ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Η στρογγυλή επέτειος της αποφράδας 28ης Ιουνίου του 1914 από
την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου πέρασε μάλλον στα ψιλά. Παρά το
γεγονός ότι αφάνισε 14 εκατομμύρια ανθρώπους και γκρέμισε τέσσερις
αυτοκρατορίες.
Σαν χθες, πριν από έναν ακριβώς αιώνα, ο Σερβοβόσνιος εθνικιστής Γκαβρίλο Πρίντσιπ δολοφόνησε στο Σεράγεβο τον διάδοχο της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, αρχιδούκα Φραγκίσκο-Φερδινάνδο, και τη σύζυγό του, γεγονός που στάθηκε αφορμή για την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο, η στρογγυλή επέτειος της αποφράδας 28ης Ιουνίου του 1914 πέρασε μάλλον στα ψιλά. Δεν θα μπορούσε να είναι πιο χτυπητή η διαφορά με τις επετείους της 9ης Μαΐου του 1945, όταν ο πολιτισμένος κόσμος γιορτάζει την αντιφασιστική νίκη, ή της 6ης Ιουνίου του 1944, όταν οι ηγέτες των μεγάλων δυνάμεων σπεύδουν στις ματωμένες ακτές της Νορμανδίας.
Στη συλλογική μνήμη των Ευρωπαίων, ο Μεγάλος Πόλεμος κατέχει σαφώς υποδεέστερη θέση έναντι του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σαν να ήταν «μόνο» το πρελούδιο της πραγματικής Αποκάλυψης. Το γεγονός αυτό δεν εξηγείται εύκολα ούτε από τη μεγαλύτερη χρονική απόσταση ούτε από το μέγεθος των συνεπειών μιας σύγκρουσης που αφάνισε 14 εκατομμύρια ανθρώπους, γκρέμισε τέσσερις αυτοκρατορίες –Αυστροουγγρική, Ρωσική, Γερμανική, Οθωμανική–, ανέδειξε το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος στον κόσμο, χάραξε τα σύνορα της Μέσης Ανατολής και απαθανατίστηκε στα τρομερά μυθιστορήματα του Ρεμάρκ, του Γκρέιβς, του Σελίν και του Μυριβήλη. Κάτι άλλο, πιο βαθύ και πιο σκοτεινό, πρέπει να κρύβεται πίσω από την επίμονη απώθηση.
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν «τακτοποιείται» εύκολα από τη λογική μας και δεν «χωνεύεται» εύκολα από την ηθική μας. Σε αντίθεση με τον Δεύτερο, στερείται της απόλυτης αντίθεσης ανάμεσα στο «καλό» και το «κακό». Δεν έχει να επιδείξει ένα «τέρας» στο ύψος του Χίτλερ ή μια φρίκη στο ύψος του Ολοκαυτώματος. Αν η θυσία στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο θεωρείται αναδρομικά αυτονόητο καθήκον, η αιματοχυσία στον Πρώτο φαντάζει σαν ανυπόφορη ματαιότητα, που ζητάει επίμονα μια κάποια αιτιολόγηση: Γιατί έγιναν όλα αυτά και πώς δεν θα ξαναγίνουν;
Το 1993, ο Ρόμπερτ Κάπλαν παρουσίασε τη δική του εκδοχή με ένα βιβλίο που προκάλεσε αίσθηση. Στα «Βαλκανικά φαντάσματα», ο συγγραφέας ενοχοποιεί μονόπλευρα τους αρχέγονους εθνικισμούς των βαλκανικών λαών και κυρίως τον αλυτρωτισμό των Σλάβων για το σφαγείο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οσο για τον Δεύτερο, δεν ήταν παρά η αναπόδραστη συνέπεια του Πρώτου. Μια εμμονικά αντισλαβική - αντιρωσική οπτική, όχι απροσδόκητη για έναν εκπρόσωπο των Αμερικανών νεοσυντηρητικών.
