Ο γερμανός ιστορικός μιλάει για τη στάση
του Βερολίνου και των γερμανών πολιτών απέναντι στην ΕΕ και
χαρακτηρίζει την πολιτική της Ανγκελα Μέρκελ ορθολογιστική αλλά χωρίς
πάθος
Η Ανγκελα Μέρκελ «είναι πολύ σαφής
στην ανάλυσή της για μια κατάσταση και στη συνέχεια αντιδρά ανάλογα με
τις πιθανότητες. Μοιάζει λίγο να ακολουθεί μια τακτική “βλέποντας και
κάνοντας”: της λείπει η στρατηγική, αλλά φαντάζομαι ότι η Μέρκελ θα είχε
π.χ. αποτρέψει το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου» λέει ο ιστορικός
Αντρέας Ρέντερ.
Η Γερμανία έχει προχωρήσει
πολύ από την επανένωσή της αλλά εξακολουθεί να παλεύει να βρει τον
πολιτικό της ρόλο στην Ευρώπη, με αυτά που οι υπόλοιποι περιμένουν και
προσδοκούν από αυτή, λέει στο «Βήμα της Κυριακής» ο Αντρέας Ρέντερ.
Ο γερμανός καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο «Γουτεμβέργιος» του
Μάιντς βρέθηκε πρόσφατα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στη Θεσσαλονίκη για
να συμμετάσχει σε συνέδριο που διοργάνωσε το ελληνικό γραφείο του
Ιδρύματος Κόνραντ Αντενάουερ. Οπως μας λέει ο κ. Ρέντερ, η υπερβολική
πίεση για ολοένα και στενότερη ολοκλήρωση θα μπορούσε να φέρει τα
αντίθετα αποτελέσματα στη Γερμανία, παρά τη γενικότερη φιλοευρωπαϊκή
τάση της κοινής γνώμης, ενώ για να προχωρήσει η Ευρώπη μπροστά πρέπει
οπωσδήποτε να αποφύγει την επιστροφή σε παλαιότερες προκαταλήψεις και
στερεότυπα.
Πολλοί αναλυτές λένε ότι η σημερινή εποχή είναι μια εποχή
γερμανικής ηγεμονίας στην Ευρώπη. Συμφωνείτε με αυτή την άποψη ή τη
θεωρείτε υπερβολική;
«Η Γερμανία κατείχε αυτή που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως
"ημι-ηγεμονική" θέση στην Ευρώπη ήδη από το 1871 όταν ιδρύθηκε η
Γερμανική Αυτοκρατορία. Αυτό συνέβαινε όχι μόνο με πολιτικούς και
στρατιωτικούς όρους, αλλά ακόμη περισσότερο σε σχέση με την τεχνολογία
και την οικονομία. Κατά τον 20ό αιώνα η Γερμανία έχασε δύο Παγκοσμίους
Πολέμους, εξεδίωξε μεγάλη μερίδα των ελίτ της, διέπραξε το Ολοκαύτωμα, η
επικράτειά της περιορίστηκε και διαιρέθηκε. Στη συνέχεια, υπέφερε από
τις συνέπειες της επανένωσης - και στο τέλος συνέβη αυτό που είπε κάποτε
ο γνωστός άγγλος ποδοσφαιριστής Γκάρι Λίνεκερ: "Το ποδόσφαιρο είναι ένα
παιχνίδι 22 ανθρώπων που τρέχουν τριγύρω... και στο τέλος κερδίζουν οι
Γερμανοί"».
