Του Δρα Γιάννου Χαραλαμπίδη
- Τα ρωσικά αντίμετρα και ευκαιρία οικοδόμησης Σχεδίου Β μέσω ΕΕ
- Ποια τα επόμενα βήματα του Ερντογάν για να γίνει ο νέος Ατατούρκ, πώς εξελίσσεται το παιγνίδι εξουσίας με τον Γκιουλ, την αντιπολίτευση, τον στρατό και τους Κούρδους
- ΜΠΟΡΕΙ η Λευκωσία να ζητήσει από την ΕΕ επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας, αφού επιβλήθηκαν σε βάρος της Ρωσίας;
Το σενάριο του ισλαμικού εμφυλίου και ο στρατός
Το φαινόμενο για το ξέσπασα μιας νέας αντιπαράθεσης και ο κίνδυνος ενός «ισλαμικού εμφυλίου πολέμου στο AKP ενισχύεται από τα εξής δεδομένα:
1. Επί του παρόντος, το πρόβλημα μεταξύ Ερντογάν και στρατού φαίνεται να είναι υπό έλεγχον. Ο Τούρκος ηγέτης δεν διέλυσε τις Ένοπλες Δυνάμεις. Απλώς τις ελέγχει και τις θέτει υπό τον έλεγχό του μέχρι νεωτέρας. Υπάρχει μια συγκατοίκηση στην εξουσία μεταξύ του στρατού και του Ερντογάν, με τον τελευταίο να έχει το πάνω χέρι. Κανείς όμως δεν γνωρίζει πώς θα εξελιχθεί ο ρόλος του στρατού, εάν οι Ισλαμιστές συγκρουστούν μεταξύ τους. Στόχος, πάντως, των πολιτικών δυνάμεων της χώρας είναι η αλλαγή του άρθρου 53 του Συντάγματος, που δίδει τη δυνατότητα στις Ένοπλες Δυνάμεις να ερμηνεύουν τι σημαίνει πολιτική αστάθεια και στην ουσία να τους δίδεται η δυνατότητα ακόμη και αυτής της επέμβασης.
2. Οι Ισλαμιστές -και ειδικώς ο Ερντογάν- δεν έχουν εσωτερικό αντίπαλο. Η μοναδική προσωπικότητα, που θα ήταν δυνατό να ισοζυγίσει την προσωπικότητα του Ερντογάν είναι αυτή του Γκιουλ. Νταβούτογλου και λοιποί δελφίνοι είναι υπό τη σκιά του νέου Τούρκου Προέδρου.
3. Το ζητούμενο για τον Ερντογάν είναι κατά πόσο θα πετύχει την πλειοψηφία των 2/3 για να προχωρήσει στην πλήρη αλλαγή του Συντάγματος.
Στην ουσία δεν θα πρόκειται για αναθεώρηση, αλλά και πλήρη αλλαγή του Συντάγματος, αφού η χώρα θα περάσει από την Κοινοβουλευτική στην Προεδρική ή ημι-Προεδρική Δημοκρατία στο γαλλικό μοντέλο, με ειδικές εκτελεστικές εξουσίες στον Πρόεδρο και με Πρωθυπουργό ο οποίος θα τελεί υπό τη σκιά του Προέδρου, εκτός και αν η Βουλή ελέγχεται από την αντιπολίτευση, οπότε θα είναι αναγκαία η συγκατοίκηση.
Βεβαίως, στόχος του Ερντογάν είναι να συγκεντρώσει όσο το δυνατόν περισσότερες εκτελεστικές εξουσίες στα χέρια του Προέδρου, για να γίνει κυρίαρχος του παιχνιδιού. Συνεπώς, για να προχωρήσει στις συνταγματικές αλλαγές χρειάζεται τη στήριξη των 136 στην παρούσα φάση βουλευτών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, καθώς και των Κούρδων, αφού μάλλον είναι δύσκολο να συμπορευτεί μαζί του η ακροδεξιά της χώρας.
Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα, εάν οι συνταγματικές αλλαγές θα πραγματοποιηθούν πριν από ή μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2015, οπότε είναι δυνατόν η Νέα Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση να έχει Συντακτικό Χαρακτήρα. Σημειώνεται ότι εάν κέρδισε ή εάν κερδίσει 330 έδρες το AKP θα ήταν ή θα είναι δυνατό να προχωρήσει στην αλλαγή του Συντάγματος με δημοψήφισμα.
Στις εκλογές του 2011 κατέλαβε 225 από τις 550 έδρες. Η ηγεσία του AKP έχει τοποθετήσει την αλλαγή της κεφαλής στο κόμμα στις 27 Αυγούστου, μια μέρα δηλαδή πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του Ερντογάν ως νέου Προέδρου. Και είναι πρόδηλη μια τάση από τους λοιπούς δελφίνους να έχουν πρόθεση όπως κλείσουν επί του παρόντος τον δρόμο στον Γκιουλ. Ο ίδιος βεβαίως δεν φαίνεται να πτοείται, αφού θα είναι δυνατή η επάνοδός του σε ενδιάμεσο συνέδριο.
Τουρκικά παιγνίδια εξουσίας
Υπό αυτές τις συνθήκες έχουμε το εξής σκηνικό:
Α. Εσωτερική κομματική μάχη εντός του ΑKP, μεταξύ του Γκιουλ και των άλλων δελφίνων της Προεδρίας του Κόμματος και της Πρωθυπουργίας. Το ζητούμενο είναι τι θα πράξει ο Ερντογάν. Εάν θα τηρήσει στάση Πατριάρχη ή εάν θα επιδιώξει να επιβάλει εκείνον που ο ίδιος πιστεύει ότι θα είναι πιο βολικός για τις φιλοδοξίες του. Και το ερώτημα είναι γιατί αυτός να είναι ο Γκιουλ; Και το ερώτημα τίθεται χωρίς να υποτιμάται κανείς εκ των λοιπών μνηστήρων. Πλην του Νταβούτογλου, κανείς άλλος δεν έχει το εκτόπισμα του Γκιουλ.
Β. Εάν αναλάβει τα ηνία του AKP ο Γκιουλ, ο Ερντογάν δεν θα έχει να χειριστεί μόνο το θέμα των συμμαχιών με την αντιπολίτευση και τους Κούρδους προκειμένου να επιτύχει ένα νέο Σύνταγμα, όπως ο ίδιος θα το ήθελε, αλλά και με τον ίδιο τον Γκιουλ, ο οποίος εμφανίζεται μεν μετριοπαθής, αλλά πρόκειται για ισχυρή προσωπικότητα.
Γ. Εάν ο Ερντογάν δεν καταφέρει να αλλάξει το Σύνταγμα όπως αυτός θέλει και να περάσει τις εκτελεστικές εξουσίες στα χέρια του, ενδεχομένως να πρόκειται για το Βατερλό του, ενώ, ταυτοχρόνως, ισχυρός πλέον άνδρας θα είναι ο Γκιουλ ως Πρωθυπουργός ή ο Νταβούτογλου ή κάποιος άλλος από την ηγετική πυραμίδα του AKP.
Αληθές, όμως, είναι ότι κανείς ώς τώρα δεν έχει επιδείξει ότι διαθέτει μια εξίσου ισχυρή προσωπικότητα όπως αυτήν του Ερντογάν, για να κρατήσει το AKP και τη χώρα σε σταθερότητα και συνοχή. Και εδώ είναι που μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι εάν δεν γίνουν οι αλλαγές όπως τις σχεδιάζει ο Ερντογάν, τότε υπάρχει κίνδυνος για εσωτερικά προβλήματα στο κόμμα, για δημιουργία νέου πολιτικού σκηνικού, ακόμη και για ενισχυμένο ρόλο του στρατού, με τον οποίο το τελευταίο διάστημα φλερτάρει εντόνως ο Τούρκος ηγέτης. Το χαρτί άλλωστε του Ερντογάν μπορεί να είναι πολιτική σταθερότητα μέσω του νέου Συντάγματος ή επιστροφή στο παρελθόν και στα προβλήματά του.
Άνθρακας ο θησαυρός
ΟΣΟΙ εκτιμούσαν ότι μετά τις προεδρικές εκλογές στην Τουρκία θα μπορούσαν να βοηθηθούν πιο εύκολα οι εξελίξεις στο Κυπριακό, μάλλον δεν υπολόγιζαν ορθά για τους ακόλουθους λόγους:
Πρώτο, οι εκάστοτε εκλογές εμφανίζονται από την Τουρκία ως ισχυρισμός για να κερδίζεται χρόνος και να παγιώνονται τα τετελεσμένα της εισβολής, εφόσον αυτά δεν νομιμοποιούνται μέσω μιας ομοσπονδίας κομμένης και ραμμένης στα συμφέροντα της Άγκυρας, που σημαίνει τον πολιτειακό, γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό τουρκικό έλεγχο του νησιού.
Δεύτερο, η τουρκική πολιτική στο Κυπριακό δεν καθορίζεται από τις εκλογές, αλλά από τις αποφάσεις του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Οι αποφάσεις αυτές είναι δεσμευτικές για τις εκάστοτε Κυβερνήσεις. Αυτό αποδείχθηκε και στην περίπτωση Ερντογάν. Ενθυμείται ο πολίτης πόσες πολιτικές επενδύσεις είχαν γίνει μέχρι προσφάτως από τις Κυβερνήσεις της Λευκωσίας στο πρόσωπο του Ερντογάν.
Τελικώς, ήταν άνθρακας ο θησαυρός, διότι οι ηγεσίες μας συλλαμβάνονται πολλάκις αδιάβαστες. Το χειρότερο δε, είναι ότι συνεχίζουν να αναλύουν τα γεγονότα όπως τους βολεύει. Αντί να ζητήσουν συγγνώμη και να δουν τι πάει στραβά, και προφανώς στραβά πάνε οι αναλύσεις τους και οι πολιτικές τους, ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχει σχέδιο Β.
Και αυτό σημαίνει την έλλειψη κατανόησης της πραγματικότητας και στρατηγικής, που είναι συναφή ζητήματα με αμφισβήτηση της ορθότητας των στόχων. Τρίτο, η ενίσχυση του Ερντογάν εσωτερικά και η αλαζονική και αυταρχική του στάση, καθώς και η καταπιεστική του συμπεριφορά προς τους αντιπάλους του, είτε αυτοί είναι στον δικό του περίγυρο είτε σε εκείνον τη όποιας αντιπολίτευσης, μαρτυρούν ένα διαπραγματευτή σκληρό που δεν πρόκειται να είναι ευέλικτος, ειδικότερα όταν δεν έχει κόστος από την κατοχή της Κύπρου.
Και εδώ είναι που εμφανίζεται το σχέδιο Β, το οποίο θα έπρεπε να είχε έτοιμο η Λευκωσία, η οποία παραδέχεται ότι η τουρκική πλευρά στις συνομιλίες συνεχίζει να ερμηνεύει τη Συμφωνία της 11ης Φεβρουαρίου, όπως έπραττε και με τις Συμφωνίες Κορυφής του ΄77 και του ΄79, καθώς και με την 8η Ιουλίου και με κάθε συμφωνία επί Προεδρίας Χριστόφια, κατά το δοκούν και με βάση τη διχοτόμηση της Κύπρου.
Συμφέροντα και το χαμένο Σχέδιο Β
ΥΠΑΡΧΕΙ έδαφος και προηγούμενες υποθέσεις, για να στηρίξει τώρα η κυπριακή κυβέρνηση την υπόθεση της κατοχής του νησιού από την Τουρκία, και να της επιβληθούν πρόσθετες κυρώσεις στην ενταξιακή της διαδικασία, λόγω της παραβίασης του διεθνούς δικαίου και του κοινοτικού κεκτημένου.