Δέκα χρόνια αργότερα, ο Βρετανός ιστορικός Κρίστοφερ Κλαρκ επανήλθε στην ίδια προβληματική με το βιβλίο του «Υπνοβάτες». Κι εδώ οι ευθύνες πέφτουν κυρίως στους «μικρούς εθνικισμούς» των Βαλκανίων, αυτής της παραδοσιακής «πυριτιδαποθήκης της Ευρώπης». Οσο για τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης, η κριτική δεν εστιάζεται σε πασίγνωστα, θεμελιώδη φαινόμενα –ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί για αποικίες και για τον διαμελισμό της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας– αλλά περιορίζεται στην υποτιθέμενη «ανικανότητα» ληθαργικών πολιτικών ηγετών.
Διαφορετική είναι η απάντηση που δίνει στην αναζήτηση του αποδιοπομπαίου τράγου ο Ντέιβιντ Φρόμκιν. Για τον Αμερικανό συγγραφέα του βιβλίου «Το τελευταίο καλοκαίρι της Ευρώπης», ο βασικός υπαίτιος ήταν ο γερμανικός μιλιταρισμός, που προετοίμαζε από καιρό, με την αδίστακτη μεθοδικότητά του, το αιματοκύλισμα. Οσο φοβερό και αν ήταν το τίμημα, Αγγλία, Γαλλία και Αμερική δεν είχαν άλλη λύση από το να απαντήσουν.
Εντελώς αντίθετη είναι η «αναθεωρητική» οπτική του Νάιαλ Φέργκιουσον. Ο Βρετανός ιστορικός προκάλεσε σάλο με πρόσφατη συνέντευξή του στο BBC, όπου υποστήριξε ότι η χώρα του ήταν εξίσου υπεύθυνη με τη Γερμανία για τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ότι η συμμετοχή της σε αυτόν ήταν «η μεγαλύτερη βλακεία της». Οχι, ο Φέργκιουσον δεν είναι οπαδός της λενινιστικής θεωρίας του ιμπεριαλισμού. Δεδηλωμένος οπαδός τού κατά Κίπλινγκ «φορτίου του λευκού ανθρώπου» για τον εκπολιτισμό των «καθυστερημένων» εθνών, θέλει να πιστεύει ότι αν η Βρετανία δεν είχε εμπλακεί στον Μεγάλο Πόλεμο, η αυτοκρατορία της θα μπορούσε να επιβιώσει και η επανάσταση των μπολσεβίκων δεν θα είχε ποτέ δει το φως της ημέρας.
Ισως εκείνο που κάνει πολλούς να απωθούν υποσυνείδητα τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι οι ανησυχητικές αναλογίες με τη σημερινή εποχή. Η τιτάνια σύγκρουση ήρθε ύστερα από αρκετές δεκαετίες ειρήνης και οικονομικής ευμάρειας, κατά την οποία οι ανταγωνισμοί των μεγάλων δυνάμεων περιορίζονταν στην περιφέρεια, χωρίς να αγγίζουν τις μητροπόλεις. Το σταθερό φόντο της εποχής εκείνης ήταν η σταδιακή διάβρωση της τότε παγκόσμιας υπερδύναμης, της Βρετανίας, και η εμφάνιση νέων αναδυόμενων δυνάμεων που την αμφισβητούσαν. Το πρώτο κύμα της «παγκοσμιοποίησης» είχε πείσει το μεγαλύτερο μέρος των ελίτ ότι τα κοινά συμφέροντα των εμπορικών εταίρων καθιστούσαν απόλυτο παραλογισμό την προσφυγή στα όπλα. Είναι μήπως παράξενο, ύστερα από όλα αυτά, ότι ο Μεγάλος Πόλεμος μας είναι ταυτόχρονα πολύ οικείος και πολύ απωθητικός;
Ο Πρίντσιπ διχάζει πάλι
Ηρωας του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα για τους Σέρβους, τρομοκράτης για τους Βόσνιους μουσουλμάνους, ο Γκαβρίλο Πρίντσιπ δεν έπαψε να διχάζει το Σεράγεβο σε όλη την πορεία του τελευταίου αιώνα.
Το 1941, αμέσως μετά την είσοδό τους στην πόλη, οι ναζί αφαίρεσαν την αναμνηστική πλάκα που είχε τοποθετηθεί στον τόπο της τραγωδίας του 1914 και τη χάρισαν στον Αδόλφο Χίτλερ. Μετά την απελευθέρωση, το σοσιαλιστικό καθεστώς του Τίτο τοποθέτησε καινούργια αναμνηστική πλάκα προς τιμήν του Πρίντσιπ, ο οποίος εθεωρείτο τότε εθνικός ήρωας, ενώ τα βήματά του αποτυπώθηκαν πάνω στο μπετόν.
Σήμερα, το όνομά του είναι το πρώτο που φιγουράρει, πάνω σε αναμνηστική πλάκα ορθόδοξης εκκλησίας του Σεράγεβο, κάτω από την επιγραφή «Ηρωες της Ημέρας του Αγίου Βίτου» – με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, η 28η Ιουνίου, ημέρα της δολοφονίας του Φραγκίσκου-Φερδινάνδου. Λίγα τετράγωνα παρακάτω, μία άλλη πλακέτα τιμά τον δολοφονηθέντα. Ο ίδιος διχασμός διατρέχει τα σχολικά βιβλία Ιστορίας. Τα σερβικά αφιερώνουν 20 σελίδες στον «ήρωα» και στη «μεγάλη απελευθερωτική πράξη του», ενώ τα βιβλία των Βόσνιων μουσουλμάνων μνημονεύουν μόλις σε μία φράση τον «τρομοκράτη», σημειώνοντας ότι «δεν σκότωσε τον αρχιδούκα για να απελευθερώσει τη Βοσνία από τον κατακτητή, αλλά γιατί την ήθελε μέρος μιας Μεγάλης Σερβίας».
Με αφορμή τη φετινή επέτειο, η δημαρχία του Σεράγεβο προωθεί την ανέγερση μνημείου στη μνήμη του αρχιδούκα, ενώ το Βελιγράδι ετοιμάζει να τοποθετήσει μπούστο του Πρίντσιπ. Οι δύο πλευρές τίμησαν σε διαφορετικές τελετές τη χθεσινή επέτειο, επιβεβαιώνοντας τις βαθύτατες διαχωριστικές γραμμές που εξακολουθούν να διατρέχουν τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Σαν χθες, πριν από έναν ακριβώς αιώνα, ο Σερβοβόσνιος εθνικιστής Γκαβρίλο Πρίντσιπ δολοφόνησε στο Σεράγεβο τον διάδοχο της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, αρχιδούκα Φραγκίσκο-Φερδινάνδο, και τη σύζυγό του, γεγονός που στάθηκε αφορμή για την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο, η στρογγυλή επέτειος της αποφράδας 28ης Ιουνίου του 1914 πέρασε μάλλον στα ψιλά. Δεν θα μπορούσε να είναι πιο χτυπητή η διαφορά με τις επετείους της 9ης Μαΐου του 1945, όταν ο πολιτισμένος κόσμος γιορτάζει την αντιφασιστική νίκη, ή της 6ης Ιουνίου του 1944, όταν οι ηγέτες των μεγάλων δυνάμεων σπεύδουν στις ματωμένες ακτές της Νορμανδίας.
Στη συλλογική μνήμη των Ευρωπαίων, ο Μεγάλος Πόλεμος κατέχει σαφώς υποδεέστερη θέση έναντι του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σαν να ήταν «μόνο» το πρελούδιο της πραγματικής Αποκάλυψης. Το γεγονός αυτό δεν εξηγείται εύκολα ούτε από τη μεγαλύτερη χρονική απόσταση ούτε από το μέγεθος των συνεπειών μιας σύγκρουσης που αφάνισε 14 εκατομμύρια ανθρώπους, γκρέμισε τέσσερις αυτοκρατορίες –Αυστροουγγρική, Ρωσική, Γερμανική, Οθωμανική–, ανέδειξε το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος στον κόσμο, χάραξε τα σύνορα της Μέσης Ανατολής και απαθανατίστηκε στα τρομερά μυθιστορήματα του Ρεμάρκ, του Γκρέιβς, του Σελίν και του Μυριβήλη. Κάτι άλλο, πιο βαθύ και πιο σκοτεινό, πρέπει να κρύβεται πίσω από την επίμονη απώθηση.