Ποια είναι η κυρίαρχη άποψη στο Βερολίνο για την Ευρωπαϊκή
Ενωση; Επιθυμεί περισσότερη ολοκλήρωση ή προτιμά μια τακτική «βλέποντας
και κάνοντας», που σημαίνει ότι τα πράγματα θα παραμένουν, πάνω-κάτω, τα
ίδια όπως σήμερα;
«Οι γερμανικές πολιτικές ελίτ είναι ευρέως φιλοευρωπαϊκές και
υποστηρίζουν το σύνθημα για "περισσότερη Ευρώπη", όπως είχαν πράξει ο
Χέλμουτ Κολ και ο Χανς-Ντίτριχ Γκένσερ. Ωστόσο, το στυλ της Ανγκελα
Μέρκελ είναι περισσότερο ορθολογιστικό και στερείται πάθους. Είναι πολύ
σαφής στην ανάλυσή της για μια κατάσταση και στη συνέχεια αντιδρά
ανάλογα με τις πιθανότητες. Μοιάζει λίγο να ακολουθεί μια τακτική
"βλέποντας και κάνοντας": της λείπει η στρατηγική, αλλά φαντάζομαι ότι η
Μέρκελ θα είχε π.χ. αποτρέψει το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου».
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η Γερμανία έγινε μεγάλη
οικονομική δύναμη. Ωστόσο, η στρατηγική της σκέψη αποδυναμώθηκε
σημαντικά ως αποτέλεσμα του ναζισμού. Εν τω μεταξύ, σήμερα, η γειτονιά
της Ευρώπης έχει πάρει φωτιά. Διακρίνετε ενδείξεις ότι η Γερμανία μπορεί
να ηγηθεί της Ευρώπης γεωπολιτικά ή έστω γεωοικονομικά;
«Η Γερμανία έχει προχωρήσει πολύ μετά την επανένωση - απλώς
θυμηθείτε τη συμμετοχή της σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό,
κάτι απολύτως ασύλληπτο πριν από το 1989. Ωστόσο, παλεύει ακόμη με τον
πολιτικό της ρόλο στην Ευρώπη, με τις απαιτήσεις και τις έξωθεν
προσδοκίες. Την ίδια στιγμή, τα αιτήματα από το εξωτερικό συνιστούν μια
κατάσταση χωρίς κανένα όφελος. Από τη μία πλευρά, ο πρώην υπουργός
Εξωτερικών της Πολωνίας Σικόρσκι κάλεσε τη Γερμανία να ηγηθεί και
παράλληλα ήδη υπάρχουν υποψίες ότι επιδιώκει να γίνει κυρίαρχη δύναμη».
Για ποιον λόγο υπάρχει τέτοια επιμονή - ορισμένοι μιλούν
για πείσμα - στο Βερολίνο με την οικονομική σταθερότητα; Μοιάζει σαν η
Γερμανία να αγνοεί τις συμβουλές της πλειονότητας των σοβαρών
οικονομολόγων που επιμένουν για τόνωση της ανάπτυξης. Πρόκειται για
διακομματική τάση ή για ένα στοιχείο κυρίως εμφανές στο συντηρητικό
στρατόπεδο CDU/CSU;
«Αυτό που αποκαλείτε πείσμα έχει βαθιές ρίζες στη γερμανική
συλλογική μνήμη: η εμπειρία των δύο υπερπληθωρισμών του 20ού αιώνα και
ακόμη περισσότερο η εμπειρία της σύνδεσης της οικονομικής ευημερίας με
ένα κράτος πρόνοιας για τους εργαζομένους - το "γερμανικό μοντέλο" - από
τη μία πλευρά, οι πολιτικές της σταθερότητας και των σταθερών
προϋπολογισμών από την άλλη. Ενώ πολλοί οικονομολόγοι πραγματικά
συνιστούν την τόνωση της ανάπτυξης στην παρούσα φάση, η γενική συναίνεση
στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ήταν υπέρ της νομισματικής σταθερότητας
και των υγιών οικονομικών. Η οικοδόμηση της ευρωπαϊκής νομισματικής
ένωσης σε αυτή τη βάση υπήρξε η γερμανική προϋπόθεση για ένταξη στην ΟΝΕ
που αυτή καθεαυτή θεωρήθηκε ως γερμανική παραχώρηση στη Γαλλία».