Άλλωστε, με την ένταξη ολόκληρης της Κύπρου στην ΕΕ, με βάση το Πρωτόκολλο 10, το κοινοτικό κεκτημένο έχει ανασταλεί στο βόρειο τμήμα του νησιού, λόγω της υφιστάμενης κατάστασης, δηλαδή της κατοχής. Ερώτημα: Με τη Ρωσία ήταν λιγότερα τα συμφέροντα της ΕΕ απ' ό,τι με την Τουρκία, για να δημιουργηθεί ολόκληρη κρίση για την υπεράσπιση αρχών; Αντιθέτως, οι εξαρτήσεις της ΕΕ από τη Μόσχα είναι πολύ μεγαλύτερες απ' ό,τι με την Τουρκία. Είναι ενεργειακού εκτός των άλλων χαρακτήρα.
Εάν η Μόσχα κλείσει τις κάνουλες, η Ευρώπη παγώνει και η βιομηχανία της Γερμανίας και άλλων χωρών θα υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές. Συνεπώς, η Κύπρος θα έπρεπε τώρα να ζητήσει όχι μόνο οικονομικές αποζημιώσεις, τις οποίες υφίσταται από την κρίση και τις αποφάσεις της ΕΕ, αλλά και να συνδέσει πολιτικά και νομικά το Κυπριακό ως θέμα κατοχής και παραβίασης δημοκρατικών αρχών και κοινοτικού κεκτημένου, από ένα υποψήφιο μέλος σε βάρος ενός μόνιμου κράτους μέλους.
Ταυτοχρόνως, η Κύπρος θα πρέπει να περάσει από το ιδεαλιστικό στο σκέλος σε εκείνο των συμφερόντων και του ρεαλισμού, προσφέροντας στους εταίρους μας και δη στους Γερμανούς την εναλλακτική ενεργειακή οδό. Εμείς πρέπει να πείσουμε τους εταίρους μας ότι έχουν συμφέροντα στην Κύπρο. Περί τούτου υπάρχει έδαφος, αφού λογικό είναι να επιθυμεί η Γερμανία, όπως και άλλες ευρωπαϊκές χώρες την απεξάρτησή τους από τη Μόσχα, χωρίς όμως να καθίστανται εξαρτημένες από την Τουρκία και τους αγωγούς που περνούν από το έδαφός της.
Ειδικώς το Βερολίνο, όπως και η Γαλλία και γενικότερα η Δεξιά στην Ευρώπη θεωρούν την Τουρκία ως ανταγωνιστική και ότι η ένταξή της στην ΕΕ θα απειλήσει τη συνοχή της ΕΕ και τη θεσμική, πολιτική και οικονομική τους πρωτοκαθεδρία. Εξού και η θέση του ΕΛΚ προς τον νέο Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, περί εδικής σχέσης και όχι περί πλήρους τουρκικής ένταξης, μια εξέλιξη που βοηθά στη λήψη μέτρων κατά της Τουρκίας λόγω της στάση της στο Κυπριακό και σε σχέση με την άρνησή της να τηρήσει συναφείς με την ενταξιακή διαδικασία υποχρεώσεις της.
Εάν, μάλιστα, ο Ερντογάν και γενικά η τουρκική πολιτική δεν συμμορφώνεται με τις υφιστάμενες δεσμεύσεις της, όπως είναι η εφαρμογή του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας, η άρση του εμπάργκο σε βάρος των πλοίων και αεροσκαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας και η ίδια η αναγνώρισή της, πώς θα υπάρξει εμπιστοσύνη για σεβασμό της λύσης, όταν στη μέση θα μπουν εκτός των άλλων τα ζητήματα του φυσικού αερίου;
Χωρίς συμμαχίες, αλλαγή ισοζυγίων δυνάμεων και ταύτιση συμφερόντων με ισχυρά κράτη εντός και εκτός ΕΕ, όπως το Ισραήλ και οι ΗΠΑ, και χωρίς πρόκληση κόστους στην Τουρκία λόγω της κατοχής, το Κυπριακό δεν θα λυθεί. Και αν θα λυθεί θα διευθετηθεί όπως το θέλει ο ισχυρός. Δηλαδή η Άγκυρα.
