχεται να υπηρετήσει μια κατεύθυνση επιθετικής διείσδυσης. Ήδη τον τελευταίο καιρό, επιχειρείται η στρατικοποίηση ακόμα και των υδάτων στο Babel-Mandab (μεταξύ Υεμένης, Τζιμπουτί, Ερυθραίας).
Και όχι μόνο: η ανάπτυξη τόσο του ΝΑΤΟ όσο και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (διά της γνωστής στρατιωτικής/ναυτικής επιχείρησης Operation Atalanta) στον Ινδικό Ωκεανό αποτελεί ακόμα ένα εύγλωττο σημείο αναβίωσης - σε ένταση και έκταση - του ψυχρού πολέμου. Εν πάση περιπτώσει, η επιταχυνόμενη και ταυτόχρονα κλιμακούμενη στρατικοποίηση της κοινωνίας βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την ειρήνη και την ύφεση ως επίσης και με την καλλιέργεια αμοιβαίας εμπιστοσύνης, φιλίας και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών.
*Ο Κώστας Γουλιάμος είναι Πρύτανης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου.