24 Νοεμβρίου 2014

Βρυξέλλες καλούν Μόσχα

Ευσταθιάδης Στάθης    Οι περισσότεροι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ θέλουν να αποκαταστήσουν τις σχέσεις συνεργασίας με τη Ρωσία
Βρυξέλλες καλούν Μόσχα
Ατμόσφαιρα ήπιου κλίματος στις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ενωσης και Ρωσίας προεξοφλούν ότι θα διαμορφωθεί τις ερχόμενες εβδομάδες πηγές στις Βρυξέλλες οι οποίες αξιολογούν ορισμένα «στοιχεία που γεννούν κάποια αισιοδοξία», κατά δήλωση επιτρόπου βορειοευρωπαϊκής χώρας. Συγκεκριμένα «περνούν από κόσκινο» τα αποτελέσματα της διάσκεψης των υπουργών Εξωτερικών των κρατών-μελών της ΕΕ την περασμένη Δευτέρα, τις συναντήσεις ευρωπαίων ηγετών με τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ κατά τη διάρκεια της διάσκεψης της ομάδας G20 το περασμένο Σαββατοκύριακο στο Μπρισμπέιν της Αυστραλίας, τα μηνύματα τα οποία φθάνουν στην έδρα της Κομισιόν από πρωτεύουσες χωρών της ευρωζώνης, προτροπές για διάλογο ΕΕ - Ρωσίας που υποβάλλονται έμμεσα αλλά και άμεσα από την «άλλη πλευρά» κ.τ.λ.


Στο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών διαπιστώθηκε ότι η πλειονότητα είναι υπέρ της προσέγγισης με τη Μόσχα ώστε να υποχωρήσει βαθμιαία η κρίση για την Ουκρανία. Μόνο η Βρετανία, η Πολωνία, οι τρεις χώρες της Βαλτικής, η Ρουμανία και η Φινλανδία παραμένουν αντίθετες σε «οποιασδήποτε μορφής συμβιβασμό με τον Βλαντίμιρ Πούτιν», όπως δήλωσε ο πολωνός υπουργός Εξωτερικών Γκρέγκορτζ Σέτιναρ. Αντίθετα, ο γερμανός ομόλογός του Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ δήλωσε ότι «πρέπει να προσπαθήσουμε να ανοίξουμε τον διάλογο» με τη Ρωσία και τόνισε ότι «την ίδια άποψη έχουν πολλοί (υπουργοί) της ΕΕ».

Η έστω και μικρή αλλαγή της στάσης των ευρωπαίων υπουργών Εξωτερικών έναντι της Ρωσίας εκφράστηκε και στο ανακοινωθέν του Συμβουλίου Υπουργών. Για πρώτη φορά ύστερα από τρία προηγούμενα συμβούλια υπουργών δεν καλείται «η Ρωσία» να αποσύρει τις δυνάμεις της από το ουκρανικό έδαφος αλλά «καλούνται οι ξένες στρατιωτικές δυνάμεις» να απομακρυνθούν. Πρόκειται για «μήνυμα που ασφαλώς θα εκτιμηθεί» στη Μόσχα, δήλωσε υπουργός, επισημαίνοντας τη διαφορά από άλλοτε στη διατύπωση. Ο ίδιος σημείωσε ότι η (σκόπιμη) παράλειψη της λέξης «Ρωσία» αποκτά ιδιαίτερο βάρος καθώς γίνεται 48 ώρες ύστερα από δήλωση (ανώνυμης) πηγής του ΝΑΤΟ ότι «νέες ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις» έχουν εισέλθει στην Ανατολική Ουκρανία.

Πηγές της Κομισιόν επιβεβαίωσαν τις πληροφορίες για «συζήτηση περίπου μιάμισης ώρας» που είχαν στο Μπρισμπέιν ο Γιούνκερ με τον Βλαντίμιρ Πούτιν και την καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ. Δεν επρόκειτο «να λύσουν το πρόβλημα» αλλά «αναζήτησαν και εξέτασαν το πώς θα ήταν δυνατόν» να αποκατασταθούν οι «σχέσεις συνεργασίας» της ΕΕ με τη Ρωσία και να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα με την Ουκρανία. Ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών άφησε να φανεί ένας δρόμος μεθόδευσης. Μιλώντας στους γερμανούς δημοσιογράφους στις Βρυξέλλες ο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ πρότεινε την «έμμεση προσέγγιση»: το Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ «να συνομιλήσει» με τους ομολόγους του της Ευρασιατικής ομάδας στην οποία μετέχει η Ρωσία.

Την επιβεβαίωση του «κλίματος αναζήτησης λύσης», όπως διαπιστώνει η βελγική εφημερίδα «Le Soir», έδωσε η αρμόδια για τις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ Φεντερίκα Μογκερίνι. Συνοψίζοντας τις εργασίες του Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικών δήλωσε ότι «το κύριο θέμα» των συζητήσεων ήταν το «πώς θα ξαναμπούμε σε έναν διάλογο» με τη Μόσχα. Τόνισε ότι η Ρωσία «είναι βέβαια ένα μέρος του προβλήματος αλλά είναι επίσης και μέρος της λύσης της κρίσης». Και ανήγγειλε την «πρόθεσή» της να πάει στη Μόσχα σημειώνοντας ότι «προηγουμένως θα εξετάσει αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις ώστε οι συναντήσεις να είναι αποδοτικές». Δεν έχει όμως πάρει ακόμη την απόφαση, είπε.

Στη Μόσχα, η αγγλόγλωσση ιστοσελίδα της εφημερίδας «Πράβντα» είχε την περασμένη Τετάρτη ανώνυμο σχόλιο το οποίο σημείωνε ότι «επανειλημμένα και σε διάφορες περιστάσεις» ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ «διατύπωσε το ενδιαφέρον της ρωσικής πλευράς (...) για μια ουσιαστική λύση της κρίσης στην Ουκρανία». Το σημείωμα κατέληγε με την «υπενθύμιση» ότι ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν είχε την ευκαιρία στο Μπρισμπέιν να δηλώσει το «ενδιαφέρον του» για τη λύση της ουκρανικής κρίσης τονίζοντας στους συνομιλητές του ότι δεν μπορεί να υπάρξει «ουσιαστικός διάλογος» όταν συνεχώς το Κίεβο και το ΝΑΤΟ «μας στέλνουν απειλητικά μηνύματα και συναγωνίζονται σε στρατιωτικές προκλήσεις».