Και ως εκ τούτου, ο Ερντογάν εσωτερικά θα συνεχίζει τον καλπασμό του ως μέγας καβαλάρης της τουρκικής εξουσίας. Ακόμη όμως και αν πέσει από το τουρκικό άλογο της εξουσίας, ακόμη και αν η Τουρκία υπεισέλθει σε προβλήματα, ακόμη και αν -στο ακραίο αυτό σενάριο- αντιμετωπίζει πρόβλημα οποιασδήποτε συνοχής, η Λευκωσία τη ελλείψει σχεδίου Β θα επιμένει στη συνέχιση του υφιστάμενου δικοινοτικού διαλόγου, παρακαλώντας την Άγκυρα να δεχθεί τη δική της τουρκική λύση περί της ομοσπονδίας, που οι ίδιοι οι Τούρκοι καθορίζουν ως «taksim», δηλαδή διχοτόμηση.
Παραδείγματα κυρώσεων από την ΕΕ
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ Β, εφόσον βεβαίως υπάρχει πολιτική πρόθεση καταρτισμού του, σχετίζεται με τις εξελίξεις στην Κριμαία και την επιβολή εμπάργκο από την ΕΕ προς την Μόσχα και αυτής προς την ΕΕ και τις χώρες της. Ο ισχυρισμός του κυπριακού κομματικού κατεστημένου για την αποφυγή καταρτισμού σχεδίου Β που θα περνά μέσω της ΕΕ είναι ο εξής: Τα συμφέροντα της ΕΕ με την Τουρκία είναι πολύ μεγάλα, για να συγκρουστούν οι εταίροι μας με την Άγκυρα για το δικό μας χατίρι.
Ο ισχυρισμός αυτός έχει τη δική του λογική. Η πραγματικότητα όμως, δηλαδή ο ρεαλισμός, μαρτυρεί άλλα:
1. Υπάρχει το προηγούμενο της Κροατίας το 2005. Όταν το Ζάγκρεμπ αρνήθηκε να παραδώσει στο Ειδικό Διεθνές Δικαστήριο ύποπτο στρατηγό για εγκλήματα στον Πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, οι ενταξιακές διαδικασίες της Κροατίας ανεστάλησαν για έξι μήνες.
2. Το 2008, όταν η Ρωσία είχε εισβάλει στη Γεωργία, η ΕΕ απείλησε με μέτρα εάν η Μόσχα δεν απέσυρε τον στρατό της. Τότε, μάλιστα, η ΕΕ είχε στείλει τον επικεφαλής της κοινής Άμυνας και Εξωτερικής Πολιτικής Χαβιέ Σολάνα επιτόπου για τον καταρτισμό έκθεσης, η οποία υποβλήθηκε προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
3. Όταν η Ρωσία προσήρτησε την Κριμαία, επί τη βάσει δημοψηφίσματος των κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία Ρώσοι, η ΕΕ μπήκε σε έναν οικονομικό και εμπορικό πόλεμο με τη Μόσχα, η οποία δεν κάθισε με τα χέρια δεμένα.
Απάντησε με αντίμετρα, εκ των οποίων το τελευταίο αφορά στην επιβολή εμπάργκο γεωργικών προϊόντων, μια εξέλιξη της οποίας το κόστος για την ΕΕ υπολογίζεται περί τα 12 δις ευρώ, με τις ζημιές να πλήττουν και την Κύπρο και την Ελλάδα.