Φαίνεται ότι το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD)
κερδίζει έδαφος στις τοπικές εκλογές. Θα μπορούσε αυτό να επηρεάσει τις
πολιτικές της Ανγκελα Μέρκελ στο εσωτερικό της χώρας καθώς και στο
ευρωπαϊκό πεδίο, ιδιαίτερα αν εκραγεί πάλι η κρίση στην ευρωζώνη;
Υπάρχει ευρωσκεπτικισμός στη Γερμανία, έστω «εν υπνώσει»;
«Για δεκαετίες, οι γερμανικές πολιτικές ελίτ υποστήριξαν την
"ολοένα και στενότερη ένωση", ανεξαρτήτως του τι πίστευε η κοινή γνώμη.
Πολλοί γερμανοί οικονομολόγοι έχουν αντιταχθεί στην ΟΝΕ και αυτή η
παράδοση έχει εισρεύσει στην AfD η οποία, την ίδια στιγμή, συλλέγει
εγχώρια δυσαρέσκεια με τρόπο πολυσχιδή, τόσο από τα αριστερά όσο και από
τα δεξιά. Παράλληλα, το γερμανικό ευρωσκεπτικιστικό κίνημα που
συντηρείται από οικονομολόγους και καθηγητές είναι συγκριτικά
περιορισμένο. Κατά την εκτίμησή μου, οι Γερμανοί έχουν αυξημένη τάση
αποδοχής φιλοευρωπαϊκών πολιτικών, ωστόσο η υπερεπέκταση μιας "ολοένα
και στενότερης ένωσης" θα μπορούσε να έχει αντίθετα αποτελέσματα.
Αλλωστε, όπως έδειξε η κρίση, τα πράγματα μπορούν να μεταβληθούν
ταχύτατα».
Πώς θα περιγράφατε τις ελληνογερμανικές σχέσεις από ιστορική σκοπιά, δίνοντας έμφαση στην τρέχουσα περίοδο;
«Οι Ευρωπαίοι ήλπιζαν ότι είχαν ξεπεράσει παλαιά στερεότυπα
αμοιβαίων αντιλήψεων και προκαταλήψεων - άλλωστε αυτή ήταν η θεμελιώδης
ιδέα του ευρώ. Τι συνέβη όμως μαζί με την κρίση; Μέσα σε ένα λεπτό,
παλαιά στερεότυπα και προκαταλήψεις, όμοια με εκείνα του 20ού αιώνα,
επέστρεψαν: οι "δικτατορικοί Γερμανοί" από τη μία, οι "τεμπέληδες
Ελληνες" από την άλλη. Ωστόσο, σε αντίθεση με το 1914, οι ευρωπαίοι
ηγέτες του 2010 ήταν αποφασισμένοι να αποφύγουν έναν νέο ευρωπαϊκό
σπασμό. Αυτός ήταν και ο λόγος που η Ανγκελα Μέρκελ είπε ότι "αν το ευρώ
αποτύχει, η Ευρώπη θα αποτύχει". Την ίδια στιγμή, η κρίση μάς έδειξε
ότι οι πολιτισμικές διαφορές είναι ισχυρότερες από ό,τι θα μπορούσε να
φανταστεί μια πανευρωπαϊκή ιδεολογία. Στο δικό μου το μυαλό λοιπόν μία
από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την Ευρώπη έγκειται στην προσπάθεια
να κατανοήσουμε γιατί οι άλλοι σκέπτονται με τον τρόπο που σκέπτονται
και γιατί δρουν όπως δρουν, να ακούσουμε ο ένας τον άλλον αντί να
παραδοθούμε σε παλαιές προκαταλήψεις. Γνωρίζω ότι αυτό είναι ευκολότερο
να λέγεται παρά να γίνεται, αλλά είναι αυτό που υπόσχεται αληθινή
ευρωπαϊκή πρόοδο».