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν «τακτοποιείται» εύκολα από τη λογική μας και δεν «χωνεύεται» εύκολα από την ηθική μας. Σε αντίθεση με τον Δεύτερο, στερείται της απόλυτης αντίθεσης ανάμεσα στο «καλό» και το «κακό». Δεν έχει να επιδείξει ένα «τέρας» στο ύψος του Χίτλερ ή μια φρίκη στο ύψος του Ολοκαυτώματος. Αν η θυσία στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο θεωρείται αναδρομικά αυτονόητο καθήκον, η αιματοχυσία στον Πρώτο φαντάζει σαν ανυπόφορη ματαιότητα, που ζητάει επίμονα μια κάποια αιτιολόγηση: Γιατί έγιναν όλα αυτά και πώς δεν θα ξαναγίνουν;
Το 1993, ο Ρόμπερτ Κάπλαν παρουσίασε τη δική του εκδοχή με ένα βιβλίο που προκάλεσε αίσθηση. Στα «Βαλκανικά φαντάσματα», ο συγγραφέας ενοχοποιεί μονόπλευρα τους αρχέγονους εθνικισμούς των βαλκανικών λαών και κυρίως τον αλυτρωτισμό των Σλάβων για το σφαγείο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οσο για τον Δεύτερο, δεν ήταν παρά η αναπόδραστη συνέπεια του Πρώτου. Μια εμμονικά αντισλαβική - αντιρωσική οπτική, όχι απροσδόκητη για έναν εκπρόσωπο των Αμερικανών νεοσυντηρητικών.
Δέκα χρόνια αργότερα, ο Βρετανός ιστορικός Κρίστοφερ Κλαρκ επανήλθε στην ίδια προβληματική με το βιβλίο του «Υπνοβάτες». Κι εδώ οι ευθύνες πέφτουν κυρίως στους «μικρούς εθνικισμούς» των Βαλκανίων, αυτής της παραδοσιακής «πυριτιδαποθήκης της Ευρώπης». Οσο για τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης, η κριτική δεν εστιάζεται σε πασίγνωστα, θεμελιώδη φαινόμενα –ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί για αποικίες και για τον διαμελισμό της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας– αλλά περιορίζεται στην υποτιθέμενη «ανικανότητα» ληθαργικών πολιτικών ηγετών.
Διαφορετική είναι η απάντηση που δίνει στην αναζήτηση του αποδιοπομπαίου τράγου ο Ντέιβιντ Φρόμκιν. Για τον Αμερικανό συγγραφέα του βιβλίου «Το τελευταίο καλοκαίρι της Ευρώπης», ο βασικός υπαίτιος ήταν ο γερμανικός μιλιταρισμός, που προετοίμαζε από καιρό, με την αδίστακτη μεθοδικότητά του, το αιματοκύλισμα. Οσο φοβερό και αν ήταν το τίμημα, Αγγλία, Γαλλία και Αμερική δεν είχαν άλλη λύση από το να απαντήσουν.
Εντελώς αντίθετη είναι η «αναθεωρητική» οπτική του Νάιαλ Φέργκιουσον. Ο Βρετανός ιστορικός προκάλεσε σάλο με πρόσφατη συνέντευξή του στο BBC, όπου υποστήριξε ότι η χώρα του ήταν εξίσου υπεύθυνη με τη Γερμανία για τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ότι η συμμετοχή της σε αυτόν ήταν «η μεγαλύτερη βλακεία της». Οχι, ο Φέργκιουσον δεν είναι οπαδός της λενινιστικής θεωρίας του ιμπεριαλισμού. Δεδηλωμένος οπαδός τού κατά Κίπλινγκ «φορτίου του λευκού ανθρώπου» για τον εκπολιτισμό των «καθυστερημένων» εθνών, θέλει να πιστεύει ότι αν η Βρετανία δεν είχε εμπλακεί στον Μεγάλο Πόλεμο, η αυτοκρατορία της θα μπορούσε να επιβιώσει και η επανάσταση των μπολσεβίκων δεν θα είχε ποτέ δει το φως της ημέρας.
Ισως εκείνο που κάνει πολλούς να απωθούν υποσυνείδητα τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι οι ανησυχητικές αναλογίες με τη σημερινή εποχή. Η τιτάνια σύγκρουση ήρθε ύστερα από αρκετές δεκαετίες ειρήνης και οικονομικής ευμάρειας, κατά την οποία οι ανταγωνισμοί των μεγάλων δυνάμεων περιορίζονταν στην περιφέρεια, χωρίς να αγγίζουν τις μητροπόλεις. Το σταθερό φόντο της εποχής εκείνης ήταν η σταδιακή διάβρωση της τότε παγκόσμιας υπερδύναμης, της Βρετανίας, και η εμφάνιση νέων αναδυόμενων δυνάμεων που την αμφισβητούσαν. Το πρώτο κύμα της «παγκοσμιοποίησης» είχε πείσει το μεγαλύτερο μέρος των ελίτ ότι τα κοινά συμφέροντα των εμπορικών εταίρων καθιστούσαν απόλυτο παραλογισμό την προσφυγή στα όπλα. Είναι μήπως παράξενο, ύστερα από όλα αυτά, ότι ο Μεγάλος Πόλεμος μας είναι ταυτόχρονα πολύ οικείος και πολύ απωθητικός;
Ο Πρίντσιπ διχάζει πάλι
Ηρωας του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα για τους Σέρβους, τρομοκράτης για τους Βόσνιους μουσουλμάνους, ο Γκαβρίλο Πρίντσιπ δεν έπαψε να διχάζει το Σεράγεβο σε όλη την πορεία του τελευταίου αιώνα.
Το 1941, αμέσως μετά την είσοδό τους στην πόλη, οι ναζί αφαίρεσαν την αναμνηστική πλάκα που είχε τοποθετηθεί στον τόπο της τραγωδίας του 1914 και τη χάρισαν στον Αδόλφο Χίτλερ. Μετά την απελευθέρωση, το σοσιαλιστικό καθεστώς του Τίτο τοποθέτησε καινούργια αναμνηστική πλάκα προς τιμήν του Πρίντσιπ, ο οποίος εθεωρείτο τότε εθνικός ήρωας, ενώ τα βήματά του αποτυπώθηκαν πάνω στο μπετόν.
Σήμερα, το όνομά του είναι το πρώτο που φιγουράρει, πάνω σε αναμνηστική πλάκα ορθόδοξης εκκλησίας του Σεράγεβο, κάτω από την επιγραφή «Ηρωες της Ημέρας του Αγίου Βίτου» – με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, η 28η Ιουνίου, ημέρα της δολοφονίας του Φραγκίσκου-Φερδινάνδου. Λίγα τετράγωνα παρακάτω, μία άλλη πλακέτα τιμά τον δολοφονηθέντα. Ο ίδιος διχασμός διατρέχει τα σχολικά βιβλία Ιστορίας. Τα σερβικά αφιερώνουν 20 σελίδες στον «ήρωα» και στη «μεγάλη απελευθερωτική πράξη του», ενώ τα βιβλία των Βόσνιων μουσουλμάνων μνημονεύουν μόλις σε μία φράση τον «τρομοκράτη», σημειώνοντας ότι «δεν σκότωσε τον αρχιδούκα για να απελευθερώσει τη Βοσνία από τον κατακτητή, αλλά γιατί την ήθελε μέρος μιας Μεγάλης Σερβίας».
Με αφορμή τη φετινή επέτειο, η δημαρχία του Σεράγεβο προωθεί την ανέγερση μνημείου στη μνήμη του αρχιδούκα, ενώ το Βελιγράδι ετοιμάζει να τοποθετήσει μπούστο του Πρίντσιπ. Οι δύο πλευρές τίμησαν σε διαφορετικές τελετές τη χθεσινή επέτειο, επιβεβαιώνοντας τις βαθύτατες διαχωριστικές γραμμές που εξακολουθούν να διατρέχουν τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.